Του Κώστα
Μελά
Ενώ όλοι θεωρούν ότι η ανάληψη της
εποπτείας και του ελέγχου των 130 περίπου μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών από την
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) , από το Νοέμβριο του 2014, θα
αποτελέσει ένα βήμα προς την αποτελεσματικότερη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Τραπεζικού
Συστήματος , υπάρχει μεγάλη πιθανότητα, να βρεθούν προ εκπλήξεων και μάλιστα
μεγάλων.
Τούτο για
δύο λόγους.
Ο πρώτος
λόγος είναι ότι πριν την από την ανάληψη των συγκεκριμένων καθηκόντων από την
ΕΚΤ , θα προηγηθούν έλεγχοι σε βάθος της πραγματικής κατάστασης των
ευρωπαϊκών τραπεζών , έτσι ώστε , ελπίζουμε αυτήν την φορά, να εξακριβωθεί η
πραγματική κατάσταση τους . Στη συνέχεια θα πραγματοποιηθούν έλεγχοι αντοχής (stress tests)
ακραίων καταστάσεων για να εξακριβωθεί η αντοχή των ευρωπαϊκών τραπεζών
σε μελλοντικά παρόμοια συμβάντα. Στην περίπτωση κατά την οποία θα
υπάρξουν τραπεζικά ιδρύματα τα οποία δεν πληρούν τις προϋποθέσεις κεφαλαιακής
επάρκειας η ΕΚΤ θα είναι υποχρεωμένη να απαιτήσει αύξηση κεφαλαίων στο απαιτούμενο
επίπεδο. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες η ΕΚΤ θα θέσει στο
8% τον πήχη για την κεφαλαιακή επάρκεια (Core Tier 1) των τραπεζών στα πλαίσια
των επικείμενων επιθεωρήσεων κεφαλαιακής ποιότητας.
Συγκεκριμένα, θα προβλέπεται δείκτης κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων (Core Tier 1) 7% (όπως προβλέπει η τελευταία φάση του 2019 στα πλαίσια των κανόνων της Βασιλείας 3) συν μία προσαύξηση 1% για τις συστημικές τράπεζες.
Συγκεκριμένα, θα προβλέπεται δείκτης κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων (Core Tier 1) 7% (όπως προβλέπει η τελευταία φάση του 2019 στα πλαίσια των κανόνων της Βασιλείας 3) συν μία προσαύξηση 1% για τις συστημικές τράπεζες.
Το πρόβλημα έγκειται ότι στην
παρούσα φάση δεν φαίνεται ότι υπάρχουν διαθέσιμοι επενδυτές οι οποίοι να
τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε ευρωπαϊκές τράπεζες και ειδικά σε χώρες όπως
Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία ,Πορτογαλία, Βέλγιο κτλ. Η συγκεκριμένη κατάσταση
αλλά κυρίως η αντίληψη των Γερμανών ότι οι ιδιώτες πρέπει να συμβάλλουν στη
διάσωση των τραπεζικών ιδρυμάτων πριν την παρέμβαση του δημοσίου έχει οδηγήσει
την ΕΕ να υιοθετήσει το σχέδιο εσωτερικής διάσωσης (bail in).
Ο δεύτερος
λόγος έγκειται ακριβώς στον επιλεχθέντα τρόπο διάσωσης στην παρούσα συγκυρία και
υπογραμμίσθηκε από την επιστολή του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι προς
την ΕΕ τον προηγούμενο μήνα. Ο Μάριο Ντράγκι επεσήμανε ότι στην
παρούσα φάση θα είναι επικίνδυνο να απαλλοτριωθούν τα δικαιώματα όσων κατέχουν
δευτερογενή κεφάλαια (τραπεζικά ομόλογα και συναφή προϊόντα) στην
περίπτωση κατά την οποία διάφοροι τραπεζικοί οργανισμοί δεν μπορέσουν να
προσφύγουν στην αγορά για την προμήθεια των απαραίτητων κεφαλαίων για την
τήρηση των κανόνων φερεγγυότητας.
Μάλιστα στην περίπτωση που αυτό
πιθανά θα συμβεί σε σειρά από τραπεζικούς οργανισμούς ταυτόχρονα υπάρχει μεγάλη
πιθανότητα να οδηγήσει στην κατάρρευση της εμπιστοσύνης του επενδυτικού κοινού
συνολικά προς το ευρωπαϊκό σύστημα. Για αυτό πρότεινε η παρέμβαση του
δημοσίου ,στην παρούσα φάση να προηγηθεί της απαλλοτρίωσης των κατόχων του δευτερογενούς
κεφαλαίου. Δηλαδή ο πρόεδρος της ΕΚΤ επιθυμεί να αναλάβει τον έλεγχο του
ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος σε κατάσταση ισορροπίας και
από εκεί και πέρα να ισχύσουν οι ισχύοντες κανόνες της εσωτερικής διάσωσης.
Παράλληλα πολλές φωνές από χώρες
όπου το τραπεζικό τους σύστημα βρίσκεται σε αμφίβολη κατάσταση θεωρούν ότι θα
είναι δύσκολο με την παρούσα λογική να αναχρηματοδοτηθούν τα τραπεζικά ομόλογα
τα οποία λήγουν το 2014 , περίοδο των ελέγχων . Στην γειτονική Ιταλία ,για
παράδειγμα , λήγουν το 2014 τραπεζικά ομόλογα ύψους 2,7 δις ευρώ ενώ το
2015 4,5 δις ευρώ . Ως γνωστόν η ΕΕ απάντησε αρνητικά στην πρόταση του Μάριο
Ντράγκι.
Επίσης υπάρχει μια γενικότερη
κριτική για τον τρόπο που λειτουργεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Διάσωσης (EMS) ο οποίος
ως γνωστόν είναι ο τελευταίος που παρεμβαίνει στη διάσωση των τραπεζικών
ιδρυμάτων . Τούτο διότι τα ιδρυτικά κεφάλαια του τα οποία
προέρχονται από τα κράτη μέλη (κατ’ αναλογία με τη συμμετοχή του κάθε
κράτους στο ΜΚ της ΕΚΤ) ουσιαστικά δεν συμμετέχουν στη διάσωση. Πολλά κράτη
μέλη θα ήθελαν τα κεφάλαια αυτά μέσω της μόχλευσης τους να έχουν ενεργητικότερη
και άμεση παρέμβαση στις διασώσεις.
Ουσιαστικά ο EMS έχει
δομηθεί στα μέτρα της Γερμανίας. Υπάρχει και ένας ακόμη λόγος που επιβεβαιώνει
την παραπάνω θέση. Ο μηχανισμός δεν δημοσιοποιεί λεπτομερώς πως διαχειρίζεται
τα αποθέματικά του τα οποία έχουν φθάσει στα 64 δις ευρώ και στο μέσο του 2014
θα αυξηθούν στα 80 δις ευρώ. Όμως τα κριτήρια είναι καθαρά: δεν μπορεί να
αγοράσει ομόλογα με διαβάθμιση κάτω από ΑΑ. Επομένως τοποθετεί τα
αποθεματικά του σε ομόλογα κυρίως γερμανικά . Με τον τρόπο αυτό τα
χρήματα των ευρωπαϊκών χωρών (που συμμετέχουν στα αποθεματικά του μηχανισμού)
που έχουν χαμηλότερη διαβάθμιση από ΑΑ τροφοδοτούν τις χώρες των ΑΑ . Δηλαδή
η Γερμανία κερδίζει και από τον τρόπο δόμησης του ESM.
Στην ΕΕ
φαίνεται ότι ισχύει η ρήση: ο πρώτος τα παίρνει όλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου