analyst
Δεν είναι δυστυχώς πολλοί αυτοί που κατανοούν τα πλεονεκτήματα της υιοθέτησης του συστήματος της άμεσης Δημοκρατίας από μία χώρα, ισχυριζόμενοι συνήθως πως απαιτεί ώριμους Πολίτες – οπότε δεν είναι κατάλληλο για τα περισσότερα κράτη. Πρόκειται όμως για μία εξαιρετικά αυθαίρετη ερμηνεία, αφού ισχύει ακριβώς το αντίθετο – με την έννοια πως η άμεση Δημοκρατία ωριμάζει τους Πολίτες, κάτι που δεν είναι σε θέση να επιτύχει η κοινοβουλευτική Δημοκρατία ή τα άλλα συστήματα.
Ειδικά για μία χώρα όπως η Ελλάδα, το θεμελιώδες πρόβλημα της οποίας είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης των Πολιτών προς την Πολιτεία, ακολουθούμενο από τη διαφθορά και τη διαπλοκή μεταξύ της πολιτικής εξουσίας, της οικονομικής και των ΜΜΕ, η μοναδική δυνατότητα της είναι η υιοθέτηση ενός τέτοιου συστήματος – όπου οι Πολίτες θα έπαιρναν τα ηνία του κράτους στα χέρια τους, ψηφίζοντας οι ίδιοι τους βασικούς νόμους και ελέγχοντας συστηματικά την εκάστοτε εξουσία. Πριν από κάθε τι άλλο, θα εξασφάλιζαν τον πλήρη διαχωρισμό της νομοθετικής, της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας – χωρίς τον οποίο καμία χώρα στον πλανήτη δεν μπορεί να θεωρηθεί ποτέ ως ευνομούμενη.
Εν τούτοις, επειδή οι Πολίτες χειραγωγούνται από την πολιτική, με τη βοήθεια των ΜΜΕ, έχουν πεισθεί πως η άμεση Δημοκρατία δεν είναι εφαρμόσιμη στην Ελλάδα – ενώ, όταν τους υποδεικνύει κανείς το παράδειγμα της Ελβετίας, με την έννοια πως δεν θα έπρεπε η χώρα μας να ανακαλύψει ξανά τον τροχό, αφού ήδη υπάρχει και λειτουργεί, τότε ειρωνεύονται – αντιτάσσοντας πως η Ελλάδα απέχει μακράν από το να είναι Ελβετία. Δυστυχώς δεν συνειδητοποιούν ότι, με αυτόν τον τρόπο εξυπηρετούν αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα όλων αυτών που νέμονται την εξουσία – απολαμβάνοντας προνόμια που ασφαλώς δεν θέλουν να χάσουν.
.
Η ελβετική περιπέτεια
Στο θέμα μας τώρα, στις 15 Ιανουαρίου του 2015 η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας ανακοίνωσε την αποδέσμευση του φράγκου από το ευρώ, επιτρέποντας την ελεύθερη διακύμανση του – με αποτέλεσμα, μέσα σε ελάχιστα λεπτά της ώρας, να ανατιμηθεί το νόμισμα μαζικά, από το 1:1,20 κάτω από το 1:1.
Ξαφνικά λοιπόν οι τουρίστες που ήταν σε διακοπές στην Ελβετία αντάλλασσαν το 1 € με 1 φράγκο, αντί με 1,20 –οπότε όλα τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που απολάμβαναν, ακρίβυναν κατά περίπου 20%. Όσοι δε Πολίτες άλλων χωρών είχαν δανειστεί σε φράγκα, πέφτοντας θύματα των τραπεζών, είδαν τα δάνεια τους να εκτοξεύονται στα ύψη – απειλώντας τους με την καταστροφή.
Στη συνέχεια βέβαια η ισοτιμία υποχώρησε γύρω από το 1:1,10 – χωρίς όμως να μειώνονται οι δυσμενείς συνέπειες για τον τουρισμό και τις εξαγωγές της Ελβετίας, αφού τα προϊόντα της στις διεθνείς αγορές ανατιμήθηκαν ακαριαία, με αποτέλεσμα να αναφέρεται κανείς στο «σοκ του φράγκου».
Για τους ίδιους τους Ελβετούς οι εισαγωγές έγιναν ακριβότερες, ενώ τα ταξίδια και τα ψώνια τους στο εξωτερικό φθηνότερα – οπότε όλοι όσοι διέμεναν κοντά στα σύνορα, άρχισαν να αγοράζουν ακόμη και είδη πρώτης ανάγκης από τα Σούπερ Μάρκετ των γειτονικών χωρών.
Μόνο στα γερμανικά καταστήματα λιανικής λίγο έξω από τα σύνορα, οι Ελβετοί ξόδεψαν για τα ψώνια τους το ποσόν των 11 δις φράγκων ή το 10% των συνολικών δαπανών τους – αφαιρώντας προφανώς αυτόν τον τζίρο από το εγχώριο εμπόριο. Εν τούτοις, ένοιωθαν τύψεις συνείδησης, γνωρίζοντας πως αυτού του είδους οι ενέργειες μειώνουν τις θέσεις εργασίας στη χώρα τους – οπότε υιοθετήθηκαν πολλές πρωτοβουλίες, με στόχο να πάψουν να ψωνίζουν από τις άλλες χώρες.
Περαιτέρω, τέτοιου είδους ξαφνικές νομισματικές ανατιμήσεις έχουν τις εξής δύο βασικές συνέπειες για μία Οικονομία:
(α) Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που εξάγονται γίνονται ακριβότερα, μειώνεται η κερδοφορία των επιχειρήσεων λόγω της πτώσης του τζίρου τους, καθώς επίσης της μείωσης των τιμών πωλήσεων για να εξισορροπηθεί κάπως η ανατίμηση, προκαλείται ύφεση και αυξάνεται η ανεργία.
(β) Η υψηλή ισοτιμία λειτουργεί ως ένα είδος «νεωτεριστικού μαστιγίου» – με την έννοια πως επειδή τα προϊόντα γίνονται ακριβότερα, οι επιχειρήσεις υποχρεώνονται να είναι πολύ πιο νεωτεριστικές και αποτελεσματικές, για να μπορέσουν να διατηρήσουν τις πωλήσεις των ακριβότερων αγαθών που παράγουν. Αυτήν τη ιδιαιτερότητα την έχουν μετατρέψει οι Ελβετοί σε εθνική τους εξειδίκευση – προσπαθώντας συνεχώς να εξελίσσουν τόσο την ποιότητα, όσο και τις μεθόδους παραγωγής, προώθησης και διάθεσης των προϊόντων τους.
Ως εκ τούτου, παρά τη ξαφνική ανατίμηση του νομίσματος, η οικονομία τους συνέχισε να αναπτύσσεται με ένα ρυθμό της τάξης του 0,8% – κυρίως βέβαια επειδή οι κλασσικοί κλάδοι εξαγωγών της χώρας, τα φάρμακα και τα πολυτελή αγαθά (ρολόγια κλπ.), δεν είναι τιμολογιακά ευαίσθητοι. Εν τούτοις, επηρεάσθηκαν σημαντικά οι κλασσικές βιομηχανικές εταιρείες της Ελβετίας, ο τουρισμός και το λιανικό εμπόριο – οπότε αυξήθηκε η ανεργία στο 4,9% περίπου, αφού 220.000 Ελβετοί έχασαν τη θέση εργασίας τους.
Τελικά, το ελβετικό εξαγωγικό εμπόριο παρουσίασε το Δεκέμβρη του 2015 ονομαστική και πραγματική αύξηση – ενώ οι εισαγωγές συνέχισαν να υποχωρούν. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 2,1% στα 16,1 δις φράγκα, όταν οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 9,1% στα 13,6 δις φράγκα – οπότε η Ελβετία εμφάνισε πλεόνασμα το συγκεκριμένο μήνα, ύψους 2,5 δις φράγκων, παρά την ανατίμηση. Ενώ δε οι τιμές των εξαγωγικών προϊόντων της μειώθηκαν κατά 1%, η πτώση των εισαγομένων έφτασε στο 3% – οπότε ωφελήθηκε ακόμη περισσότερο.
Σε ετήσιο επίπεδο, η χώρα εμφάνισε ένα πλεόνασμα ρεκόρ – το οποίο έφτασε στα 36,6 δις φράγκα, από 30 δις φράγκα το 2014. Η αιτία βέβαια ήταν η μεγαλύτερη μείωση των εισαγωγών (-6,9% στα 166,3 δις φράγκα), αφού οι εξαγωγές συρρικνώθηκαν κατά 2,6% – αν και το σύνολο των εξαγωγών ύψους 202,9 δις € ήταν το τρίτο καλύτερο στην ιστορία της. Ξεπέρασε λοιπόν ακόμη και τη Γερμανία (γράφημα, μπλε στήλες η Ελβετία, διακεκομμένη γραμμή η Γερμανία), παρά την ανατίμηση του φράγκου – γεγονός που τεκμηριώνει αναμφίβολα τη δυναμική της οικονομίας της.
.
.
Περαιτέρω, οι Ελβετοί θεωρούν πως είναι περικυκλωμένοι από μερκαντιλιστές. Από χώρες δηλαδή, όπως η Γερμανία, οι οποίες στηρίζουν τις εξαγωγές τους στο μισθολογικό dumping – με την έννοια πως διατηρούν σκόπιμα τις αμοιβές των εργαζομένων τους κάτω από την παραγωγικότητα τους. Πιστεύουν όμως ταυτόχρονα πως η εσωτερική υποτίμηση δεν αποτελεί την κατάλληλη στρατηγική άμυνας τους.
Το γερμανικό dumping
Ειδικότερα, αναφέρεται κανείς σε dumping, όταν ένα κράτος πουλάει συστηματικά τα προϊόντα και τις υπηρεσίες του κάτω από το κόστος – με στόχο είτε να καταστρέψει τους ανταγωνιστές του, είτε να αυξήσει τις θέσεις εργασίας στο εσωτερικό του εις βάρος των άλλων, εξάγοντας ουσιαστικά ανεργία. Κατηγορεί λοιπόν την Ευρωζώνη, λέγοντας πως υπό την ηγεσία της Γερμανίας λειτουργεί με αυτόν τον αθέμιτο τρόπο, στα εξής τρία διαφορετικά επίπεδα:
(α) Μειώνει την ισοτιμία του ευρώ με την αύξηση της ποσότητας χρήματος (QE) – έτσι ώστε να γίνονται φθηνότερα τα εξαγωγικά προϊόντα της, καθώς επίσης ακριβότερα τα εισαγόμενα από άλλες χώρες.
(β) Επιστρέφει το ΦΠΑ στους εξαγωγείς της, οπότε κάνει φθηνότερα τα προϊόντα της στις διεθνείς αγορές.
(γ) Διατηρεί τεχνητά χαμηλό το κόστος εργασίας των επιχειρήσεων ανά μονάδα προϊόντος – είτε με την «ατζέντα 2010» της Γερμανίας, είτε μέσω της εσωτερικής υποτίμησης που έχει επιβληθεί στις χώρες των μνημονίων. Αναλυτικότερα τα παρακάτω:
(1) Όσον αφορά το πρώτο κατηγορεί ουσιαστικά την πολιτική της ΕΚΤ η οποία, μέσω της μαζικής αγοράς κρατικών ομολόγων αδυνατίζει το ευρώ – με στόχο την αύξηση των πλεονασμάτων στα ισοζύγια εξωτερικών συναλλαγών των μελών της.
Η τακτική αυτή έχει προφανώς στεφθεί με επιτυχία, αφού το εξαγωγικό πλεόνασμα της Ευρωζώνης αυξήθηκε σταδιακά από το 1% του ΑΕΠ της το 2008, στο 4,5% πρόσφατα – με αποτέλεσμα να έχει εξάγει το 30% περίπου της ανεργίας της, λειτουργώντας εις βάρος ολόκληρου του υπόλοιπου πλανήτη.
Παράλληλα, οι κερδοσκόποι υποχρέωσαν την Ελβετία να ανατιμήσει το δικό της νόμισμα, αφού αδυνατούσε πλέον να στηρίξει την ισοτιμία του στο 1:1,20 – με αποτέλεσμα να ακριβύνουν τα εξαγωγικά της προϊόντα κατά 20% περίπου σε σχέση με την εποχή της εισαγωγής του ευρώ ή κατά 25% συγκριτικά με το 2008.
(2) Όσον αφορά το δεύτερο, την επιστροφή του ΦΠΑ στους εξαγωγείς, η Ελβετία θεωρεί πως πρόκειται για μία επιδότηση – αφού με το συγκεκριμένο φόρο καλύπτονται οι δαπάνες των υποδομών, της κρατικής διαχείρισης κοκ., οι οποίες συμμετέχουν στο κόστος των προϊόντων.
Όταν λοιπόν επιστρέφεται στους εξαγωγείς, σημαίνει πως δεν επιβαρύνονται οι ξένοι καταναλωτές με το κόστος αυτό, όπως οφείλουν, αλλά οι εγχώριοι – παρά το ότι δεν είναι αυτοί που καταναλώνουν το προϊόν. Επομένως, πρόκειται για μία κρυφή επιδότηση της εξαγωγικής βιομηχανίας, εις βάρος των εγχωρίων φορολογουμένων.
(3) Το πρόβλημα που απασχολεί περισσότερο την Ελβετία δεν είναι η νομισματική πολιτική της Ευρωζώνης ή οι επιδοτήσεις των εξαγωγών, αλλά η μισθολογική της πολιτική – αφού λειτουργεί εις βάρος των δικών της Πολιτών.Πιστεύει δε πως η κατάσταση θα επιδεινωθεί από τους μετανάστες που «εισήγαγε» η Γερμανία – οι οποίοι θα εργάζονται περισσότερες ώρες με λιγότερα χρήματα, συμπαρασύροντας τις αμοιβές όλων των υπολοίπων.
Εάν τώρα προσθέσει κανείς τον περιορισμό των κοινωνικών παροχών, καθώς επίσης τον τομέα των χαμηλόμισθων που έχει δημιουργηθεί σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, «συντελεστές» που μειώνουν ακόμη περισσότερο το κόστος παραγωγής των προϊόντων εις βάρος ξανά των εργαζομένων και υπέρ των επιχειρήσεων, τότε είναι ακόμη πιο εμφανής η πολιτική του μερκαντιλισμού που ασκείται από τη Γερμανία.
.
Το εξαγωγικό «ντοπάρισμα» της Ευρωζώνης
Από την εποχή της υιοθέτησης του ευρώ, ο μέσος πραγματικός μισθός της Γερμανίας αυξήθηκε μόλις κατά 6,5%, όταν η παραγωγικότητα πλησίασε το 20,4% – ενώ ο συνήθης πραγματικός μισθός ευρίσκεται κάτω από τα επίπεδα του 1998. Αντίθετα, στην Ελβετία αυξήθηκαν εξίσου και οι δύο παραπάνω μισθοί κατά 11,3% – στο διπλάσιο των γερμανικών, παρά το ότι η παραγωγικότητα της ήταν χαμηλότερη (18%).
Ως εκ τούτου η Γερμανία εξασφάλισε, έκλεψε καλύτερα ένα τιμολογιακό πλεονέκτημα της τάξης του 7% – ενώ, εάν προσθέσει κανείς τον τομέα των χαμηλόμισθων, τότε το πλεονέκτημα είναι ακόμη μεγαλύτερο. Σε τελική ανάλυση λοιπόν οι γερμανικές εταιρείες, οι εξαγωγικές κυρίως, μεταφέρουν ένα μεγάλο μέρος του κόστους παραγωγής τους στο δημόσιο και στους χαμηλόμισθους – με αποτέλεσμα να υπάρχουν 7.000.000 εργαζόμενοι των 450 €, οι οποίοι απαλλάσσονται από τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.
Για να επιβιώσουν βέβαια οι εργαζόμενοι των 450 €, είναι υποχρεωμένοι είτε να ξοδεύουν τις αποταμιεύσεις τους, είτε να επιβαρύνουν την υγεία τους, είτε να δανείζονται από τους συγγενείς τους – γεγονότα που δεν θα ήθελε να αντιγράψει η Ελβετία, μιμούμενη τη Γερμανία για να μπορέσει να την ανταγωνιστεί.
Εν τούτοις, η συγκεκριμένη πολιτική, σε συνδυασμό με την κακοποίηση της Φύσης (μεταλλαγμένα προϊόντα κλπ.), έχει μετατρέψει τη Γερμανία όχι μόνο σε εξαγωγικό πρωταθλητή αλλά, επίσης, στην ηγέτιδα δύναμη των γεωργικών εξαγωγών στην Ευρώπη – όταν την ίδια στιγμή επιβάλλει μέσω της ΕΕ σε χώρες, όπως η Ελλάδα, πολιτικές που καταστρέφουν τη γεωργία τους.
Εύλογα λοιπόν η Ελβετία, η οποία επιδοτεί τους αγρότες της γνωρίζοντας την πολύτιμη συμβολή τους στην υγεία των Πολιτών και στην οικονομία της, θεωρεί πως πρέπει να αντιδράσει εναντίον της μερκαντιλιστικής αυτής πολιτικής της Γερμανίας, η οποία έχει επιβληθεί επίσης στις υπόλοιπες χώρες. Η κεντρική της τράπεζα όμως δεν θέλει να υιοθετήσει ξανά την πολιτική της σταθεροποίησης του φράγκου στα επίπεδα του 1:1,15 – επειδή δεν μπορεί να το αντέξει ο διογκωμένος ισολογισμός της (γράφημα).
.
.
Επομένως, αυτό που της απομένει είναι η εσωτερική υποτίμηση – ο περιορισμός των τιμών, των μισθών, των δημοσίων δαπανών, των συντάξεων, του κοινωνικού κράτους κοκ., κατά το παράδειγμα του ευρωπαϊκού Νότου και της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας.
Συνεχίζοντας, από την πλευρά των επιχειρήσεων είναι βέβαια επιθυμητό κάτι τέτοιο – όπως τεκμηριώνεται από τον εταιρικό τομέα της Ευρωζώνης συνολικά ο οποίος, από ελλειμματικός κατά 87 δις € όσον αφορά την καθαρή χρηματοδότηση του το 2007, παράγει από το 2009 και εντεύθεν πλεονάσματα της τάξης των 300 δις € ετησίως.
Εν τούτοις, η εσωτερική υποτίμηση προκαλεί τη μείωση της εγχωρίου ζήτησης η οποία, ενώ στην Ελβετία αυξήθηκε κατά 13% πραγματικά από το 2007 έως το 2015, στην Ευρωζώνη μειώθηκε κατά 1% ή κατά 120 δις € την ίδια χρονική περίοδο – όταν προηγουμένως είχε αυξηθεί κατά 1.500 δις €.
Ως εκ τούτου, εάν η Ελβετία υιοθετήσει την εσωτερική υποτίμηση, θα έχει την ίδια μοίρα – κάτι που δεν το επιθυμεί, αφού τα αποτελέσματα της στην ανεργία, στην υγεία, στην παιδεία, στο κοινωνικό κράτος κοκ. είναι καταστροφικά. Πιστεύει λοιπόν πως θα ήταν αρρωστημένη η προστασία των εξαγωγών, εις βάρος των Πολιτών της χώρας – ευελπιστώντας πως θα πετύχει κάποια συμβιβαστική επίλυση των προβλημάτων της, συνεργαζόμενη με την Ευρωζώνη, άρα με τη Γερμανία.
Κατά την άποψη μας βέβαια, κάτι τέτοιο αποκλείεται – αφού ο απώτερος στόχος της Γερμανίας δεν είναι η ευημερία των Πολιτών της, αλλά η κυριαρχία της στην ήπειρο μας, με οικονομικά όπλα. Επομένως, οι ελπίδες της Ελβετίας δεν είναι τίποτα λιγότερο, από όνειρα θερινής νύχτας – κάτι που ισχύει επίσης για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, κυρίως για τη Γαλλία και την Ιταλία, οι οποίες ήδη υποφέρουν τα πάνδεινα από τον αθέμιτο ανταγωνισμό της Γερμανίας.
.
Επίλογος
Όλες οι χώρες έχουν πρόβλημα με την πολιτική της Γερμανίας, είτε ευρίσκονται εντός της Ευρωζώνης, είτε εκτός, όπως αποδεικνύεται από την Ελβετία – επίσης από τη Δανία, τη Σουηδία κοκ. Επομένως, είτε θα πρέπει να αλλάξει άμεσα η χώρα, είτε να υποχρεωθεί να εγκαταλείψει τη νομισματική ένωση – κάτι που φυσικά δεν είναι εφικτό, εκτός εάν της επιβαλλόταν από τις Η.Π.Α.
Στόχος όμως των Η.Π.Α. είναι η ίδρυση του Οικονομικού ΝΑΤΟ (άρθρο), ξανά με αιχμή του δόρατος τη Γερμανία – όπως κατά την περίοδο του ψυχρού πολέμου, όταν το αντίπαλο δέος ήταν η Σοβιετική Ένωση, ενώ σήμερα είναι η Ρωσία και η Κίνα. Ως εκ τούτου πολύ δύσκολα θα το επιδιώξουν – γεγονός που σημαίνει ότι, η μία χώρα μετά την άλλη εντός της νομισματικής ένωσης θα υποδουλωθούν, κατά τα πρότυπα της Ελλάδας ή τηςΠορτογαλίας.
Εν τούτοις, είμαστε σίγουροι πως η Ελβετία τουλάχιστον θα βρει τις λύσεις της – επειδή της επιτρέπεται από το πολίτευμα της άμεσης Δημοκρατίας, στο οποίο πράγματι δεν υπάρχουν αδιέξοδα.
Ενδεχομένως επίσης οι χώρες της Ευρωζώνης, οι Πολίτες των οποίων κάποια στιγμή θα επαναστατήσουν – οπότε η Γερμανία θα έχει κερδίσει ξανά όλες τις μάχες, αλλά θα χάσει τον πόλεμο. Ευχόμαστε και ελπίζουμε να το καταλάβουν έγκαιρα οι Η.Π.Α., επαναφέροντας την καγκελάριο και τον Αδόλφο Σόιμπλε στην τάξη.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου