ΕΛευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση
Επίκαιρα, 3-9.1.2013
Ας μην ξανατεθεί το ερώτημα για το κατά πόσο εφαρμόζονται ή όχι τα Μνημόνια που ψηφίζονται. Την απάντηση έδωσε το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας την προηγούμενη Πέμπτη 27 Δεκέμβρη, δημοσιοποιώντας τα συγκεντρωτικά στοιχεία για την αγορά εργασίας κατά το πρώτο εννιάμηνο του 2012. Εν συντομία, μισθοί 300 ευρώ για μία στις δύο νέες προσλήψεις και ελαστική απασχόληση για έναν στους δύο εργαζόμενους είναι η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, που βεβαιώνει ότι οι συνταγές της Τρόικας μπορεί να μην κατάφεραν να μειώσουν το δημόσιο χρέος, όπως υπόσχονταν για να εμφανιστούν ως αναγκαίες, αλλά κατάφεραν να επιβάλλουν στην Ελλάδα μισθούς Βουλγαρίας και Κίνας.
Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία των Επιθεωρητών Εργασίας από τις 502.598 προσλήψεις οι 217.126 αφορούσαν θέσεις εργασίας μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης που σημαίνει είτε καθημερινή 4ωρη απασχόληση είτε για 3 ημέρες την εβδομάδα. Στο βαθμό μάλιστα που αυτές οι προσλήψεις αφορούν ανειδίκευτο προσωπικό η αμοιβή ανέρχεται σε 295 ευρώ μεικτά! Αυτός είναι ο μισθός που διαμορφώθηκε με το δεύτερο Μνημόνιο τον Φεβρουάριο του 2012, το οποίο ήταν προϋπόθεση για να εγκριθεί από τους πιστωτές μας (ΕΕ, ΔΝΤ) η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Συγκλονιστικά είναι τα στοιχεία που αφορούν επίσης τις εργασιακές σχέσεις. Συνολικά σε 60.762 εργαζόμενους παρατηρήθηκε αλλαγή της σύμβασης εργασίας που αφορά είτε μείωση του ωραρίου εργασίας από 8ωρο σε 4ωρο είτε εκ περιτροπής εργασία. Περιττό δε να ειπωθεί, τέλος, πως συγκρίνοντας με την αντίστοιχη χρονική περίοδο του 2011 οι προσλήψεις τον προηγούμενο χρόνο ήταν πολύ λιγότερες.
Λιγότερες και χειρότερες θέσεις εργασίας
Συμπερασματικά λοιπόν κάθετη μείωση της απασχόλησης, με λιγότερες και πολύ χειρότερες θέσεις εργασίας είναι τα «καλά» που έφεραν τα Μνημόνια από το 2010 μέχρι το 2012. Τα δεινά όμως των εργαζομένων στην Ελλάδα δεν σταματούν εδώ. Οι μειώσεις στους μισθούς των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα όπως αποφασίστηκαν με το τρίτο Μνημόνιο το Νοέμβριο του 2012 και σε όλη την οικονομία εξ αιτίας των αυξημένων φόρων, τουλάχιστον αυτοί οι δύο παράγοντες, προεξοφλούν ότι η συρρίκνωση των αποδοχών θα συνεχιστεί σε όλη τη διάρκεια του 2013.
Μερίδιο της εργασίας (μισθών) στο ΑΕΠ | |||
Έτος | Ποσοστό | Έτος | Ποσοστό |
1981 | 69,6% | 1998 | 64,5% |
1982 | 70,3% | 1999 | 65,5% |
1983 | 72,6% | 2000 | 63,2% |
1984 | 70,6% | 2001 | 61,3% |
1985 | 70,8% | 2002 | 64,6% |
1986 | 67,3% | 2003 | 62,6% |
1987 | 67,1% | 2004 | 61,9% |
1988 | 67,3% | 2005 | 62,2% |
1989 | 69,2% | 2006 | 60,7% |
1990 | 69,8% | 2007 | 60,4% |
1991 | 65,0% | 2008 | 60,4% |
1992 | 64,1% | 2009 | 61,9% |
1993 | 62,3% | 2010 | 61,9% |
1994 | 62,0% | 2011 | 60,3% |
1995 | 63,2% | 2012 | 55,6% |
1996 | 62,8% | 2013 | 53,2% |
1997 | 64,6% | 2014 | 53,2% |
Πηγή: European Commission: Statistical Annex of European Economy, Autumn 2012
Η δεινή θέση των εργαζομένων στην Ελλάδα απεικονίζεται ανάγλυφα στο γράφημα και τον πίνακα που παραθέτουμε, όπου παριστάνεται το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ. Εκεί φαίνεται πεντακάθαρα πόσο αυθαίρετες είναι οι κατηγορίες που διατυπώνονται από τους απολογητές των Μνημονίων για τους υψηλούς μισθούς και την αξιοζήλευτη υποτίθεται θέση των εργαζομένων στην Ελλάδα. Οι αριθμοί, προερχόμενοι μάλιστα από την ίδια την ΕΕ, βεβαιώνουν το αντίθετο: Από ένα μερίδιο της τάξης του 70% σχεδόν του ΑΕΠ που αντιπροσώπευαν οι μισθοί το 1981, το 2012 μειώθηκαν στο 56% και τα δύο επόμενα χρόνια, με βάση προβλέψεις, θα πέσουν ακόμη πιο χαμηλά, στο 53,2% του ΑΕΠ. Τότε προφανώς θα έχουμε έρθει ακόμη πιο κοντά στην «εξαγγελία» που είχε κάνει ο Πολ Τόμσεν στην ευρωβουλή την άνοιξη για μισθούς στην Ελλάδα στο ύψος των 200 ευρώ. Αυτό είναι το επίπεδο των «φυσιολογικών» μισθών για τη χώρα μας κατά την εκτίμησή του αξιωματούχου της Τρόικας κι αυτό το σχέδιο υλοποιείται σταθερά με την αφειδώλευτη βοήθεια των κυβερνήσεων των Μνημονίων και των κομμάτων που σταθερά τις υπηρετούν: ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ και ΔΗΜΑΡ. Η πτώση του μεριδίου των μισθών όσο κι αν επηρεάζεται από την αύξηση της ανεργίας (η οποία εξουδετερώνεται κατά ένα σημαντικό μέρος από την ένταξη στις τάξεις των εργαζομένων μεσαίων στρωμάτων των οποίων η κοινωνική θέση υποβαθμίζεται) δείχνει την αυξανόμενη εξαθλίωση των εργαζομένων. Από την άλλη, επίσης, δείχνει ότι η περίοδο της κρίσης δεν σημαίνει απώλειες για όλες τις κοινωνικές τάξεις, καθώς το κενό που αφήνουν οι μισθοί καλύπτεται από τα κέρδη.
Στο ναδίρ οι ελληνικοί μισθοί
Αξίζει μάλιστα να υπογραμμίσουμε πως το μερίδιο των μισθών στο σύνολο του ΑΕΠ στην Ελλάδα για το 2012 (56%) βρίσκεται πολύ πιο χαμηλά από τον μέσο όρο της ευρωζώνης των 17 (65%), της ΕΕ των 27 (66%) κι επίσης των ΗΠΑ (64%) και της Ιαπωνίας (67%). Κατά συνέπεια το μερίδιο των μισθών στην Ελλάδα δεν είναι χαμηλό μόνο αν το εξετάσουμε διαχρονικά, αλλά ακόμη κι αν το συγκρίνουμε σε διεθνές επίπεδο. Με άλλα λόγια στην Ελλάδα ουδέποτε παρατηρήθηκε μια υπερβολή στις αμοιβές η οποία έπρεπε να διορθωθεί, όπως διατείνεται η Τρόικα κι ο νεοφιλελευθερισμός προκειμένου να αποσπάσουν την συναίνεση των εργαζομένων στα μέτρα λιτότητας που επιβάλλουν.
Οι στατιστικές τους ωστόσο μια τέτοια «αρρυθμία» επικαλούνται. Ειδικότερα, με καθαρά επιλεκτικό τρόπο η Τρόικα υποδεικνύει την σημαντική αύξηση του ονομαστικού μοναδιαίου κόστους εργασίας στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία η οποία υποτίθεται κατέστησε την Ελλάδα απαγορευμένη ζώνη για επενδύσεις. Το επιχείρημα συμπληρώνεται από την επίδειξη της συγκράτησης της αύξησης του κόστους εργασίας στη Γερμανία, το οποίο αντιπαραβάλλεται με ότι συνέβη στη χώρα μας.
Δεν υπάρχει τίποτε που να βρίσκεται πιο μακριά από την αλήθεια, παρότι ο παραπάνω συλλογισμός περιέχει αδιαμφισβήτητες πραγματικότητες. Για παράδειγμα, μια πρώτη αλήθεια είναι ότι το ονομαστικό μοναδιαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα αυξήθηκε σημαντικά τα χρόνια που προηγήθηκαν του Μνημονίου. Με βάση την ίδια πηγή (Ευρωπαϊκή Επιτροπή) από το 2005 ως το 2010 αυξήθηκε κατά 13,1% όταν στη ευρωζώνη των 17 αυξήθηκε λιγότερο: κατά 9,8%. Ενώ στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ κατά μέσο όρο αυξήθηκε κατά 11,6%. Η εικόνα ωστόσο αυτή αποδεικνύεται εντελώς πλασματική αν αντί για την εξέλιξη του ονομαστικού εξετάσουμε την εξέλιξη του πραγματικού κόστους εργασίας, που περιγράφει το κόστος εργασίας αν αφαιρέσουμε τον πληθωρισμό. Ξέροντας την «έφεση» που ανέκαθεν επιδείκνυε η ελληνική οικονομία στον πληθωρισμό, είναι προφανές ότι το πραγματικό κόστος είναι πολύ πιο αξιόπιστο μέγεθος, περιγράφει δηλαδή την πραγματικότητα χωρίς αλλοιώσεις. Εξετάζοντας την ίδια περίοδο, από το 2005 ως το 2010, το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα δεν αυξήθηκε αλλά μειώθηκε(!), αντιπροσωπεύοντας την χρονιά που επιβλήθηκε το μνημόνιο το 98,6% του επιπέδου που βρισκόταν το 2005. Βρέθηκε έτσι στο επίπεδο του 1993! Την ίδια περίοδο (2005-2010) το πραγματικό εργατικό κόστος στην ευρωζώνη των 17 αυξήθηκε κατά 1,4% και στην ΕΕ των 27 κατά 1,1%, ακολούθησε δηλαδή αντίθετη πορεία με το ελληνικό αλλά και το γερμανικό που μειώθηκε κατά 1% φτάνοντας το 2010 στο 99% του επιπέδου του 2005.
Η απάτη των επιχειρημάτων της Τρόικας
Υπάρχει ωστόσο κάτι ακόμη πιο σημαντικό που δείχνει την πολιτική απάτη που υπάρχει πίσω από τα επιχειρήματα της Τρόικας και των νεοφιλελεύθερων ορκισμένων κυνηγών του …εργατικού κόστους. Ένας επενδυτής που θέλει να επιλέξει χώρα για να εγκαταστήσει την μονάδα παραγωγής του ποτέ δεν ρωτάει με τι ρυθμό αυξάνονται από έτος σε έτος οι μισθοί και τα ημερομίσθια στην α και την β χώρα. Ρωτάει πόσο είναι οι μισθοί και τα ημερομίσθια στην α και την β χώρα κι αποφασίζει με βάση το απόλυτο ύψος τους, όχι την εξέλιξή τους στο χρόνο. Προφανώς αν οι διαφορές είναι μικρές μεταξύ των δύο χωρών αρκούν λίγα χρόνια ταχείας αύξησης του εργατικού κόστους στη μια και σταθεροποίησης ή μείωσης στην άλλη ώστε να υπάρξει σύγκλιση και η πρώτη να χάσει το προνόμιο της φθηνής εργασίας, αν υποθέσουμε ότι πρόκειται για ένα τόσο αξιοζήλευτο συγκριτικό πλεονέκτημα που πρέπει να το διαφυλάξει με νύχια και με δόντια… Να υποστηρίζει όμως κάποιος ότι η μεγαλύτερη αύξηση του εργατικού κόστους στην Ελλάδα σε σχέση με την Γερμανία είχε ως αποτέλεσμα η Γερμανία να καταστεί ανταγωνιστικότερη ως προς το εργατικό κόστος είναι καθαρός παραλογισμός γιατί παραγνωρίζει το πιο απλό: ότι οι μισθοί και τα ημερομίσθια στην Γερμανία εξακολουθούν και είναι πολλαπλάσια των ελληνικών. Δεν υπάρχει δηλαδή σύγκριση…
Αυτό επομένως που έπρεπε να πουν εξ αρχής η Τρόικα και τα κόμματα του Μνημονίου είναι ότι ο σκοπός τους ήταν να φτάσουν οι μισθοί στο επίπεδο της Βουλγαρίας και της Κίνας. Δεν υπήρχε λόγος να περάσουμε πρώτα από την Γερμανία χρησιμοποιώντας συγκρίσεις που προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου