«Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που μια χώρα θέλει και μπορεί να πληρώσει τους πιστωτές της αλλά μπλοκαρίστηκε από έναν δικαστή να το κάνει», τόνισε ο αμερικάνος νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς σε άρθρο που δημοσίευσε στον διεθνή Τύπο από κοινού με τον Μάρτιν Γκούζμαν. Και συνέχιζε το άρθρο: «Η Αργεντινή έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της στους πολίτες της και τους πιστωτές που αποδέχθηκαν την αναδιάρθρωση. Η νομολογία του Γκριέζα ωστόσο ενθαρρύνει την τοκογλυφική συμπεριφορά, απειλεί την λειτουργία των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών κι αρνείται ένα βασικό δόγμα του σύγχρονου καπιταλισμού: ότι τα αναξιόχρεα κράτη δικαιούνται μιας καινούργιας αρχής».
Αξίζει να αντιπαραβάλλουμε τις πολύ προσεκτικές απόψεις και διατυπώσεις του Τζόζεφ Στίγκλιτς (όπως και δεκάδων επιπλέον οικονομολόγων και νομικών που συμμετείχαν στην σχετική συζήτηση σε όλο τον κόσμο) με τους όρους που έγινε η αντιπαράθεση στην Ελλάδα, με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ να πλειοδοτούν σε λαϊκισμό και άναρθρες κραυγές, προς άγρα εντυπώσων. Οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, με πρώτον και καλύτερο τον αμετροεπή και «παντογνώστη» Σπύρο Γεωργιάδη, διαστρέβλωναν συστηματικά τα ίδια τα γεγονότα, για να τα φέρουν στα μέτρα τους και να μπορούν να εμφανίζονται δικαιωμένοι.
Απέκρυπταν από κάθε διάλογο το γεγονός ότι ο αμερικάνος δικαστής Γκριέζα απαγόρευσε στην τράπεζα New York Mellon (όπου η Αργεντινή κατέθεσε έγκαιρα κι ως όφειλε τα 539 εκ. δολάρια για να πληρωθούν οι ομολογιούχοι) να μεταβιβάσει το ποσό στους ομολογιούχους, βάσει των όρων της συντεταγμένης αναδιάρθρωσης που συμφωνήθηκε μεταξύ ομολογιούχων (το 93% συγκεκριμένα) και της Αργεντινής το 2005 και το 2010. Έτσι ο Γεωργιάδης κι οι συν αυτώ διαστρέβλωναν την πραγματικότητα και δαιμονοποιούσαν την Αργεντινή (που στην ιστορία περισσότερο έχει μείνει για την μονομερή παύση πληρωμών του 2001 κι όχι για το εκ των υστέρων συμμάζεμά της) έτσι ώστε η άνευ όρων υποταγή στους όρους των πιστωτών κι η μετατροπή της Ελλάδας σε αποικία χρέους που επέλεξαν και συνειδητά υπηρετούν Παπανδρέου-Παπαδήμος-Σαμαράς να εμφανίζεται ως μονόδρομος. Την δικαίωση των μνημονίων και των εξευτελιστικών δανειακών συμβάσεων επιζητούσαν βρίζοντας την Αργεντινή, με άλλα λόγια.
Δίκαιο Αργεντινής αντί για ΗΠΑ
Ωστόσο, η Αργεντινή τράβηξε ακόμη περισσότερο το σκοινί της αντιπαράθεσης με την αμερικανική δικαιοσύνη τις προηγούμενες μέρες, ασκώντας όλα τα δικαιώματα που διαθέτει ως κυρίαρχο κράτος, σε πλήρη αντίθεση με την παραίτηση της Ελλάδας από κάθε δυνατότητα που της παρέχει το διεθνές και εσωτερικό δίκαιο. Έτσι, στις 19 Αυγούστου η πρόεδρος της Αργεντινής, Κριστίνα Κίρχνερ, ανακοίνωσε ότι θα ζητήσει από το Κογκρέσο της χώρας να ψηφίσει νόμο με τον οποίο θα δίνεται η δυνατότητα στους ομολογιούχους που δέχθηκαν το «κούρεμα» να πληρώνονται από τράπεζα της Αργεντινής, συγκεκριμένα την Banco de la Nacion, κι όχι την αμερικάνικη New YorkMellon. Η πρόταση της Κίρχνερ, ευρύτερα, περιλαμβάνει την αλλαγή του δικαίου υπό το οποίο εκδόθηκαν τα επίμαχα ομόλογα, προτείνοντας στους κατόχους τους να αποδεχθούν αντί του αμερικάνικου δικαίου να διέπονται στο εξής από το αργεντίνικο. Επί της ουσίας προτείνεται μια νέα αναδιάρθρωση, που θα αφορά αποκλειστικά και μόνο το δίκαιο και την τράπεζα πληρωμής. Περιττό να ειπωθεί ότι η προσφορά της Κίρχνερ, που λύνει το βραχυπρόθεσμο πρόβλημα πληρωμής των ομολογιούχων, προκάλεσε την λύσσα του αμερικάνου δικαστή Γκριέζα που έχει πάρει εργολαβία την υπεράσπιση των συμφερόντων των άγριων κερδοσκόπων, ο οποίος σε δήλωσή του χαρακτήρισε την πρόταση «μη έγκαιρη, παράνομη και σε παραβίαση πρόσφατων δικαστικών εντολών κι ενταλμάτων». Η δική του απόφαση όμως είναι που ευθύνεται για το χάος το οποίο θα δημιουργηθεί. Γιατί, αν υποθέσουμε ότι οπωσδήποτε θα βρεθούν ορισμένοι ομολογιούχοι που δεν θα δεχθούν την πρόταση της Κίρχνερ, τότε στις δύο γενικές κατηγορίες ομολογιούχων που ήδη υπάρχουν (όσοι δέχθηκαν την προσφορά των 30 σεντς ανά δολάριο το 2005 και 2010 κι όσοι δεν την δέχθηκαν, με τα κεφάλαια Elliott Management και Aurelius Capital να αποτελούν την αιχμή του κερδοσκοπικού δόρατος από κοινού φυσικά με τον αποτυχημένο έλληνα πρώην υπουργό Υγείας) θα προστεθούν κι άλλοι δύο, διχοτόμηση της πρώτης κατηγορίας: Αυτοί που θα δεχθούν την πρόταση της Κίρχνερ και θα ανταλλάξουν τα κουρεμένα ομόλογα που ήδη κατέχουν με τα νέα αργεντίνικου δικαίου κι οι οποίοι θα πληρωθούν στο ακέραιο κι από την άλλη μεριά όσοι δεν θα δεχθούν την πρόταση και θα συνεχίσουν να είναι όμηροι του Γκριέζα και των κερδοσκόπων του. Καθόλου τυχαία, κι έχοντας κατά νου προφανώς την μήνυση που κατέθεσε ήδη η Αργεντινή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο εναντίον των ΗΠΑ για παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων όπως και τις απειλές του Μπουένος Άιρες ότι θα προσφύγει δικαστικά κατά των κερδοσκόπων επειδή κατέχουν ασφάλιστρα κινδύνου κι επιζητούσαν έτσι την κήρυξη της χώρας σε κατάσταση «επιλεκτικής χρεοκοπίας» για να αποζημιωθούν, η νομική αντιπαράθεση γύρω από τα ομόλογα της Αργεντινής χαρακτηρίστηκε ως η «η δίκη του αιώνα για το δημόσιο χρέος».
Υπόλογος ο Μπαράκ Ομπάμα
Εκτεθειμένη ωστόσο από την απόφαση του αμερικάνου δικαστή να δώσει το πράσινο φως για την αποζημίωση των κερδοσκόπων (που με μια αρχική επένδυση ύψους 48 εκ. δολ. το 2008 διεκδικούν 832 εκ. δολ. ή κέρδος 1.600%) βγαίνει κι η κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα, που επισήμως δεν έκρυψε την δυσφορία της για την στάση του Γκριέζα. Στην πράξη ωστόσο επέλεξε να σιωπήσει κι ας υπήρχαν πρόσφατα παραδείγματα που έδιναν την δυνατότητα παρέμβασης του Λευκού Οίκου. Όπως πολύ εύστοχα υπενθύμισε ο Γκρεγκ Πάλαστ στον βρετανικό Γκάρντιαν, επί κυβέρνησης Τζορτζ Μπους η προσπάθεια του ίδιου κερδοσκοπικού κεφαλαίου να προσχωρήσει στην κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων που ανήκαν στο κράτος Κονγκό-Μπραζαβίλ διακόπηκε όταν η αμερικάνική δικαιοσύνη ενημερώθηκε επισήμως ότι δεν δικαιούται να αποφανθεί επί αυτού του θέματος καθώς άπτεται ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής, επί των οποίων ο μοναδικός αρμόδιος να αποφασίζει είναι ο πρόεδρος. Με αυτό τον τρόπο η αρπακτική βουλιμία του Πολ Σίνγκερ ο οποίος ηγείται του κερδοσκοπικού κεφαλαίου Elliott Management τερματίστηκε πρόωρα. Τώρα, γιατί ο Ομπάμα δεν εξάσκησε το δικαίωμα που διατηρεί να αποφασίζει μόνος του για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και μοιράστηκε το δικαίωμά του με έναν παντελώς άσημο μέχρι πρότινος δικαστή, που μοναδικό του μέλημα έχει να υπηρετεί την διεθνή κερδοσκοπία, είναι ένα ερώτημα που μένει να απαντηθεί. Όποια ωστόσο κι αν είναι η απάντηση, η ουσία είναι πως η απόφαση του Γκριέζα εμφανίζει μια αμερικάνικη δικαιοσύνη, «που μέχρι τώρα εξασκούταν στην εκμετάλλευση των φτωχών Αμερικάνων να επεκτείνει τις προσπάθειές της παγκόσμια» όπως τόνισε ο Στίγκλιτς στο άρθρο του. Με άλλα λόγια η απόφαση του Γκριέζα μπορεί να είναι σε αναντιστοιχία με το κοινό περί δικαίου αίσθημα, είναι όμως σε πλήρη αρμονία με τις ως τώρα αποφάσεις ενός κράτους που επανέφερε με το Γκουντάναμο τα Νταχάου στον 21ο αιώνα και παραβιάζει κάθε έννοια ατομικότητας κι ελευθερίας παρακολουθώντας τις επικοινωνίες όλου του κόσμου μέσω των μυστικών υπηρεσιών του που όλο και περισσότερο θυμίζουν το 1984 του Τζόρτζ Όργουελ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου