Το Ποντίκι
του Σταύρου Χριστακόπουλου
Δύο υπουργοί Οικονομικών παίρνουν στα χέρια τους τη λίστα Λαγκάρντ. Ο ένας (Παπακωνσταντίνου) χάνει το πρωτότυπο CD και ο άλλος (Βενιζέλος) παραπετάει το αντίγραφό της. Η λίστα παραμένει αναξιοποίητη, ξεσπά ολόκληρο σκάνδαλο, αλλά τελικά ο μόνον ο ένας από τους δύο (Παπακωνσταντίνου) παραπέμπεται σε προανακριτική. Ο άλλος (Βενιζέλος) αισθάνεται δικαιωμένος και δηλώνει θύμα πολιτικής σκευωρίας στημένης από... υπαλλήλους του και τον ΣΥΡΙΖΑ!
Χθες, ωστόσο, στη δημοσκόπηση της Marc για τον Alpha, οι ερωτηθέντες απάντησαν τα εξής εκπληκτικά, τα οποία ουδεμία σχέση έχουν είτε με την επίσημη κυβερνητική προπαγάνδα είτε με την υπερασπιστική γραμμή Βενιζέλου σε όλη αυτή την υπόθεση:
● Η λίστα Λαγκάρντ δεν αξιοποιήθηκε επί 2 χρόνια για να καλυφθούν μεγάλοι καταθέτες και συμφέροντα (72,2%) και όχι επειδή ήταν προϊόν παράνομης υποκλοπής (μόλις... 2%), όπως ισχυρίστηκαν οι πρώην υπουργοί του ΠΑΣΟΚ και του Παπαδήμου. Ούτε λόγω ασυνεννοησίας ή ανικανότητας των υπευθύνων (13,4%). Ούτε καν προκειμένου να επιτευχθεί η συγκάλυψη φίλων και συγγενών του Παπακωνσταντίνου (μόλις 9,9%).
● Φυσικά κανείς δεν πιστεύει ότι «τελικά θα αποκαλυφθεί τι συνέβη πραγματικά με την λίστα Λαγκάρντ, ώστε να αποδοθούν οι τυχόν ευθύνες», αφού το 75,9% απαντά αρνητικά. Μια προανακριτική λοιπόν στήθηκε με εκ των προτέρων υπονομευμένη αξιοπιστία.
● Ορθώς ο Παπακωνσταντίνου παραπέμφθηκε από τη Βουλή για διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών του στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ. Το 89,6% πιστεύει ότι έπρεπε να παραπεμφθεί.
● Παράλληλα όμως το 87,5% πιστεύει ότι έπρεπε «να διερευνηθούν για τυχόν ευθύνες» και οι ακόλουθοι, κατά σειρά... προτίμησης: Ο Ευάγγελος Βενιζέλος (58%), ο Γιώργος Παπανδρέου (49,5%), ο Λουκάς Παπαδήμος (27,4%), ο Ιωάννης Διώτης (23,4%), ο Ιωάννης Καπελέρης (15,9%). Σαφής η προτίμηση για διερεύνηση κυρίως των πολιτικών προσώπων και κυρίως των δύο τελευταίων προέδρων του ΠΑΣΟΚ.
Ωστόσο η κυβερνητική πλειοψηφία αποφάσισε διαφορετικά από τη βούληση των πολιτών – στον βαθμό που δεχόμαστε ότι οι δημοσκοπήσεις την αποτυπώνουν...
Τρόμος για την ΕΛΣΤΑΤ
Προφανώς η αξιοπιστία του συστήματος εξουσίας δεν περνά τις καλύτερες μέρες της, ιδιαιτέρως σε ό,τι αφορά τα πεπραγμένα του την περίοδο των μνημονίων. Απόδειξη η υπόθεση της παραποίησης των στατιστικών στοιχείων για το έλλειμμα του 2009, η οποία από χθες ξαναφούντωσε. Ας δούμε συνοπτικά την ιστορία:
Δύο υπουργοί Οικονομικών (Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλος) εμπλέκονται, με διαφορετικό τρόπο ο καθένας, στον χειρισμό της παραποίησης των δημοσιονομικών στοιχείων της χώρας από την ΕΛΣΤΑΤ επί προεδρίας τού (προερχόμενου από το ΔΝΤ) Ανδρέα Γεωργίου και επί υπουργίας Οικονομικών του Παπακωνσταντίνου.
Κατά τους καταγγέλλοντες, μέλη τότε του Δ.Σ. της ΕΛΣΤΑΤ, η αλλοίωση έγινε με στόχο να υπαχθεί η χώρα στο μνημόνιο εμφανίζοντας τεχνηέντως χειρότερους δημοσιονομικούς δείκτες ακόμη και από αυτούς της Ιρλανδίας. Η υπόθεση τότε μπήκε «κάτω από το χαλί» ύστερα από διάφορα... ευτράπελα:
1. Τον Σεπτέμβριο του 2011 ο Βενιζέλος (υπουργός Οικονομικών τότε, μετά τον Παπακωνσταντίνου, και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, μετά τον Πάγκαλο, ο οποίος αντιπροήδρευε όταν καταγγέλλεται ότι παραποιήθηκαν τα στοιχεία) εξωθεί σε παραίτηση τα μέλη του Δ.Σ. της ΕΛΣΤΑΤ που κατήγγειλαν την αλλοίωση διατηρώντας μόνο τον Γεωργίου. Ο Βενιζέλος δηλώνει τότε πως «αυτό που κάνουμε είναι συμφωνημένο με τους θεσμικούς μας εταίρους». Δηλαδή τους δανειστές και επιτηρητές της χώρας.
Η αιτιολόγηση της απομάκρυνσης των μελών του Δ.Σ. ήταν, εκ μέρους του Βενιζέλου, η έλλειψη «του αναγκαίου επιπέδου συνεργασίας» ανάμεσα στον πρόεδρο Ανδρέα Γεωργίου και τα μέλη του Δ.Σ. καθώς, κατά τον ίδιο, «σε επίπεδο προσωπικών σχέσεων και λειτουργιών έχει προκύψει ένα πρόβλημα» (ποιο άλλο πρόβλημα πέρα από τις καταγγελίες για αλλοίωση των στατιστικών στοιχείων άραγε;).
Σύμφωνα με το τότε μέλος του Δ.Σ. της ΕΛΣΤΑΤ και καταγγέλλουσα την αλλοίωση Ζωή Γεωργαντά, ενήμεροι για το ζήτημα αυτό, ήταν ο πρόεδρος της Βουλής Φίλιππος Πετσάλνικος και, από τον Απρίλιο του 2011, ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, οι οποίοι, σύμφωνα με την καταγγέλλουσα, ουδέποτε απάντησαν στην καταγγελία της.
2. Εν συνεχεία, τον Δεκέμβριο του 2011 (με πρωθυπουργό τον Λουκά Παπαδήμο, με υπουργό Οικονομικών και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης τον Ευάγγελο Βενιζέλο), οι οικονομικοί εισαγγελείς Γρηγόρης Πεπόνης και Σπύρος Μουζακίτης παραιτούνται από τα καθήκοντά τους και καταγγέλλουν παρεμβάσεις στο έργο τους κατά τη διερεύνηση της συγκεκριμένης υπόθεσης.
Από ποιους; Αυτοί που παρενέβησαν ήταν πολιτικά ή κυβερνητικά στελέχη ή άλλοι πολιτικοί ή εξωπολιτικοί παράγοντες; Ποτέ δεν μάθαμε, αφού οι αξιότιμοι εισαγγελείς ποτέ δεν διευκρίνισαν ποιοι παρενέβησαν στο έργο τους. Λίγες μέρες μετά, πάντως, επανήλθαν στο πόστο τους και συνέχισαν την έρευνα! Η έρευνα αυτή τώρα καταλήγει στην απόδοση κακουργηματικών κατηγοριών σε τρία άτομα και τη σύλληψη του προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου.
3. Εν τω μεταξύ, όμως, επειδή οι δύο εισαγγελείς, κατά την έρευνά τους, έπεσαν πάνω σε ονόματα πολιτικών προσώπων (Γ. Παπανδρέου, Γ. Παπακωνσταντίνου κ.λπ.) έστειλαν, ως όφειλαν, τη δικογραφία στη Βουλή. Η εξεταστική επιτροπή που συγκροτήθηκε δεν καταλόγισε κάποια ευθύνη σε πολιτικό πρόσωπο συμμετέχον στην κυβέρνηση Παπανδρέου καταλήγοντας σε κάποιες ευθύνες του τελευταίου υπουργού της Ν.Δ. Ι. Παπαθανασίου και σε μια αοριστολογία περί... έλλειψης γνώσης για τα θεσμικά της ευρωζώνης.
Ένα πόρισμα για γέλια και για κλάματα, το οποίο σήμερα, υπό το βάρος των κακουργηματικών κατηγοριών εναντίον των τότε στελεχών της ΕΛΣΤΑΤ φαίνεται ακόμη πιο γελοίο από ό,τι είναι επί της ουσίας.
Χθες τόσο ο Παπανδρέου όσο και ο Βενιζέλος στράφηκαν κατά των οικονομικών εισαγγελέων ομολογώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι το τελευταίο που θα επιθυμούσαν είναι μια εξεταστική για τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα έφτασε στην τρόικα και το μνημόνιο. Παρεμπιπτόντως η συγκρότηση αυτής της εξεταστικής ήταν μια προεκλογική υπόσχεση της Ν.Δ. – και του ίδιου του Σαμαρά –, η οποία, στο όνομα της συνεχιζόμενης «σωτηρίας» της χώρας, έχει παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες.
Ωστόσο τα κατηγορούμενα για κακουργήματα στελέχη της ΕΛΣΤΑΤ τώρα, πιεζόμενα από την ποινική διαδικασία, εφόσον βεβαίως προκύψουν ενοχοποιητικά στοιχεία εις βάρος τους, ίσως αναγκαστούν να υποδείξουν τους εντολείς τους. Διότι, αν πράγματι έχουν παραποιήσει τα εθνικά στατιστικά στοιχεία, τότε προφανώς δεν το έκαναν με πρωτοβουλία τους: κάποιοι υπέδειξαν και απαίτησαν τη λαθροχειρία.
«Με κεντρική απόφαση του πρωθυπουργού»!
Εν τω μεταξύ η πολιτική ατζέντα κυριαρχείται από σφαίρες, βόμβες, κυβερνητικές επιθέσεις κατά απεργών, από μια άνευ προηγουμένου πολιτική χυδαιότητα και στημένες συκοφαντικές επιθέσεις κατά (ποιου άλλου;) του... ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και με την παραποίηση δηλώσεων βουλευτή του, με συνεργούς (ποιους άλλους) ΜΜΕ, τα οποία παίζουν τα «αρεστά» στην κυβέρνηση πεςρικεκομμένα βίντεο αρνούμενα εν συνεχεία να δείξουν τα πλήρη. Ώστε να έλθει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και να αποκαλέσει τον εν λόγω βουλευτή «κατά δήλωσή του αναρχικό και φιλοτρομοκράτη».
Κορυφαία ωστόσο εκδήλωση αυτής της συκοφαντικής εκστρατείας είναι η απίστευτη δήλωση του υπουργού Δημόσιας Τάξης Ν. Δένδια ότι: «Ελπίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ περνάει μια φάση μετάβασης και θα συνεχίσει να στρέφεται προς τη νομιμότητα». Δήλωση αντάξια αυτής του Βενιζέλου για «αμηχανία φιλική προς πράξεις βίας, ένα φλερτ με εκδοχές βίας, μια ροπή προς τον εγκωμιασμό».
Τώρα ποιος πιστεύει ότι με προπαγάνδα χωροφυλακίστικη, στα πρότυπα του μετεμφυλιακού κράτους της χειρότερης Δεξιάς που γνώρισε ο τόπος, θα στραφεί η προσοχή του κόσμου μακριά από τα συνεχώς ανακύπτοντα σκάνδαλα, τους υπευθύνους γι’ αυτά, τις δραματικές επιπτώσεις των μνημονίων στην κοινωνία και την καλπάζουσα δυστυχία; Προφανώς το πιστεύουν αρκετοί στην κυβέρνηση.
Διαφορετικά μάλλον δεν θα ξέπεφταν στη χωροφυλακίστικου τύπου προπαγάνδα. Το πιο ανησυχητικό στοιχείο όμως καταγράφεται στο χθεσινό ρεπορτάζ του ηλεκτρονικού «Βήματος», το οποίο, μιλώντας για «Εκτός ορίων σύγκρουση κυβέρνησης - ΣΥΡΙΖΑ» και για «εμφυλιοπολεμικές συνθήκες που θυμίζουν άλλες εποχές», σημειώνει:
«(...) το Μέγαρο Μαξίμου έχει επιλέξει τη στρατηγική της σφοδρής πολεμικής έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης με “όπλο” τις τελευταίες τρομοκρατικές επιθέσεις, ενώ συντηρεί τη θεωρία περί ακραίου και περιθωριακού κόμματος. Η επιλογή της κυβέρνησης, με κεντρική απόφαση του Πρωθυπουργού κ. Αντ. Σαμαρά, είναι να συνεχιστεί το σφυροκόπημα του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο υπουργός Δημόσιας Τάξης κ. Ν. Δένδιας, προφανώς εκφράζοντας και την άποψη που επικρατεί στο πρωθυπουργικό περιβάλλον, εκφράζει την ελπίδα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να συνεχίσει να στρέφεται προς τη νομιμότητα».
Αν λοιπόν το «πρωθυπουργικό περιβάλλον» και ο ίδιος ο πρωθυπουργός είναι οι ιθύνοντες νόες αυτής της εθνικά επιζήμιας εμφυλιοπολεμικής προπαγάνδας, τότε τα πράγματα είναι πολύ πιο άσχημα απ’ όσο φαίνονται με την πρώτη ματιά.
Σε κάθε περίπτωση πάντως η χιονοστιβάδα του ευτελισμού της πολιτικής είναι ήδη αδύνατον να συγκαλύψει τις τεράστιες πολιτικές ευθύνες όχι μόνο για τα σκάνδαλα, αλλά και για την κατάσταση στην οποία έχει οδηγηθεί και συνεχίζει να οδηγείται η Ελλάδα. Αυτό ας μην το ξεχνούν όσοι πιστεύουν ότι η πολιτική (παρ)εκτροπή μπορεί να τους χαρίσει λίγους ακόμη μήνες παραμονής στην εξουσία.
Ο πλήρης εκχυδαϊσμός της πολιτικής και η επικράτηση του πολιτικού αμοραλισμού θα έχουν ασύλληπτα βαρύ κόστος για τη χώρα, η οποία κατρακυλά ασταμάτητα προς το χάος και τη διάλυση. Είναι καταφανής ο κίνδυνος οι «σωτήρες» να εξελιχθούν σε ολετήρες.
του Σταύρου Χριστακόπουλου
Δύο υπουργοί Οικονομικών παίρνουν στα χέρια τους τη λίστα Λαγκάρντ. Ο ένας (Παπακωνσταντίνου) χάνει το πρωτότυπο CD και ο άλλος (Βενιζέλος) παραπετάει το αντίγραφό της. Η λίστα παραμένει αναξιοποίητη, ξεσπά ολόκληρο σκάνδαλο, αλλά τελικά ο μόνον ο ένας από τους δύο (Παπακωνσταντίνου) παραπέμπεται σε προανακριτική. Ο άλλος (Βενιζέλος) αισθάνεται δικαιωμένος και δηλώνει θύμα πολιτικής σκευωρίας στημένης από... υπαλλήλους του και τον ΣΥΡΙΖΑ!
Χθες, ωστόσο, στη δημοσκόπηση της Marc για τον Alpha, οι ερωτηθέντες απάντησαν τα εξής εκπληκτικά, τα οποία ουδεμία σχέση έχουν είτε με την επίσημη κυβερνητική προπαγάνδα είτε με την υπερασπιστική γραμμή Βενιζέλου σε όλη αυτή την υπόθεση:
● Η λίστα Λαγκάρντ δεν αξιοποιήθηκε επί 2 χρόνια για να καλυφθούν μεγάλοι καταθέτες και συμφέροντα (72,2%) και όχι επειδή ήταν προϊόν παράνομης υποκλοπής (μόλις... 2%), όπως ισχυρίστηκαν οι πρώην υπουργοί του ΠΑΣΟΚ και του Παπαδήμου. Ούτε λόγω ασυνεννοησίας ή ανικανότητας των υπευθύνων (13,4%). Ούτε καν προκειμένου να επιτευχθεί η συγκάλυψη φίλων και συγγενών του Παπακωνσταντίνου (μόλις 9,9%).
● Φυσικά κανείς δεν πιστεύει ότι «τελικά θα αποκαλυφθεί τι συνέβη πραγματικά με την λίστα Λαγκάρντ, ώστε να αποδοθούν οι τυχόν ευθύνες», αφού το 75,9% απαντά αρνητικά. Μια προανακριτική λοιπόν στήθηκε με εκ των προτέρων υπονομευμένη αξιοπιστία.
● Ορθώς ο Παπακωνσταντίνου παραπέμφθηκε από τη Βουλή για διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών του στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ. Το 89,6% πιστεύει ότι έπρεπε να παραπεμφθεί.
● Παράλληλα όμως το 87,5% πιστεύει ότι έπρεπε «να διερευνηθούν για τυχόν ευθύνες» και οι ακόλουθοι, κατά σειρά... προτίμησης: Ο Ευάγγελος Βενιζέλος (58%), ο Γιώργος Παπανδρέου (49,5%), ο Λουκάς Παπαδήμος (27,4%), ο Ιωάννης Διώτης (23,4%), ο Ιωάννης Καπελέρης (15,9%). Σαφής η προτίμηση για διερεύνηση κυρίως των πολιτικών προσώπων και κυρίως των δύο τελευταίων προέδρων του ΠΑΣΟΚ.
Ωστόσο η κυβερνητική πλειοψηφία αποφάσισε διαφορετικά από τη βούληση των πολιτών – στον βαθμό που δεχόμαστε ότι οι δημοσκοπήσεις την αποτυπώνουν...
Τρόμος για την ΕΛΣΤΑΤ
Προφανώς η αξιοπιστία του συστήματος εξουσίας δεν περνά τις καλύτερες μέρες της, ιδιαιτέρως σε ό,τι αφορά τα πεπραγμένα του την περίοδο των μνημονίων. Απόδειξη η υπόθεση της παραποίησης των στατιστικών στοιχείων για το έλλειμμα του 2009, η οποία από χθες ξαναφούντωσε. Ας δούμε συνοπτικά την ιστορία:
Δύο υπουργοί Οικονομικών (Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλος) εμπλέκονται, με διαφορετικό τρόπο ο καθένας, στον χειρισμό της παραποίησης των δημοσιονομικών στοιχείων της χώρας από την ΕΛΣΤΑΤ επί προεδρίας τού (προερχόμενου από το ΔΝΤ) Ανδρέα Γεωργίου και επί υπουργίας Οικονομικών του Παπακωνσταντίνου.
Κατά τους καταγγέλλοντες, μέλη τότε του Δ.Σ. της ΕΛΣΤΑΤ, η αλλοίωση έγινε με στόχο να υπαχθεί η χώρα στο μνημόνιο εμφανίζοντας τεχνηέντως χειρότερους δημοσιονομικούς δείκτες ακόμη και από αυτούς της Ιρλανδίας. Η υπόθεση τότε μπήκε «κάτω από το χαλί» ύστερα από διάφορα... ευτράπελα:
1. Τον Σεπτέμβριο του 2011 ο Βενιζέλος (υπουργός Οικονομικών τότε, μετά τον Παπακωνσταντίνου, και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, μετά τον Πάγκαλο, ο οποίος αντιπροήδρευε όταν καταγγέλλεται ότι παραποιήθηκαν τα στοιχεία) εξωθεί σε παραίτηση τα μέλη του Δ.Σ. της ΕΛΣΤΑΤ που κατήγγειλαν την αλλοίωση διατηρώντας μόνο τον Γεωργίου. Ο Βενιζέλος δηλώνει τότε πως «αυτό που κάνουμε είναι συμφωνημένο με τους θεσμικούς μας εταίρους». Δηλαδή τους δανειστές και επιτηρητές της χώρας.
Η αιτιολόγηση της απομάκρυνσης των μελών του Δ.Σ. ήταν, εκ μέρους του Βενιζέλου, η έλλειψη «του αναγκαίου επιπέδου συνεργασίας» ανάμεσα στον πρόεδρο Ανδρέα Γεωργίου και τα μέλη του Δ.Σ. καθώς, κατά τον ίδιο, «σε επίπεδο προσωπικών σχέσεων και λειτουργιών έχει προκύψει ένα πρόβλημα» (ποιο άλλο πρόβλημα πέρα από τις καταγγελίες για αλλοίωση των στατιστικών στοιχείων άραγε;).
Σύμφωνα με το τότε μέλος του Δ.Σ. της ΕΛΣΤΑΤ και καταγγέλλουσα την αλλοίωση Ζωή Γεωργαντά, ενήμεροι για το ζήτημα αυτό, ήταν ο πρόεδρος της Βουλής Φίλιππος Πετσάλνικος και, από τον Απρίλιο του 2011, ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, οι οποίοι, σύμφωνα με την καταγγέλλουσα, ουδέποτε απάντησαν στην καταγγελία της.
2. Εν συνεχεία, τον Δεκέμβριο του 2011 (με πρωθυπουργό τον Λουκά Παπαδήμο, με υπουργό Οικονομικών και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης τον Ευάγγελο Βενιζέλο), οι οικονομικοί εισαγγελείς Γρηγόρης Πεπόνης και Σπύρος Μουζακίτης παραιτούνται από τα καθήκοντά τους και καταγγέλλουν παρεμβάσεις στο έργο τους κατά τη διερεύνηση της συγκεκριμένης υπόθεσης.
Από ποιους; Αυτοί που παρενέβησαν ήταν πολιτικά ή κυβερνητικά στελέχη ή άλλοι πολιτικοί ή εξωπολιτικοί παράγοντες; Ποτέ δεν μάθαμε, αφού οι αξιότιμοι εισαγγελείς ποτέ δεν διευκρίνισαν ποιοι παρενέβησαν στο έργο τους. Λίγες μέρες μετά, πάντως, επανήλθαν στο πόστο τους και συνέχισαν την έρευνα! Η έρευνα αυτή τώρα καταλήγει στην απόδοση κακουργηματικών κατηγοριών σε τρία άτομα και τη σύλληψη του προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου.
3. Εν τω μεταξύ, όμως, επειδή οι δύο εισαγγελείς, κατά την έρευνά τους, έπεσαν πάνω σε ονόματα πολιτικών προσώπων (Γ. Παπανδρέου, Γ. Παπακωνσταντίνου κ.λπ.) έστειλαν, ως όφειλαν, τη δικογραφία στη Βουλή. Η εξεταστική επιτροπή που συγκροτήθηκε δεν καταλόγισε κάποια ευθύνη σε πολιτικό πρόσωπο συμμετέχον στην κυβέρνηση Παπανδρέου καταλήγοντας σε κάποιες ευθύνες του τελευταίου υπουργού της Ν.Δ. Ι. Παπαθανασίου και σε μια αοριστολογία περί... έλλειψης γνώσης για τα θεσμικά της ευρωζώνης.
Ένα πόρισμα για γέλια και για κλάματα, το οποίο σήμερα, υπό το βάρος των κακουργηματικών κατηγοριών εναντίον των τότε στελεχών της ΕΛΣΤΑΤ φαίνεται ακόμη πιο γελοίο από ό,τι είναι επί της ουσίας.
Χθες τόσο ο Παπανδρέου όσο και ο Βενιζέλος στράφηκαν κατά των οικονομικών εισαγγελέων ομολογώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι το τελευταίο που θα επιθυμούσαν είναι μια εξεταστική για τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα έφτασε στην τρόικα και το μνημόνιο. Παρεμπιπτόντως η συγκρότηση αυτής της εξεταστικής ήταν μια προεκλογική υπόσχεση της Ν.Δ. – και του ίδιου του Σαμαρά –, η οποία, στο όνομα της συνεχιζόμενης «σωτηρίας» της χώρας, έχει παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες.
Ωστόσο τα κατηγορούμενα για κακουργήματα στελέχη της ΕΛΣΤΑΤ τώρα, πιεζόμενα από την ποινική διαδικασία, εφόσον βεβαίως προκύψουν ενοχοποιητικά στοιχεία εις βάρος τους, ίσως αναγκαστούν να υποδείξουν τους εντολείς τους. Διότι, αν πράγματι έχουν παραποιήσει τα εθνικά στατιστικά στοιχεία, τότε προφανώς δεν το έκαναν με πρωτοβουλία τους: κάποιοι υπέδειξαν και απαίτησαν τη λαθροχειρία.
«Με κεντρική απόφαση του πρωθυπουργού»!
Εν τω μεταξύ η πολιτική ατζέντα κυριαρχείται από σφαίρες, βόμβες, κυβερνητικές επιθέσεις κατά απεργών, από μια άνευ προηγουμένου πολιτική χυδαιότητα και στημένες συκοφαντικές επιθέσεις κατά (ποιου άλλου;) του... ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και με την παραποίηση δηλώσεων βουλευτή του, με συνεργούς (ποιους άλλους) ΜΜΕ, τα οποία παίζουν τα «αρεστά» στην κυβέρνηση πεςρικεκομμένα βίντεο αρνούμενα εν συνεχεία να δείξουν τα πλήρη. Ώστε να έλθει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και να αποκαλέσει τον εν λόγω βουλευτή «κατά δήλωσή του αναρχικό και φιλοτρομοκράτη».
Κορυφαία ωστόσο εκδήλωση αυτής της συκοφαντικής εκστρατείας είναι η απίστευτη δήλωση του υπουργού Δημόσιας Τάξης Ν. Δένδια ότι: «Ελπίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ περνάει μια φάση μετάβασης και θα συνεχίσει να στρέφεται προς τη νομιμότητα». Δήλωση αντάξια αυτής του Βενιζέλου για «αμηχανία φιλική προς πράξεις βίας, ένα φλερτ με εκδοχές βίας, μια ροπή προς τον εγκωμιασμό».
Τώρα ποιος πιστεύει ότι με προπαγάνδα χωροφυλακίστικη, στα πρότυπα του μετεμφυλιακού κράτους της χειρότερης Δεξιάς που γνώρισε ο τόπος, θα στραφεί η προσοχή του κόσμου μακριά από τα συνεχώς ανακύπτοντα σκάνδαλα, τους υπευθύνους γι’ αυτά, τις δραματικές επιπτώσεις των μνημονίων στην κοινωνία και την καλπάζουσα δυστυχία; Προφανώς το πιστεύουν αρκετοί στην κυβέρνηση.
Διαφορετικά μάλλον δεν θα ξέπεφταν στη χωροφυλακίστικου τύπου προπαγάνδα. Το πιο ανησυχητικό στοιχείο όμως καταγράφεται στο χθεσινό ρεπορτάζ του ηλεκτρονικού «Βήματος», το οποίο, μιλώντας για «Εκτός ορίων σύγκρουση κυβέρνησης - ΣΥΡΙΖΑ» και για «εμφυλιοπολεμικές συνθήκες που θυμίζουν άλλες εποχές», σημειώνει:
«(...) το Μέγαρο Μαξίμου έχει επιλέξει τη στρατηγική της σφοδρής πολεμικής έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης με “όπλο” τις τελευταίες τρομοκρατικές επιθέσεις, ενώ συντηρεί τη θεωρία περί ακραίου και περιθωριακού κόμματος. Η επιλογή της κυβέρνησης, με κεντρική απόφαση του Πρωθυπουργού κ. Αντ. Σαμαρά, είναι να συνεχιστεί το σφυροκόπημα του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο υπουργός Δημόσιας Τάξης κ. Ν. Δένδιας, προφανώς εκφράζοντας και την άποψη που επικρατεί στο πρωθυπουργικό περιβάλλον, εκφράζει την ελπίδα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να συνεχίσει να στρέφεται προς τη νομιμότητα».
Αν λοιπόν το «πρωθυπουργικό περιβάλλον» και ο ίδιος ο πρωθυπουργός είναι οι ιθύνοντες νόες αυτής της εθνικά επιζήμιας εμφυλιοπολεμικής προπαγάνδας, τότε τα πράγματα είναι πολύ πιο άσχημα απ’ όσο φαίνονται με την πρώτη ματιά.
Σε κάθε περίπτωση πάντως η χιονοστιβάδα του ευτελισμού της πολιτικής είναι ήδη αδύνατον να συγκαλύψει τις τεράστιες πολιτικές ευθύνες όχι μόνο για τα σκάνδαλα, αλλά και για την κατάσταση στην οποία έχει οδηγηθεί και συνεχίζει να οδηγείται η Ελλάδα. Αυτό ας μην το ξεχνούν όσοι πιστεύουν ότι η πολιτική (παρ)εκτροπή μπορεί να τους χαρίσει λίγους ακόμη μήνες παραμονής στην εξουσία.
Ο πλήρης εκχυδαϊσμός της πολιτικής και η επικράτηση του πολιτικού αμοραλισμού θα έχουν ασύλληπτα βαρύ κόστος για τη χώρα, η οποία κατρακυλά ασταμάτητα προς το χάος και τη διάλυση. Είναι καταφανής ο κίνδυνος οι «σωτήρες» να εξελιχθούν σε ολετήρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου