Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015

tvxs


Κατά την διάρκεια του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, πολλοί Βρετανοί και Αμερικάνοι αρνητές συνείδησηςσυμμετείχαν εθελοντικά σε έρευνες για την ανάπτυξη της ιατρικής. Σε ένα πείραμα, νέοι Αμερικανοί έμειναν πεινασμένοι για έξι μήνες ώστε να αποφασίσουν οι ειδικοί πως θα αντιμετωπίσουν τις μάζες που λιμοκτονούσαν στην Ευρώπη.

Η προσφορά

Το 1944, ο 26χρονος Μάρσαλ Σάτον, ήταν ένας νεαρός ιδεαλιστής που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο. Ως αρνητής συνείδησης δεν δέχθηκε να πολεμήσει αλλά δεν μπορούσε να μην αδράξει την ευκαιρία να βοηθήσει την χώρα του.

«Ήθελα να αντιμετωπίσω τον πόνο που βίωνε ο κόσμος εκείνη την περίοδο. Ήθελα να κάνω κάτι για την κοινωνία. Να τεθώ και εγώ σε κίνδυνο», δηλώνει στο BBC.

Ο κίνδυνος εμφανίστηκε μπροστά του υπό την μορφή μπροσούρας που παρουσίαζε την φωτογραφία παιδιών στο μέτωπο. «Θα πεινάσεις εσύ ώστε να σιτίζονται καλύτερα;» ρωτούσε η μπροσούρα. Ήταν κάλεσμα για εθελοντές που θα γίνονταν πειραματόζωα στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα.

Σε όλη την Ευρώπη ο κόσμος λιμοκτονούσε – στην Δανία, στην Ελλάδα, στην Ανατολική Ευρώπη, στην Σοβιετική Ένωση – και ο αμερικανικός στρατός ήθελε να βρει τον τρόπο να τους σιτίσει καλύτερα. Για να το πετύχει αυτό, όμως έπρεπε πρώτα να βρει υγιείς εθελοντές πρόθυμους να πεινάσουν.


Εκατοντάδες αρνητές συνείδησης έκαναν αίτηση προκειμένου να βοηθήσουν. Ο Σάτον ήταν ένας από τους 36 που επιλέχθηκαν. «Ένιωσα χρήσιμος. Εκατοντάδες δεν είχαν την ευκαιρία που είχα εγώ και έτσι αισθάνθηκα πολύ τυχερός», σχολίασε.

Το πείραμα

Το πείραμα ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 1944 και για τους πρώτους τρεις μήνες σιτίζονταν ώστε να φτάσουν στο ιδανικό βάρος τους. Κατόπιν εξετάζονταν. Μετά τα δελτία σίτισης άλλαξαν δραματικά και πολύ σύντομα το φαγητό τους έγινε εμμονή.«Έτρωγα ότι έπρεπε μέσα σε τρία λεπτά και μετά έφευγα. Δεν ήθελα να μείνω άλλο», περιέγραψε ο Σάτον αναφερόμενος στα καθημερινά γεύματα. «Κάποιοι που συμμετείχαν στο πείραμα έτρωγαν αργά για 20 λεπτά. Άλλοι διάβαζαν βιβλία μαγειρικής. Εγώ δεν το άντεχα», πρόσθεσε.

Οι 36 άντρες έτρωγαν δυο γεύματα την ημέρα. Όπως και οι άνθρωποι στην Ευρώπη, δεν έτρωγαν ποτέ κρέας και οι συνολικές θερμίδες είχαν υπολογιστεί στις 1800 ή και λιγότερες. Ο Σάτον μια μέρα πήρε την φίλη του και πήγαν για φαγητό στο ακριβότερο εστιατόριο της Μινεάπολης. «Ήθελα να την δω να τρώει, αλλά όταν ο σερβιτόρος έφερε το φαγητό εκείνη δεν μπορούσε. Εγώ εκνευρίστηκα που θα πλήρωνα τόσα χρήματα για ένα γεύμα και εκείνη δεν θα το έτρωγε», ανέφερε.

Το καθεστώς του πειράματος ήταν πολύ αυστηρό. Για έξι μήνες όπου έπρεπε να είναι πεινασμένοι, οι συμμετέχοντες έπρεπε να περπατούν ή να τρέχουν 36 χιλιόμετρα εβδομαδιαίως, καίγοντας 1000 θερμίδες περισσότερες από όσες κατανάλωναν καθημερινά. Η διαδρομή που ακολουθούσαν περνούσε δίπλα από φούρνους και άλλους πειρασμούς. Κάποιοι δεν άντεξαν και παραιτήθηκαν.

Όσοι έμειναν έχασαν το 25% του βάρους τους και πολλοί εμφάνισαν συμπτώματααναιμίας και πρησμένους αστραγάλους, όπως επίσης και απάθεια καιεξάντληση. Τα πλευρά τους ήταν πλέον εμφανή ενώ τα πόδια τους είχαν καταντήσει όσο λεπτά ήταν κάποτε τα χέρια τους. Επιπτώσεις στην ψυχολογία των συμμετεχόντων επίσης ήταν έκδηλες.

«Άμα μείνεις νηστικός για κάποιο διάστημα καταλήγεις φυτό. Δεν αισθανόμουν πόνο. Ένιωθα απλά πολύ αδύναμος. Οι σεξουαλικές επιθυμίες είχαν εξαφανιστεί», θυμάται ο Σάτον. Πολλοί κατέληξαν αγχώδεις και καταθλιπτικοί.

Ο καθένας, βέβαια, αντιδρούσε διαφορετικά. Ένας κατάφερε να διαβάσει για να πάρει πτυχίο νομικής. Ο Σάτον διάβαζε φιλοσοφία και θεολογία ενώ αντλούσε δύναμη από φίλους του στην εκκλησία. Κάποιοι άλλοι έτρωγαν απαγορευμένες τροφές μέχρι που οι ενοχές τους κέρδιζαν. Ένας άλλος έκοψε έχασε το δάχτυλό του κόβοντας ξύλα μη μπορώντας να εξηγήσει ούτε το πως ούτε το γιατί.

Το πείραμα ακόμη αποτελεί σημείο αναφοράς για τους ακαδημαϊκούς της διατροφολογίας όσον αφορά την σίτιση και τις διατροφικές διαταραχές, ενώ ακόμη εγείρει ερωτηματικά για το κατά πόσο τα ψυχολογικά προβλήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν όταν κάποιος είναι πεινασμένος.

Εκτός χρόνου

Πριν τελειώσει το πείραμα και εξαχθούν συμπεράσματα, πολλά στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί έκλεισαν. Όταν ο ανταποκριτής του BBC, Έντουαρντ Γουορντ, μπήκε στο στρατόπεδο του Μπουχενβαλντ, τον Απρίλιο του 1945 είδε ανθρώπους υποσιτισμένους. Εκείνοι άνοιγαν τις ντουλάπες και του έδειχναν τα στοιβαγμένα πτώματα που υπήρχαν μέσα. «Είναι μόνο οι χθεσινοί. Σήμερα θα είναι το ίδιο, και αύριο και μεθαύριο επίσης», του είπαν.


Τα αποτελέσματα του πειράματος ήρθαν αργοπορημένα για τα θύματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως θα μπορούσαν να εξάγουν συμπεράσματα και να βοηθήσουν άλλους στο μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό, οι ερευνητές το 1946 κατέγραψαν τα πορίσματά τους στο βιβλίο «Άντρες και Πείνα».

Τους τελευταίους μήνες του πειράματος της Μινεσότα, οι συμμετέχοντες σιτίστηκαν έτσι ώστε να επιστρέψουν σε υγιή κατάσταση. Αλλά σε πολλές περιπτώσεις πέρασαν μήνες ή και χρόνια μέχρι να αναρρώσουν πλήρως.

Ο Σάτον όπως και άλλοι εθελοντές αργότερα βρέθηκαν στην Γάζα βοηθώντας πεινασμένους πρόσφυγες το 1949, ενώ αργότερα συμμετείχαν σε άλλες δράσεις στις ΗΠΑ. Πλέον ζει στην Βαλτιμόρη και δηλώνει ότι ήταν τιμή του που συμμετείχε στο πείραμα. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου