Κυριακή 28 Αυγούστου 2016

Δύο εκλογές και οι συντριπτικές τους επιπτώσεις*

Το Ποντίκι


του Ξενοφώντος Μπρουντζάκη
Ένα από τα βασικά ζητήματα για την κατανόηση της ταραγμένης εκείνης εποχής, το οποίο επηρέασε τις εξελίξεις που κατέληξαν στη Μικρασιατική καταστροφή, ήταν η πληθυσμιακή σύνθεση της χώρας, όπως αυτή προέκυψε μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Στη λεγομένη Παλαιά Ελλάδα ο πληθυσμός αποτελούνταν στη συντριπτική του πλειονότητα από Έλληνες. 
Τρεις δεκαετίες μετά την προσάρτησή της στο νεοελληνικό κράτος είχαν απομείνει στην περιοχή της Θεσσαλίας γύρω στους τρεις χιλιάδες Τούρκους, αριθμός που δεν επηρέαζε τις πολιτικές και κοινωνικές ισορροπίες. Το αντίθετο συνέβαινε, ωστόσο, με τις λεγόμενες Νέες Χώρες. 
 
Μετά τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων, σύμφωνα με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (28 Ιουλίου 1913), η Ελλάδα εξασφάλισε το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας, τη νότια Ήπειρο, σημαντικά νησιά στο Β. και Α. Αιγαίο (Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ικαρία) και την Κρήτη. Τα εδάφη αυτά ονομάστηκαν Νέες Χώρες και προστέθηκαν στην Παλαιά Ελλάδα όπως αυτή οριοθετούνταν πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους. Να σημειώσουμε ότι μέσα σε δέκα μήνες, η χώρα διπλασίασε σχεδόν τα εδάφη της και τον πληθυσμό της. Συγκεκριμένα, από 63.211 τ.χλμ. έφτασε να καταλαμβάνει 120.308 τ.χλμ. Εντυπωσιακή ήταν και η αύξηση του πληθυσμού: από 2.631.952 κατοίκους έφτασε στους 4.718.221. 
 
Επίσης, τα σύνορα διαμορφώθηκαν με ένα σημαντικό τμήμα της Βορειοδυτικής Μακεδονίας να προσαρτάται στη Σερβία και η Βουλγαρία να παίρνει το μεγαλύτερο μέρος της Δ. Θράκης. Ταυτόχρονα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ανέκτησε την Αν. Θράκη, ενώ τα Δωδεκάνησα παρέμειναν υπό τον έλεγχο των Ιταλών. Λίγους μήνες αργότερα, σύμφωνα με το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας, παραχωρήθηκε στην Αλβανία η Β. Ήπειρος, γεγονός που προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις των ελληνικών πληθυσμών της περιοχής. 
 
Σε αυτές τις Νέες Χώρες, οι αμιγώς ελληνικές κοινότητες πολλές φορές μειοψηφούσαν σε σχέση με το υπάρχον πολυεθνικό μωσαϊκό εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για παράδειγμα, τόσο στην Ήπειρο όσο και στη Μακεδονία οι μουσουλμάνοι και οι σλαβόφωνοι κατείχαν το μεγαλύτερο κομμάτι της αγροτικής γης. Η γηγενής Σεφαραδίτικη κοινότητα των Ισπανοεβραίων στη Θεσσαλονίκη ήλεγχε την οικονομία της πόλης. Όλοι αυτοί οι πληθυσμοί, παρόλο που βρίσκονταν εντός της ελληνικής επικράτειας, στην πιο ήπια μορφή παρέμεναν επιφυλακτικοί απέναντι στο ελληνικό κράτος, ενώ οι περισσότεροι ήταν φανερά εχθρικοί. Το ελληνικό κράτος δεν μπορούσε να τους διώξει ούτε και να τους στερήσει τα πολιτικά δικαιώματα, μια και είχαν την ελληνική υπηκοότητα – αν και τους είχε παραχωρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα η δυνατότητα να την αρνηθούν. Να σημειώσουμε εδώ ότι αυτές τις γεωγραφικές ανακατατάξεις ακολούθησαν και μια σειρά πολιτικών μεταρρυθμίσεων από μέρους του Βενιζέλου. Έτσι, σε πολιτικό επίπεδο συνεχίστηκαν αποφασιστικά από τις κυβερνήσεις Βενιζέλου οι μεταρρυθμίσεις που είχαν αρχίσει πριν από το 1912. Στο πλαίσιο αυτό, αναγνωρίστηκαν τα εργατικά σωματεία, θεσπίστηκαν μέτρα για την ασφάλιση των εργαζομένων και την καθιέρωση της οκτάωρης εργασίας και ιδρύθηκαν αγροτικοί συνεταιρισμοί.
 
Τα αποτελέσματα, ωστόσο, αυτής της πληθυσμιακής ανομοιογένειας στην ταραγμένη περίοδο που ακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους έως και τη Μικρασιατική καταστροφή καταγράφονται σε δυο χαρακτηριστικές εκλογικές αναμετρήσεις. Έχει τεράστιο ενδιαφέρον να μελετήσει κανείς τα αποτελέσματα αυτών των αναμετρήσεων. Το 1915, η επάνοδος του Βενιζέλου δεν μπορούσε να αλλάξει ριζικά την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Η αντιβενιζελική ουδετερόφιλη και γερμανόφιλη προπαγανδιστική εκστρατεία των πιο συντηρητικών κύκλων της χώρας, που χρηματοδοτούνταν από τη γερμανική πρεσβεία στην Ελλάδα, υποστηρίχτηκε ακόμα και από τη Σοσιαλιστική Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης, που άσκουσε μεγάλη επιρροή επικαλούμενη τη συνήθη αντιπολεμική ρητορεία και τάχθηκε υπέρ του κυβερνητικού συνασπισμού που υποστήριζε την πολιτική του βασιλιά Κωνσταντίνου.
 
Τελικά, φαίνεται ότι το «προοδευτικό» πρόσημο που απέδιδαν ανέκαθεν στον εαυτό τους οι αριστερές δυνάμεις στην Ελλάδα δεν τις εμπόδισε να συνεργάζονται με τυχοδιωκτικά ακροδεξιά στοιχεία, όπως γίνεται φανερό. Κάτι που θυμίζει παρόμοιες συνεργασίες και στις μέρες μας… 
 
Ας επανέλθουμε, ωστόσο. Αν και τις εκλογές αυτές τις κέρδισε ο Βενιζέλος, έχει ενδιαφέρον να δούμε τι ψήφισαν οι αλλοεθνείς πληθυσμοί, οι οποίοι δεν μπορούσαν να αποκλειστούν από τα πολιτικά δικαιώματα που τους χάριζε η ελληνική τους υπηκοότητα. Οι εκλογές του 1915 ήταν οι πρώτες στις οποίες έλαβαν μέρος οι λεγόμενες Νέες Χώρες που εντάχθηκαν στο ελληνικό κράτος. Στη Μακεδονία, η τουρκική κοινότητα, όπως και αυτή των Σεφαραδιτών Εβραίων και των Σλαβόφωνων (δηλαδή Βουλγάρων), ψήφισαν μαζικά κατά του Βενιζέλου. Είναι εντυπωσιακό ότι από τις 74 έδρες που κατέλαβε η αντιβενιζελική παράταξη, οι 69 προήλθαν από την ψήφο των Νέων Χωρών, εξουδετερώνοντας τη βενιζελική πλειοψηφία με τις γνωστές τραγικές συνέπειες. Για την ακρίβεια, η αντιπολεμική αντιβενιζελική παράταξη εξέλεξε 16 Τούρκους μουσουλμάνους, 5 Εβραίους και έναν σλαβόφωνο. 
 
Χαρακτηριστικά αναφέρει ο Μαυρογορδάτος στο βιβλίο του «1915, ο εθνικός διχασμός», εκδόσεις Πατάκη: « Τη στιγμή που κρινόταν αν η Ελλάδα θα πολεμήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία και (προοπτικά) τη Βουλγαρία, συνιστούσε ασφαλώς υπέρτατη ειρωνεία και ανυπόφορο οξύμωρο στα μάτια των Βενιζελικών να ψηφίζουν συμπαγείς μάζες Τούρκων και Βουλγάρων στις ελληνικές εκλογές επηρεάζοντας το αποτέλεσμα». 
 
Στις επίσης εθνικά κρίσιμες εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920 επαναλήφθηκε το ίδιο σκηνικό: Οι αντιβενιζελικοί κέρδισαν 69 από τις 74 έδρες της Μακεδονίας χάρη στην ψήφο των αλλοεθνών. Κατά συνέπεια, η τελική έκβαση των εκλογών που οδήγησε στην εθνική καταστροφή μπορεί να αποδοθεί κάλλιστα και στην ψήφο των αλλοεθνών της Μακεδονίας. Τόσο ήταν το μίσος εναντίον του Βενιζέλου – που μόλις πριν από δύο χρόνια είχε διπλασιάσει την Ελλάδα –, ώστε στη Θεσσαλονίκη η Πηνελόπη Δέλτα έγραφε χαρακτηριστικά στο ημερολόγιό της στις 5 Δεκεμβρίου 1920: «Στρατιώτες Έλληνες αντάλλασσαν τα πηλίκια τους με τα φέσια των Τούρκων και Εβραίων και Τούρκοι και Εβραίοι φώναζαν: “Ελιά” και “Ζήτω ο Κώτσος!”».
 
Ό,τι ακριβώς είχε πράξει η εβραϊκή Φεντερασιόν στις εκλογές του ’15, έπραξε το ΣΕΚΕ (μετέπειτα ΚΚΕ) που τάχθηκε με τη φιλοβασιλική πλευρά στη γενική αντιβενιζελική υστερία στις εκλογές του ’20 – με τις γνωστές τραγικές συνέπειες για τον ελληνισμό (δίνοντάς μας κι ένα πρώτο δείγμα γραφής για το τι θα σήμαινε «προοδευτικό κίνημα» στην Ελλάδα…). 
 
Τέλος, καλό είναι εδώ να θυμίσουμε ότι το 1917, η προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης ενθαρρύνει την ίδρυση εργατικού κέντρου εκεί, προφανώς για να αντισταθμίσει την επιρροή της εβραϊκής Φεντερασιόν, κι έναν χρόνο αργότερα η κυβέρνηση Βενιζέλου συμβάλλει αποφασιστικά στην ίδρυση τόσο της ΓΣΕΕ όσο και του ΣΕΚΕ. 


Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 1930 στις 18-08-2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου