Κυριακή 4 Αυγούστου 2019

Μέρες του ‘36: Από την Δημοκρατία στην Δικτατορία

ΕΛευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση


Του Παύλου Μούλιου,
Ιστορικος
Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου έρχεται να «παγώσει» κάθε πνευματική ζύμωση και να μπολιάσει το δικό της ιδιαίτερο πνευματικό πλαίσιο. Αν και το καθεστώς του Μεταξά δεν ήταν ένα ολοκληρωμένο φασιστικό καθεστώς, κατά τα αντίστοιχα της Γερμανίας και της Ιταλίας, δεν έπαυε να είναι ολοκληρωτικό και δικτατορικό.
Στην ιστορία του 20ου αιώνα, η περίοδος του Μεσοπολέμου αναφέρεται στο διάστημα ανάμεσα στον πρώτο και τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918 και 1939-1945 αντίστοιχα). Το 1919 μετά  την καταστροφή της μακροχρόνιας ειρήνης του 19ου αιώνα και την σχετική ηθική αυτοσυγκράτηση που τον χαρακτήριζε, ο κόσμος μπαίνει σε μια νέα εποχή υιοθετώντας ένα εντελώς καινούργιο πολιτικό λεξιλόγιο και ζώντας παράλληλα στιγμές «αδιανόητες» μέχρι τότε. Έτσι, αν κάποιος γεννιόταν το 1920 στην Ευρώπη, πολύ πιθανόν να ήταν πολίτης μιας από τις πολλές δημοκρατίες που εμφανίστηκαν μετά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου (όπως έχει μείνει να λέγεται ο Α΄Παγκόσμιος Πόλεμος). Τα πρώτα χρόνια της ζωής του θα άκουγε σίγουρα  για τα επιτεύγματα  των εργατών και αγροτών της μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917. Το 1930, σε κάποιον κινηματογράφο της πόλης του, στα διεθνή επίκαιρα, θα συγκλονιζόταν από τις εικόνες των ουρών ανέργων από την Μεγάλη Ύφεση στις Η.Π.Α. , εικόνες που σύντομα θα διέσχιζαν τον Ατλαντικό για να πλήξουν ως πραγματικότητα και την χώρα του. Κατόπιν, στην εφηβεία του θα ζούσε την πολιτική αστάθεια της χώρας του, ενώ το 1936 σίγουρα θα του πέρναγε από το μυαλό να πολεμήσει  ως εθελοντής στο πλευρό της νόμιμης  κυβέρνησης  στον Ισπανικό Εμφύλιο, αν και εφόσον δεν είχε ήδη  εγγραφεί στην νεολαία κάποιας φασιστικής οργάνωσης. Η ζωή του φανταστικού αυτού προσώπου είναι η πραγματική ιστορία της Ευρώπης του Μεσοπολέμου που ο  Eric Hobsbawm  ονόμασε  Εποχή της Καταστροφής[i].

Στην περίπτωση της Ελλάδας ο  Μεσοπόλεμος ξεκινάει με την Μικρασιατική καταστροφή (1922) και ολοκληρώνεται με την εγκαθίδρυση της μεταξικής δικτατορίας (1936). Η αρχή της  περιόδου βρίσκει ένα έθνος στο μεγαλύτερο ποσοστό του συγκεντρωμένο στα όρια του διευρυμένου από την ταραχώδη δεκαετία 1912-1922  κράτους, καθώς πάνω από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες, θύματα της Μικρασιατικής καταστροφής εγκαθίστανται στην Ελλάδα. Η υποδοχή και η αποκατάσταση όλου αυτού του πληθυσμού συνοδεύεται από  την  πολιτική κρίση συνέχεια του Εθνικού Διχασμού της προηγούμενης δεκαετίας. Μια πολυπαθής Δημοκρατία, στρατιωτικά πραξικοπήματα, πολιτικές συγκρούσεις και διώξεις μαζί με το στοίχημα της αναδόμησης της οικονομίας και του κρατικού μηχανισμού συνθέτουν το μωσαϊκό του ελληνικού μεσοπολέμου, μιας εποχής της οποίας «γέννημα» υπήρξε και ο Ιωάννης Μεταξάς.
Ο ταραχώδης ελληνικός Μεσοπόλεμος
Η εξέλιξη της πολιτικής ζωής από το τέλος της Μικρασιατικής καταστροφής έως και το 1936, χαρακτηρίζεται από έλλειψη κοινωνικής και πολιτικής ισορροπίας. Στο παραπάνω κλίμα έρχεται να προστεθεί μια παροδική και πλασματική ευημερία στην οικονομία και την βιομηχανία της χώρας. Η φαινομενική αυτή ανάπτυξη εξυπηρετεί μονάχα μια μειοψηφία, στηρίζεται κυρίως στο ξένο κεφάλαιο που εισάγεται στη χώρα με τη μορφή δανείων και ουσιαστικά συντελεί στην «χειραγώγηση» της εθνικής οικονομίας  από τα κέντρα του εξωτερικού[ii].
Η Β’ Ελληνική Δημοκρατία[iii] σύντομα θ΄αποδειχτεί εξαιρετικά βραχύβια καθώς γεννιέται κι’ αναπτύσσεται σ’ένα κλίμα  πολιτικού καιροσκοπισμού αλλά και έντονης δυσπιστίας προς το κράτος. Μετά από τρεις ατελέσφορες κυβερνήσεις τον πρώτο χρόνο, η  πολιτική ζωή σημαδεύτηκε από τέσσερα στρατιωτικά πραξικοπήματα, μια απόπειρα δολοφονίας κατά του Βενιζέλου, την καθυστέρηση  υιοθέτησης του νέου Συντάγματος (ψηφίζεται μόλις το 1927) και την ακόμη μεγαλύτερη καθυστέρηση αναγνώρισης του νέου πολιτεύματος από το Λαϊκό κόμμα, το 1932. Εκτός από όλα αυτά ήταν επίσης εμφανής η  απουσία κάποιου σταθερού δημοκρατικού ιδεολογικού υπόβαθρου. Πράγματι, η λέξη δημοκρατία είχε ακόμα για τους ίδιους τους οπαδούς τις αντιφατικές και μάλλον ασαφείς αποχρώσεις.
Πιο αναλυτικά το 1924-1925 σχηματίζονται και παραιτούνται τρεις  διαδοχικές κυβερνήσεις και είναι ακριβώς αυτή η αστάθεια που  θα επιτρέψει στο στρατηγό Πάγκαλο τον Ιούνιο του 1925 να καταλάβει την εξουσία με  το πρώτο πραξικόπημα αυτής της περιόδου εγκαθιδρύοντας ένα βραχύβιο δικτατορικό καθεστώς που θα ανατραπεί χάρη σε ένα  άλλο πραξικόπημα οργανωμένο αυτή τη φορά απ΄τον στρατηγό Κονδύλη και τα δημοκρατικά τάγματα τον Αύγουστο  του 1926. Μετά την ανατροπή του Πάγκαλου θα διεξαχθούν εκλογές και μάλιστα με αναλογικό σύστημα. Η δυσκολία να σχηματιστεί μια κυβέρνηση πλειοψηφίας οδηγεί στην δημιουργία οικουμενικής κυβέρνησης με τη συνεργασία του Λαϊκού κόμματος, του Κόμματος των Φιλελεύθερων και του κόμματος των Ελευθεροφρόνων (Ι.Μεταξάς).  Ωστόσο, η  πολιτική αστάθεια συνεχίζεται μέχρι τις εκλογές του 1928, όταν ο Βενιζέλος μπόρεσε να σχηματίσει, λόγω της επιστροφής στο πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα, μια σταθερή κυβέρνηση που εξαντλεί την τετραετία , μέχρι το 1932.
Σε γενικές γραμμές η  εξέλιξη της πολιτικής ζωής κατά την διάρκεια του ελληνικού Μεσοπολέμου εκφράζει την έλλειψη κοινωνικής και πολιτικής σταθερότητας και ισορροπίας. Οι δημοκρατικές δυνάμεις, ασθενικές και άτολμες , δεν κατόρθωσαν να προωθήσουν τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και να αυτονομηθούν από την πολιτική του Βενιζέλου καθώς η βαρύνουσα και ισχυρή προσωπικότητά του επιβράδυνε την διαφοροποίηση των πολιτικών δυνάμεων στη χώρα[iv]. Έτσι, το Σύνταγμα που επικυρώνεται τελικά το 1927 (το σύνταγμα ψηφίζεται από την οικουμενική κυβέρνηση που προέκυψε το 1926 με τη συνεργασία τουΛαϊκού κόμματος, του κόμματος των Φιλελευθέρων και του κόμματος των Ελευθεροφρόνων, με πρόεδρο τον Αλέξανδρο Ζαϊμη), μολονότι περιελάμβανε ορισμένα προοδευτικά στοιχεία –σ’ ότι αφορά κυρίως τη λειτουργία του κοινοβουλευτικού συστήματος- παρέμενε σε άλλα σημεία συντηρητικότερο από το Σύνταγμα του 1911[v].
Σ’ ότι αφορά τον Βενιζέλο ο αυξανόμενος συντηρητισμός που τον διέκρινε,  οφειλόταν εν μέρει τουλάχιστον στην ηλικία του (64 χρονών) αλλά και στο αντιδημοκρατικό πνεύμα της εποχής. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της συντηρητικής πολιτικής του φαίνεται στο νόμο που θα περάσει το 1929, το περίφημο Ιδιώνυμο. To ιδιώνυμο (δηλαδή « ειδικό ») αδίκημα είναι ο νόμος  «περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών» που ψηφίστηκε (N. 4229) μετά από πρόταση της κυβέρνησης Βενιζέλου. Στόχος του ήταν η ποινικοποίηση των «ανατρεπτικών» ιδεών, ιδιαίτερα η δίωξη των κομμουνιστών, των αναρχικών αλλά και η καταστολή των συνδικαλιστικών κινητοποιήσεων.
Το Ιδιώνυμο προέβλεπε ποινή φυλάκισης πάνω από έξι μήνες για όποιον
«επιδιώκει την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή ενεργεί υπέρ της εφαρμογής αυτών προσηλυτισμόν…».
Ήταν το πρώτο νομοθετικό μέτρο κατά του ΚΚΕ και εγκαινίασε σειρά από έκτακτα μέτρα που θα θεσπιστούν αργότερα από το ελληνικό κράτος κατά της Αριστεράς. Η καταστροφική αυτή πολιτική είχε ως αποτέλεσμα να  διαλυθούν  οι περισσότερες εργατικές οργανώσεις προς τα τέλη του έτους 1930, ενώ παράλληλα κανονικοποίησε μια πολιτική διωκτική κουλτούρα. Χαρακτηριστικές ήταν οι αντιδράσεις των Α.Παπαναστασίου και Γ.Καφαντάρης ενάντια στην ψήφιση του Ιδιωνύμου με την απορριπτική στάση του Βενιζέλου στην πρόταση του Παπαναστασίου να διώκονται με το ιδιώνυμο όχι μόνο οι κομμουνιστές αλλά και οι φασίστες. Αν σκεφτούμε ότι το ΚΚΕ δεν είχε έως τότε συγκεντρώσει πάνω απο 4% καταλαβαίνουμε ότι πρόκειται για την αρχή μιας αντικομμουνιστικής υστερίας που θα έχει ολέθριες συνέπειες στη συνέχεια και θα ριζώσει για τα καλά στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας όλο τον 20ο αιώνα.
Μπροστά σε αυτές τις δυσκολίες, ο Βενιζέλος θα παραιτηθεί το Μαϊο του 1932. Η γρήγορη διαδοχή των κυβερνήσεων, ο σχηματισμός του Στρατιωτικού Συνδέσμου για την άμυνα της Δημοκρατίας, τα πραξικοπήματα του στρατηγού Πλαστήρα την επαύριο των εκλογών, τον Μάρτιο του 1933 και η απόπειρα δολοφονίας κατά του Βενιζέλου είναι μερικά από τα γεγονότα που σημαδεύουν την πολιτική ζωή της χώρας και  θα συμβάλουν δραματικά στην  κατάλυση της Δημοκρατίας.  Το 1935 ο στρατηγός Κονδύλης, αφού κατέστειλε μια νέα βενιζελική στάση (Μάρτιος του 1935), παίρνει την εξουσία και αποκαθιστά τη Μοναρχία  με νόθο δημοψήφισμα . Ο βασιλιάς Γεώργιος επιστρέφει στην Ελλάδα με τη συγκατάθεση του Βενιζέλου και των δημοκρατικών κομμάτων τον Νοέμβριο του 1935. Πρόκειται για το τέλος της Β’Ελληνικής Δημοκρατίας. Από τη στιγμή αυτή η χώρα θα μπεί σε μια έκκρυθμη πολιτική κατάσταση που τελικά θα οδηγήσει στην δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936.
Η 4η Αυγούστου
Η ονομασία του καθεστώτος μόνο από την ημερομηνία επιβολής μαρτυρεί την αδυναμία να αυτοχαρακτηριστεί με ουσιαστικότερο τρόπο. Στην ουσία παρέμεινε προσωπική δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά, περιστοιχισμένου από ελάχιστους έμπιστους συνεργάτες[vi].
Βασικό χαρακτηριστικό της τετραετίας είναι ο δυαδισμός της πολιτικής εξουσίας, δηλαδή η αντίφαση ανάμεσα στη διαφορετική πολιτική αντίληψη των δύο φορέων του καθεστώτος, τον βασιλιά Γεώργιο και τον Μεταξά. Ο βασιλιάς πίστευε ότι το δικτατορικό καθεστώς έπρεπε να είναι μια προσωρινή λύση, μια προσωρινή εκτροπή από τη νομιμότητα προκειμένου να ληθούν ορισμένα προβλήματα όπως το επιθυμούσαν τα ανάκτορα. Πέραν τούτου το Παλάτιήταν πλέον στραμμένο προς μια στρατηγική συμμαχίας με την Αγγλία. Για το Μεταξά πάλι, το δικτατορικό καθεστώς ήταν αυτοσκοπός.
Ο Μεταξάς διακήρυττε τις ιδέες του περί της αναγκαιότητας των αυταρχικών καθεστώτων από τη δεκαετία του 1920. Η συνεχής προσπάθεια του Μεταξά να εφαρμόσει ένα καθεστώς φασίζουσας έμπνευσης θα αποτύχει σε μεγάλο βαθμό αρχικά διότι τα ανάκτορα διατηρούσαν στην πραγματικότητα την πρωτοκαθεδρία στην άσκηση της εξουσίας και επίσης  επειδή η φασίζουσα ιδεολογία της 4ης Αυγούστου δεν είχε λαϊκή βάση σε αντίθεση με τα άλλα συγγενικά καθεστώτα της Ευρώπης. Δεδομένου ότι το μεταξικό καθεστώς δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί απόλυτα φασιστικό αφού στερούταν του αντίστοιχου κομματικού μηχανισμού του ιταλικού φασιστικού κόμματος και του αντίστοιχου γερμανικού ναζιστικού[vii], προσπάθησε να μιμηθεί τα πολιτικά αυταρχικά παραδείγματα υιοθετώντας κάποια   εσωτερικά κοινά (δικτατορία του πλούτου, κατάλυση δημοκρατίας, προπαγανδιστικός μηχανισμός, διώξεις) με το κόμμα των Ναζί και των Φασιστών και κάποια εξωτερικά (προβολή της σοφίας του αρχηγού, φανφαρονισμός, ρωμαϊκός χαιρετισμός). Η ίδρυση της ΕΟΝ[viii]  ( Εθνική Οργάνωση Νεολαίας) τον Νοέμβριο του 1936  προσδοκούσε να θέσει τα θεμέλια  ενός μελλοντικού φασιστικού κόμματος αρχών, σχέδιο που ανακόπηκε γρήγορα από την είσοδο της χώρας στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο
Μαθήματα δικτατορίας
Ο δικτάτορας θεωρούσε ότι ο κοινοβουλευτισμός ήταν ένα πολίτευμα ξεπερασμένο, που γεννήθηκε από τα μεσαία αστικά στρώματα τον 19ο αιώνα όταν ο καπιταλισμός δρούσε ελεύθερα χωρίς κρατικό έλεγχο. Σύμφωνα με την ιδέα αυτή, η ελεύθερη οικονομία έπαψε να υφίσταται από τα τέλη του 19ου αιώνα καθώς το κράτος άρχισε να την διευθύνει όλο και περισσότερο. Ο κρατικός παρεμβατισμός στην οικονομία έπρεπε να συνοδευτεί με ακύρωση όλων των κοινωνικών συμβολαίων με τις τάξεις πλην της ολιγαρχίας του πλούτου που θα συνεργαζόταν με την εξουσία. Πιο απλά η χαλάρωση των δημοκρατικών θεσμών  θα οδηγούσε στην κατάργηση του κοινοβουλευτισμού και του κομματικού πλουραλισμού ευνοώντας την νέα τάξη πραγμάτων . Για τον αυτοαποκαλούμενο «εθνάρχη», η Ελλάδα έπρεπε να μπει στην τροχιά των αυταρχικών  ή φασιστικών καθεστώτων.
Το δρόμο για την κατάργηση των ελευθεριών τον είχαν ήδη ανοίξει βέβαια οι κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις του Μεσοπολέμου με το Ιδιώνυμο του Βενιζέλου, με την παραβίαση των ατομικών ελευθεριών από τον Παναγή Τσαλδάρη το 1935 ή με τα κατασταλτικά μέτρα που είχε θέσει σε εφαρμογή ο Κονδύλης. Βεβαίως αυτά τα μεσοπολεμικά μέτρα ήταν ευκαιριακά. Ο Μεταξάς αντιθέτως  εννοούσε να εδραιώσει όλα αυτά τα αντισυνταγματικά μέτρα,  προκειμένου να εκπληρώσει  δύο κυρίως σκοπούς , την εξουδετέρωση της αριστερής ιδεολογίας  και τον έλεγχο του Τύπου.
Στην αρχή ο Μεταξάς αντικατέστησε το Ιδιώνυμο με πιο σκληρό νόμο. Το ιδιώνυμο στρεφόταν εναντίον όσων ήθελαν να πάρουν την εξουσία με βίαιο τρόπο. Ο Μεταξάς στράφηκε και εναντίον όσων θεωρούσε ότι ήταν εν δυνάμει ικανοί  να προβούν σε τέτοιες ενέργειες. Έτσι, ακόμη και η διανομή προκηρύξεων ή η διάδοση των κομμουνιστικών ιδεών μετατρέπονταν σε αδικήματα. Τα κατασταλτατικά μέτρα που εφάρμοσε  ήταν κυρίως τρία , η λειτουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης, η θέσπιση πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων που ήταν απαραίτητο για το διορισμό σε οποιαδήποτε υπηρεσία και οι δηλώσεις μετανοίας. Στον αγώνα του αυτό ενάντια στην αριστερή ιδεολογία  ενέτεινε τα μέτρα αστυνόμευσης με την ίδρυση του υφυπουργείου δημόσιας ασφάλειας, το οποίο υπαγόταν στο υπουργείο εσωτερικών με επικεφαλής τον Μανιαδάκη. Ο Μανιαδάκης ήταν αρμόδιος για την πολιτική καταστολή και υπόλογος μόνον απέναντι στο Μεταξά. Με αυτήν την κίνηση ο Μεταξάς προσπάθησε να δημιουργήσει μια πολιτική αστυνομία στο πρότυπο των Ες-Ες και της Γκεστάμπο.
Σε ότι αφορά την ελευθεροτυπία  με το νόμο του 1938,  ο Μεταξάς εισήγαγε ως απαραίτητη  προϋπόθεση για την έκδοση νέων εφημερίδων και εντύπων, την νομιμοφροσύνη του εκδότη στο καθεστώς. Η πολιτική αυτή  είχε αρχίσει ήδη από το 1936 και στοχοποιούσε κάθε είδους κριτική γραφή απέναντι στο καθεστώς. Με το  μητρώο τύπου, στο οποίο ήταν υποχρεωμένος να εγγράφεται κάθε εν ενεργεία δημοσιογράφος, το καθεστώς είχε τον πλήρη έλεγχο όσων παρήγαγαν δημόσια γραφή για την ενημέρωση του κόσμου. Αν για κάποιο λόγο η συμπεριφορά ενός δημοσιογράφου δεν ήταν αρεστή στον υφυπουργό Τύπου, τον περίφημο Νικολούδη, διαγραφόταν από το μητρώο και δεν είχε δικαίωμα να εργαστεί.  Όσο για τους εκδότες που προσελάμβαναν διαγραμμένους δημοσιογράφους, αυτοί ήταν υπόλογοι στη δικαιοσύνη. Όλα αυτά τα μέτρα που εισάγονται στην Ελλάδα στη μεταβατική περίοδο ανάμεσα στον Α’ και τον Β’ Εθνικό διχασμό, σφραγίζουν μια νέα φάση στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αυθαιρεσία των μεθόδων που εγκαινιάζει ο Μεταξάς  και η καταστολή των ελευθεριών θα επηρεάσουν βαθιά τα ήθη της μεταπολεμικής Ελλάδας στο βαθμό που οι μεταπολεμικές ηγεσίες θα προστρέξουν σε μεθόδους ανάλογες με του Μεταξά[ix].
Ο Αντι-κομμουνισμός
Ασφαλώς ο Μεταξάς δεν ήταν μόνο ακραιφνής αντιδημοκράτης αλλά και αντικομμουνιστής. Η αντικομμουνιστική ρητορική  του έχει τρείς βασικές πτυχές . Σε ιδεολογικό επίπεδο, ο μαρξισμός ήταν για τους θεωρητικούς της μεταξικής δικτατορίας, « αποχαλίνωσις των κατώτερων ενστίκτων … θεοποίησις του στομάχου και του υπογαστρίου».  Σε πολιτικό επίπεδο το ΚΚΕ και «οι ερυθροί του πράκτορες υποκινούμενοι από τη Μόσχα» ανάγονται  σε φορείς του « εθνικού ακρωτηριασμού ». Τέλος  σε ηθικό επίπεδο, τα στελέχη του ΚΚΕ παρουσιάζονται ως « ηδονιστές, οπαδοί του επικουρισμού »  που επιδίδονται « σε ανώμαλες σεξουαλικές δραστηριότητες, σε παραληρήματα έκφυλων γλεντιών». Παρουσιάζονται επίσης ως  προαγωγοί αφελών φοιτητριών, κήρυκες του δόγματος της κοινοκτημοσύνης των γυναικών, διαφθορείς τίμιων οικογενειών και σφετεριστές των κομματικών εράνων. Και βέβαια είναι προδότες της πατρίδας, γεγονός που δικαιολογεί τον εξοβελισμό του ΚΚΕ στην παρανομία. Με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνον το ΚΚΕ αλλά και κάθε άλλη αντιπολιτευτική δύναμη καταπνίγεται με την τρομοκρατία. Η 4η Αυγούστου θα φτάσει στο σημείο ν’απαγορέψει την Αντιγόνη του Σοφοκλή και τον Επιτάφιο του Θουκυδίδη εξαιτίας των δημοκρατικών ιδεών τους. Τέλος, είναι προφανές ότι η δικτατορία της 4ης Αυγούστου δεν μπορούσε να δώσει λύση στα σοβαρά προβλήματα της εποχής. Μεγένθυνε τη διαφθορά στις κρατικές υπηρεσίες και ολοκλήρωσε την οικονομική υποδούλωση της χώρας με τη σύναψη νέων δανείων – 350 εκ από τη Γερμανία και 4εκ από την Αγγλία[x].
Ο Γ Ελληνικός Πολιτισμός
Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου έρχεται να «παγώσει» κάθε πνευματική ζύμωση και να μπολιάσει το δικό της ιδιαίτερο πνευματικό πλαίσιο. Αν και όπως αναφέρθηκε παραπάνω το καθεστώς του Μεταξά δεν ήταν ένα ολοκληρωμένο φασιστικό καθεστώς, κατά τα αντίστοιχα της Γερμανίας και της Ιταλίας, δεν έπαυε να είναι ολοκληρωτικό και δικτατορικό[xi]. Το ιδεολόγημα της 4ης Αυγούστου συνδυάζει την καθαρότητα της φυλή, εξαίρει την υγεία και την νεότητα, προβάλλει  το πρότυπο του διανοούμενου-εξουσιαστή με  το περίβλημα τουΤρίτου Ελληνικού Πολιτισμού και της νέας εποχής που εκπροσωπεί το καθεστώς[xii]. Ο πρώτος ελληνικός πολιτισμός, ο αρχαίος, αν και κληροδότησε στους νεοέλληνες έναν πλούτο έργων τέχνης και γραμματείας, υστερούσε σε θρησκευτικό συναίσθημα. Ο δεύτερος ελληνικός πολιτισμός, ο βυζαντινός, αν και πλεόναζε σε θρησκευτικό συναίσθημα, δεν αξιοποίησε το αρχαίο κληροδότημα ούτε συνέχισε στις τέχνες στον δρόμο που χάραξε ο αρχαίος πολιτισμός[xiii].
Όραμα του Μεταξά και των ομοϊδεατών του, ήταν η δημιουργία του Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού, ένα είδος συνδυασμού των δύο προηγούμενων, που θα κυριαρχούσε οικουμενικά όχι μέσα από αποικιοκρατικές πρακτικές και επεκτατική πολιτική (το εγχείρημα αυτό άλλωστε είχε ήδη καταδικαστεί ιστορικά και πολιτικά από το 1923 με το τέλος της Μεγάλης Ιδέας) αλλά μέσα από την πολιτισμική προβολή της Ελλάδος εντός και εκτός συνόρων.
Σκέψεις πάνω στην περίοδο και την ιστορικότητά της
Η ιδιομορφία του ολοκληρωτισμού εντοπίζεται στο γεγονός ότι αν και είναι γεμάτος από ιδεολογία, εντούτοις, το μεγαλύτερο κομμάτι της ενέργειάς του το ξοδεύει στην πολεμική που εξαπολύει στο πνεύμα και την κριτική σκέψη . Οπωσδήποτε στην κατανόηση της σχέσης του ολοκληρωτισμού με την ζωή, τις ιδέες, την κουλτούρα πρέπει να έχουμε σαν αφετηρία αυτό που και ο Λούκατς υποστήριζε, ότι δηλαδή ο ολοκληρωτισμός δεν συνοδεύεται από μια εναλλακτική πνευματική κατεύθυνση παρά ορίζεται από την ολική άρνηση κάθε πνευματικής κατεύθυνσης[xiv]. Τελικά δεν ήταν ο ναζισμός και ο φασισμός μια ομαδική τρέλα που οδήγησε σε καταστάσεις παραφροσύνης. Όσο και αν αυτές οι καταστάσεις πήγασαν από λαούς αποθαρρυμένους με συσσωρεμένα συμπλέγματα, τα κακά του αυταρχισμού (ο ίδιος είναι μια συμφορά από μόνος του) προήλθαν από την επιβολή του κράτους στην κοινωνία, την συσσωρεμένη παράδοση στην λαϊκίστικη ρητορική καθώς και στην επέκταση των κρατικών εξουσιών σε μονοπωλιακό ρυθμιστή της λαϊκής κυριαρχίας και θέλησης. Έτσι ή κάπως έτσι, με έναν πρωτόγνωρο συντονισμό, θεωρίες αίματος, φυλετικοί μύθοι και ιδέες περί χαρισματικού αρχηγού με πολύ δόση ανορθολογικού νατουραλισμού συγκρότησαν και στον μεσοπόλεμο την δεξιά ολοκληρωτική ιδεολογία.
Το παράδειγμα της μεταξικής δικτατορίας αποτελεί μια καλή αφορμή για να κατανοήσουμε ποιον εχθρεύεται ο ολοκληρωτισμός. Δεν εχθρεύεται μόνο κάποια πολιτική παράταξη ή κάποια ταξική αντίσταση αλλά την ίδια την κοινωνία των πολιτών και ειδικότερα το άτομο. Ο ολοκληρωτισμός έρχεται να διακηρύξει ότι το κράτος είναι η μόνη αληθινή πραγματικότητα του ατόμου. Σ’ αυτήν την πραγματικότητα αναπτύσσει ένα σύστημα αναπαράστασης του παρελθόντος, του παρόντος και προφητείας  του μέλλοντος. Το σύστημα αυτό φυσικά για να στερεωθεί πρέπει να ξαναπλάσει τον άνθρωπο και την ιστορία του, από  την αρχή. Στο σύστημα αυτό το άτομο επί της ουσίας δεν μπορεί να έχει καμία θέση παρά μόνο απέναντι του.
Από την σύντομη αναφορά στον ελληνικό Μεσοπόλεμο προκύπτει ότι η  αδυναμία των πολιτικών ηγεσιών να δώσουν κοινοβουλευτικές λύσεις στα προβλήματα της μεσοπολεμικής κοινωνίας θα συμβάλει καθοριστικά στην επιδείνωση των  αυταρχικών τάσεων και τη  δημιουργία «εσωτερικών εχθρών». Η μεταξική δικτατορία αποτέλεσε την απόληξη αυτής της διαδικασίας, σηματοδοτώντας ωστόσο ταυτόχρονα την απαρχή πολιτικών πρακτικών που θα χαρακτηρίσουν τις επόμενες δεκαετίες. Δεν ήταν ο Μεταξάς η δυναμική αυτή προσωπικότητα με το πολιτικό εκτόπισμα και το «φίλτρο του κακού» που οδήγησε την χώρα σε μια δικτατορία, αντίθετα ήταν τα ολέθρια και πολλές φορές συνειδητά λάθη όσων προηγήθησαν αυτού που αποδυνάμωσαν κάθε τι πολιτικό και νόμιμο ως δικαίωμα τα χρόνια του Μεσοπολέμου.
Ο Μεταξάς θ άξιζε να μείνει στην ιστορία ως μία ασήμαντη προσωπικότητα. Η περίοδος της δικτατορίας του μονοπωλείται από πολιτικές διώξεις, τραγελαφικούς συμβολισμούς, προσωπική μεγαλομανία, αυθαιρεσίες και  κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος. Ο ίδιος υπήρξε ένα δημιούργημα των πολιτικών του μεσοπολέμου, όπως ακριβώς το δημιούργημα του δόκτωρος Φράνκενσταιν, ο  ήρωας-τέρας  στο ομότιτλο μυθιστόρημα της M Shelley. Ενώ λοιπόν σαν προσωπικότητα δεν υπάρχει τίποτα αξιομνημόνευτο να του αποδοθεί, η πολιτική του παρακαταθήκη είναι αυτή που τραβά την προσοχή. Ως προς τις προπαγανδιστικές πρακτικές και τους συμβολισμούς που επέβαλε,  υπήρξε ένας μάλλον αποτυχημένος αντιγραφέας του Χίτλερ και του Μουσολίνι, ωστόσο η «συμβολή» του επικεντρώνεται στην κανονικοποίηση του αυταρχισμού και την επιβολή μιας διωκτικής κουλτούρας που παρόμοια της δεν είχε καταγραφεί μέχρι τότε στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Τα μαθήματα αυταρχισμού του, χρησίμευσαν μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου για να ξαναγίνουν επίσημη καθημερινότητα από τους υμνητές του, τους απόφοιτους της σχολής Ευελπίδων της τετραετίας του, τους οποίους  βλέπουμε το 1967 να καταλύουν την δημοκρατία και να εξουσιάζουν με τα ίδια πολιτικά και αισθητικά εργαλεία.
Σήμερα, 70 χρόνια μετά την επιβολή της μεταξική δικτατορίας η πολιτική πραγματικότητα παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες. Στην ιστορία είναι λάθος να προβαίνεις σε απευθείας ταυτίσεις εποχών, συνθηκών και προσώπων αφού ο ιστορικός χρόνος καθιστά όλα τα παραπάνω μοναδικά. Εν τούτοις τα κυρίαρχα μορφολογικά χαρακτηριστικά εποχών και φάσεων προσφέρονται για κάποιες συγκριτικές αναγνώσεις.
Την τελευταία δεκαετία στην χώρα μας παρατηρείται μια έντονη αποδημοκρατικοποίηση σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου βίου. Το φαινόμενο αυτό, το οποίο δεν είναι μόνο ελληνικό, συνοδεύεται και από πολιτισμικά χαρακτηριστικά που με την σειρά τους διακρίνονται από υπεραπλουστευμένες αναλύσεις, επιπόλαιες σε βαθμό χυδαιότητας πολιτικές επιχειρηματολογίες και εν γένει συμπεριφορές που πόρρω απέχουν από τις πολιτικές παραδόσεις του 19ου και 20ου αιώνα. Με απλά λόγια ο  συντηρητισμός αν και εντοπίζεται παντού στην νεότερη και σύγχρονη Ευρώπη, τις τελευταίες δεκαετίες αρχίζει να κανονικοποιείται για άλλη μια φορά στην ιστορία της.
Μια προφητική εκτίμηση ότι η παρούσα κατάσταση θα οδηγήσει νομοτελειακά σε πολιτικά μορφώματα όπως αυτό του Μεταξά είναι ριψοκίνδυνη. Οι λόγοι είναι δύο. Αρχικά η διαφορά της σημερινής εποχής με την τότε είναι ότι σήμερα τα ίδια τα αστικοδημοκρατικά σχήματα στην Ευρώπη φαίνεται να ενσωματώνουν πολλές από τις υπεραπλουστεύσεις των αυταρχικών καθεστώτων του Μεσοπολέμου. Πραγματικά οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι οι έννοιες της Δημοκρατίας, της Ευρώπης, του Κράτους έχουν επανοηματοδοτηθεί τις τελευταίες δεκαετίες  καταλήγοντας σε υβριδικές έννοιες που όταν διανθίζονται με τεχνοκρατικές αναλύσεις φανερώνουν πολλές από τις πολιτικές προτεραιότητες των αυταρχικών καθεστώτων του Μεσοπολέμου. Υπό αυτή την έννοια, εφόσον εδραιωθεί αυτή η πολιτική κουλτούρα και συνεχίσει να είναι κυρίαρχη , είναι άγνωστο σε τι θα καταλήξει. Από την άλλη, ο αισιόδοξος λόγος για να μην προδικάζουμε αρνητικά το πολιτικό μας μέλλον είναι ότι τα  πολιτικά υποκείμενα δεν έχουν πει ακόμα την τελευταία τους λέξη.
Επιστρέφοντας στην ιστορία ο Μεταξάς έμεινε στην ιστορία για ένα ΌΧΙ το οποίο δεν είπε ποτέ. Οι πολιτικοί του κληρονόμοι τον συνέδεσαν αυθαίρετα με τον ηρωικό αγώνα ενός λαού απέναντι στον φασισμό επισκιάζοντας την σπουδαία λαϊκή Αντίσταση. Ενδεικτικό είναι ότι ο θάνατος του εν μέσω μαχών  δεν επηρέασε καθόλου την εξέλιξη του πολέμου αφού ήταν εξ΄αρχής μια λαϊκή υπόθεση και όχι δική του. Πριν λίγες μέρες ένα άλλο αντίστοιχοΟΧΙ ειπώθηκε από την ελληνική κοινωνία. Όσο ετερογενές και αν ήταν εξέφρασε μια δυναμική, μια πολιτική τοποθέτηση ενός λαού απέναντι στις αντιλαϊκές πολιτικοοικονομικές πρακτικές που δεσπόζουν στην Ελλάδα και την σύγχρονη Δύση. Αυτή κατά την γνώμη μου είναι για την ώρα και η πιο ασφαλής και ψύχραιμη ερμηνεία του έως ότου  οι ανθρωπιστικές επιστήμες καταλήξουν στα πολιτισμικά και πολιτικά χαρακτηριστικά του κόσμου που πήρε αυτή την  θέση στο πρόσφατο δημοψήφισμα. Αν λοιπόν η ιστορία επαναλαμβάνεται, το επόμενο στάδιο μετά από το πρόσφατο  ΟΧΙ μπορεί να είναι η Αντίσταση.-
[i] Hobsbawm, E, Η Εποχή των Άκρων,Θεμέλιο,2004,Αθήνα
[ii] Σβορώνος,N, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας,Θεμέλιο,1999,Αθήνα,σσ.128-136
[iii] Α’ Ελληνική Δημοκρατία θεωρείται η προσωρινή κυβέρνηση κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης
[iv] Σβορώνος,N, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας,Θεμέλιο,Αθήνα,1999,σ.129
[v] Οπ.π
[vi] Μαυρογορδάτος, Γ, Μεταξύ Δύο Πολέμων-Πολιτική Ιστορία 1922-1940Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, έκδοση Τα Νέα, τ. 7, 2003,Αθηνα, σ.30
[vii] Ο Στάνλευ Πειν  στο βιβλίο του, η ιστορία του Φασισμού, το χαρακτηρίζει ως ημιπλουραλιστικό αυταρχικό καθεστώς χωρίς μαζική υποστήριξη. που επεδίωκε να αναπτύξει ένα ημιγραφειοκρατικό ημιφασιστικό κίνημα χωρίς επιτυχία. Στάνλεϊ Πέιν, Η Ιστορία Του Φασισμού, Φιλίστωρ, 2000, Αθήνα, σ. 649
[viii] Ελένη Μαχαιρά, Η Νεολαία της 4ης Αυγούστου, ιστορικό αρχείο ελληνικής νεολαίας-Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, 1987, Αθήνα
[ix] Από τις διαλέξεις της καθηγήτριας νεότερης και σύγχρονης Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Χρ Αυλάμη πάνω στην Ιστορία και τον Τύπο: Το μεταξικό παράδειγμα
[x] Σβορώνος,N, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας,Θεμέλιο,Αθήνα,1999,σ.132
[xi] Μαυρογορδάτος, 2003/Πέιν, 2000
[xii] Καγιαλής,Τα, Λογοτεχνία και Πνευματική Ζωή, Ιστορία της Ελλάδος του 20ου αι, τόμος Β2 ,εκδ Βιβλιόραμα, , Αθήνα, 2005, σ.235
[xiii] Μαχαίρα,1987
[xiv] Λούκατς,Γκ, Μελέτες για τον Ευρωπαϊκό ρεαλισμό, Μπουκουμάνης
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
I.Οι Τέχνες στην Ευρώπη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου:
Eric Hobsbawm, Η Εποχή των Άκρων, εκδ. Θεμέλιο,Αθήνα, 2004
Michael Payne, A Dictionary of Cultural and Critical Theory, Blackwell, London 2005
John Willet, The New Sobriety: Art and Politics in the Weimar Period, London, 1978
Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Εκδ Πατάκης, Αθήνα,2007
Γιώργου Χασιάκου, Ερμηνευτικό Λεξικό των –ΙΣΜΩΝ, εκδ. Επικαιρότητα, Αθήνα 1988
Πάρης Σπίνου, Το Τελάρο Βάφτηκε Κόκκινο, ένθετο Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, Νο 311, 4/11/2007
ΙΙ. Η Ελλάδα της μεταξικής περιόδου.
Μαυρογορδάτος,Γ, Μεταξύ Δύο Πολέμων-Πολιτική Ιστορία 1922-1940Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, έκδοση Τα Νέα, τ. 7, Αθήνα, 2003.
Αλιβιζάτος,Ν, Οι Πολιτικοί Θεσμοί σε Κρίση 1922-1974- Όψεις της Ελληνικής Εμπειρίας, Εκδ Θεμέλιο, Αθήνα,1995
Σβορώνος,Ν, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, εκδ Θεμέλιο, Αθήνα,1999
Πέιν, Σ, Η Ιστορία Του Φασισμού, εκδ. Φιλίστωρ, Αθήνα, 2000
Μαχαιρά, Ε, Η Νεολαία της 4ης Αυγούστου, ιστορικό αρχείο ελληνικής νεολαίας-Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα, 1987
Λιναρδάτος,Σπ, 4η Αυγούστου, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 1988
III.Πνευματικές αξίες και λογοτεχνία στην Ελλάδα της περιόδου 1930-1936.
Πολυκανδριώτη,Ουρ, Η Λογοτεχνία- Τα Χρόνια του Μεσοπολέμου και η Γενιά του 30,Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, έκδοση Τα Νέα, τ. 7, Αθήνα, 2003
Βουρνάς,Τ, Μια επισκόπηση των πνευματικών αξιών στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1930-1936, Επιθεώρηση Τέχνης, Τεύχος 89 ,Αθήνα, Μάιος 1962.
Κοτζιά,Ε, Ιδέες και Αισθητική: Μεσοπολεμικοί και Μεταπολεμικοί Πεζογράφοι 1930-1974, εκδ. Πόλις ,Αθήνα, 2004
Καγιαλής,Τα, Λογοτεχνία και Πνευματική Ζωή, Ιστορία της Ελλάδος του 20ου αι, τόμος Β2 ,εκδ Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2005
IV.Η Λογοτεχνία την μεταξική περίοδο:
Vitti,Μ Η Γενιά του Τριάντα, εκδ Ερμής, Αθήνα , 2004
Καγιαλής,Τ Λογοτεχνία και Πνευματική Ζωή, Ιστορία της Ελλάδος του 20ου αι, τόμος Β2 ,εκδ Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2005
V. Η Τέχνη στην μεταξική Ελλάδα.
Ευθυμία Γεωργιάδου-Κουντουρά Ελληνική Τέχνη 1922-1940Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, έκδοση Τα Νέα, τ. 7 , Αθήνα, 2003.
Ο Ευγένιος Θ. Ματθιόπουλος Εικαστικές Τέχνες, Ιστορία της Ελλάδος του 20ου αι, τόμος Β2 , Βιβλιόραμα, Αθήνα,
Λιάκος,Α Εργασία και πολιτική στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου,Αθήνα, 1993
VI. Διανοούμενοι και Ολοκληρωτισμός.
Ήγκλετον,Τ Ο Μαρξισμός και η Λογοτεχνική Κριτική,  Ύψιλον, Αθήνα, 1981
Γκράμσι, Οι Διανοούμενοι, Ηριδανός
Ζ.Π.Σαρτρ, Τι είναι λογοτεχνία;,  70-Πλανήτης, Αθήνα, 1971
Λούκατς, Μελέτες για τον Ευρωπαϊκό ρεαλισμό, εκδ Μπουκουμάνη

Πηγή – rproject

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου