Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Από όποια σκοπιά και αν εξετάσει κανείς το πρόβλημα των
«κόκκινων» δανείων στην Ευρώπη θα δει ότι αποτελεί μία απειλή που αποκτά δομικό
χαρακτήρα για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος, καθώς τα ποιοτικά
χαρακτηριστικά είναι πραγματικά απογοητευτικά. Παρά το γεγονός ότι μετά την
ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των stress tests, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και
Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή δήλωσαν με πανηγυρικό τρόπο ότι οι τράπεζες βρίσκονται
σε καλύτερη κατάσταση από το 2014, ο... θανατηφόρος συνδυασμός "κόκκινων"
δανείων και οικονομικής στασιμότητας διατηρεί την Ευρωζώνη σε κατάσταση
συναγερμού.
Την ίδια ώρα κι ενώ ο Ενιαίος Μηχανισμός Εποπτείας
(SSM) της ΕΚΤ έχει θέσει ως πρώτη προτεραιότητα την αντιμετώπιση του
φαινομένου την επόμενη τριετία, αρχής γενομένης από φέτος, αναλυτές εκτιμούν
ότι πρόκειται για μία διαδικασία που θα απασχολήσει την Ευρώπη για τουλάχιστον
μία δεκαετία. Το... έναυσμα δίνει ο ιταλική Monte Paschi, η οποία θα προχωρήσει
στην πώληση πακέτου δανείων ύψους 10 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο του σχεδίου
διάσωσης που ενέκρινε η Κομισιόν.
«Δεν θα πρέπει να έχουμε αυταπάτες ότι το θέμα των NPLs
μπορεί να τελειώσει μέσα σε μία τριετία. Χρειάζεται πολύ ισχυρή ανάπτυξη και
κεντρικές δομές που αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν στην Ευρώπη. Η Ευρώπη δεν είναι
ΗΠΑ που κατάφεραν να δώσουν λύση σχετικά γρήγορα». Αυτό σημειώνει σημαντικός
οικονομολόγος από το Παρίσι με τον οποίο επικοινώνησε το liberal.gr,
προσθέτοντας ότι όσο η Ευρωζώνη… κλωτσάει το τενεκεδάκι παραπέρα, τόσο θα
διαιωνίζεται μία κατάσταση που εγκλωβίζει την οικονομία.
«Οι Ευρωπαίοι έχουν αποδείξει ότι δεν παίρνουν γρήγορες
αποφάσεις, ενώ αν δεν υπήρχε το Brexit το πρόβλημα των κόκκινων δανείων θα
κρυβόταν ακόμη κάτω από το χαλί. Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια θα φανεί αν η
Ευρώπη καταφέρει κάτι ανάλογο με την Αμερική, όμως δεν θα πόνταρα τα χρήματά
μου σε κάτι τέτοιο», συμπληρώνει ο Γάλλος οικονομολόγος.
Αν, ωστόσο, οι προοπτικές για την ευρωπαϊκή οικονομία ήταν
ευοίωνες και βρισκόμασταν σε μία περίοδο οικονομικής ανάπτυξης, το πρόβλημα θα
έχανε πολλές θέσεις στη λίστα με τις προτεραιότητες για την Ευρωζώνη.
Όμως η οικονομική στασιμότητα σε συνδυασμό με τις
γενικότερες εστίες αβεβαιότητας στην παγκόσμια οικονομία δημιουργούν
συγκεκριμένα προβλήματα. Ένα από αυτά είναι το γεγονός ότι οι τράπεζες πολύ
δύσκολα μπορούν να ρευστοποιήσουν στοιχεία ενεργητικού σε συμφέρουσες τιμές,
την ώρα που η πιστωτική επέκταση εμφανίζει αρνητικούς ρυθμούς με αποτέλεσμα να
συντηρεί το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) στην
Ε.Ε. διαμορφώθηκε, σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν στο 5,9% στο τέλος
Σεπτεμβρίου του 2015, από 6,4% τον Δεκέμβριο του 2014. Στις ΗΠΑ, το αντίστοιχο
ποσοστό δεν ξεπερνά το 2% όταν κατά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση που
ξέσπασε το 2008 κορυφώθηκε κοντά στο 6%.
NPLs στην… άγρια δύση
Το τελευταίο διάστημα οι αναλυτές δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα
στον δείκτη Texas, που αποτελεί έναν συνηθισμένο τρόπο αξιολόγησης
της κατάστασης των τραπεζικών ισολογισμών στις ΗΠΑ.
Ο δείκτης Texas δεν είναι τίποτα άλλο από τον
λόγο των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το άθροισμα των ιδίων κεφαλαίων και
των προβλέψεων για επισφάλειες. Δείχνει, με άλλα λόγια, πόσο «καλυμμένοι» είναι
οι ισολογισμοί.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ο μέσος όρος του
δείκτη Texas για τις ευρωπαϊκές τράπεζες διαμορφώνεται κοντά στο 60%,
όταν το όριο ασφαλείας είναι το 100%. Άρα, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι το
πρόβλημα είναι διαχειρίσιμο. Στην Ιταλία, ωστόσο, ο μέσος όρος του
δείκτη Texas ξεπερνάει το 100%, με ορισμένες τράπεζες να εμφανίζουν
τιμές που αγγίζουν ακόμη και το 140%, πολύ πάνω δηλαδή όχι μόνο από τα
«επιτρεπόμενα όρια» αλλά και από το… επίπεδο συναγερμού. Υψηλούς δείκτες Texas
διαθέτουν επίσης οι ελληνικές τράπεζες καθώς και αρκετές ισπανικές.
Στις ΗΠΑ χρησιμοποιείται συχνά ο δείκτης Texas.
Αποτελεί έναν τρόπο μέτρησης της «υγείας» του ισολογισμού, συγκρίνοντας τα
προβληματικά δάνεια με τους χρηματοοικονομικούς πόρους που διαθέτει μία τράπεζα
για να απορροφήσει επιπρόσθετες ζημιές από τα προβληματικά στοιχεία του
ενεργητικού. Ο μέσος όρος του 60% για τις συστημικές τράπεζες της Ευρωζώνης
είναι πολύ υψηλότερος από τον αντίστοιχο μέσο όρο των αμερικανικών τραπεζών
(είναι χαμηλότερος του 10%) και σε διπλάσιο επίπεδο από το ανώτερο σημείο που
έφτασαν οι αμερικανικές τράπεζες στο α' τρίμηνο του 2010 (31%), όταν κορυφώθηκε
το φαινόμενο των «κόκκινων» δανείων στις ΗΠΑ.
Τι να περιμένουμε και η σύγκριση με τις ΗΠΑ
Οι Ευρωπαίοι έχουν, όπως όλα δείχνουν συμφωνήσει να
δημιουργηθεί μία αγορά «κόκκινων» δανείων μέσω της οποίας οι τράπεζες θα
μπορέσουν να ξεφορτωθούν προβληματικά στοιχεία ενεργητικού. Ο ρόλος της ΕΚΤ
είναι εξαιρετικά κρίσιμος καθώς πρόκειται για ένα εγχείρημα που ενώ στοχεύει
στην απελευθέρωση κεφαλαίων για την χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας,
θα μπορούσε με λάθος χειρισμούς να οδηγήσει στην πλήρη διάλυση της Ευρωζώνης.
Και αυτό γιατί θεωρείται δεδομένο ότι θα χρειαστούν δεκάδες
δισεκατομμύρια ευρώ για να κλείσουν οι τρύπες που θα δημιουργηθούν λόγω των
διαγραφών οφειλών και της πώλησης δανείων σε μη συμφέρουσες τιμές. Το γνωστό δίλημμα
του bail-in και του bail-out διχάζει την Ευρώπη πριν καλά καλά ξεκινήσει η
διαδικασία. Αναλυτές εκτιμούν ότι δάνεια που δυνητικά μπορούν να καταλήξουν
στα… χέρια των ξένων funds ξεπερνούν τα 600 δισ. ευρώ, αν και σε πρώτη φάση το
«βάθος» της αγοράς – όταν αυτή αρχίσει να λειτουργεί πλήρως – τοποθετείται στα
250-300 δισ. ευρώ για την επόμενη τριετία.
Ο Mario Draghi είπε ότι αυτή είναι η λύση για τα
NPLs: η δημιουργία μίας λειτουργικής αγοράς για να μπορούν οι τράπεζες να
«αποσυμφορίσουν» τους ισολογισμούς τους. Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει
το liberal.gr, ο SSM δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις τράπεζες
των οποίων το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων ξεπερνά το 12%, σε μια
προσπάθεια να συντονίσει τις προσπάθειες μείωσης των προβληματικών χορηγήσεων.
Ωστόσο, αναλυτές εκτιμούν ότι η διατήρηση των μη
εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) σε υψηλά επίπεδα στην Ευρωζώνη, σε αντίθεση
με την ταχεία μείωσή τους στις ΗΠΑ, εν μέρει αντανακλά τα διαφορετικά δομικά
στοιχεία στην Ευρώπη και την Αμερική. Πρώτα απ’ όλα, η ύπαρξη των Fannie Mae
και Freddie Mac, των εταιρειών που στηρίζονται από το κράτος και κυριαρχούν
στην αγορά στεγαστικών δανείων, συνεπάγεται ότι μεγάλος όγκος των στεγαστικών
NPLs δεν λιμνάζουν στους ισολογισμούς ιδιωτικών τραπεζών. Δεύτερον, οι ρυθμιστικές
απαιτήσεις στις ΗΠΑ υποχρεώνουν τις τράπεζες να μειώνουν την αξία των δανείων
στην αξία των ανακτήσιμων ενέχυρων μετά από έξι μήνες αλλά και να μην
υπολογίζουν τα έσοδα από τόκους όταν το δάνειο είναι «κόκκινο».
Στον αντίποδα, εκτιμάται ότι τα λογιστικά πρότυπα στην
Ευρωζώνη αποτελούν αντικίνητρο για την απομάκρυνση NPLs από τους ισολογισμούς,
ενώ η δυσμενής φορολογική μεταχείριση των προβλέψεων για επισφάλειες και
διαγραφές σε πολλές χώρες της Ε.Ε. αποτελεί αντικίνητρο για την αναγνώριση
πιστωτικών ζημιών και διαγραφών. Επίσης, σε πολλές πολιτείες των ΗΠΑ,
κυριαρχούν τα «non-recourse» δάνεια στα οποία η μόνη εγγύηση για την τράπεζα
είναι το ενέχυρο και δεν φέρει καμία ευθύνη ο δανειολήπτης. Το γεγονός αυτό
δημιουργεί περαιτέρω κίνητρα για μείωση των NPLs στις ΗΠΑ. Τέλος, η αγορά
προβληματικών δανείων στην Αμερική είναι πολύ μεγαλύτερη από την ευρωπαϊκή η
οποία κάνει τα πρώτα της ουσιαστικά βήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου