analyst
Πολλοί υποθέτουν πως η χρηματιστηριακή κρίση που ξεκίνησε την προηγούμενη εβδομάδα και η οποία θα μπορούσε να σταματήσει πολύ γρήγορα, οφείλεται στις αναπτυσσόμενες οικονομίες – επειδή συνοδεύθηκε από τη ραγδαία πτώση της ισοτιμίας των νομισμάτων τους. Είναι όμως πράγματι έτσι;
Πριν τοποθετηθούμε στο θέμα, οφείλουμε να τονίσουμε πως το ύψος των δεικτών πολλών χρηματιστηρίων είναι τουλάχιστον υπερβολικό, συγκρινόμενο με αυτά που συμβαίνουν στην πραγματική οικονομία. Επομένως ήταν και συνεχίζει να είναι απαραίτητη η «διόρθωση» τους, η οποία θα είναι κατά πολύ μεγαλύτερη, από την ελάχιστη που έχουμε δει μέχρι σήμερα.
Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από το ύψος των δανειακών κεφαλαίων (margin debt), τα οποία τοποθετούνται στις μετοχές – κάτι που έχουμε τονίσει αρκετές φορές στο πρόσφατο παρελθόν. Τα «κεφάλαια» αυτά αυξήθηκαν ξανά το Δεκέμβριο στη Wall Street κατά 21 δις $, φτάνοντας στα συνολικά 445 δις $ – με την αύξηση να φτάνει στο 29% σε σχέση με ένα χρόνο πριν (όσο περίπου η άνοδος του S&P).
Εν τούτοις, ο δείκτης που προκαλεί «σοκ» είναι η «συνολική καθαρή ελεύθερη πίστωση» (total net free credit – investor net worth), η οποία είναι το σύνολο των ελεύθερων πιστώσεων σε μετρητά, συν τα πιστωτικά υπόλοιπα των δανειακών κεφαλαίων, μείον τις πιστώσεις (Free Credit Cash plus Credit Balances in Margin Accounts less Margin Debt). Ο συγκεκριμένος δείκτης μειώθηκε στα 148 δις $, στο διπλάσιο από το Φεβρουάριο του 2013 και στο διπλάσιο από την τελευταία κρίση του 2007 (γράφημα που ακολουθεί, μπλε σκούρο).
.
.
Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι σίγουρα το παρακάτω γράφημα, το οποίο δείχνει το ποσοστό της μόχλευσης των hedge funds σήμερα. Ειδικότερα, αν και δεν έχει αυξηθεί σημαντικά, σε σχέση με το 2008 (ανοιχτό γαλάζιο), οι δυνατότητες αύξησης της είναι πολλαπλάσιες (σκούρο μπλε), υπολογιζόμενες στο 500% σε σχέση με το παρελθόν – επειδή κάτι τέτοιο έχει επιτραπεί από το «παγκόσμιο καζίνο» (αύξηση της δυνατότητας μόχλευσης).
.
.
Εάν όλη αυτή η μόχλευση διοχετευθεί στις αγορές, η φούσκα που θα μπορούσε να προκληθεί (ραγδαία άνοδος των πάντων) θα ήταν εξαιρετικά μεγάλη – σε σημείο που θα καθιστούσε δυνατή την κατάρρευση ολόκληρου του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Από το γεγονός αυτό συμπεραίνει κανείς ότι, ναι μεν οι μετοχές είναι υπερτιμημένες, αλλά θα μπορούσαν να αυξηθούν ακόμη περισσότερο – με τη βοήθεια της αυξημένης μόχλευσης.
Συνεχίζοντας, όπως αναφέραμε στην αρχή του κειμένου, ευρισκόμαστε ήδη σε μία εποχή όπου έχουν δημιουργηθεί μεγάλες χρηματιστηριακές φούσκες – παρά το ότι τόσο οι επενδυτές, όσο και τα κράτη, δεν είναι πρόθυμοι να το λάβουν σοβαρά υπόψη.
Στα πλαίσια αυτά, εκείνο το σημαντικό γεγονός, το οποίο θα προκαλέσει την έκρηξη της φούσκας (όπως η χρεοκοπία της Lehman Brothers στο παρελθόν), θα συμβεί αργά ή γρήγορα – προκαλώντας τη μαζική, «αγελαία» έξοδο των επενδυτών από όλες τις τοποθετήσεις τους. Η προσπάθεια να εξηγήσει κανείς με τη λογική τη συγκεκριμένη συμπεριφορά δεν έχει κανένα νόημα – αφού δεν είναι το αποτέλεσμα λογικών συνειρμών.
Το ότι οι αναπτυσσόμενες οικονομίες ευρίσκονται σήμερα στο επίκεντρο και ειδικά η Αργεντινή, δεν αποτελεί έκπληξη – επειδή η «ετερόδοξη» πολιτική της χώρας, από πολλά χρόνια τώρα, απασχολεί αρνητικά τα διεθνή ΜΜΕ, τα οποία αναζητούν την ευκαιρία να την καταδικάσουν.
Ουσιαστικά η χώρα αποτελεί μία επιτυχημένη ιστορία (success story), μετά τη συναλλαγματική κρίση του 2002 και την υποτίμηση του νομίσματος της – όπου εμφάνισε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και πλεονασματικά ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών. Δυστυχώς όμως η κυβέρνηση, η οποία ανήλθε στην εξουσία το 2002 (η οικογένεια Kirchner) έκανε πάρα πολλά λάθη – τα οποία σήμερα «εκδικούνται».
Το μεγαλύτερο ίσως όλων ήταν η πρόκληση μεγάλων πληθωριστικών πιέσεων, οι οποίες δεν ήταν αναγκαίο να συμβούν – ακόμη χειρότερα, η απόκρυψη τους από τους Πολίτες, για μικροκομματικούς λόγους.
Το γεγονός αυτό οδήγησε τη χώρα ξανά σε ελλείμματα, οπότε στην εξάρτηση της από τις εισροές ξένων κεφαλαίων – ενώ η προσπάθεια της κυβέρνησης να επέμβει στις αγορές, για να σταματήσει τη ραγδαία υποτίμηση του νομίσματος, την αναγκάζει να καταναλώσει τα συναλλαγματικά της αποθέματα, με κίνδυνο να χρεοκοπήσει ξανά.
Η όλη διαδικασία (την οποία παρατηρούμε και στην Τουρκία) είναι μία κλασσική περίπτωση καπιταλιστικής συναλλαγματικής κρίσης – όπου οφείλει μία κυβέρνηση αφενός μεν να «επιτρέψει» την ισχυρή υποτίμηση του νομίσματος της για να γίνει ξανά ανταγωνιστική, χωρίς όμως να γνωρίζει πότε πρέπει να σταματήσει, για να μην οδηγηθεί η χώρα σε μία μαζική εκροή κεφαλαίων, κάτω από συνθήκες πανικού, σε κοινωνικές αναταραχές και σε εξεγέρσεις.
Η μαζική εκροή κεφαλαίων συμβαίνει ακόμη και όταν υπάρχουν απαγορεύσεις στην ελεύθερη διακίνηση τους, καθώς επίσης ελεγκτικοί μηχανισμοί – επειδή ποτέ οι μηχανισμοί αυτοί δεν είναι τόσο «στεγανοί», ώστε να εμποδίζουν τον καθοδικό σπειροειδή κύκλο της υποτίμησης.
Εκτός από την Αργεντινή ευρίσκονται πολλές άλλες χώρες στο στόχαστρο των κερδοσκόπων – κυρίως δε ηΤουρκία και η Νότια Αφρική, κοινό χαρακτηριστικό των οποίων είναι η λεηλασία, καθώς επίσης η καταστροφή της εγχώριας παραγωγικής τους βάσης τους στο παρελθόν από το ΔΝΤ.
Ουσιαστικά βέβαια τα πράγματα είναι πολύ απλά – αφού πρόκειται για την «αποβίβαση» του διεθνούς κεφαλαίου (carry traders) από τις συγκεκριμένες αγορές, καθώς επίσης για τη συνήθη διαδικασία μίας χρηματοπιστωτικής κρίσης, όπου όλοι μαζί προσπαθούν την ίδια στιγμή να αποσύρουν τα χρήματα τους, από τις χώρες υψηλού ρίσκου.
Το αποτέλεσμα είναι η υποτίμηση των νομισμάτων, η επιδείνωση των ελλειμμάτων των ισοζυγίων τρεχουσών συναλλαγών, κυρίως λόγω της αύξησης των τιμών των εισαγομένων προϊόντων, η κατάρρευση των χρηματιστηρίων (αργότερα οι μετοχές ανεβαίνουν, λόγω του πληθωρισμού), η αύξηση των βασικών επιτοκίων δανεισμού από τις κεντρικές τράπεζες για να περιορισθεί η υποτίμηση και να συγκρατηθούν οι εκροές κεφαλαίων, η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης λόγω της αύξησης των επιτοκίων, η πτώση των ομολόγων, η αύξηση των CDS κοκ.
Ολοκληρώνοντας επιθυμούμε να τονίσουμε ακόμη μία φορά ότι, η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, υπό τις σημερινές συνθήκες, είναι συνώνυμη με την αυτοκτονία. Δυνατότητες φυσικά υπάρχουν, αλλά εντός ενός άλλου συστήματος (ανάλυση) και όχι εντός του σημερινού.
Επομένως, εάν θέλουμε να παραμείνουμε στο υφιστάμενο οικονομικό σύστημα, θα πρέπει να ξεχάσουμε τα περί δραχμής – αφού έχουμε στην κατοχή μας το δεύτερο μεγαλύτερο αποθεματικό νόμισμα παγκοσμίως, το οποίο μας προσφέρει πολύ μεγάλες υπηρεσίες και για το οποίο πρέπει να πολεμήσουμε συλλογικά (όλες μαζί οι χώρες, με ή χωρίς τη Γερμανία).
Έχει φυσικά τις δικές του μεγάλες απαιτήσεις για κάθε επί μέρους χώρα, τις οποίες είτε δεχόμαστε ως έχουν, είτε αλλάζουμε το σύστημα – αφού το υφιστάμενο δεν επιτρέπει τις «ετερόδοξες πολιτικές», τις οποίες εκδικείται την κατάλληλη στιγμή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου