Δευτέρα 5 Αυγούστου 2019

Κρυφτό με τα μονοπώλια του ίντερνετ


Όταν μια οικονομία δεν μπορεί να υποτιμήσει το εθνικό της νόμισμα, μειώνει τους μισθούς. Κι όταν μια άλλη οικονομία  δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα μονοπώλια επιδίδεται σε δικαστικές έρευνες και διαμάχες. Προς απόδειξη όσα συμβαίνουν και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού με τα διαδικτυακά μονοπώλια.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ
Στις Ηνωμένες Πολιτείες το υπουργείο Δικαιοσύνης ξεκίνησε έρευνα για να εξακριβώσει αν κατά τη γιγάντωσή τους οι μεγάλοι του διαδικτύου χρησιμοποίησαν μεθόδους που παραβίαζαν τον ελεύθερο ανταγωνισμό. Με βάση ενημέρωση του ίδιου του υπουργείου Δικαιοσύνης, που όταν έγινε γνωστή την Τρίτη 23 Ιουλίου οι μετοχές του Facebook, της Amazon και της εταιρείας – ιδιοκτήτριας της Google μειώθηκαν κατά 1% (δεν επήλθε δηλαδή κι η συντέλεια του κυβερνοχώρου), αντικείμενο της έρευνας θα είναι αν οι τεχνολογικές πλατφόρμες «έχουν πετύχει δύναμη επί της αγοράς κι αν εμπλέκονται σε πρακτικές που έχουν μειώσει τον ανταγωνισμό, έχουν καταπνίξει την καινοτομία ή έχουν με άλλους τρόπους βλάψει τους καταναλωτές». Η αμερικανική δικαιοσύνη έχει ήδη επιβάλλει ένα πρόστιμο – μαμούθ ύψους 5 δισ. δολ. στο Facebook για την παραβίαση των προσωπικών δεδομένων των χρηστών του, ενώ μόλις πριν λίγες ημέρες η Google υποχρεώθηκε να καταβάλλει 13 εκ. δολ. για τον ίδιο λόγο με αφορμή την εφαρμογή Street View.
Η …δικομανία έχει καταβάλλει και την από δω μεριά του Ατλαντικού, απ’ όπου ξεκίνησε άλλωστε και η τάση κοντέματος των μεγάλων του διαδικτύου μέσω της δικαστικής οδού. Αναφερόμενοι στο παρελθόν, ξεχωρίζουν οι αποφάσεις και τα πρόστιμα κατά της Google, εναντίον του Google Android και της Microsoft, με αφορμή την προεγκατάσταση λογισμικού που ευνοούσε την κυριαρχία δικών τους εφαρμογών, έναντι ανταγωνιστικών, και φυσικά το πρόστιμο ύψους 13 δισ. ευρώ εναντίον της Apple για φοροαποφυγή.

Η νέα όμως έρευνα που ξεκίνησε η επίτροπος της ΕΕ υπεύθυνη για θέματα τήρησης της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, η θητεία της οποίας λήγει τον Οκτώβριο, εναντίον της Amazon, εισάγει την αντιμονοπωλιακή έρευνα σε νέα και αχαρτογράφητα νερά. Αφορμή για την έρευνα είναι ο διπλός ρόλος της εταιρείας του Τζεφ Μπέζος τόσο ως τόπος αγοράς μέσω της πλατφόρμας που προσφέρει, όσο κι ως πωλητής χιλιάδων προϊόντων. Στο μικροσκόπιο της έρευνας θα βρεθούν οι τεχνικές που χρησιμοποιούσε η εταιρεία για να προωθεί τις δικές της πωλήσεις σε βάρος άλλων εταιρειών πώλησης ή και παραγωγής. Ειδικότερα, θα εξετασθεί πώς αξιοποιούσε τα μεγάλα δεδομένα που συσσώρευε από τις επισκέψεις εκατομμυρίων καταναλωτών προς όφελός της. Το θέμα έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον επειδή θα αγγίξει τα μεγάλα δεδομένα: ένα πεδίο άγνωστο στους νομοθέτες και τις ρυθμιστικές αρχές που διαφέρει κατά πολλούς και σημαντικούς τρόπους από τα παραδοσιακά στοιχεία ενεργητικού. Αποτελεί όμως ένα τεράστιας αξίας περιουσιακό στοιχείο.
Μένει ωστόσο να δούμε και την αντίδραση του Λευκοί Οίκου που δεν έχει δείξει να κάθεται με σταυρωμένα χέρια. Ούτε και τώρα πρόκειται να το κάνει παρότι ο Τζεφ Μπέζος αγοράζοντας τη φιλελεύθερη εφημερίδα Washington Post και εξελίσσοντάς την σε προμαχώνα κατά του ολοκληρωτισμού που πρεσβεύει ο Τραμπ μετατράπηκε σε πολέμιο του αμερικανού προέδρου.
Η μαχητική στάση που τηρεί η αμερικανική κυβέρνηση υπερασπίζοντας τα αμερικανικά μονοπώλια φάνηκε στην περίπτωση του νέου φόρου που θα επιβάλλει η Γαλλία. Ο «ψηφιακός φόρος» ύψους 3% που αναμένεται να ψηφιστεί από μέρα σε μέρα, θα έχει όμως αναδρομική ισχύ από 1/1/2019, θα επιβαρύνει επιχειρήσεις με παγκόσμια έσοδα άνω των 750 εκ. ευρώ και ψηφιακές πωλήσεις στη Γαλλία άνω των 25 εκ. ευρώ. Από το ταμείο εκτιμάται ότι θα περάσουν γύρω στις 30 επιχειρήσεις, με τη συντριπτική τους πλειοψηφία να είναι αμερικανικές. Μεταξύ τους ωστόσο συμπεριλαμβάνονται Κινέζικες, Γερμανικές, Αγγλικές ακόμη και Γαλλικές τεχνολογικές επιχειρήσεις. Ο ψηφιακός φόρος δεν έγινε κατορθωτό να επιβληθεί σε επίπεδο ΕΕ λόγω των αντιδράσεων που πρόβαλαν η Σουηδία, η Φινλανδία, η Δανία και η Ιρλανδία. Παρόλα αυτά υπάρχουν άλλες χώρες έτοιμες να αντιγράψουν το γαλλικό παράδειγμα, όπως η Αγγλία που θα επιβάλει φόρο 2% στα έσοδα μηχανών αναζήτησης, πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης και τόπων αγοράς από τον Απρίλιο του 2020, ενώ θα ακολουθήσουν η Αυστρία, η Ιταλία, η Ισπανία και το Βέλγιο.
Ο Λευκός Οίκος αποφάσισε να επέμβει πριν το φαινόμενο της φορολόγησης των μεγάλων του διαδικτύου προσλάβει μαζικές διαστάσεις. Έτσι, στις 10 Ιουλίου ξεκίνησε επίσημη έρευνα στις ΗΠΑ για να ελεγχθεί κατά πόσο ο ψηφιακός φόρος αποτελεί διάκριση εναντίον αμερικανικών εταιρειών, προκαλώντας τους δυσανάλογα υψηλή επιβάρυνση. Η έρευνα, που θα μπορούσε να διαρκέσει ακόμη κι ένα έτος, διεξάγεται στο πλαίσιο όσων προβλέπει ένας εμπορικός νόμος του 1974. Τον ίδιο ακριβώς νόμο επικαλείται ο Τραμπ για να επιβάλει δασμούς εναντίον της Κίνας… Εύκολα μπορούμε να προβλέψουμε ότι σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι ο γαλλικός ψηφιακός φόρος εισάγει μεροληψία έναντι αμερικανικών εταιρειών θα ακολουθήσουν κυρώσεις και εμπορικοί δασμοί εναντίον της Γαλλίας.
Εν κατακλείδι, ενώ η έκβαση των δικαστικών διαμαχών παραμένει άγνωστη και σε κάθε περίπτωση θα αποδειχθεί ότι διεξάγεται πολύ αργά για να τιθασευθεί η μονοπωλιακή κυριαρχία των «μεγάλων του ίντερνετ» αυτό που δεν αμφισβητείται είναι η οργισμένη αντίδραση του Λευκού Οίκου απέναντι σε κάθε προσπάθεια να θιγούν τα αμερικανικά μονοπώλια.




leonidasvatikiotis.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου