Σάββατο 13 Μαΐου 2017

H Ελληνική Tραγωδία στο Eυρωπαϊκό Θέατρο: Οι Οικονομικές Συνέπειες της Ύφεσης - Μέρος 2ο


Επεισόδιο 1: Το Ευρωπαϊκό Θέατρο

Κάποιος θα συνόψιζε την οικονομική επίδοση της Ευρωζώνης (στις 13 χώρες της ΕΕ πριν το 2007) στην καλύτερη περίπτωση ως απογοητευτικές.
Το ΑΕΠ της Ευρώπης είναι κατά προσέγγιση όσο ήταν το 2007 και το αποπληθωρισμένο κατά κεφαλήν εισόδημά της έχει πέσει. Ακόμη και η Γερμανία, η πιο ισχυρή οικονομία της Ευρώπης, έχει παρουσιάσει οικονομική μεγέθυνση 6.8% από το 2007 που ισοδυναμεί με ένα αναιμικό 0.8% ετησίως, πολύ χαμηλότερο από το αντίστοιχο της Ιαπωνίας, μιας χώρας που βρίσκεται σε σημαντική ύφεση τα τελευταία 20 χρόνια. Αυτή η ασθενική οικονομική επίδοση της Γερμανίας συνέπεσε με την ολοκλήρωση ισχυρών πολιτικών εσωτερικής υποτίμησης που εφαρμόστηκαν στην αρχή του 21ου αιώνα. Συμπεριλάμβαναν αυστηρές περικοπές στο δίχτυ ασφαλείας της Γερμανίας, στασιμότητα των πραγματικών μισθών και μεταφορά του εισοδήματος από τα φτωχά και μεσαία στρώματα της κοινωνίας στα ανώτερα επίπεδα της κατανομής εισοδήματος. 1
Ακόμα κι αν μερικές χώρες της Ευρωζώνης έχουν παρουσιάσει μια μέτρια αύξηση στους πραγματικούς μισθούς από το 2007, η αύξηση πραγματικών μισθών στην ΕΕ είναι απογοητευτική. Ο Πίνακας 1 παρουσιάζει συνολικά ανά χώρα τους ρυθμούς αύξησης των πραγματικών μισθών για το διάστημα από το 2007 ως το 2015, όπως αυτές υπολογίστηκαν από τον ΟΟΣΑ (Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης). 2 Για σχεδόν μια δεκαετία, για τις περισσότερες χώρες οι πραγματικοί μισθοί δεν αυξήθηκαν, καθώς είτε παρέμειναν στάσιμοι, είτε αυξήθηκαν αλλά το πολύ κατά 1% ετησίως, ενώ σε μερικές χώρες μειώθηκαν σημαντικά (ειδικότερα στην Ελλάδα, το Η.Β. και στην Πορτογαλία).

Πίνακας 1: Ποσοστό επί τοις εκατό (%) αλλαγής πραγματικών μισθών και ποσοστό επί τοις εκατό (%) αλλαγής απασχόλησης από το 2007
 Πραγματικός ΜισθόςΑπασχόληση
 Αύξηση μισθούΜείωση απασχόλησης
Ελλάδα-10,4-9
Πορτογαλία-3,7-5
 Μείωση μισθούΑύξηση απασχόλησης
Ηνωμένο Βασίλειο-10,40,6
 Αύξηση μισθούΜείωση απασχόλησης
Ιταλία0,9-2,3
Ιρλανδία1,6-7,9
Ισπανία2,8-8,5
Ολλανδία3,4-1,7
Φινλανδία4,3-3,8
Βέλγιο4,4-0,7
Σλοβενία7,2-4,3
Σημείωση: Πραγματικοί μισθοί όπως υπολογίζονται από τον ΟΟΣΑ (διαιρώντας τους συνολικούς μισθούς με τις ώρες εργασίας σε πραγματικές τιμές χρησιμοποιώντας σαν
αποπληθωριστή την οικιακή κατανάλωση). Πηγή: G. Tily (2016) ToUChstone blog.org.uk
Όπως σημειώνει ο Tily (2016), η νεοκλασική πεποίθηση είναι ότι η προς τα κάτω προσαρμοστικότητα των μισθών δημιουργεί πάντα αύξηση της απασχόλησης. Ωστόσο, ο Πίνακας 1 δείχνει ότι αυτό προφανώς δεν ισχύει. Στο Η.Β., παρά τη μεγάλη και διαρκούσα πτώση των πραγματικών μισθών, που όμοια της δεν έχει υποστεί η χώρα από το 1830, υπήρξε εντυπωσιακά μικρή αύξηση της απασχόλησης. Επίσης οποιαδήποτε ευελιξία πραγματικών μισθών στην Ελλάδα δεν είχε κανένα θετικό αποτέλεσμα. Επιπλέον, οι χώρες των οποίων οι εργαζόμενοι απόλαυσαν τις μεγαλύτερες αυξήσεις πραγματικών μισθών είναι επίσης μεταξύ εκείνων των χωρών με τη μεγαλύτερη αύξηση της απασχόλησης. Εν συντομία, σε όλη την ΕΕ η αύξηση πραγματικών μισθών είναι αναιμική και η αύξηση της απασχόλησης, εφόσον υπάρχει, είναι, στην καλύτερη περίπτωση, αδύναμη. Επιπλέον, αυτή η επίδοση της αγοράς εργασίας συνδυάστηκε με τη σοβαρή επιδείνωση των συνθηκών απασχόλησης και των δικαιωμάτων των εργαζομένων, με τη χειροτέρευση των όρων των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, την αυξανόμενη εργασιακή αβεβαιότητα και την επικράτηση των “συμβάσεων μηδενικών ωρών” σε όλη την ΕΕ και την Ευρωζώνη. Οι “συμβάσεις μηδενικών ωρών” είναι γνωστές επίσης ως «Flexicurity», (ευελιξία με ασφάλεια), που περιλαμβάνουν κυρίως ένα μέγιστο ποσοστό ευέλικτης εργασίας, αλλά με μηδαμινή διασφάλιση για τον εργαζόμενο.
Σε πείσμα τέτοιων επιδεινούμενων συνθηκών απασχόλησης, η ανεργία στην Ευρωζώνη είναι πρωτοφανής στη σύγχρονη ιστορία φτάνοντας κατά μέσο όρο το 11% το 2015, ενώ στις χώρες της κρίσης έχει αγγίξει το διπλάσιο ποσοστό και στην Ελλάδα κυμαίνεται περίπου στο 26%. Ως μέτρο σύγκρισης, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης το ποσοστό ανεργίας ήταν περίπου 11% στο Η.Β. και 20% στις ΗΠΑ. Συνοπτικά, η EUROSTAT υπολογίζει ότι 20,97 εκατομμύρια άνδρες και γυναίκες στην ΕΕ-28, και 16,33 εκατομμύρια στη ζώνη του ευρώ (ΕΕ-19) ήταν άνεργοι τον Αύγουστο του 2016. Επιπλέον, 4,20 εκατομμύρια νεαρά άτομα (κάτω από 25) ήταν άνεργοι στην ΕΕ-28, και 2,93 εκατομμύρια στη ζώνη του ευρώ. 3 Αυτό είναι μια καταθλιπτική επίδοση.
Ωστόσο, τίποτα δεν είναι πιο αποκαλυπτικό για τις οικονομικές επιδόσεις της ΕΕ από τις εξελίξεις στο μέτωπο της φτώχειας. Περισσότεροι από 120 εκατομμύρια άνθρωποι (24% του πληθυσμού της ΕΕ) είτε είναι φτωχοί, είτε ζουν στα όρια της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού και οι αριθμοί τους έχουν αυξηθεί σε σχέση με το 2011. Αυτό περιλαμβάνει το 27% όλων των παιδιών στην Ευρώπη και 20,5% των ατόμων άνω των 65 ετών. Το 9% του πληθυσμού της ΕΕ είναι φτωχοί εργαζόμενοι και το 10% ζουν σε οικογένειες όπου κανένας δεν έχει δουλειά. 4 Ο πλούτος κατανέμεται έντονα ασύμμετρα σε βάρος των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων. Μια πρόσφατη έκθεση της Oxfam αποκαλύπτει ότι το πιο πλούσιο 1% του πληθυσμού της EΕ 28 κατέχει το 31% του πλούτου, ενώ το πιο πλούσιο 10% κατέχει το 69% του πλούτου. Από την άλλη, το φτωχότερο 40% του πληθυσμού κατέχει μόνο το 1% του πλούτου. 5
Για να διατηρήσει η κοινωνία κάποιο αποδεκτό βιοτικό επίπεδο κάτω από συνθήκες συνεχώς επιδεινούμενου επιπέδου εισοδημάτων-μισθών και αγοραστικής δύναμης έχει προσφύγει στο δανεισμό. Ενδεικτικά, τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι το χρέος του ιδιωτικού τομέα – το απόθεμα των στοιχείων του παθητικού (stock of liabilities) που κατέχουν οι μη χρηματιστηριακές εταιρίες, τα νοικοκυριά και τα μη κερδοσκοπικά ιδρύματα παροχής κοινωνικών υπηρεσιών – είναι 133% του ΑΕΠ στην ΕΕ. 6 Αλλά καθώς η εσωτερική υποτίμηση επιδεινώνει τις δυνατότητες εισοδήματος του πληθυσμού σε ολόκληρη την Ευρωζώνη, τα μη-εξυπηρετούμενα δάνεια (κόκκινα δάνεια) αυξάνονται με ρυθμό της τάξεως των 50 δισ. € ετησίως. Αυτό το πρόβλημα είναι σοβαρότερο στη νότια Ευρώπη.
Αντιμέτωποι με τα δυσμενή αποτελέσματα των πολιτικών τους προτιμήσεων, αυτοί που χαράσσουν την πολιτική στην ΕΕ κατέφυγαν σε μια ευτελή νομισματική πολιτική, γνωστή και ως Ποσοτική Χαλάρωση, προκειμένου να διεγείρουν τη στάσιμη οικονομία της ΕΕ. Σχεδόν εννέα έτη Ποσοτικής Χαλάρωσης έχουν οδηγήσει σε ιστορικά χαμηλά επιτόκια, μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις και αρνητικά. Παρά τα χαμηλά επιτόκια και την επέκταση της νομισματικής βάσης, η μεγέθυνση της οικονομίας της ΕΕ είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Συνολικά, η αγορά ομολόγων αξίας ενός τρισεκατομμυρίου Ευρώ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν παρείχε κανένα αξιόλογο όφελος στην οικονομία. Προφανώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα βλέπει τα όρια της Ποσοτικής Χαλάρωσης και έχει χάσει τη δυνατότητα ουσιαστικής παρέμβασης, καθώς οι πρωτοβουλίες τύπωσης χρήματος και τα χαμηλά επιτόκια δεν έχουν προκαλέσει οικονομική μεγέθυνση. Αντίθετα η Ευρώπη βυθίζεται στην Κεϋνσιανή «παγίδα ρευστότητας».
Επιπλέον, η ποσοτική χαλάρωση έχει τουλάχιστον δύο πρόσθετα αποπληθωριστικά αποτελέσματα, τα οποία δεν θα προβλέπονταν από τη νεοκλασική ανάλυση. Κατ' αρχάς, ασκεί σημαντική πίεση στα συνταξιοδοτικά ταμεία, καθώς αυτά στηρίζονται σε καλές αποδόσεις των χρηματοπιστωτικών επενδύσεων τους για να πληρώσουν τις συντάξεις. Επιπλέον δημιουργεί δυσμενείς προσδοκίες για τους μελλοντικούς συνταξιούχους που φυσιολογικά περιορίζουν την τρέχουσα κατανάλωσή τους. Δεύτερον, τέτοια χαμηλά επιτόκια δίνουν κίνητρα στους εργοδότες να δανειστούν προκειμένου να χρηματοδοτήσουν μηχανισμούς εξοικονόμησης εργασίας, κάτι το οποίο σε κανονικές συνθήκες θα θεωρούνταν μη επικερδές. Αυτό αυξάνει την ανεργία σε μία περίοδο οικονομικής στασιμότητας.
Αυτή η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων προκάλεσε νέες πιέσεις για τις τράπεζες. Από την οικονομική κρίση του 2008, οι τράπεζες έχουν επενδύσει σε κρατικά ομόλογα, τα οποία υποτίθεται ότι είναι «χαμηλού κινδύνου». Το 2007 μια τράπεζα που αγόραζε ένα κρατικό ομόλογο στην Ευρωζώνη θα μπορούσε να έχει απόδοση της τάξεως του 4,5%. Το 2016, ένα τέτοιο κρατικό ομόλογο αναμένεται να δώσει μηδενική ή ακόμα και αρνητική απόδοση. Για παράδειγμα, στις 13 Ιουλίου 2016, η Γερμανική κυβέρνηση εξέδωσε ένα ομόλογο δέκα ετών με μία απόδοση της τάξεως του -0.05%. Αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα για τις τράπεζες μια και η κατοχή αυτών των ομολόγων μειώνει τα χρηματοπιστωτικά τους αποτελέσματα. Ωστόσο, δεν μπορούν να μεταφέρουν αυτές την ζημίες στους πελάτες τους, καθώς εκείνοι, βλέποντάς τις καταθέσεις τους να ελαττώνονται, μπορεί να τις αποσύρουν και να προτιμήσουν την κατοχή ρευστού. Ως εκ τούτου, οι τράπεζες ανησυχώντας για τη ρευστότητά τους αρνούνται να επεκτείνουν το δανεισμό στους πελάτες τους. Λαμβάνοντας υπόψη αυτό η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει μειώσει τα επιτόκια των καταθέσεων που τηρούν σε αυτήν οι εμπορικές τράπεζες στο -0,4%, προκειμένου να αποθαρρύνουν τις τράπεζες από το να συσσωρεύουν αποθεματικά και να δώσουν κίνητρα να αυξήσουν την έκδοση δανείων προς το κοινό. Αλλά δεδομένου ότι η οικονομία είναι στάσιμη, η ζήτηση για αυτά τα δάνεια είναι ανύπαρκτη. Ούτε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να αυξήσει τα επιτόκια. Τα επίπεδα χρέους στην ΕΕ είναι πάρα πολύ υψηλά για να αντέξουν υψηλότερα επιτόκια.
Η μόνη σημαντική επίδραση των ενεργειών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ήταν η πρόκληση πληθωρισμού στις χρηματοοικονομικές αγορές. Η αύξηση της νομισματικής βάσης παρείχε υπερβολική ρευστότητα για αγοραπωλησίες μετοχών, κρατικών ομολόγων και ακινήτων, εκτοξεύοντας έτσι τις τιμές αυτών των περιουσιακών στοιχείων, χωρίς όμως καμιά σημαντική συνεισφορά στην παραγωγική βάση των χωρών της ΕΕ. Πράγματι, οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου (ΑΕΠΚ) ως ποσοστό του ΑΕΠ για την ΕΕ-13, οι οποίες αποδίδουν την επενδυτική δραστηριότητα, όπως φαίνεται και στον Πίνακα 2, έχουν υποστεί μια σχεδόν ομοιόμορφη πτώση στην πρόσφατη περίοδο. Εξετάζοντας τις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο από την ύφεση του 2008 η επιβράδυνση της επενδυτικής δραστηριότητας είναι ακόμη πιο αισθητή. Ως μέτρο σύγκρισης, ας λάβουμε υπόψη ότι οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου της Κίνας ήταν 25,7 το 1990, αυξήθηκαν το 2007 σε 38,8, και έφθασαν το 2014 στο 44,3.
Πίνακας 2: Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου (ΑΕΠΚ) σε επιλεγμένες χώρες της ΕΕ
 199020072015
Γερμανία24,420,120
Γαλλία23,323,121,5
Ολλανδία23,521,819,5
Αυστρία25,521,422,1
Φιλανδία29,724,220,3
Βέλγιο24,123,223,3
Ιρλανδία19,228,719,2
Ισπανία25,93120,4
Πορτογαλία26,722,515
Ελλάδα24,82611,7
Σημείωση: Οι Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου (ΑΕΠΚ-GFCF) αναφέρονται στην καθαρή αύξηση στα περιουσιακά στοιχεία (επένδυση μείον τις εκχωρήσεις) κατά τη διάρκεια της περιόδου. Δεν λαμβάνει υπόψη την κατανάλωση (απόσβεση) παγίου κεφαλαίου και επίσης δεν περιλαμβάνει τις αγορές γης.
Θα μπορούσε κανείς να συνοψίσει την ανωτέρω ζοφερή απόδοση των ευρωπαϊκών οικονομιών στο ίδιο πνεύμα που ο Keynes περιέγραψε την κατάσταση της Ευρώπης της εποχής του. Σήμερα, όπως τότε, «ο παρηκμασμένος διεθνής καπιταλισμός της απληστίας, τον οποίο υφιστάμεθα, δεν είναι μια επιτυχία. Δεν είναι ευφυής, δεν είναι όμορφος, δεν είναι δίκαιος και δεν είναι ενάρετος –δεν είναι καν αποτελεσματικός. Εν ολίγοις, τον αντιπαθούμε και αρχίζουμε να τον απεχθανόμαστε. Αλλά όταν αναρωτιόμαστε με τι να τον υποκαταστήσουμε, βρισκόμαστε σε μεγάλη σύγχυση»7
Αυτές είναι οι σκέψεις του Keynes ως προς την αποτυχία του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου της εποχής του να αντιμετωπίσει τη Μεγάλη Ύφεση. Ισχύουν εξίσου και για τα τρέχοντα γεγονότα.

1 Stiglitz (2016) The Euro, p.14
2 The OECD uses figures derived from national accounts information, dividing total wages by hours worked and put into real terms with the household consumption deflator.
4 Poverty and social exclusion, Employment Social Affairs and Inclusion, European Commission, http://ec.europa.eu/social/main.jsp?catId=751
7 Keynes J. M (1933) National Self –Sufficiency’ New Statesman July
Ιωάννης Θοδοσίου






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου