Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018

Ενεργειακός πλούτος – Ευχή ή κατάρα


του Θέμη Τζήμα

Οι φυσικοί πόροι και ειδικά ο ενεργειακός πλούτος, όπως το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο μπορεί να αποδειχτούν ή ευχή, ή και κατάρα. Πολύ συχνά δε, αποδεικνύονται το δεύτερο για τους λαούς των χωρών και των περιοχών. Δεν είναι μόνο ο κίνδυνος της «Ολλανδικής Ασθένειας», αυτής της ιδιότυπης και εν τέλει αυτοκαταστροφικής, «μονοκαλλιέργειας» των οικονομιών. Είναι επιπλέον και η πατερναλιστική, ή και ανοιχτά καταπιεστική, παρέμβαση μεγάλων δυνάμεων προς όφελος των εταιρειών τους, το αυταρχικό κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο, ο ετεροκαθορισμός των εθνικών πολιτικών, οι κίνδυνοι για περιφερειακές πολεμικές συγκρούσεις.
Όλα αυτά ισχύουν αν -και το «αν» πρέπει να τονιστεί- οι χώρες που εντοπίζουν και προσπαθούν να αξιοποιήσουν τέτοιους πόρους είναι στρατιωτικά και διεθνοπολιτικά αδύναμες, πολιτικά ανώριμες, εξαρτημένες από ξένους πάτρωνες ή/και εάν έχουν την ατυχία να βρίσκονται πάνω σε «τεκτονικές» πλάκες των διεθνών σχέσεων. Δυστυχώς, αρκετές εξ αυτών των συνθηκών ισχύουν για την Ελλάδα και την Κύπρο.
Μπορεί το γεωτρύπανο της ExxonMobil να ετοιμάζεται να πιάσει δουλειά και ο στόλος των ΗΠΑ να το προστατεύει, όπως και της Γαλλίας μελλοντικά θα προστατεύει τα γεωτρύπανα της Total, ωστόσο αυτοί οι στόλοι προστατεύουν ακριβώς συγκεκριμένες γεωτρήσεις μόνο. Αυτή η «προστασία» πολύ απέχει από προστασία των συμφερόντων Ελλάδας και Κύπρου συνολικά.

Σε αντίθεση με τις αφελείς(;) ή και συνειδητά στρεβλές αναλύσεις περί δήθεν οριστικής ρήξης Δύσης-Ερντογάν, που θα αναδείκνυε υποτίθεται την Ελλάδα σε πρόμαχο της Δύσης στην Ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία εξακολουθεί να είναι απαραίτητη και να ενισχύει τη θέση της ως προς τις ΗΠΑ πολύπλευρα, συνεργαζόμενη στρατιωτικά με τη Γερμανία. Αυτό μάλιστα γίνεται τη στιγμή που η τελευταία πρωτοστατεί στην αποδυνάμωση της δικής μας εθνικής άμυνας δια της λιτότητας και της εκτεταμένης διαφθοράς που οι εταιρείες της διαχρονικά προωθούν με τεράστιο κόστος για τη χώρα μας.
Όπως επίσης η Τουρκία παραμένει σε ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ, μεταξύ πολλών άλλων. Επιπλέον, επενδύει στην εγχώρια στρατιωτική της βιομηχανία, ακόμα και σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις, η Ελλάδα στέκει αμήχανη και εγκλωβισμένη στην εμμονική λιτότητα και σε νεοψυχροπολεμικές πατέντες, εξαιτίας ενός αδιανόητα κατώτερου των περιστάσεων, πολιτικού προσωπικού, τόσο της κυβέρνησης, όσο και της αντιπολίτευσης. Όσο η Ελλάδα ποντάρει σε πατρωνία και εν προκειμένω σε αυτή των ΗΠΑ και συμπληρωματικά στης Γαλλίας και στου Ισραήλ θέτει αντικειμενικά το πλαίσιο, εντός του οποίου θα τους παραχωρήσει ρόλου επιδιαιτητή,στην τελική μοιρασιά επί της Ανατολικής Μεσογείου.

Στον ρόλο του μικρού

Στα σημεία που τέμνονται τα συμφέροντα Ελλάδας και Τουρκίας, από τη μια πλευρά του τραπεζιού θα βρίσκονται οι ισχυροί «προστάτες» και από την άλλη η Τουρκία, με την Ελλάδα στο ρόλο του κατ’ ουσίαν, δια αντιπροσώπου παρεμβαίνοντος, αν όχι στον ρόλο του «μικρού». Το σκηνικό που στήνεται καθιστά τη συνδιαχείριση εις βάρος της Ελλάδας, των φυσικών πόρων στο Αιγαίο ή και στην Ανατολική Μεσόγειο, το μικρότερο κακό.
Άλλωστε, μια έντιμη συμφωνία με ελληνική, έγκαιρη, πρωτοβουλία δεν θα είναι απαραιτήτως καταστροφική. Ιδίως εάν το εναλλακτικό ενδεχόμενο είναι μια διαπραγμάτευση είτε μετά από θερμό επεισόδιο Ελλάδας-Τουρκίας με πρωτοβουλία της τελευταίας, είτε υπό την κηδεμονία των ξένων δυνάμεων.
Αυτό που θα αποδειχτεί ακόμα πιο καταστροφικό ακολούθως επεισοδίων, όπως τα παραπάνω, θα είναι μια τυχόν δικαίωση του νεοθωμανικού αναθεωρητισμού και μάλιστα σε πεδίο μείζονος οικονομικής σημασίας, σε συνδυασμό με μια διεθνώς και περιφερειακώς, εμπεδωμένη εικόνα αδυναμίας της Ελλάδας. Μια τέτοια συνθήκη θα οδηγήσει πιθανότατα στην επιβολή λύσης στο Κυπριακό με βάση κυρίως τις τουρκικές επιδιώξεις, σε έγερση ενδεχομένως ζητήματος Θράκης, αλλά και σε ευρύτερες ανακατατάξεις ισχύος στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή.

Οι επιλογές

Η Ελλάδα -όπως και η Κύπρος- έχουν ελάχιστο χρόνο, προκειμένου να λάβουν στρατηγικές αποφάσεις:
  • Η πρώτη -και εξαιρετικά αδύναμη σήμερα πια- επιλογή είναι η υπαναχώρηση από τη διερεύνηση και από την πιθανή εξόρυξη φυσικών πόρων.
  • Η δεύτερη επιλογή αφορά μια μέθοδο «επίλυσης» του ζητήματος δια της προσφυγής στη διεθνή δικαιοσύνη, με κοινή πρωτοβουλία και με κοινή δέσμευση πως οι όποιες αποφάσεις θα ακολουθηθούν πιστά. Η επιλογή αυτή είναι τόσο νομικά, όσο και πολιτικά δύσκολη, καθώς αναγκαστικά θα συμπαρασύρει και άλλα φλέγοντα ζητήματα, ενώ θα πρέπει να αποφύγει να τεθούν τα πάντα στη βάση παραλλήλων επιδιώξεων ισχύος. Ωστόσο, δίνει μια έντιμη διέξοδο στην προϊούσα, αυξανόμενη ένταση.
  • Η τρίτη επιλογή έχει να κάνει με μια άμεση και με ελληνική πρωτοβουλία προσφυγή σε διαπραγματεύσεις. Πρόκειται για λύση που δοκιμάστηκε μέχρι ενός σημείου και στο παρελθόν, αλλά τελικά δεν απέδωσε. Μπορεί, βέβαια, κανείς να υποθέσει ότι σήμερα, το υψηλό επίδικο θα επιφέρει νέα αποτελέσματα. Και πάλι, ωστόσο, δικαιούται κανείς σοβαρά να αμφιβάλλει.
  • Η τέταρτη επιλογή, που στην πραγματικότητα θα πρέπει να διατρέχει τις άλλες τρεις αφορά την πραγματική στρατιωτική και την πολύπλευρη, διεθνοπολιτική ενίσχυση Ελλάδας – στην πραγματικότητα και της Κύπρου. Με άλλα λόγια ένας συνδυασμός γρήγορης εξόδου από τη λιτότητα και απειθαρχίας εντός ευρώ, έμφασης στην εγχώρια αμυντική -και όχι μόνο- βιομηχανία, εξωστρέφειας προς τα Βαλκάνια και πραγματικής επαναπροσέγγισης της Ελλάδας με άλλες παγκόσμιες, όπως και περιφερειακές δυνάμεις, σε αντίθεση με τη σημερινή πατρωνία.
Κατά τη γνώμη του γράφοντος θα πρέπει στα σοβαρά να δούμε ένα συνδυασμό της δεύτερης και της τέταρτης επιλογής. Δεν θα είναι εύκολο, αλλά παρέχει διέξοδο σε μια πορεία που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους.

Πηγή slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου