Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

Αποκωδικοποιώντας Τη Συμφωνία ΗΠΑ – Κούβας

analitis


του Martin James Kettle*
Κατά την υπογραφή της Συνθήκης των Βερσαλλιών το 1919, λέγεται ότι ένας εκπρόσωπος άφησε το συνέδριο μουρμουρίζοντας: «Τι στο καλό θα πουν οι ιστορικοί για όλα αυτά» Όταν η παρατήρηση αναφέρθηκε στο Γάλλο πρωθυπουργό, ο Ζορζ  Κλεμανσό είπε χαρακτηριστικά: «Λοιπόν, ένα πράγμα δεν θα πω είναι ότι το Βέλγιο εισέβαλε στη Γερμανία.»
Μια σύγχρονη εκδοχή του έξυπνου σχόλιου του Κλεμανσό φαίνεται να ισχύει σήμερα όσον αφορά στην εξέλιξη της εξομάλυνσης των σχέσεων ΗΠΑ και Κούβας . Είναι δελεαστικό να αντιμετώπισε κανείς το αδιέξοδο μισού αιώνα ως ολόκληρη ευθύνη της μιας πλευράς και μισή της άλλης. Ωστόσο, ένα πράγμα που οι ιστορικοί δεν μπορούν να πούνε ποτέ είναι ότι η Κούβα προσπάθησε να εισβάλει ή να προσαρτήσει τις ΗΠΑ. Όπως και στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η μεγάλη δύναμη παίρνει την μεγάλη ευθύνη.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πιστεύω ότι η Guardian και άλλοι έκαναν λάθος όταν παρουσίασαν την εξομάλυνση των σχέσεων ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Αβάνα ως πρόσκληση προς την Κούβα για να βγει απ’ την κατάψυξη. Η αλήθεια είναι η αντίστροφη- και περισσότερο σε  ρήξη με την ιστορία. Γιατί δεν είναι η  Κούβα, η οποία αποφάσισε να επιστρέψει στο σύγχρονο κόσμο την περασμένη εβδομάδα. Είναι οι  ΗΠΑ που της το επέτρεψαν.
Μέχρι την υπόσχεση της περασμένης εβδομάδας, οι ΗΠΑ δεν ήταν ποτέ, μα  ποτέ διατεθειμένες να δεχθούν  συμβατικές διμερείς σχέσεις με την Κούβα. Αντίθετα, για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας των ΗΠΑ ως δημοκρατία, η θέση της για την Κούβα ήταν πως έπρεπε να είναι κάτω από τον έλεγχο τους και μερικές φορές σε απολύτως εξοντωτικό βαθμό.

Από τις πολύ πρώτες μέρες τους, οι ΗΠΑ είχαν δει την Κούβα ως μία υπεράκτια περιοχή αμερικανικών συμφερόντων. Είναι πάνω από 200 χρόνια από τότε που οι ΗΠΑ, υπό τον Thomas Jefferson, προσπάθησαν να αγοράσουν την Κούβα από την Ισπανία. Στα τέλη του 19ου αιώνα, η Αμερική κατέσχεσε την Κούβα από την Ισπανία με την απειλή των όπλων. Αργότερα, οι ΗΠΑ μίσθωσαν την Κούβα σε Κουβανούς συνεργάτες τους, με τη συμφωνία της διατήρησης της βάσης του Γκουαντάναμο. Μετά από αυτό, έστησαν την κλεπτοκρατική δικτατορία που οι επαναστάτες του Φιντέλ Κάστρο ανέτρεψαν το 1959. Για τον τελευταίο μισό αιώνα, οι σχέσεις των δύο κρατών είχαν ανασταλεί εντελώς. Εάν αυτές οι δύο χώρες είναι τώρα να συμβληθούν μεταξύ τους  ως κυρίαρχα κράτη, αυτό θα συμβεί για πρώτη φορά.
Η κίνηση της περασμένης εβδομάδας συνιστά αναμφισβήτητα έναν κίνδυνο για την Κούβα και τη γερασμένης. αυταρχική κυβέρνηση της. Αλλά είναι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα ο οποίος έχει κάνει την μεγάλη παραχώρηση στην πραγματικότητα απλώς αναγνωρίζοντας ότι η Κούβα είναι τώρα ένα ανεξάρτητο έθνος. Η Ουάσιγκτον χρειάστηκε μισό αιώνα για να φτάσει σε αυτό το σημείο. Περισσότερα από 50 χρόνια πριν, μία από τις βασικές  επιπτώσεις της λήξης της πυραυλικής κρίσης της Κούβας ήταν μια σιωπηρή παραχώρηση εκ μέρους του Προέδρου John F. Kennedy ότι η Ουάσιγκτον θα πρέπει να συνυπάρχει με την κουβανική επαναστατική κυβέρνηση. Αλλά ήταν μόλις την περασμένη εβδομάδα ότι η de facto αναγνώριση της Κούβας μετατράπηκε de jure αναγνώριση.
Είναι, συνεπώς, εν μέρει αληθές να πούμε ότ η επαναπροσέγγιση μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Αβάνας αντιπροσωπεύει τη ρύθμιση των εκκρεμοτήτων που άφησε πίσω του ο Ψυχρός Πόλεμος Εάν η Κούβα ήταν απλώς άλλο ένα πρόβλημα του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ θα την είχαν αναγνωρίσει εδώ και πολύ καιρό, όπως ακριβώς τελικά έκαναν με την Ανατολική Γερμανία. Όμως το Βερολίνο,  δεν ήταν 90 μίλια (145 χιλιόμετρα) μακριά από τα απ’ τη Φλόριντα, όπως συμβαίνει με την Αβάνα.
Οι Κουβανοί δεν το έκαναν εύκολο για τις ΗΠΑ να αλλάξουν τη στάση τους. Το 2009 η Αβάνα απέρριψε μια πρώιμη προσπάθεια του Ομπάμα να ανοίξει εκ νέου στην Κούβα την πόρτα του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, από τον οποίο είχε ανασταλεί το 1962. Αργότερα το ίδιο έτος, η σύλληψη του Alan Gross – ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος την περασμένη εβδομάδα ως μέρος της συμφωνίας ΗΠΑ-Κούβας – έγινε μεγαλύτερο εμπόδιο για την επαναπροσέγγιση. Η Χίλαρι Κλίντον γράφει στα απομνημονεύματά της ότι τμήματα της κουβανικής ηγεσίας μάλλον προτιμούσαν αυτήν την καθώς μπορούσαν να ρίχνουν το φταίξιμο για  τα προβλήματα της χώρας στο εμπάργκο των ΗΠΑ.
Από όλους τους σύγχρονους πρόεδρους, ο Ομπάμα ήταν πάντα ο πιο πιθανός να κάνει ένα τέτοιο ρεαλιστικό και μη ιμπεριαλιστικό βήμα.  Ένα ερώτημα που προκύπτει με τις ανακοινώσεις της περασμένης εβδομάδας είναι αν αυτές αντιπροσωπεύουν μια πραγματική και σοβαρή στροφή στην εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Ομπάμα προς την ευρύτερη ριζική επίλυση διεθνών προβλημάτων στα δύο τελευταία χρόνια της προεδρίας;.  θέληση μπορεί να είναι εκεί. Αλλά υπάρχει και το ειδικό βάρος;
Τα ζητήματα που διακυβεύονται στις σχέσεις των ΗΠΑ με χώρες όπως το Ιράν, το Ισραήλ, το Πακιστάν, η Ρωσία και η Βόρεια Κορέα είναι πολύ πιο σοβαρά από εκείνα με την Αβάνα. Αλλά στο τέλος, όλα εξαρτώνται από το αν οι ΗΠΑ έχουν την εξουσία και την επιρροή για να περάσουν την γραμμή τους. Και οι επιδόσεις του Ομπάμα ως προς αυτήν την κατεύθυνση είναι μέχρι τώρα άσχημες. Και, όπως ακριβώς και στην Κούβα, χρειάζονται δύο για να ρούμπα.
* Ο Martin James Kettle είναι βρετανός δημοσιογράφος και συγγραφέας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου