του Σταύρου Λυγερού
Με το άνετο δημοσκοπικό προβάδισμα της ΝΔ να έχει σταθεροποιηθεί, αλλά, όπως συμβαίνει πάντα με τα κυβερνώντα κόμματα, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αναζητάει απεγνωσμένα τρόπους πολιτικής αντεπίθεσης, με σκοπό να διαλύσει τη διάχυτη εντύπωση ότι η ήττα του στις επόμενες εκλογές είναι αναπόφευκτη. Όπως φαίνεται, όμως, οι δανειστές μπορεί να λένε καλά λόγια για την κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά -προς το παρόν τουλάχιστον- δεν έχουν πράξει οτιδήποτε για να την διευκολύνουν πολιτικά.
Η αδιάλλακτη στάση του Βερολίνου δεν επιτρέπει δραστικά μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους. Ο επόμενος μήνας, πάντως, θα είναι εξαιρετικά κρίσιμος όχι μόνο για την οριστικοποίηση του καθεστώτος που θα ισχύσει στη μεταμνημονιακή εποχή, αλλά και για τις συνθήκες που θα επικρατήσουν στην πολιτική σκηνή μετά το καλοκαίρι. Υπενθυμίζουμε ότι ο Τσίπρας διεκδικούσε εδώ και ενάμιση χρόνο τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, αλλά προσέκρουσε στην άρνηση του Βερολίνου. Έτσι η Ελλάδα έμεινε εκτός του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Η αποτυχία σ’ αυτό το μέτωπο ήταν ένας πρόσθετος λόγος που εξώθησε το Μαξίμου να υψώσει εμπράκτως τη σημαία του πολέμου εναντίον της διαπλοκής-διαφθοράς, κλιμακώνοντας τις κινήσεις του σ’ αυτό το μέτωπο, όπως έδειξε και η υπόθεση Novartis. Μένει να αποδειχθεί, όμως, εάν διαθέτει πραγματικά πυρομαχικά.
Και δημοσκοπικά και εμπειρικά είναι σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ναι μεν έχει χάσει εκλογικό έδαφος, αλλά δεν καταρρέει. Οι πολίτες είναι σε συντριπτικό βαθμό δυσαρεστημένοι μαζί της. Το ποσοστό που έχει θετική γνώμη για το έργο της έχει πέσει πολύ πιο κάτω από το 20%. Από την άλλη πλευρά, όμως, το ρεύμα προς τη ΝΔ είναι μάλλον ασθενές, χωρίς να αμφισβητείται, βεβαίως, το σαφές εκλογικό προβάδισμά της.
Ασταθής πολιτική ισορροπία
Τα παραπάνω στοιχεία σκιαγραφούν μία ασταθή πολιτική ισορροπία. Ενώ η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών δυσφορεί, παίρνει αποστάσεις από την κυβέρνηση και συχνά στρέφεται εναντίον της, δεν είναι διατεθειμένη να στρατευθεί σε μία εκστρατεία για την άμεση ανατροπή της. Κι αυτό, επειδή δεν βλέπει πραγματικά εναλλακτική πολιτική λύση.
Η βασική αιτία της διάχυτης κοινωνικής δυσαρέσκειας είναι τα αλλεπάλληλα επώδυνα μνημονιακά μέτρα (ασφυξία στην αγορά, υπερφορολόγηση, περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, πλειστηριασμοί κλπ). Πέρα από την οργή τους για τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση, στη μεγάλη πλειονότητά τους οι πολίτες θεωρούν πως η επάνοδος της ΝΔ στην εξουσία δεν θα άλλαζε ουσιαστικά τα πράγματα, ενδεχομένως για τα χαμηλά εισοδήματα να την έκανε και χειρότερη.
Κρίνοντας και από το παρελθόν και από τις διακηρύξεις του Κυριάκου Μητσοτάκη θεωρούν ότι μία μελλοντική κυβέρνησή του θα κινηθεί στις ίδιες ακριβώς μνημονιακές ράγες. Μετά από τόσα χρόνια Μνημονίων, οι Έλληνες έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι κυβερνήσεις που εκλέγουν δεν αποφασίζουν για τα μείζονα. Απλώς –με το μαχαίρι στο λαιμό ή και με δική τους βούληση– εκτελούν τις εντολές των δανειστών.
Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι πάντα υπάρχει ένας παράγοντας αδράνειας στην εκλογική συμπεριφορά των πολιτών. Αυτός ισχύει και στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ παρότι είναι σχετικά χαλαρή η πολιτική σχέση των κεντροαριστερών ψηφοφόρων μαζί του. Όσοι λόγω των Μνημονίων είχαν πάρει αποστάσεις από το ΠΑΣΟΚ, μπορεί να είναι τώρα από δυσαρεστημένοι έως εξοργισμένοι με την κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά κατά κανόνα δεν επιστρέφουν εκλογικά στο παλιό κόμμα τους. Η συγκρότηση του ΚΙΝΑΛ συγκυριακά έδειξε να προσδίδει μία δημοσκοπική δυναμική, αλλά σύντομα αυτή ξεφούσκωσε.
Προσδοκία για επιστροφή στην κανονικότητα
Επειδή, μάλιστα, οι δυσαρεστημένοι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι αυτής της κατηγορίας δεν βλέπουν να υπάρχει αξιόπιστη πολιτική δύναμη, που να επαγγέλλεται μία άλλη πορεία βρίσκονται σε κατάσταση εκλογικού μετεωρισμού. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει μία πολιτική υποδοχή για να τους δεχθεί, εκ των πραγμάτων διατηρεί το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ σε επίπεδα πάνω από το συμβολικό 20%. Προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και η προσδοκία της αγοράς ότι μετά την ολοκλήρωση του 3ου Μνημονίου η Ελλάδα θα επιστρέψει σταδιακά στην κανονικότητα, με θετικές επιπτώσεις για την δοκιμαζόμενη πραγματική οικονομία.
Μέσα σ’ αυτό το πολιτικό περιβάλλον, δεν είχε περιθώρια επιτυχίας η τακτική της ΝΔ που προσπαθούσε με γιουρούσι να ανατρέψει ή τουλάχιστον να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση. Όσο η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 153 παραμένει αρραγής, κάλπες θα στηθούν όταν το αποφασίσει ο πρωθυπουργός. Προφανώς ρήγμα δεν πρόκειται να δημιουργηθεί, αφού δεν προκλήθηκε μέχρι τώρα. Ακόμα και αν προκύψει συμφωνία για το Μακεδονικό και φθάσει στη Βουλή, οι ΑΝΕΛ έχουν ξεκαθαρίσει ότι ναι μεν θα καταψηφίσουν, αλλά δεν θα ρίξουν την κυβέρνηση.
Στο αμιγώς πολιτικό επίπεδο, παρά τα ανοίγματα του Μαξίμου προς το ΚΙΝΑΛ, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τον πολιτικό αρραβώνα του Τσίπρα με τον Μπουτάρη, η Γεννηματά παραμένει σε σκληρή αντιπολιτευτική γραμμή. Είναι αληθές πως μία πτέρυγα του ΚΙΝΑΛ επιδιώκει έναν διάλογο με τον ΣΥΡΙΖΑ με σκοπό μία μελλοντική σύμπλευση σε αντιδεξιά κατεύθυνση. Από ό,τι φαίνεται, όμως, η πλειονότητα των στελεχών θεωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ εχθρό, ενώ τη ΝΔ πιθανό εταίρο. Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχουν περιθώρια κυβερνητικής συνεργασίας μέχρι να στηθούν κάλπες και πως την επομένη των εκλογών η ενότητα του ΚΙΝΑΛ θα δοκιμασθεί.
Πηγή slpress
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου