Τρίτη 9 Μαΐου 2017

Οι γηρασμένες κοινωνίες της διαμαρτυρίας

Νέα Πολιτική


του Ιπποκράτη Δασκαλάκη*
Η παρακολούθηση της ειδησιογραφίας στα ελληνικά αλλά και διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης, προσδίδει την εικόνα μιας συνεχούς ογκούμενης λαϊκής δυσαρέσκειας των μαζών έναντι των κυβερνήσεων και των «ελίτ» που κυριαρχούν τις τελευταίες δεκαετίες. Η δυσαρέσκεια αυτή αποτυπώνεται και στα αποτελέσματα εκλογικών αναμετρήσεων σε αρκετές χώρες. Απολύτως κατανοητή η λαϊκή αυτή δυσαρέσκεια στην πολύπαθη ελληνική κοινωνία αλλά βλέπουμε μια γενικότερη αμφισβήτηση να εξαπλώνεται σε πλήθος κρατών, μερικά εκ των οποίων δικαίως θεωρούνται ως υποδείγματα λειτουργίας των θεσμών.
Αρκετές θεωρίες αναφέρονται στον τερματισμό της εποχής της αστικής δημοκρατίας που γνωρίσαμε τους τελευταίους δύο αιώνες στη Δύση ή καλύτερα στη μετεξέλιξη της σε ένα διαφορετικό πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό σύστημα. Σίγουρα κανένα σύστημα, όπως και κανένας έμβιος και μη οργανισμός, δεν είναι αθάνατος. Ούτε αναγκαστικά η μετεξέλιξη του οδηγεί σε οπισθοδρόμηση ή σε  μαρασμό. Αναμφισβήτητα, η διαδικασία της αλλαγής, σταδιακή ή βίαιη, δημιουργεί χαμένους και κερδισμένους. Ορισμένες φορές οι αλλαγές αυτές επέρχονται αθόρυβα και το «νέο καθεστώς» οικοδομείται απαρατήρητο ή όταν έχει ήδη εδραιωθεί σε σημαντικό βαθμό. Ανεξάρτητα όμως της βιαιότητας ή ταχύτητας επικράτησης του νέου, η ανθρώπινη αντίδραση είναι πάντα παρούσα. Πολύ ορθά ένας φιλόσοφος είχε επισημάνει ότι η ισχυρότερη δύναμη στο Σύμπαν είναι η «αδράνεια», είτε ως τροχοπέδη σε κάθε επιτάχυνση είτε ως επιβράδυνση στα πλαίσια μιας αέναης κίνησης.

Ας επιστρέψουμε όμως στη δυσαρέσκεια των δυτικών, ως επί το πλείστον, κοινωνιών. Δικαιολογημένη σε σημαντικό βαθμό καθώς προγενέστερες κατακτήσεις, δικαιώματα και απολαβές που καθιερώθηκαν με πολυετείς προσπάθειες και αγώνες υποχωρούν. Ο αντίλογος προβάλει τη συνέχιση της αυξήσεως βασικών δεικτών που μετρούν την ανθρώπινη ευημερία (σε βάθος χρόνου τουλάχιστον) και τις οικονομικές αποδόσεις.  Εδώ αντιπαρατίθεται το συνεχώς διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών μέσα σε κάθε κοινωνία, ανεξαρτήτως του επιπέδου της. Όμως το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται σε αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες ενώ ο αναλφαβητισμός, αίτιο πολλών δεινών, υποχωρεί παγκοσμίως. Ακόμη και ο αριθμός των συγκρούσεων και των θυμάτων, σε όλη την υφήλιο, παρά τις εικόνες της Συρίας και τις φρικαλεότητες της ISIS, έχουν μειωθεί. Τότε γιατί συνεχώς αυξάνεται ο αριθμός των δυσαρεστημένων απλών ανθρώπων; Γιατί λαϊκιστές ηγέτες προσελκύουν απογοητευμένους συνανθρώπους μας και γνωρίζουν πρωτόγνωρα εκλογικά ποσοστά; Γιατί οι μετρήσεις αναδεικνύουν μια συνεχή αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που δεν είναι ικανοποιημένοι από το παρόν επίπεδο διαβίωσης και ανησυχούν σφόδρα για το αύριο που έρχεται;
Μήπως έχουμε θέσει πολύ υψηλά τον πήχη των ατομικών μας προσδοκιών; Πολύ πιθανόν αλλά ποιος είναι υπεύθυνος για τη συγκεκριμένη τοποθέτηση του πήχη; Μήπως οι ίδιες οι «ελίτ» που μέσω αυτής της οριοθέτησης πιέζουν για τη συνέχιση μιας ανέφικτης υπερπροσπάθειας για μεγέθυνση των κερδών τους που θα οδηγήσει τελικά στη βίαιη αναδιαμόρφωση του πολιτικού, οικονομικού, κοινωνικού συστήματος; Ή μήπως η αιτία βρίσκεται στη συνεχή πίεση που ασκούν οι πολυάριθμες αναπτυσσόμενες (δημογραφικά και εν συνεχεία οικονομικά) κοινωνίες στη γηρασμένη Δύση; Κοινωνίες οι οποίες παύουν ασυναίσθητα να αναλαμβάνουν παραγωγικά αλλά και επεκτατικά ρίσκα και στρέφονται προς την ανέφικτη αναζήτηση της απόλυτης ασφάλειας έχουν άραγε μέλλον; Στη σύγκρουση αυτών των δύο κόσμων υπάρχει κανένας που να αμφιβάλει για το υπέρ ποίου θα γείρει τελικά η πλάστιγγα της ιστορίας;
Η ιστορία όμως δεν γράφεται μόνο με συγκλονιστικές αναμετρήσεις και ανατροπές. Συνήθως διαμορφώνεται μέσα από αθέατες καθημερινές τριβές, συμβιβασμούς και μείξεις. Σε αυτές τις διαδικασίες, η πολιτιστική συνείδηση, η αυτογνωσία και το πλεόνασμα πνευματικής δημιουργίας και κληρονομίας, συχνά καθορίζουν την τάση που θα επικρατήσει ή τουλάχιστον θα σημαδέψει αποφασιστικά το μέλλον ανθρώπων, ομάδων και λαών. Και σε αυτό το τομέα ο Ελληνισμός έχει πλεόνασμα, αρκεί να το αντιληφθεί, να το αναδείξει και να το εκμεταλλευτεί δημιουργικά.
Σωστά λοιπόν διαμαρτυρόμαστε –σε παγκόσμια κλίμακα- για την απογοήτευση που μας έχει κυριέψει. Σωστά καταφερόμαστε εναντίον των «ελίτ» οι οποίες αποδεικνύονται –σε γενικές γραμμές- ανάξιες για το ρόλο τους. Λανθασμένα όμως επιλέγουμε τα πλέον ακατάλληλα «σχήματα» διαμαρτυρίας που υπόσχονται τις πλέον ανώδυνες και συνάμα απραγματοποίητες λύσεις. Ο δρόμος της λύτρωσης είναι πάντα ανηφορικός, αρχικά επώδυνος, είναι ο δρόμος της αυτογνωσίας, περνάει μέσω από την παιδεία (στην οποία υποτάσσεται η τεχνολογία) και τοποθετεί τον άνθρωπο ως την κορωνίδα των στόχων μας. Είναι δρόμος δύσκολος γιατί αποτελεί  κυρίως ατομική προσπάθεια.
* Υποστράτηγος εα, Διευθυντής Μελετών του ΕΛΙΣΜΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου