Νέα Πολιτική
του Αντώνη Παπαγιαννίδη*
Βλέπαμε χθες μια σειρά από προσεγγίσεις στα προβλήματα του αγροτικού τομέα, με στόχο τις συγκεκριμένες λύσεις, όχι την “κάθετη” αντιπαράθεση επί πολιτικής βάσης. Συνεχίζουμε:
Μια δίδυμη αναπτυξιακή δυνατότητα με βάση την πρωτογενή παραγωγή δίνεται από την εφαρμοσμένη, ενδογενή (δηλαδή “δική μας”, προσαρμοσμένης εξαρχής στις ιδιαίτερες ανάγκες της Ελλάδας) έρευνα και τεχνολογία στην γεωργία, μαζί και με τις αγροτικές συμπράξεις καινοτομίας που ανέλυσε ο Θανάσης Τσαυτάρης (λειτουργούν, στην ουσία, σαν συνεταιρικά σχήματα νέου τύπου, χωρίς τις παθογένειες του συνεταιριστικού κινήματος του παρελθόντος: εδώ, η διατύπωση δική μας). Έτσι, για παράδειγμα, η σε νέα βάση οργάνωση των υδατοκαλλιεργειών με μέριμνα για την προστασία του περιβάλλοντος – για περιβαλλοντικούς κυρίως λόγους, ή και με περιβαλλοντικά προσχήματα, είχαν πάψει επί χρόνια οι αδειοδοτήσεις… – και με την δημιουργία, ζωνών σε περιφερειακό επίπεδο (όπως είχαν γίνει και οι βιομηχανικές ζώνες, με συνεργασία και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης) ξαναπήρε μπρος ο κλάδος, παρά την πιστωτική ασφυξία ή και τον ισχυρό ανταγωνισμό Τουρκίας. “Η αλμύρα του Αιγαίου, το οποίο λειτουργεί ως λιμνοθάλασσα αντί για ανοιχτή θάλασσα”, δίνει στο λαβράκι τέτοια ποιότητα που πιάνει στην Νέα Υόρκη τιμή 16 ευρώ έναντι των 6 της Ιταλίας (στην δε Ιταλία 6,5 ευρώ έναντι 1,5 ευρώ του ντόπιου).
Ή πάλι η καλλιέργεια και μεταποίηση σιτηρών με χαμηλή γλουτένη ή χωρίς γλουτένη, ανοίγει μια εντελώς νέα αγορά. (Ποια αγορά; Ένα 8,5% του πληθυσμού παρουσιάζει δυσανεξία στην γλουτένη, δηλαδή αλλεργική αντίδραση στην παρουσία γλουτένης στο ψωμί, στα ζυμαρικά, στα μπισκότα – οπουδήποτε). Για να υπάρξει όμως τέτοια καλλιέργεια, χρειάζεται μια σύμπραξη με εγγυημένη ποιότητα σε πολλά επίπεδα. Πρώτα-πρώτα, να υπάρξει ειδική σποροπαραγωγή – αλλά χωρίς εγγυημένη διάθεση, σποροπαραγωγή δεν θα υπάρξει. (Και, εκεί που η καλλιέργεια κανονικού σταριού αποδίδει 1 τόννο, το χαμηλής γλουτένης αποδίδει 280 κιλά). Ύστερα, μετά από αντίστοιχη παραγωγή, με προδιαγραφές, των χωρίς γλουτένη ποικιλιών, να πάει το προϊόν σε μεταποίηση σε μύλους που θα εγγυώνται με σοβαρότητα ότι δεν θα υπάρξει ανάμειξη. Μόνον αφού όλη η αλυσίδα στηθεί και λειτουργήσει σωστά -από ομάδες διαφοροποιημένες, που θα στηριχθούν σε συμβολαιοποίηση των σχέσεών τους – μπορεί να επιτευχθεί μια τέτοια ιδιαίτερη, όμως με υψηλή ζήτηση (και αντίστοιχη τιμή…) παραγωγή.
Ένας άλλος κλάδος, που έχει να κάνει με την μεγάλη υποχώρηση της κτηνοτροφίας στην χώρα, είναι η αποκατάσταση των βοσκοτόπων που στην Ελλάδα έχουν αφεθεί να υποβαθμιστούν τραγικά. Εγχειρήματα αναχλόωσης που έχουν αναληφθεί – ανά την Ελλάδα: στην Κοζάνη, στην Λήμνο και σ’ άλλα νησιά – επιτρέπουν ήδη την επαναφορά της εκτατικής κτηνοτροφίας, η οποία αποδίδει ποιοτικά και οδηγεί σε καλύτερες αποδόσεις. Κι εδώ, χρειάζεται η στοχευμένη σύμπραξη πολλών σταδίων με βάση την τεχνολογία, την ποιότητα/την αξιοπιστία, την συμβολαιακή δέσμευση.
Ένα χαρακτηριστικό – και ιδιαίτερα πετυχημένο – παράδειγμα πρωτοβουλίας αγροτικής σύμπραξης αποτελεί το συνεταιρικό σχήμα ΘΕΣΓάλα, με κέντρο την Θεσσαλία και ήδη επέκταση στην Θεσσαλονίκη (ακολουθεί σε λίγο η Αθήνα). Όπως εξήγησε ο Θανάσης Βακάλης, που βρίσκεται στον πυρήνα αυτής της πρωτοβουλίας, ναι μεν το ΘΕΣΓάλα έγινε γνωστότερο από τα “ΑΤΜ γάλατος” που λειτούργησαν και προτείνουν γνήσια φρέσκο γάλα στον καταναλωτή, όμως πρόκειται για κάτι πολύ ευρύτερο. Μέσα στην κρίση (κι αυτό έχει την σημασία του!) συνασπίστηκαν σχετικά γρήγορα 100 αγελαδοτρόφοι από Θεσσαλία και Μακεδονία, οργάνωσαν συμβολαιακή την διάθεση γάλατος σε γαλακτοβιομηχανίες και – σε αυτή την βάση – περιόρισαν το κόστος: με μαζικές αγορές εφοδίων, με συμβολαιακή προμήθεια ζωοτροφών, με ηλεκτρονική διαχείριση σε κάθε βήμα (απο το άρμεγμα στην φύλαξη και απο εκεί στην οικονομική διαχείριση…). Το 2013, ακόμη πιο βαθιά στην κρίση, ξεκίνησαν τα ΑΤΜ γάλατος που η διαχείρισή τους γίνεται επίσης ηλεκτρονικά και που προτείνουν γάλα 24 ωρών, ήδη δε και σοκολατούχο αλλά και τυρί, απευθείας στον καταναλωτή, προσφέροντας έτσι και ανταγωνιστικές τιμές.
Με αυτό το σύστημα, έχουν φθάσει 120 τόνους/ημέρα, δηλαδή κάπου 10% της εγχώριας παραγωγής, που δίνει 25 εκατομμύρια τον χρόνο, ενώ απασχολούνται επιπρόσθετα 100 εργαζόμενοι – και, ήδη εγκαινιάζεται πρότυπη ιδιοκτήτη μονάδα παστερίωσης που κόστισε 5 εκατομμύρια (μέσα σε καθεστώς capital controls). Αυτή είναι η υπεροχή του συγκεκριμένου, του απτού, αντί για την γενική συζήτηση και την αντιπαράθεση…
*Συνεργάτης της Νέας Πολιτικής (Δημοσιεύθηκε στο Kontra News)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου