Νέα Πολιτική
Του Σπύρου Λυγκούρη*
Ίσως λίγοι να το γνωρίζουν, αλλά στα τέλη του 1966 έλαβε χώρα η τελευταία ίσως προσπάθεια των δύο μεγάλων εκπροσώπων του πολιτικού κόσμου να βάλουν τέλος στην αποχαλίνωση των πολιτικών παθών και να διαψεύουν τις υποψίες για μια ενδεχόμενη εκτροπή του πολιτεύματος. Πρωταγωνιστές ήταν οι δύο πρωταγωνιστές των περιβόητων Ιουλιανών του 1965, ο νεαρός βασιλιάς Κωνσταντίνος και ο αρχηγός της Ενώσεως Κέντρου, Γεώργιος Παπανδρέου, καθώς και ο ηγέτης της συντηρητικής παράταξης της ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις), Παναγιώτης Κανελλόπουλος.
Κατά την εν λόγω περίοδο, στην εξουσία βρισκόταν η κυβέρνηση του Στέφανου Στεφανόπουλου, που είχε λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από την Ε.Ρ.Ε. Αποτέλεσε την Τρίτη κυβέρνηση των λεγομένων «Αποστατών» (αποτελούνταν κυρίως από βουλευτές της Ενώσεως Κέντρου, που είχαν αποσκιρτήσει), που σχηματίσθηκαν μετά την ρήξη του βασιλέως με τον αρχηγό της πλειοψηφίας, Γεώργιο Παπανδρέου, στις 15 Ιουλίου 1965. Ένα χρόνο μετά την ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή αναζητείτο ακόμη μία λύση στο πολιτικό πρόβλημα που είχε τραυματίσει ανεπανόρθωτα την εσωτερική πολιτική ζωή. Στις 30 Νοεμβρίου 1966, ανήμερα του Αγίου Ανδρέα, ο πρωθυπουργός Στεφανόπουλος, ο Π. Κανελλόπουλος, καθώς και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, βρέθηκαν στην Πάτρα για την γιορτή του πολιούχου της πόλης. Εκεί ο Βασιλιάς ανακοινώνει στον Κανελλόπουλο ότι βρίσκεται σε μυστικές συνομιλίες με τον Γ. Παπανδρέου για την εξεύρεση πολιτικής λύσης και τον καλεί να συνεισφέρει και αυτός.
Με την σύμφωνη γνώμη του Π. Κανελλόπουλου κανονίζεται μια πρώτη συνάντησή του με τον Γ. Παπανδρέου στο Τατόι. Εκεί, οι δύο παλιοί γνώριμοι πολιτικοί συζητούν από κοινού τις επόμενες κινήσεις τους, για να εξέλθουν από το πολιτικό αδιέξοδο, που είχε δημιουργηθεί. Αποφασίζεται η πτώση της κυβερνήσεως Στεφανόπουλου και η αντικατάστασή της από μια υπηρεσιακή κυβέρνηση. Αυτή θα αναλάμβανε να ψηφίσει νέο εκλογικό νόμο, να υιοθετήσει την απλή αναλογική και κατόπιν να προκηρύξει εκλογές για τα τέλη Μαίου του 1967. Όσον αφορά το πρόσωπο του υπηρεσιακού πρωθυπουργού, ο Παπανδρέου προέκρινε τον Ι. Παρασκευόπουλο, ο οποίος είχε διατελέσει πάλι υπηρεσιακός πρωθυπουργός πριν τις εκλογές του 1964, που είχαν αναδείξει την Ένωση Κέντρου σε θριαμβεύτρια της πολιτικής ζωής.
Στην δεύτερη συνάντηση (18.12.1966) εκτός των δύο ηγετών παραβρέθηκε και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος. Εκεί συμφωνήθηκε ο Ι. Παρασκευόπουλος να αναλάβει και το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης. Το πιο βασικό κομμάτι της συναίνεσης αφορούσε την προοπτική συγκρότησης μιας κυβέρνησης συνασπισμού Ε.Ρ.Ε- Ενώσεως Κέντρου σε περίπτωση, που μετά τις εκλογές δεν επιτυγχανόταν κυβερνητική πλειοψηφία και αυτοδυναμία. Εκτός αυτού, συντάχθηκε και ένα ολιγοσέλιδο κείμενο με τα βασικά σημεία της Συμφωνίας, το οποίο ονομάστηκε «Μνημόνιο». Στις 20 Δεκεμβρίου 1966 ο ηγέτης της Ε.Ρ.Ε, Π. Κανελλόπουλος, αποσύρει την εμπιστοσύνη του κόμματός του προς την κυβέρνηση Στεφανόπουλου, με αποτέλεσμα στις 22 του μηνός να ορκιστεί η κυβέρνηση του Ι. Παρασκευόπουλου, η οποία δεσμεύτηκε να οδηγήσει ομαλά τις εξελίξεις προς τις εκλογές. Στο μέτωπο της Ενώσεως Κέντρου ο Γ. Παπανδρέου αντιμετώπισε έντονες αντιδράσεις από την κεντροαριστερή πλευρά του κόμματος, της οποίας ηγείτο ο γιος του, Ανδρέας Παπανδρέου. Οι αντιδράσεις κάμφθηκαν μπροστά στην σθεναρή στάση του Γ. Παπανδρέου. Έτσι και οδηγηθήκαμε στις 13 Ιανουαρίου 1967, οπότε και η υπηρεσιακή κυβέρνηση έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από 215 βουλευτές της ΕΡΕ και της Ε.Κ.
Το σχήμα του Ι. Παρασκευόπουλου δεν επιβίωσε για πολύ στο πολιτικό πεδίο που είχε σχηματιστεί. Τα πάθη, που είχαν οδηγήσει τους δύο πολιτικούς ηγέτες στην ανάγκη του σχηματισμού της, ήρθαν και πάλι στο επίκεντρο ήδη από τις 24 Φεβρουαρίου. Τότε, ο ειδικός ανακριτής Σ. Σωκρατίδης στοιχειοθέτησε ποινική δίωξη εναντίον του Ανδρέα Παπανδρέου για την υπόθεση Α.Σ.Π.Ι.Δ.Α (ολιγομελής ομάδα μέσα στο στράτευμα, που λειτουργούσε ως αντιστάθμισμα στον Ι.Δ.Ε.Α). Ο νέος γύρος της πόλωσης που ξέσπασε γύρω από την υπόθεση της δίωξης του Ανδρέα Παπανδρέου οδήγησε τους κυριότερους θεσμούς της χώρας σε σήψη, εξώθησε την κυβέρνηση Παρασκευοπούλου σε παραίτηση στα τέλη Μαρτίου του 1967 και στην αντικατάστασή της από ολιγοήμερη κυβέρνηση υπό τον Π. Κανελλόπουλο, λίγο καιρό πριν το ξέσπασμα του στρατιωτικού πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967. Αλλά ουσιαστικά, η χαμένη ευκαιρία για την άρση του αδιεξόδου μεταξύ των πολιτικών χώρων και του βασιλέως την τελευταία στιγμή, προτού τα τανκς των Συνταγματαρχών δώσουν τέλος στην ασθμαίνουσα Δημοκρατία του μεταπολεμικού κράτους, είχε συντελεστεί ένα μήνα πριν.
Η σημερινή συγκυρία της διαδικασίας εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας μέσα σε ένα περιβάλλον προβληματικό και μία διεθνή συγκυρία διόλου φιλική προς την χώρα, μας ωθεί να σκεφτούμε ξανά την έννοια της ελάχιστης συνεννόησης των πολιτικών κομμάτων, και των ενδεχομένων συνεπειών που μπορεί να έχει για τη χώρα. Τότε, οι δύο βασικοί παίχτες του πολιτικού σκηνικού κατέβαλαν την ελάχιστη προσπάθεια συναίνεσης, η οποία όμως τορπιλίστηκε από ένα κλίμα καχυποψίας και πολιτικού μίσους. Σήμερα, που οι σχέσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων χαρακτηρίζονται κυρίως από την έλλειψη εμπιστοσύνης, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις, ιδίως όταν η πολυπλοκότητα των διεθνών εξελίξεων λαμβάνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις.
*Μεταπτυχιακός φοιτητής Νεώτερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, ΕΚΠΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου