Η νίκη Μακρόν στις προεδρικές εκλογές σημαίνει πως το οικοδόμημα της ευρωζωνης δεν θα τεθεί σε κίνδυνο. Παράλληλα διαγράφεται καλύτερη προοπτική για τη Γαλλο-Γερμανική συνεργασία. Οι επόμενες προκλήσεις.
Η προεδρία της Γαλλίας αποφασίστηκε και πολλοί στην Ευρώπη αισθάνονται ανακούφιση. Ο κεντρώος υποψήφιος Εμμανουέλ Μακρόν κέρδισε στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών της Γαλλίας. Όμως, παρά τη νίκη του στις εκλογές, ο Μακρόν έχει να αντιμετωπίσει δυσκολίες ως ο πρώτος Γάλλος πρόεδρος των τελευταίων τουλάχιστον 50 ετών που δεν ανήκει σε κάποιο από τα κατεστημένα κόμματα.
Ο Μακρόν θα ορκιστεί μέχρι τις 14 Μαΐου, όταν και λήγει η θητεία του προέδρου Φρανσουά Ολάντ. Μια από τις πρώτες κινήσεις του Μακρόν θα είναι να διορίσει πρωθυπουργό και υπουργικό συμβούλιο. Ωστόσο, αυτή η πρώιμη κυβέρνηση υπόκειται σε αλλαγές μετά τις βουλευτικές εκλογές, που θα διενεργηθούν σε δυο γύρους τον Ιούνιο.
Αν το κόμμα του Μακρόν αποτύχει να κερδίσει την πλειοψηφία της Εθνοσυνέλευσης, θα πρέπει να διαπραγματευτεί με τους βουλευτές προκειμένου να διορίσει νέο πρωθυπουργό και υπουργικό συμβούλιο. Αν κάποιο από τα κόμματα της αντιπολίτευσης κερδίσει την πλειοψηφία, θα μπορούσε να προσπαθήσει να επιβάλει έναν πρωθυπουργό στον νέο πρόεδρο. Καθώς ο πρόεδρος και ο πρωθυπουργός έχουν και οι δυο εκτελεστικές εξουσίες στη Γαλλία, ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα καταστήσει δύσκολη τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Πάντως, η νίκη του Μακρόν ευχαριστεί πολλούς και θα τύχει καλής υποδοχής στις χρηματαγορές. Οι θεσμοί της ΕΕ και η γερμανική κυβέρνηση, που είχαν στηρίξει ξεκάθαρα τον κεντρώο υποψήφιο, χαιρετίζουν το αποτέλεσμα.
Όμως, η νίκη των εκλογών είναι μόνον η πρώτη από μια σειρά προκλήσεων που θα αντιμετωπίσει ο πρόεδρος στην προσπάθειά του να κυβερνήσει τη Γαλλία. Κατ’ αρχήν, θα πρέπει να καταρτίσει λίστα υποψηφίων για τις βουλευτές εκλογές. Ο Μακρόν υποσχέθηκε πως τουλάχιστον οι μισοί υποψήφιοί του θα είναι άνθρωποι με ελάχιστη ή και καθόλου πολιτική εμπειρία, όμως ήδη βρίσκεται σε συζητήσεις με μέλη των παραδοσιακών κομμάτων. Ένας ανόμοιος συνασπισμός πολιτικών και κομμάτων ίσως τον βοηθήσει να κερδίσει στις βουλευτικές εκλογές, όμως θα μπορούσε επίσης να περιπλέξει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο μέλλον.
Ακόμα και αν οι υποψήφιοι που στηρίζουν τον Μακρόν καταφέρουν να κερδίσουν στις βουλευτικές εκλογές, πολλές από τις μεταρρυθμίσεις του, όπως η περαιτέρω απελευθέρωση ορισμένων τομέων της Γαλλικής οικονομίας, η μείωση του αριθμού των εργαζομένων στον Δημόσιο τομέα, ή η μεγαλύτερη ευελιξία της εργατικής νομοθεσίας, θα βρουν αντίσταση από διάφορα στοιχεία της Γαλλικής κοινωνίας. Οι προκάτοχοι του Μακρόν, ο Συντηρητικός Νικολά Σαρκοζί και ο Σοσιαλιστής Φρανσουά Ολάντ, ήλεγχαν και οι δύο την πλειοψηφία της Εθνοσυνέλευσης, όμως έπρεπε να επικεντρώσουν την προεδρία τους σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων στις οποίες αντιτάχθηκαν διάφορες κοινωνικές ομάδες, και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμα και μέλη από τα ίδια τους τα κόμματα.
Ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στις 23 Απριλίου έδειξε πως οι Γάλλοι είναι σχεδόν ίσα μοιρασμένοι σε αυτούς που θα υπερασπίζονταν τον προστατευτισμό και θα αναζητούσαν μεγαλύτερες κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομία, και σε αυτούς που θα μείωναν το μέγεθος του Δημόσιου τομέα και θα έκαναν πιο ανοικτή τη Γαλλική οικονομία. Ο Μακρόν παρουσίασε τον εαυτόν του ως κεντρώο που προσφέρει τα καλύτερα και των δυο αυτών κόσμων, όμως αυτή η θέση μπορεί να είναι δύσκολο να διατηρηθεί όταν αρχίσει να κυβερνά.
Επιπλέον, το εκλογικό σώμα γίνεται όλο και πιο ανυπόμονο. Η εξάντληση των ψηφοφόρων έναντι των συστημικών κομμάτων είναι αυτή που προκάλεσε τον αποκλεισμό των κεντροδεξιών Ρεπουμπλικάνων και των κεντροαριστερών Σοσιαλιστών στον πρώτο γύρο. Ο Μακρόν και η Λε Πεν έφτασαν στον δεύτερο γύρο εν μέρει διότι παρουσιάστηκαν ως πολιτικοί outsiders. Ακόμα και τότε, όμως, δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν σημαντικό ενθουσιασμό σε ένα απαθές εκλογικό σώμα, καθώς η συμμετοχή στον δεύτερο γύρο των εκλογών ήταν η χαμηλότερη των τελευταίων περίπου 50 ετών. Άρα, ο Μακρόν θα πρέπει να περιμένει έναν σύντομο «μήνα του μέλιτος», όπως και οι τελευταίοι προκάτοχοί του. Για παράδειγμα, ο Ολάντ χρειάστηκε λίγους μόλις μήνες μετά την προεδρική του νίκη για να δει τη δημοφιλία του να υποχωρεί σε ιστορικό χαμηλό.
Η νίκη του Μακρόν σημαίνει επίσης πως η ευρωζώνη θα ζήσει για να δει μια ακόμα ημέρα. Αν και πολλές από τις πιο ακραίες θέσεις της Λε Πεν (όπως η διενέργεια δημοψηφίσματος για τη συμμετοχή της Γαλλίας στην ευρωζώνη) θα ήταν δύσκολο να εφαρμοστούν, ωστόσο η νίκη της θα έβαζε τη Γαλλία σε πορεία σύγκρουσης με τη Γερμανία και θα άνοιγε την «πόρτα» για τη διάλυση της ευρωζώνης. Σε αντίθεση με τη Λε Πεν, ο Μακρόν θα θέσει στην καρδιά της εξωτερικής του πολιτικής μια ισχυρή συμμαχία Γαλλίας-Γερμανίας.
Το Παρίσι και το Βερολίνο θα προσπαθήσουν όσο καλύτερα μπορούν να διατηρήσουν «ζωντανή» την συν-ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όμως οι θεμελιώδεις διαφορές τους θα συνεχίσουν να προκαλούν προβλήματα.
Η Γερμανία θα συνεχίσει να επιμένει στη δημοσιονομική πειθαρχία, να εκφράζει ανησυχία για τα υψηλά επίπεδα χρέους στην ευρωζώνη και να προειδοποιεί για τους ηθικούς κινδύνους που σχετίζονται με τη διάσωση χωρών του Νότου της Ευρώπης. Η Γαλλία, με τη σειρά της, θα ταχθεί υπέρ της δημοσιονομικής τόνωσης και περιόδους κρίσης, θα υπερασπιστεί την ανάγκη για ένα φθηνό ευρώ ώστε να προστατευθούν οι Ευρωπαϊκές εξαγωγές και θα πιέσει για μια πιο πολιτική διαχείριση της ευρωζώνης, σε αντίθεση με την προτίμηση της Γερμανίας για μια πιο τεχνοκρατική προσέγγιση.
Πολλές από αυτές τις διαφορές δεν συνδέονται με κομματικές πολιτικές, όμως αντιπροσωπεύουν τα εθνικά συμφέροντα της κάθε χώρας. Ήταν παρούσες όταν υπεγράφη η Συνθήκη του Μάαστριχτ πριν από 25 χρόνια και έγιναν ιδιαίτερα ορατές όταν ξεκίνησε η ευρωπαϊκή οικονομική κρίση πριν από σχεδόν μια δεκαετία.
Δεδομένου ότι η κρίση δεν έχει τελειώσει παντελώς –άλλωστε η Ελλάδα παραμένει σε πρόγραμμα διάσωσης και ίσως χρειαστεί νέα βοήθεια στο μέλλον, και η Ιταλία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει υψηλά επίπεδα δημόσιο χρέους και έναν εύθραυστο τραπεζικό κλάδο- εξακολουθεί να υπάρχει περιθώριο διαφωνιών μεταξύ των δυο μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρώπης
Η προοπτική περαιτέρω Γαλλο-Γερμανικής συνεργασίας είναι πολύ καλύτερη υπό την προεδρία του Μακρόν απ’ ότι θα ήταν υπό μια προεδρία της Λε Πεν. Όμως, οι διαρθρωτικές διαφορές μεταξύ των δυο χωρών θα επιμείνουν.
euro2day
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου