Σαϊγκόν, 28/1/1946: Ο βρεττανός υποστράτηγος Ντάγκλας Γκρέισυ (δεξιά) παραδίδει την διοίκηση των αποικιοκρατικών δυνάμεων στο γάλλο στρατηγό Ζακ Λεκλέρκ. |
Ο Γκιαπ δεν είχε πάρει καμμιά στρατιωτική μόρφωση. Γεννημένος από φτωχούς ρυζοκαλλιεργητές γονείς το 1911, κατάφερε να μπει στο πανεπιστήμιο, όπου πήρε διδακτορικό στην ιστορία. Από νωρίς εντάχθηκε σε αντιγαλλικές οργανώσεις και γι' αυτό κυνηγήθηκε από τους γάλλους. Στα τέλη τής δεκαετίας τού '30 κατάφερε να διαφύγει στην Κίνα. Εκεί γνώρισε τον Χο Τσι Μινχ, ο οποίος διέβλεψε τις ικανότητές του και του ανέθεσε την στρατιωτική οργάνωση του Βιετ-Μινχ. Λένε πως ο Γκιαπ μπορούσε να σχεδιάσει από μήμης τις διατάξεις όλων των παρατάξεων στις μεγάλες μάχες τής ιστορίας.
Για να αντιμετωπίσει τους γάλλους, ο πανούργος Γκιαπ καταστρώνει ένα πρωτοποριακό πλάνο: αντιλαμβανόμενος ότι ο πόλεμος θα τραβήξει σε μάκρος, αποφασίζει να διασπάσει τις δυνάμεις του και να ανοίξει πολλά μικρά μέτωπα σε όλη την χώρα. Με τον τρόπο αυτό, θα εμποδίζει την συγκέντρωση ισχυρής γαλλικής δύναμης σε ένα σημείο ενώ οι δικές του δυνάμεις θα διαθέτουν το πλεονέκτημα του καλύτερου και ευκολώτερου εφοδιασμού. Η ευφυΐα του Γκιαπ αποδεικνύεται με τρόπο αργό αλλά σαφή και επώδυνο για τους γάλλους. Δίχως την παραμικρή βιασύνη, ο βιετναμέζος αρχιστράτηγος ξηλώνει τις γαλλικές θέσεις μία προς μία, επιμένοντας περισσότερο στον νότο ώστε να περικυκλώσει και να στριμώξει τους αντιπάλους του στον βορρά. Και καθώς οι μήνες και τα χρόνια περνούν, οι μεγάλες δυνάμεις του δυτικού κόσμου αρχίζουν να ανησυχούν.
Οι ΗΠΑ θεωρούν την νοτιοανατολική Ασία ως χώρο ζωτικής σημασίας για τα συμφέροντά τους. Η περιοχή διαθέτει σημαντικές πηγές πρώτων υλών καθώς και εμπορικές αγορές απαραίτητες για την ανοικοδόμηση των διαλυμένων από τον πόλεμο οικονομιών των συμμάχων τους, της Βρεττανίας και της Γαλλίας. Επίσης, η Ιαπωνία, η οποία εξελίσσεται σε σημαντικό σύμμαχο των ΗΠΑ στον αγώνα τους κατά του κομμουνισμού, είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από τη νοτιοανατολική Ασία για την οικονομική της ανάκαμψη. Μια κομμουνιστική νίκη στην περιοχή, κατά πάσα πιθανότητα θα αναγκάσει τους ιάπωνες να έρθουν σε συμβιβασμό με την ΕΣΣΔ και την Κίνα, υπονομεύοντας έτσι την παρουσία τής Ουάσιγκτον όχι μόνο στην ανατολική Ασία αλλά και στον Ειρηνικό ευρύτερα. Ο Λευκός Οίκος είναι απολύτως σίγουρος ότι το Κρεμλίνο θα επιχειρήσει να επεκταθεί στην περιοχή, ενισχύοντας την στρατιωτική ισχύ των κατά τόπους κομμουνιστικών στοιχείων.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ένα ιστορικό χαρακτηριστικό. Πριν ακόμη τελειώσει ο Β' Παγκόσμιος, οι ΗΠΑ έχουν αντιληφθεί ότι οι παραδοσιακές αποικιοκρατικές δυνάμεις έχουν ξεδοντιαστεί και προετοιμάζονται για να καλύψουν το κενό που εκείνες θα αφήσουν πίσω τους. Έτσι, η πολιτική τους ενθαρρύνει έμμεσα (ενίοτε δε και άμεσα) τις δυνάμεις αυτές (πρωτίστως μεν την Βρεττανία και την Γαλλία , δευτερευόντως δε την Πορτογαλία και την Ισπανία) να αποχωρήσουν από τις αποικίες τους. Ωστόσο, σε όσες από τις αποικίες αυτές φαίνεται ότι υπάρχουν απελευθερωτικά κινήματα με κομμουνιστικές τάσεις, οι πολιτειακοί υποστηρίζουν ευθέως τους ευρωπαίους.
Υπ' αυτό το πρίσμα, οι ΗΠΑ ανησυχούν για την εξάπλωση του κομμουνισμού στην Ασία, ειδικά μετά την κατάληψη της εξουσίας στην Κίνα από τον Μάο Τσε-Ντουνγκ το 1949. Στις 17 Μαΐου 1951, η αρμόδια για θέματα Ασίας υπηρεσία τού πολιτειακού υπουργείου εξωτερικών εκτιμά (*):
Το κενό εξουσίας που μένει από την ήττα της Ιαπωνίας είναι ζωτικής σημασίας για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Κρεμλίνο μπορεί να προσπαθήσει να εξασφαλίσει τον έλεγχο της Ιαπωνίας και έτσι να γεμίσει το κενό είτε με μια ανοικτή επίθεση είτε με τις βραδύτερες έμμεσες μεθόδους ανατροπής και διείσδυσης. Όσο αμερικανικά στρατεύματα σταθμεύουν στην Ιαπωνία, μια επίθεση της ΕΣΣΔ θα προκαλούσε σύγκρουση με τις δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών και αναμφισβήτητα τον πόλεμο μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών. Ως εκ τούτου, εκτός εάν το Κρεμλίνο έχει αποφασίσει να ξεκινήσει τον 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε μια επίθεση στην Ιαπωνία θα είναι μέρος μιας παγκόσμιας στρατηγικής, η σοβιετική πολιτική έναντι της Ιαπωνίας πιθανότατα θα κατευθυνθεί προς την προώθηση και εκμετάλλευση των πολιτικών και στρατιωτικών αδυναμιών της χώρας (...) Η απώλεια της Ινδοκίνας από κομμουνιστικό έλεγχο θα αυξήσει σημαντικά την απειλή για τα άλλα ηπειρωτικά κράτη της νοτιοανατολικής Ασίας και την Ινδονησία. Το Βιέτ-Μινχ, με την βοήθεια ισχυρής κινεζικής κομμουνιστικής στρατιωτικής παρέμβασης, μπορεί να κατακτήσει την Ινδοκίνα. Ως εκ τούτου, οι δυνάμεις που αντιτίθενται στο Βιέτ-Μινχ πρέπει να αυξήσουν ταχύτατα την στρατιωτική τους δύναμη. Πρέπει να αναζητηθεί αυξημένο αντικομμουνιστικό εργατικό δυναμικό από τα συνδεδεμένα κράτη, κυρίως το Βιετνάμ.Tο ίδιο έγγραφο επισείει τον κίνδυνο ενός φαινομένου ντόμινο, σημειώνοντας ότι, αν η Ινδοκίνα πέσει στα χέρια των κομμουνιστών, αυτό θα θέσει τα αμερικανικά συμφέροντα παγκοσμίως σε σοβαρό κίνδυνο. Όπως συμβαίνει συνήθως, οι πολιτειακοί βλέπουν φαντάσματα. Η αλήθεια είναι πως ούτε η ΕΣΣΔ ούτε η Κίνα επιθυμούν να εμπλακούν σε μεγάλο βαθμό στην Ινδοκίνα. Αν και η Μόσχα αναγνώρισε το καθεστώς του Χο Τσι Μινχ το 1950, το ενδιαφέρον της στη νοτιοανατολική Ασία παραμένει μηδαμινό, όντας επικεντρωμένο στην ανατολική Ευρώπη. Στο δε Πεκίνο, ο Μάο Τσε-Ντουνγκ και το κομμουνιστικό κόμμα είναι απορροφημένοι με την εδραίωση της ισχύος τους στο εσωτερικό μέτωπο και δεν έχουν λόγο να ασχοληθούν με την Ινδοκίνα, εκτός -ίσως- από το να στέλνουν περιορισμένη υλική και οικονομική βοήθεια στον Χο Τσι Μινχ. Ουσιαστικά, δηλαδή, οι Βιέτ-Μινχ δεν βασίζονται σε εξωτερική βοήθεια.
Απρίλιος 1946: Στρατιώτες Βιέτ-Μινχ παρελαύνουν στους δρόμους του Ανόι. |
Παρά ταύτα, ο αγώνας ενάντια στο βιετναμέζικο αντάρτικο αρχίζει να αναδεικνύεται σε βασικό μέλημα της κυβέρνησης Τρούμαν. Το πρόβλημα είναι ότι οι πολιτειακοί δεν θέλουν να εμπλακούν στρατιωτικά στην νοτιοανατολική Ασία επειδή προτιμούν να ρίξουν το βάρος τους στην ανατολική Ευρώπη, όπου φοβούνται στρατιωτική δραστηριότητα των σοβιετικών. Έτσι, ο αγώνας τους κατά του Βιέτ-Μινχ περιορίζεται σε πολιτική και οικονομική στήριξη του αυτοκράτορα Μπάο Ντάι, τον οποίο επανέφεραν οι γάλλοι, με παράλληλη ενίσχυση των γαλλικών στρατιωτικών δυνάμεων με αεροσκάφη και στρατιωτικό υλικό.
Όλα αυτά, όμως, δεν φαίνεται να στενοχωρούν ιδιαίτερα τον Γκιαπ, ο οποίος συνεχίζει απτόητος τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, στριμώχνοντας τους γάλλους όλο και περισσότερο. Καθώς φτάνουμε στο 1954, οι στρατιωτικές δυνάμεις των γάλλων περιορίζονται προς νότο στην περιοχή τής Σαϊγκόν και προς βορρά στο Τονκίνο. Κάπου εκεί στον βορρά, όχι πολύ μακρυά από τα σύνορα με την Κίνα και πολύ κοντά στα σύνορα με το Λάος, ο γαλλικός στρατός κρατάει με νύχια και δόντια μια φυσικά οχυρωμένη περιοχή: το Ντιεν Μπιεν Φου...
------------------------------------------------------
(*) Απόρρητο έγγραφο NSC 48/5 - 17/5/1951
Cogito Ergo Sum
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου