Μετά την σύσταση του ελληνικού κράτους, με την συνθήκη του Λονδίνου το 1830, πρώτη δουλειά των "προστάτιδων δυνάμεων" (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) ήταν να κανονίσουν το πολίτευμα του νεοσύστατου κράτους. Τι άλλο θα επέλεγαν παρά "ελέω θεού μοναρχία"; Και, μάλιστα, με κάποιο "κουτσούνι", το οποίο θα είχαν του χεριού τους;
Έτσι, λοιπόν, απευθύνθηκαν στον Λεοπόλδο της Σαξωνίας, γυιο του Φραγκίσκου, Δούκα του Sachsen-Coburg-Saalfeld. Ο νεαρός Λεοπόλδος δεν ενθουσιάστηκε με την ιδέα να αφήσει τα σαλόνια της κεντρικής Ευρώπης και να κατηφορίσει σε μια ρημαγμένη γωνιά των Βαλκανίων, οπότε αρνήθηκε την πρόταση. Πάντως, η άρνηση αυτή δεν του βγήκε σε κακό, αφού λίγο αργότερα έγινε βασιλιάς ενός άλλου νεοσύστατου κράτους, του Βελγίου.
Τότε, οι "προστάτες" μας στράφηκαν στον Λουδοβίκο, τον τότε διάδοχο (και μετέπειτα βασιλιά) της Βαυαρίας, ζητώντας τον δευτερότοκο γυιο του για τον νεοσύστατο θρόνο της Ελλάδας. Η συμφωνία έκλεισε σύντομα και ο Όττο Φρίντριχ Λούντβιχ φον Βίττελσμπαχ αναγορεύτηκε σε βασιλιά των ελλήνων, με το όνομα Όθων. Ως "προίκα" του 17χρονου βασιλιά, οι "προστάτιδες δυνάμεις" εγγυήθηκαν και χορηγήθηκε στη χώρα μας δάνειο 64 εκατομμυρίων φράγκων. Το δάνειο συνομολογήθηκε (όπως συνομολογήθηκε, εν πάση περιπτώσει) και διατέθηκε μεταξύ των "προστάτιδων δυνάμεων" και της Βαυαρίας ερήμην της Ελλάδος, την οποία όμως δέσμευε! Με απλά λόγια: εμείς χρεωθήκαμε αλλά τα λεφτά τα κράτησαν οι "μεγάλοι" για να τα διαχειριστούν για λογαριασμό μας!
Το δάνειο εκδόθηκε υπό το άρτιο (όπως θα λέγαμε σήμερα), αποδίδοντας σκάρτα 57 εκατομμύρια. Μ' αυτά τα λεφτά πληρώθηκαν αμέσως τόκοι, χρεωλύσια, χρέη και έξοδα. Επίσης, μ' αυτά τα λεφτά εξαγοράστηκε ένα κομμάτι της Φθιώτιδας, για να προστεθεί στο νεοσύστατο κράτος. Τελικά, μ' αυτά και μ' αυτά, από τα αρχικά 64 εκατομμύρια φράγκα, απέμειναν μόλις 9,3 εκατομμύρια, τα οποία διετέθησαν αποκλειστικά στην οργάνωση του στρατού. Για την ακρίβεια, το μεγαλύτερο κομμάτι τους διατέθηκε για τις αμοιβές των άγγλων, γάλλων, ρώσσων και γερμανών στρατιωτικών που κλήθηκαν για να οργανώσουν τον -ανύπαρκτο- τακτικό ελληνικό στρατό.
Φυσικά, στο μεταξύ έτρεχαν τόκοι και χρεωλύσια. Έτσι, το 1843 η Ελλάδα βρέθηκε να είναι υποχρεωμένη να πληρώνει ετησίως 6 εκατομμύρια δραχμές για εξυπηρέτηση του χρέους της, όταν το σύνολο των τακτικών εσόδων της ήταν 14 εκατομμύρια δραχμές! Αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς ότι τέτοια εξυπηρέτηση χρέους ήταν πρακτικά ανέφικτη. Αυτή η αδυναμία του κράτους απετέλεσε εξαιρετική ευκαιρία για τις "προστάτιδες δυνάμεις" να επιτύχουν τους πολιτικούς τους στόχους στην χώρα μας. Άλλωστε, στο άρθρο 12 της υπογραφείσης μεταξύ της Βαυαρίας και των τριών δυνάμεων συνθήκης, δια της οποίας κυρώνονταν οι όροι της συμφωνίας για την εκλογή του Όθωνα ως βασιλιά της Ελλάδας και οι όροι της χορήγησης του δανείου, αναφερόταν καθαρά ότι: "ο Ηγεμών της Ελλάδος και το Ελληνικόν Κράτος υποχρεούνται να αφιερώσι προ παντός άλλου εξόδου εις την πληρωμήν και του χρεωλυσίου του δανείου τας πρώτας εισπράξεις του δημοσίου ταμείου". Επίσης, το ίδιο άρθρο όριζε ότι: "οι διπλωματικοί αντιπρόσωποι των τριών Αυλών θέλουσιν ειδικώς επιφορτισθή να επαγρυπνούν εις την εκτέλεσιν του τελευταίου τούτου όρου". Η συγκεκριμένη διάταξη απετέλεσε το σπέρμα του θεσμού του διεθνούς ελέγχου.
Με απλά λόγια, οι "προστάτες" μας συμφώνησαν και μας είπαν: πρώτα θα πληρώνετε όσα μας χρωστάτε (ή, μάλλον, όσα εμείς συμφωνήσαμε ότι μας χρωστάτε) και ύστερα, αν περισσέψει κατιτίς, φάτε και σεις κανένα ψίχουλο. Δεν χρειάζεται να διαθέτει πολύ μυαλό ο μελετητής της Ιστορίας για να διαπιστώσει τα κοινά γνωρίσματα εκείνης της κατάπτυστης συμφωνίας με το σημερινό μνημόνιο. Οπωσδήποτε, δικαιώνονται όσοι υποστηρίζουν ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται.
Τέλος πάντων, υπ’ αυτές τις συνθήκες, η Ελλάδα αναγκάστηκε το 1843 να δηλώσει, για δεύτερη φορά, αδυναμία πληρωμής των εξωτερικών υποχρεώσεών της. Είχαν περάσει μόλις 22 χρόνια από το ξέσπασμα της Επανάστασης και ο τόπος πτώχευε για δεύτερη φορά. Οι "προστάτιδες δυνάμεις" έτριβαν τα χέρια τους. Τώρα, μπορούσαν να παραμερίσουν τους βαυαρούς και να πάρουν απροκάλυπτα στα χέρια τους την διαχείριση του τόπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου