Ευάγγελος Κ. Τσεκούρας, δικηγόρος
Με καθυστέρηση είκοσι ετών από την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ (1992), που εθέσπισε το μόρφωμα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (Ε.Ε.) και την «Οικονομική» Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ), και δέκα ετών από τη θέση σε επίσημη κυκλοφορία των χαρτονομισμάτων του ευρώ, η Ελλάδααρχίζει τη συζήτηση γύρω από αυτήν τη Συνθήκη, δηλαδή για το αν πρέπει να παραμείνει στο ευρώ ή να επιστρέψει στο πάτριο νόμισμα, είτε εθελουσίως είτε ακολουθούσα τις επιταγές ή συμβουλές των εταίρων, που θα αισθάνονταν ενδεχομένως λιγότερο ανασφαλείς έπειτα από μία ελληνική αποχώρηση / έξωση.
Η συζήτηση που αρχίζει γύρω από αυτό το ζήτημα έρχεται να αναπληρώσει τοολοκληρωτικό έλλειμμα ενός διαλόγου αναλυτικού και εμβεβαθυμένου, που όφειλε να είχε εξελιχθεί και καταλήξει πριν από την κύρωση από την Ελληνική Βουλή της Συνθήκης του Μάαστριχτ ή, εν πάση περιπτώσει, πριν από την υλική της πραγμάτωση με την αντικατάσταση της δραχμής από το ευρώ, την 1η Ιανουαρίου 2002.
Η έκταση και το βάθος των τότε σχετικών δημοσίων συζητήσεων μπορεί να βρουν αντιστοιχία με το πρώτο δημοψήφισμα για το χουντικό σύνταγμα (Σεπτέμβριος 1968), αφού για το δεύτερο (Ιούλιος 1973) είχαν δοθεί κάποια περιθώρια κριτικής στο πλαίσιο μιας αμφιλεγόμενης φιλελευθεροποιήσεως του στρατιωτικού καθεστώτος.
Ένας ορυμαγδός καθεστωτικής προπαγάνδας για την ευρωστία και το κύρος που θα αποκτούσαν η χώρα και οι πολίτες της χρησιμοποιώντας το ίδιο νόμισμα με τους ισχυρούς της Δυτικής Ευρώπης, είχε εξοβελίσει κάθε ουσιαστική συζήτηση σχετικά με τις έννοιες του νομίσματος και της νομισματικής πολιτικής και τη σχέση που αυτά έχουν με την εθνική οικονομία, την οποία εκφράζουν και πρέπει να υπηρετούν.
Ενιαίο μόνο το νόμισμα
Έτσι η Ελλάδα, χωρίς κανέναν ουσιαστικό διάλογο και ενημέρωση, έγινε μέλος μιας νομισματικής ενώσεως τελικώς 17 χωρών, οι οποίες έχουν το ίδιο νόμισμα και την ίδια νομισματική πολιτική, αλλά έχουν 17διαφορετικούς προϋπολογισμούς, 17 διαφορετικές φορολογικές νομοθεσίες, 17 διαφορετικά ΑΕΠ με 17διαφορετικά ποσοστά δημοσίου χρέους και δημοσιονομικού ελλείμματος υπολογιζόμενα επί του ΑΕΠ, 17διαφορετικά ύψη πληθωρισμού, 17 διαφορετικά ισοζύγια εξωτερικών τρεχουσών συναλλαγών, 17 διαφορετικά ποσοστά αναφερόμενα στην ύφεση και στην ανεργία κ.ο.κ.
Δηλαδή, παρά το ενιαίο νόμισμα, οι οικονομίες των κρατών - μελών είναι αυστηρά διαχωρισμένες μεταξύ τους, διατηρούσες τον εθνικό / κρατικό χαρακτήρα τους και βάσει των ιδίων εθνικών οικονομικών δεδομένων υποχρεούνται να προσαρμοσθούν στα κριτήρια εισόδου και παραμονής στη νομισματική ζώνη.
Έτσι βρισκόμαστε στο οικονομικό αλλά και λογικό παράδοξο χώρες με μεγάλες έως τεράστιες οικονομικές αποκλίσεις, διαφορετικές δομές στην οργάνωση και διάρθρωση της παραγωγής και κυρίως στον τρόπο του σκέπτεσθαι και του ενεργείν των οικονομούντων προσώπων, να ζουν και να δραστηριοποιούνται κάτω από την ομπρέλα του ιδίου νομίσματος, τη λειτουργία του οποίου (κυκλοφορία, συναλλαγματικές ισοτιμίες, ύψος επιτοκίου) καθορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ως ανεξάρτητο και ανέλεγκτο όργανο, υπακούουσα μόνον στις περιγραφόμενες στη Συνθήκη απρόσωπες διατάξεις ενός άτεγκτου νεοφιλελευθερισμού.
Σε αυτόν τον «πυλώνα» του ευρωπαϊκού οικοδομήματος / μορφώματος πρέπει να συστοιχηθεί και ένας άλλος, που αφορά στην ενιαία αγορά, δηλαδή στην πλήρη κατάργηση των εσωτερικών συνόρων μεταξύ των κρατών - μελών και την ελεύθερη και ανεμπόδιστη κυκλοφορία προσώπων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών, στην εγκατάσταση επαγγελματιών και επιχειρήσεων με απρόσκοπτη εξαγωγή και διακίνηση κεφαλαίων.
Έτσι, ενώ έχουμε μία ενιαία αγορά με τους ίδιους αυστηρούς όρους ανταγωνισμού και αδυναμία επιβολής μέτρων προστασίας της εθνικής παραγωγής, προστίθεται και η αδυναμία ενισχύσεώς της μέσω της υποτιμήσεως του εθνικού νομίσματος και της υιοθετήσεως κατάλληλων μέτρων χρηματοπιστωτικής πολιτικής, με αποτέλεσμα οι πλέον ανεπτυγμένες χώρες αυτού του «κλαμπ» να μπορούν ανενδοιάστως να αλώνουν και να εξαρθρώνουν τις οικονομίες των ασθενεστέρων, η δε μεταφορά πλούτου από τις μεν στις δε να φέρει την σφραγίδα της κοινοτικής «εταιρικής» νομιμότητας και όχι της, το πάλαι,αποικιοκρατικής ληστείας.
Ανεπίστροφος πορεία;
Το αναποφεύκτως διαμορφούμενο και συνεχώς μεγεθυνόμενο έλλειμμα στην ελληνική εθνική παραγωγή – αψευδής μάρτυρας η εξέλιξη του ελλείμματος στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών – ενισχυόμενο από τηνέλλειψη εθνικών σχεδίων και προοπτικών από μία ανυπόστατη «ιθύνουσα τάξη» (η ελίτ στη σύγχρονη εκφορά της), αναζήτησε κάλυψη από τον εξωτερικό δανεισμό που προσεφέρετο με μεγάλη ευκολία και σε χαμηλά επιτόκια, λόγω του ισχυρού νομίσματος που χρησιμοποιούσε η χώρα (ευρώ), προϊόν όμως όχι της δικής της οικονομικής ισχύος, αλλά «δάνειον» εκ της ισχύος των νομισματικών της συνεταίρων.
Αν εξακολουθούσε να είχε εθνικό νόμισμα, το οποίο θα εξέφραζε τις πραγματικές δυνατότητες της δικής της οικονομίας, ουδείς θα διενοείτο να δανείσει την Ελλάδα τόσο πολλά με τόσο χαμηλό επιτόκιο. Στην ανικανότητα και αρπακτικότητα της «ιθυνούσης» τάξεως προσετέθη και η καταναλωτική αποχαύνωση των κατά τα άλλα ευφυών Ελλήνων.
Όταν έφθασε η ώρα του λογαριασμού, που δεν γνωρίζω αν ήλθε νομοτελειακά ή επελέγη και οργανώθηκε με μία συνωμοτική μεθοδικότητα, σε μία ειλικρινή ίσως και σκόπιμη δήλωσή του, ως επιτομή της πληθώρας των τότε γενομένων εκτιμήσεων και αναλύσεων, ο Λουξεμβούργιος πρωθυπουργός και πρόεδρος του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ανέφερε πως «όλοι ξέραμε ότι η Ελλάδα δανειζόταν υπέρογκα ποσά, αλλά με αυτά αγόραζε προϊόντα της Γερμανίας και της Γαλλίας...».
Αντιπαρερχόμενος τον τρόπο και τις μεθόδους με τις οποίες σύρεται η Ελλάδα στην εξόφληση αυτού του λογαριασμού και στις καταλυτικές για την ίδια την υπόστασή της συνέπειές τους κατά την ιστορική περίοδο που διανύουμε, παρουσιάζεται το οξύμωροκαι ταυτόχρονα τραγικό φαινόμενο να χρησιμοποιείται επικοινωνιακώς ως εγγύηση σωτηρίας εν μέσω θεραπείας διά θανατηφόρων μέτρων η παραμονή στη ζώνη του ευρώ. Μάλιστα δε, ως προπαγανδιστικό μέσο, στέφεται και από απόλυτη επιτυχία, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα των τελευταίων βουλευτικών εκλογών.
Όμως το πλέον τραγικό είναι ότι η παραπάνω απειλή / υπόσχεση έχει μία βάση αληθείας, αφού η σημερινή Ελλάδα, στερούμενη «ηγέτιδας» τάξεως, δεν έχει διαμορφώσει ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο,όχι απλώς οικονομικό και επιχειρηματικό, το οποίο να μπορεί να εμπνεύσει εμπιστοσύνη και ενθουσιασμό στα αφυπνισμένα τμήματα της κοινωνίας. Μόνο ένα τέτοιο σχέδιο μπορεί να προσδώσει εμπιστοσύνη σε ένα νέο εθνικό νόμισμα, στο οποίο δεν θα απεικονίζονται μόνο, ως απειλούν οι ευρωπαϊστές, δηλαδή οικύριοι υπεύθυνοι της σημερινής καταστροφής, τα ερείπια και η σήψη του παρόντος και επομένως στερούμενο οιασδήποτε εσωτερικής αξίας, αλλά η προοπτική ενός διαφορετικού μέλλοντος.
Αν παραμείνουμε αδρανείς, λουφάζοντες στην ίδια πολιτική ψυχολογία, και παραμείνουμε αγκιστρωμένοι μέσα στο δόκανο του ευρώ, με την επικρεμάμενη απειλή ότι αποτινάσσοντες τις δαγκάνες του δόκανου θα ματώσουν κάποιες από τις σάπιες σάρκες μας, θα συνεχίσουμε απερίσπαστοι τηνανεπίστροφο πορεία του μνημονιακού θανάτου προς την ιθαγενοποίηση και τη γενικευμένη, όχι μόνον οικονομική, εξαθλίωση.
Ως επίμετρο: Η Ουγκάντα, ούσα βρετανική αποικία, χρησιμοποιούσε ως νόμισμα την περίβλεπτο βρετανική λίρα. Το ίδιο και η καθ’ ημάς Κύπρος, επιλέξασα όμως τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου