Ελευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση
Φυσικά, η στερούμενη κάθε έννοιας λογικής και επιστημονικής στοιχειοθέτησης προσπάθεια να μπει «ταμπέλα με τιμή στη φύση» και την καλή κατάσταση των οικοσυστημάτων και των υδάτινων αποθεμάτων δεν είναι μια επινόηση του ελληνικού υπουργείου αλλά αποτελεί πάγια επιδίωξη πολυεθνικών εταιριών που με ρητορική δήθεν οικολογικής ευσυνειδησίας θέλουν να δημιουργήσουν μια «αγορά των οικοσυστημάτων» ακόμη και μια «αγορά νερού», παρόμοια με εκείνη των ρύπων Co2, που έχουμε δει εδώ και χρόνια πόσο λίγο βοήθησε στη μείωσή τους.
Διάστημα λιγότερο των δύο εβδομάδων διέθεσε το Υπουργείο Περιβάλλοντος για να τοποθετηθούν όχι δημόσια αλλά σε κάποια email υπαλλήλων του Υπουργείου οι ενδιαφερόμενοι πολίτες επί του σχεδίου Απόφασης της Εθνικής Επιτροπής Υδάτων με θέμα: «Έγκριση γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος. Μέθοδος και διαδικασίες για την ανάκτηση κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις του». Πριν εισέλθει κανείς στην ουσία αξίζει να παρατηρήσει ότι η διαδικασία που επιλέχθηκε δεν έχει καμιά ιδιότητα ισηγορίας και διαφάνειας με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε «δημόσια διαβούλευση» όπως πράττει το Υπουργείο. Αποφασίσαμε ωστόσο, αν και εν μέσω θέρους να κοινοποιήσουμε την θέση μας για το κείμενο που αναρτήθηκε στις 17 Αυγούστου (!) 2016, όχι μόνον στα εν λόγω email αλλά και με δελτίο τύπου προς όλους τους πολίτες καθώς αυτό το κείμενο ΥΑ που παρουσιάσθηκε εν μέσω καλοκαιριού από την Εθνική Επιτροπή Υδάτων, αλλάζοντας άρδην τον τρόπο που τιμολογείται το νερό κάθε χρήσεως το μετατρέπει κατ’ ουσίαν από κοινό αγαθό και απαραίτητο για τη ζωή πόρο, σε ένα εμπορευματοποιημένο προϊόν, με σκοπό το κέρδος.
Δυστυχώς για την ποιότητα του κράτους Δικαίου στην χώρα μας, η διάταξη που προωθείται ύστερα από την αποτυχημένη και επίμονη προσπάθεια κέντρων συμφερόντων εντός και εκτός χώρας για την άμεση και πλήρη ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης φέρνει «από το παράθυρο» παρόμοιες συνέπειες στους οικιακούς (αλλά όχι μόνο) καταναλωτές αφού καλούνται να πληρώσουν άρτι εφευρεμένα «κόστη» που αποδεικνύουν αμέσως ότι μέσω αυτού του σχεδίου μιλούμε πλέον για πλήρη εμπορευματοποίηση όχι μόνον των υπηρεσιών ύδρευσης αλλά και του ίδιου του νερού της χώρας μας.
Αυτά τα κέντρα κατάφεραν εδώ και καιρό να «επηρεάσουν» μέσω των λόμπι τους τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κι έτσι με το αρ. 9 της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ, προς την οποία το εθνικό δίκαιο εναρμονίζεται με την υπό «διαβούλευση» ΥΑ, τέθηκε θέμα Ανάκτησης Πλήρους Κόστους για της Υπηρεσίες Ύδατος. Σ’ αυτό τα κράτη οφείλουν να συνυπολογίζουν (όπως αναλύεται στο 2ο άρθρο της προς «διαβούλευση» ΥΑ) το Χρηματοοικονομικό κόστος, το Περιβαλλοντικό κόστος και το Κόστος Πόρου.
Για να αποκωδικοποιήσουμε την προσπάθεια παραπλάνησης που γίνεται εις βάρος των πολιτών χρειάζεται να αναφερθούμε στους τρεις ορισμούς που δίνονται σε αυτές τις έννοιες από τους συντάκτες του Σχεδίου.
Α. Ως «Χρηματοοικονομικό κόστος» ορίζεται «η οικονομική αποτίμηση του κόστους για όλα τα έργα, τις υποδομές και τις διαδικασίες που είναι απαραίτητες για τις υπηρεσίες παροχής ύδατος, για τις χρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 1 της ΥΑ. Το χρηματοοικονομικό κόστος περιλαμβάνει το κόστος κεφαλαίου, το λειτουργικό κόστος, το κόστος συντήρησης και το κόστος διοίκησης.
Σύμφωνα με αυτόν τον νέο ορισμό του χρηματοοικονομικού κόστους:
1) Οι καταναλωτές καλούνται να ξαναπληρώσουν για έργα υποδομών που μέσα από την φορολογία γενεών Ελλήνων αλλά και Ευρωπαίων (σε ότι αφορά τα έργα υποδομών που χρηματοδοτηθήκαν από ευρωπαϊκά κονδύλια), δανείων που σήμερα αποτελούν μέρος του δυσβάσταχτου δημοσίου χρέους αλλά και την συνεισφορά τους με την πληρωμή λογαριασμών και λοιπόν τελών έχουν ήδη πληρώσει και πληρώνουν σε βάθος δεκαετιών.
2) Καλούνται επίσης να πληρώσουν για ανύπαρκτα, υπό κατασκευή ή κακής ποιότητας έργα υποδομών σε περιοχές της επαρχίας όπου σε πολλές περιπτώσεις οι αρμόδιες υπηρεσίες αδυνατούν να παρέχουν καθαρό πόσιμο νερό και βεβαίως δεν υπάρχουν καν αποχετευτικά δίκτυα.
3) Καλούνται να πληρώσουν τα κέρδη των υπεργολάβων που λυμαίνονται των υπηρεσιών όπως πολύ σαφώς αναφέρει η ΥΑ στο Άρθρο 4 παρ 2 ββ) αφού μες το λειτουργικό κόστος συνυπολογίζεται και το «κόστος σύναψης συμβάσεων παροχής υπηρεσιών με τρίτους». Μόλις πρόσφατα μια τέτοια «καινοτόμα» σύμβαση υπογράφηκε από την ΕΥΔΑΠ προκειμένου μια ιδιωτική εταιρία να «αξιολογήσει» με το αζημίωτο το υπάρχον προσωπικό, κάτι που μέχρι σήμερα γινόταν χωρίς «κόστος» ενδοϋπηρεσιακά και που εν πάση περιπτώσει θα μπορούσε να βελτιωθεί επίσης ενδοϋπηρεσιακά αν υπήρχε χρεία.
4) Καλούνται να πληρώσουν το Κόστος Κεφαλαίου δλδ την απόδοση από εναλλακτικές τοποθετήσεις του (αρ 4 παρ.2.α.αβ). Αν μια επιχείρηση ύδρευσης π.χ. αποδείξει κάποια στιγμή πως θα κέρδιζε περισσότερα αν τα χρήματα που έδωσε για συντήρηση δικτύου τα είχε επενδύσει σε κάποια άλλη δραστηριότητα θα πρέπει εμείς να πληρώσουμε τα διαφυγόντα υποτιθέμενα κέρδη της; Ας μην πει κανείς αφελής ότι οι επιχειρήσεις ύδρευσης από το καταστατικό τους έχουν χρέος να επενδύουν μόνο στις υποδομές αφού μόλις φέτος η ΕΥΔΑΠ «επένδυσε» € 20.000.000 στην Attica Bank. Επιπλέον σύμφωνα με την ΥΑ θα πρέπει οι καταναλωτές να πληρώνουν και το «εύλογο κέρδος» των ιδιωτών επενδυτών σε ΕΥΑΘ και ΕΥΔΑΠ (Παράρτημα 1 α2) χωρίς βέβαια να προσδιορίζεται ποσοτικά η ευέλικτη έννοια «εύλογο», με μια πρόνοια πραγματικής κρατικής γενναιοδωρίας λες και στον ιδιωτικό τομέα οι επενδυτές έχουν καμιά εξασφάλιση κερδοφορίας όταν επενδύουν σε κάποια επιχείρηση. Φέτος ήταν σχεδόν 22 εκ. ευρώ το ύψος των μερισμάτων που διένειμε η ΕΥΔΑΠ που είχε κέρδη 138 εκ. αλλά καθώς φαίνεται το ποσό αυτό δεν είναι το «εύλογο» και θα πρέπει όλοι να δώσουμε κάτι παραπάνω.
Β. Ως «Περιβαλλοντικό κόστος» ορίζεται «η οικονομική αποτίμηση της απόκλισης της κατάστασης των υδάτων από την καλή κατάσταση, η οποία απαιτείται για τη βιώσιμη χρήση του υδατικού πόρου σύμφωνα με τους περιβαλλοντικούς στόχους του άρθρου 4 του Π.Δ. 51/2007».
1) Πεδίο δόξης λαμπρό ανοίγεται σε όποιον επιστήμονα θελήσει να ορίσει «κόστος ανά κυβικό μέτρο» όπως προβλέπει η ΥΑ για τα προς το παρόν νεφελώδη έργα αποκατάστασης (και άραγε γιατί δεν μελετάμε πρώτα ποια συγκεκριμένα θα μπορούσαν να είναι αυτά;) για να καταστεί «βιώσιμο» ένα υδατικό απόθεμα ή μια λεκάνη απορροής. Περιμένουμε να δούμε πόσες ΔΕΥΑ και πόσοι δήμοι που εξυπηρετούνται από ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ θα έχουν μηδενικά λοιπόν περιβαλλοντικά τέλη εκτός κι αν καμιά περιοχή της χώρας δεν έχει «βιώσιμα» υδατικά αποθέματα.
2) Ακόμη κι αν η επιστήμη τα καταφέρει είναι βέβαιο ότι η πολιτική θα αποτύχει. Στο εν λόγω σχέδιο καμιά συγκεκριμένη δράση δεν προσδιορίζεται και δεν ορίζεται ως υποχρεωτική. Τα χρήματα που θα συγκεντρώνονται από τα περιβαλλοντικά τέλη θα καταλήγουν στο περιβόητο και εν πολλοίς αδρανές «Πράσινο Ταμείο» κι από εκεί ποίος οίδε πού και κυρίως πότε αφού καμιά χρονική πρόβλεψη υποχρέωσης δεν ορίζεται παρά μόνον ο συντάκτης τα χαρακτηρίζει «ανταποδοτικά» διότι διαφορετικά θα ήταν κατάφωρα αντισυνταγματική η επιβολή τους.
3) Πως μπορεί να μην είναι προσχηματικό και εισπρακτικού χαρακτήρα το εν λόγω τέλος αν για παράδειγμα σε μια περιοχή της χώρας τα έργα αποκατάστασης του υδάτινου αποθέματος είναι τέτοια που θα εκτόξευαν το τέλος σε δυσθεώρητα ύψη;
4) Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και δύο από τις εξαιρέσεις από τα περιβαλλοντικά τέλη: (α) χρήστες οι οποίοι, με την εφαρμογή κατάλληλων πρακτικών ορθής διαχείρισης, συμβάλλουν στη διατήρηση ή/και βελτίωση της καλής κατάστασης των υδάτων, συμπεριλαμβανομένης της επαναχρησιμοποίησης λυμάτων και γ) λόγω γεωμορφολογικών ιδιομορφιών ή ακραίων κλιματικών συνθηκών. Οποιαδήποτε δλδ βιομηχανική μονάδα με πολιτική ισχύ π.χ. λόγω των θέσεων εργασίας που παρέχει παρουσιάζει «ορθή διαχείριση» εξαιρείται των τελών; Ή οποιοσδήποτε βουλευτής μπορέσει να χαρακτηρίσει τον δήμο εκλογής του ως «γεωμορφολογικά ιδιάζοντα» θα μπορεί να εξαιρεθεί του τέλους;
5) Εξωφρενική είναι δε η πρόβλεψη να πληρώνουν οι καταναλωτές για την ρύπανση των υδατικών συστημάτων, ακόμη κι αν δεν συνέβαλαν σε αυτή (αυτό ακριβώς προβλέπεται στην περίπτωση δ της 2ας παραγράφου του αρ. 5!!!) κι ακόμη κι αν αυτά ουδέποτε αποκαθίστανται; Θα ήταν χρήσιμο εδώ να μας απαντήσει ο Αν.Υπ. πόσες και ποιες από τις διαπιστωμένες περιπτώσεις ρύπανσης υδάτων έχουν αποκατασταθεί και ποιοι τις πλήρωσαν.
6) Γενικότερα είναι δυνατόν να ανοίγεται από τον ίδιο τον ορισμό του τέλους αυτού πεδίο για άνιση επιβάρυνση πολιτών που έχουν την ατυχία να ζουν σε υποβαθμισμένες υδρολογικά περιοχές και χωρίς να ευθύνονται επ’ ουδενί για την μέχρι τώρα διαχείριση των υδάτων στην προβληματική ζώνη;
Γ. Ως «Κόστος πόρου» ορίζεται «η οικονομική αποτίμηση άλλων εναλλακτικών χρήσεων του ύδατος, οι οποίες είναι αναγκαίες σε περίπτωση που το Υδατικό Σύστημα (ΥΣ) χρησιμοποιείται πέραν του ρυθμού της φυσικής του αναπλήρωσης».
Αυτός ο πλέον διάτρητος από τους ορισμούς των νέων ορισμών κόστους μας φέρνει στο νου την Χιλή. Εκεί οι μεγάλες επιχειρήσεις εκμετάλλευσης χαλκού, που έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν παραπάνω, χρησιμοποιούν το νερό των τοπικών πηγών και ποταμών ενώ οι κάτοικοι καταλήγουν να πίνουν αφαλατωμένο θαλασσινό, αφού μόνο τέτοιο υπάρχει διαθέσιμο σε οικονομικότερες τιμές. Θα πρέπει λοιπόν εφεξής να πληρώνουμε την διαφορά ως «κόστος πόρου» για να μην γίνει άλλη χρήση του νερού μας με μεγαλύτερο οικονομικό όφελος;
Mια μεγάλη βιομηχανική μονάδα πχ. εμφιαλώσεως που χρησιμοποιεί νερό πέραν του ρυθμού της φυσικής του αναπλήρωσης θα πληρώνει το «κόστος πόρου» και θα κερδοφορεί ησύχως παρότι καταστρέφει το υδατικό απόθεμα; Πώς κάτι τέτοιο συνάδει με την υποτιθέμενη επιδιωκόμενη «ορθολογική χρήση»;
Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι από όλη την υπόθεση «ανάκτησης κόστους» εξαιρούνται όλες οι υπηρεσίες ύδατος για ενεργειακή χρήση (αρ. 2 παρ.2.α της ΥΑ) και φυσικά είναι προφανές το γιατί αν ρίξει κανείς μια ματιά στον τρόπο λειτουργίας του ενεργειακού κλάδου στην χώρα μας.
Είναι σαφές σε όλους πως οι παραπάνω διατάξεις δεν αποσκοπούν σε τίποτε άλλο παρά στο να δώσουν εύσχημες δικαιολογίες για αύξηση της τιμής του νερού στο διηνεκές, με παρόμοιο τρόπο όπως διπλασιάστηκαν εν μία νυκτί τα τιμολόγια της ΔΕΗ με τις «ρυθμιζόμενες χρεώσεις».
Το σαθρό επιχείρημα ότι η αύξηση της τιμής θα οδηγήσει σε εξοικονόμηση και ορθολογική χρήση, έτσι ως εκ θαύματος, είναι μια κατάφωρη διαστρέβλωση της οικονομικής πραγματικότητας αφού ο έχων θα μπορεί άνετα να συνεχίσει να πληρώνει την υπερβολική κατανάλωση ενώ ο οικονομικά ασθενέστερος θα μετρά το νερό με το σταγονόμετρο.
Είναι μια ακόμη έμμεσης μορφής φορολόγηση, που απειλεί ευθέως το ανθρώπινο δικαίωμα για πρόσβαση σε νερό και υγιεινή όπως αυτό ορίστηκε από τον ΟΗΕ.
Τέλος, η λογική της ανάκτησης πλήρους κόστους έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον χαρακτήρα μιας υπηρεσίας κοινής ωφέλειας, χαρακτήρα που οι επιχειρήσεις ύδρευσης στην Ελλάδα φέρουν ακόμη αλλά και επιβάλλεται από το Σύνταγμα. Πέραν ενός λογικού για την συνέχιση της λειτουργίας τέτοιων επιχειρήσεων ποσοστού κέρδους, το οποίο αυτές ως ουσία κοινωφελείς, οφείλουν να επανεπενδύουν για την συντήρηση και βελτίωση των υποδομών και των δικτύων, οποιοδήποτε άλλο (κέρδος) απλώς είναι ανήθικο, επιβαλλόμενο σ’ εμάς που δεν έχουμε άλλην εναλλακτική λύση για να έχουμε πρόσβαση στον πλέον αναγκαίο πόρο.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, είμαστε παντελώς αντίθετοι στην επιχειρούμενη μετατροπή του κοινού αγαθού του νερού σε προϊόν και ζητούμε την πλήρη απόσυρση του υπό «διαβούλευση» κειμένου.
(σημείωση: Το κείμενο έχει δοθεί σε φορείς και συλλογικότητες και αναμένονται συνυπογραφές ενώ πριν τη λήξη της προθεσμίας θα αποσταλεί και στα email που έχουν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Υπουργείου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου