iskra
Του ΛΑΜΠΡΟΥ ΧΥΤΑ*
Στο Άσκλον της Ιταλίας, το 279 π.Χ., ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρροςέδωσε μια μάχη ενάντια στους Ρωμαίους στο πλαίσιο μιας εκστρατείας που αποσκοπούσε στο σταμάτημα της εξάπλωσης της ανερχόμενης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που ο ίδιος ονόμαζε «Πορεία προς την Ρώμη». Στην μάχη αυτή νικητής αναδείχτηκε ο Πύρρος, όμως με πολύ μεγάλες απώλειες, χάνοντας τους πιο επίλεκτους αξιωματικούς του και ένα πολύ μεγάλο μέρος από τους πιστούς του στρατιώτες. Ο Πλούταρχος γράφει πως όταν ένας στρατιώτης πλησίασε τον Πύρρο για να τον συγχαρεί, αυτός του απάντησε αυτοσαρκαστικά: «Μια ακόμα νίκη επί των Ρωμαίων και θα χαθούμε εντελώς».Η ιστορία τελείωσε ως εξής. Ο Πύρρος έκανε ακόμη μια «πύρρειο» νίκη καταφέρνοντας να κατακτήσει ολόκληρη την Σικελία. Τελικά, η εκστρατεία του τελείωσε αναπάντεχα με μια μεγάλη ήττα στο Βενεβέντο εφόσον ο στρατός του είχε χάσει, πλέον, το αξιόμαχο του.
Ο συνειρμός είναι άμεσος. Η νεοεκλεγμένη κυβέρνηση των Ελλήνων με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, ηγούμενη μιας υπό διαμόρφωση ευρωπαϊκής συμμαχίας κατά της λιτότητας της Ε.Ε., με αφετηρία την εκλογική νίκη στις 25 Γενάρη και εφόδιο την τεράστια λαϊκή υποστήριξη, οργάνωσε μια πολιτική εκστρατεία προς τις Βρυξέλλες, με σκοπό να αποκαταστήσει την ελληνική λαϊκή κυριαρχία και εθνική ανεξαρτησία με την κατάργηση των μνημονίων και να συμβάλει από μια αριστερή οπτική στον εκδημοκρατισμό της Ε.Ε. Αναγκαστικά, αυτή η πορεία, ανεξάρτητα από τους ενδιαμέσους σταθμούς, θα κατέληγε στο Βερολίνο, όπως άλλωστε σημειώνει και το δημοφιλές τραγούδι του Leonard Cohen που χρησιμοποιούσε ο ΣΥΡΙΖΑ στην προεκλογική του εκστρατεία.
Στο Εurogroup της Παρασκευής 20-2-2015, η κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, παρά τις όποιες μικροβελτιώσεις, κατά βάση κατάληξε στο να κερδίσει ορισμένο πολιτικό χρόνο η ελληνική κυβέρνηση, με το τίμημα, όμως, της υπογραφής της παράτασης, για τέσσερις ακόμη μήνες, του μεσοπρόθεσμου μνημονιακού προγράμματος υπό την επιτήρηση ξανά της Ε.Ε., της ΕΚΤ και του ΔΝΤ. Το γεγονός αυτό ανέδειξε το βαθύτερο πολιτικό φόντο αυτής της πολιτικής εκστρατείας και μέτρησε τον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων που επικαθορίζουν τη δυναμική και τα όρια της.
Από αυτή την άποψη, αναμφίβολα στο φόντο αυτής της αναμέτρησης πρέπει να καταγραφούν τα εξής συμπεράσματα :
1. Η Ζώνη του ευρώ επιθυμεί τη λιτότητα
H Ευρωζώνη των 18+1 με κανένα τρόπο δεν θέλει να διαπραγματευτεί την άρση της λιτότητας και των μνημονίων για την Ελλάδα. Όλο το ασθενές πολιτικό οικοδόμημα του ευρώ στηρίζεται στη συστηματική μεταφορά της οικονομικής κρίσης από τις επιχειρήσεις προς τα κράτη και τους φορολογουμένους, δηλαδή την κάλυψη των τραπεζικών και επιχειρηματικών ζημιών με ρευστότητα εγγυημένη από τα δημόσια ταμεία και τελικά την ενυπόθηκη κάλυψη των δημόσιων ταμείων με τα ίδια τα περιουσιακά στοιχεία των κρατών. Μόνο έτσι μπορεί να υπάρχει το ευρώ ως διατραπεζικό νόμισμα, απαλλαγμένο από τις επιμέρους εθνικές πολιτικές και πιέσεις, στοιχείο που τελικά οργανώνει και τη σταθερότητα του. Η λιτότητα είναι στρατηγικό εσωτερικό στοιχείο της ευρωζώνης.
Αυτός είναι ο ορισμός του ευρώ: η αποθέωση, η φετιχοποίηση και διεθνοποίηση του χρήματος και η αποστείρωση του από την επιρροή και τις πιέσεις των εθνών, τα κρατών, των δημοκρατιών, των λαών. Κάθε παραχώρηση προς την Ελλάδα για τον περιορισμό της λιτότητας στην φάση αυτή, σημαίνει άνοιγμα του ασκού του Αιόλου και γενική αποσταθεροποίηση του διατραπεζικού διεθνικού νομίσματος. Συνεπώς, για την Ευρωζώνη των 18+1 καταγράφηκε ως άμεσος στόχος η πολιτική απομόνωση και ακύρωση της ελληνικής απαίτησης για άρση της λιτότητας. Το στοιχείο αυτό δεν αποτελεί, πλέον, ενδεχόμενο ή εικασία, αλλά αποτελεί αδιαμφησβήτητο πολιτικό γεγονός αναγνωρίσιμο σε διεθνή κλίμακα.
Αυτός είναι ο ορισμός του ευρώ: η αποθέωση, η φετιχοποίηση και διεθνοποίηση του χρήματος και η αποστείρωση του από την επιρροή και τις πιέσεις των εθνών, τα κρατών, των δημοκρατιών, των λαών. Κάθε παραχώρηση προς την Ελλάδα για τον περιορισμό της λιτότητας στην φάση αυτή, σημαίνει άνοιγμα του ασκού του Αιόλου και γενική αποσταθεροποίηση του διατραπεζικού διεθνικού νομίσματος. Συνεπώς, για την Ευρωζώνη των 18+1 καταγράφηκε ως άμεσος στόχος η πολιτική απομόνωση και ακύρωση της ελληνικής απαίτησης για άρση της λιτότητας. Το στοιχείο αυτό δεν αποτελεί, πλέον, ενδεχόμενο ή εικασία, αλλά αποτελεί αδιαμφησβήτητο πολιτικό γεγονός αναγνωρίσιμο σε διεθνή κλίμακα.
2. Η Γερμανία επιθυμεί την πολιτική ταπείνωση και ήττα του ΣΥΡΙΖΑ
Η Γερμανία των Μέρκελ – Σόιμπλε, στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, διεκδικεί για τον εαυτό της και κατοχυρώνει έναν ιδιαίτερο ηγεμονικό ρόλο στην Ευρωζώνη. Το τραπεζικό της σύστημα επιτρέπει την πρόσβαση σε ρευστότητα των μεγαλύτερων οικονομίων της Ευρωζώνης, στοιχείο αναγκαίο για την αντιμετώπιση της υφεσιακών τάσεων που δημιουργεί η κρίση, ακόμη και αν μακροπρόθεσμα το σύνολο των οικονομιών του Νότου αλλά και του Κέντρου σταδιακά χάνουν σε ανταγωνιστικότητα έναντι του Βορρά.
Το Βερολίνο από αυτή την ηγεμονική θέση απέδειξε πως επιθυμεί την ήττα και πολιτική αποδιάρθρωση του ΣΥΡΙΖΑ, ακριβώς γιατί συμβολίζει την δυνατότητα της Αριστεράς να διεκδικήσει έναν άλλον ρόλο για τα έθνη στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, αξιοποιώντας μάλιστα την αντίφαση που δημιουργεί αυτή ακριβώς η γερμανική επικυριαρχία.
Η ίδια η πολιτική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ και η «αλαζονεία» του να αμφισβητήσει τη γερμανική πρωτοκαθεδρία (προς όφελος μιας πιο δημοκρατικής Ευρώπης), και ταυτόχρονα η επιμονή του να αποκαλύπτει τον ρόλο της γερμανικής αστικής τάξης στα σκάνδαλα και την παραφθορά του μνημονιακού πολιτικού προσωπικού των προηγούμενων ελληνικών κυβερνήσεων και να ζητά από το Βερολίνο την έκδοση του Χριστοφοράκου, η επιμονή των αντιπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ να δημιουργούν συνειρμούς ανάμεσα στον ναζισμό και τη λιτότητα και τις διαχρονικές ιστορικές ευθύνες της Γερμανίας, καθώς και να θέτουν θέμα για τις γερμανικές πολεμικές αποζημιώσεις και τα κατοχικά δάνεια, δημιούργησαν όρους εκρηκτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στους επικυρίαρχους και την ελληνική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι, πλέον, σαφές πως η Γερμανία επιθυμεί την πολιτική ταπείνωση φθορά και πτώση του ΣΥΡΙΖΑ. Η Γερμανία στην φάση αυτή επέλεξε και προώθησε ένα ανοιχτό πολιτικό πραξικόπημα με πολιορκητικό κριό την ΕΚΤ, το ευρώ και τη διακοπή της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, προκειμένου να εκβιάσει την υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ και την έμπρακτη και συμβολική κατάργηση της ελληνικής κυβέρνησης.
Πρόκειται για μια ιταμή πράξη εθνικού εκβιασμού. Η πράξη αυτή αποτελεί ισοδύναμο στρατιωτικής απειλής και θερμού πολεμικού επεισοδίου, ακριβώς την στιγμή που οι «εταίροι» κάθονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αποτελεί απροκάλυπτη πράξη ανήθικου οικονομικού πολέμου. Οι Έλληνες εκχώρησαν την κυριαρχία του νομίσματός τους και τα δικαιώματα των εγγυήσεων του τραπεζικού τους συστήματος στην ένωση των 18+1 και η Γερμανία χρησιμοποιεί ακριβώς αυτή την εκχώρηση, ως μονομερές δικαίωμα επικυριαρχίας και επικηδεμονίας, τονίζοντας προς πάσα κατεύθυνση πως η κατάσταση αυτή είναι ανεπίστρεπτη και ότι η σημασία της δημοκρατίας και της βούλησης των λαών έχει πλέον καταργηθεί.
Για την Ευρωζώνη το φιλελεύθερο δόγμα επικυριαρχεί της θέλησης των λαών («ΤΙΝΑ», δεν υπάρχει άλλος τρόπος). Το συμπέρασμα είναι πως εάν η Αριστερά θέλει να αλλάξει την Ελλάδα, πολύ περισσότερο εάν θέλει να αλλάξει και την Ευρώπη, είναι υποχρεωμένη να περάσει από το εμπόδιο του Βερολίνου. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να έχει ατσαλένια αποφασιστικότητα και πολύ περισσότερο να έχει προετοιμαστεί για αυτή την αντιπαράθεση πολιτικά, ιδεολογικά, οργανωτικά.
Το Βερολίνο από αυτή την ηγεμονική θέση απέδειξε πως επιθυμεί την ήττα και πολιτική αποδιάρθρωση του ΣΥΡΙΖΑ, ακριβώς γιατί συμβολίζει την δυνατότητα της Αριστεράς να διεκδικήσει έναν άλλον ρόλο για τα έθνη στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, αξιοποιώντας μάλιστα την αντίφαση που δημιουργεί αυτή ακριβώς η γερμανική επικυριαρχία.
Η ίδια η πολιτική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ και η «αλαζονεία» του να αμφισβητήσει τη γερμανική πρωτοκαθεδρία (προς όφελος μιας πιο δημοκρατικής Ευρώπης), και ταυτόχρονα η επιμονή του να αποκαλύπτει τον ρόλο της γερμανικής αστικής τάξης στα σκάνδαλα και την παραφθορά του μνημονιακού πολιτικού προσωπικού των προηγούμενων ελληνικών κυβερνήσεων και να ζητά από το Βερολίνο την έκδοση του Χριστοφοράκου, η επιμονή των αντιπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ να δημιουργούν συνειρμούς ανάμεσα στον ναζισμό και τη λιτότητα και τις διαχρονικές ιστορικές ευθύνες της Γερμανίας, καθώς και να θέτουν θέμα για τις γερμανικές πολεμικές αποζημιώσεις και τα κατοχικά δάνεια, δημιούργησαν όρους εκρηκτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στους επικυρίαρχους και την ελληνική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι, πλέον, σαφές πως η Γερμανία επιθυμεί την πολιτική ταπείνωση φθορά και πτώση του ΣΥΡΙΖΑ. Η Γερμανία στην φάση αυτή επέλεξε και προώθησε ένα ανοιχτό πολιτικό πραξικόπημα με πολιορκητικό κριό την ΕΚΤ, το ευρώ και τη διακοπή της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, προκειμένου να εκβιάσει την υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ και την έμπρακτη και συμβολική κατάργηση της ελληνικής κυβέρνησης.
Πρόκειται για μια ιταμή πράξη εθνικού εκβιασμού. Η πράξη αυτή αποτελεί ισοδύναμο στρατιωτικής απειλής και θερμού πολεμικού επεισοδίου, ακριβώς την στιγμή που οι «εταίροι» κάθονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αποτελεί απροκάλυπτη πράξη ανήθικου οικονομικού πολέμου. Οι Έλληνες εκχώρησαν την κυριαρχία του νομίσματός τους και τα δικαιώματα των εγγυήσεων του τραπεζικού τους συστήματος στην ένωση των 18+1 και η Γερμανία χρησιμοποιεί ακριβώς αυτή την εκχώρηση, ως μονομερές δικαίωμα επικυριαρχίας και επικηδεμονίας, τονίζοντας προς πάσα κατεύθυνση πως η κατάσταση αυτή είναι ανεπίστρεπτη και ότι η σημασία της δημοκρατίας και της βούλησης των λαών έχει πλέον καταργηθεί.
Για την Ευρωζώνη το φιλελεύθερο δόγμα επικυριαρχεί της θέλησης των λαών («ΤΙΝΑ», δεν υπάρχει άλλος τρόπος). Το συμπέρασμα είναι πως εάν η Αριστερά θέλει να αλλάξει την Ελλάδα, πολύ περισσότερο εάν θέλει να αλλάξει και την Ευρώπη, είναι υποχρεωμένη να περάσει από το εμπόδιο του Βερολίνου. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να έχει ατσαλένια αποφασιστικότητα και πολύ περισσότερο να έχει προετοιμαστεί για αυτή την αντιπαράθεση πολιτικά, ιδεολογικά, οργανωτικά.
3. Δεν υπάρχει δυνατότητα διαπραγμάτευσης έξω από το πλαίσιο «ΚΑΜΙΑ ΘΥΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩ»
Απέναντι σε αυτό το θηριώδες ένστικτο του διεθνοποιημένου καπιταλισμού για φιλελεύθερη λιτότητα παντού, που εκπροσωπεί σήμερα η Ευρωζώνη και η γερμανική εξωτερική πολιτική, η κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και αν συνέχισε να μάχεται με αποφασιστικότητα, δεν κατάφερε να μεταβάλει το συνολικό πολιτικό πλαίσιο με τρόπο ωφέλιμο για τα ελληνικές επιδιώξεις.
Αδιαμφισβήτητα, αυτός ο γύρος της διαπραγμάτευσης έληξε με τρόπο καλύτερο από αυτόν τον οποίο κατέγραφαν οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ, και από την άποψη αυτή ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει μια τακτική νίκη έναντι των πολιτικών του αντιπάλων. Αδιαμφισβήτητα, είναι θετικό το γεγονός ότι διατηρεί ακόμη ανοιχτές τις τράπεζες, και έχει καταφέρει να καθυστερήσει την υλοποίηση των μέτρων που αφορούν στη μείωση των συντάξεων, την αύξηση του ΦΠΑ και όλου του κρυφού προγράμματος Χαρδούβελη, και με έναν ορισμένο τρόπο κερδίζει χρόνο απέναντι στο Βερολίνο που επιθυμεί την άμεση ταπείνωση και υποταγή της ελληνικής κυβέρνησης.
Παρά, όμως, την όποια τακτική επιτυχία του, ο ΣΥΡΙΖΑ μετατοπίζεται και ενσωματώνεται στο βαθύτερο μνημονιακό πλαίσιο και τις ασφυκτικές πιέσεις της Ευρωζώνης. Πλεονασματικοί προϋπολογισμοί, επιτήρηση του νομοθετικού και οικονομικού πλαισίου λειτουργίας της κυβέρνησης, αναστολή του προγράμματος της Θεσσαλονίκης (στοιχείο που ορίζει τη σύνδεση του με τα λαϊκά στρώματα), αποδοχή της υποχρέωσης εξόφλησης του χρέους. Συνεπώς, η όποια τακτική επιτυχία δεν μπορεί παρά να φαντάζει εντελώς ασήμαντη, στον βαθμό που αναδεικνύεται ένα βαθύτερο στρατηγικό αδιέξοδο στην ελληνική πλευρά. Δηλαδή, ότι το πολιτικό πλαίσιο της Ε.Ε. παραμένει το ίδιο συμπαγές και το ίδιο αντιδραστικό και το ίδιο αμετάβλητο.
Στον βαθμό που η ελληνική κυβέρνηση έχει απεμπολήσει την κόκκινη γραμμή του «ΚΑΜΙΑ ΘΥΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩ», που δεν προετοιμάζεται πολιτικά και οργανωτικά για μια σύγκρουση με την ΕΚΤ και στον βαθμό που δεν προετοιμάζει και άλλα διπλωματικά και οικονομικά ενδεχόμενα για την Ελλάδα, πέραν αυτού της «αλληλεγγύης» με τους πιστωτές, δεν υπάρχει αριστερή διέξοδος στην ελληνική κρίση. Σε αυτή την περίπτωση, το αποτέλεσμα κάθε διαπραγμάτευσης στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο θα είναι δεδομένο: η αναπαραγωγή με τον έναν ή τον άλλο τρόπο της μνημονιακής εθνικής, δημοκρατικής και ταξικής κατίσχυσης των Ελλήνων. Σε τελευταία ανάλυση, είναι αδύνατο να διαπραγματευτεί η ελληνική πλευρά μια καλύτερη θέση μέσα στο ευρώ, αν δεν έχει προετοιμαστεί και για το ενδεχόμενο της εξόδου από το ευρώ.Όταν η Γερμανία απεργάζεται ένα άθλιο σχέδιο για σταμάτημα τη ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να αντιπαραβάλει ένα άλλο σχέδιο για το διατήρησή της. Μόνο τότε κάνεις ισότιμο διάλογο και πραγματική διαπραγμάτευση και μόνο τότε έχει πραγματικό νόημα η δήλωση ότι η ελληνική κυβέρνηση εγγυάται τις καταθέσεις και το τραπεζικό σύστημα, αλλιώς δεν το εγγυάται η ελληνική κυβέρνηση, αλλά η γερμανική, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Αδιαμφισβήτητα, αυτός ο γύρος της διαπραγμάτευσης έληξε με τρόπο καλύτερο από αυτόν τον οποίο κατέγραφαν οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ, και από την άποψη αυτή ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει μια τακτική νίκη έναντι των πολιτικών του αντιπάλων. Αδιαμφισβήτητα, είναι θετικό το γεγονός ότι διατηρεί ακόμη ανοιχτές τις τράπεζες, και έχει καταφέρει να καθυστερήσει την υλοποίηση των μέτρων που αφορούν στη μείωση των συντάξεων, την αύξηση του ΦΠΑ και όλου του κρυφού προγράμματος Χαρδούβελη, και με έναν ορισμένο τρόπο κερδίζει χρόνο απέναντι στο Βερολίνο που επιθυμεί την άμεση ταπείνωση και υποταγή της ελληνικής κυβέρνησης.
Παρά, όμως, την όποια τακτική επιτυχία του, ο ΣΥΡΙΖΑ μετατοπίζεται και ενσωματώνεται στο βαθύτερο μνημονιακό πλαίσιο και τις ασφυκτικές πιέσεις της Ευρωζώνης. Πλεονασματικοί προϋπολογισμοί, επιτήρηση του νομοθετικού και οικονομικού πλαισίου λειτουργίας της κυβέρνησης, αναστολή του προγράμματος της Θεσσαλονίκης (στοιχείο που ορίζει τη σύνδεση του με τα λαϊκά στρώματα), αποδοχή της υποχρέωσης εξόφλησης του χρέους. Συνεπώς, η όποια τακτική επιτυχία δεν μπορεί παρά να φαντάζει εντελώς ασήμαντη, στον βαθμό που αναδεικνύεται ένα βαθύτερο στρατηγικό αδιέξοδο στην ελληνική πλευρά. Δηλαδή, ότι το πολιτικό πλαίσιο της Ε.Ε. παραμένει το ίδιο συμπαγές και το ίδιο αντιδραστικό και το ίδιο αμετάβλητο.
Στον βαθμό που η ελληνική κυβέρνηση έχει απεμπολήσει την κόκκινη γραμμή του «ΚΑΜΙΑ ΘΥΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩ», που δεν προετοιμάζεται πολιτικά και οργανωτικά για μια σύγκρουση με την ΕΚΤ και στον βαθμό που δεν προετοιμάζει και άλλα διπλωματικά και οικονομικά ενδεχόμενα για την Ελλάδα, πέραν αυτού της «αλληλεγγύης» με τους πιστωτές, δεν υπάρχει αριστερή διέξοδος στην ελληνική κρίση. Σε αυτή την περίπτωση, το αποτέλεσμα κάθε διαπραγμάτευσης στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο θα είναι δεδομένο: η αναπαραγωγή με τον έναν ή τον άλλο τρόπο της μνημονιακής εθνικής, δημοκρατικής και ταξικής κατίσχυσης των Ελλήνων. Σε τελευταία ανάλυση, είναι αδύνατο να διαπραγματευτεί η ελληνική πλευρά μια καλύτερη θέση μέσα στο ευρώ, αν δεν έχει προετοιμαστεί και για το ενδεχόμενο της εξόδου από το ευρώ.Όταν η Γερμανία απεργάζεται ένα άθλιο σχέδιο για σταμάτημα τη ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να αντιπαραβάλει ένα άλλο σχέδιο για το διατήρησή της. Μόνο τότε κάνεις ισότιμο διάλογο και πραγματική διαπραγμάτευση και μόνο τότε έχει πραγματικό νόημα η δήλωση ότι η ελληνική κυβέρνηση εγγυάται τις καταθέσεις και το τραπεζικό σύστημα, αλλιώς δεν το εγγυάται η ελληνική κυβέρνηση, αλλά η γερμανική, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Αυτές οι τρεις κύριες διαπιστώσεις αναγκάζουν όλες τις δυνάμεις της ελληνικής Αριστεράς και κυρίως τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, να αναθεωρήσουν και να επικαιροποίησουν τις πολιτικές τους παραδοχές και τακτικές. Ανεξαρτήτως των επιμέρους διαφορετικών ιδεολογικών προσεγγίσεων σήμερα, είναι, πλέον, πασιφανές ότι με τον σημερινό συσχετισμό δυνάμεων στην Ε.Ε. και με το θεσμικό πλαίσιο που συγκροτεί την Ευρωζώνη και την ΕΚΤ, δεν είναι δυνατό να υπάρξει διαπραγμάτευση για την άρση των μνημονίων εντός ευρώ, χωρίς ταυτόχρονα την πολιτική προετοιμασία και για την έξοδο από το ευρώ. Η έξοδος, επιθυμητή ή λιγότερο επιθυμητή ή ακόμη και ανεπιθύμητη, θα πρέπει να είναι ένα ρεαλιστικό και πιθανό ενδεχόμενο για την αριστερή κυβέρνηση και την ελληνική κοινωνία με μετρούμενα βήματα και συνέπειες και όχι το φόβητρο ή η απειλή τιμωρίας της Ε.Ε. γιατί εκλέχτηκε αριστερή κυβέρνηση χωρίς την άδεια του Βερολίνου.
Το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ διαπερνώνταν από αυτή τη μεγάλη αντίφαση, η οποία μπορούσε να λειτουργεί σχετικά προωθητικά, στον βαθμό που μπορούσε να υποβάλει τη μια προτεραιότητα πάνω στην άλλη. Δηλαδή, πρώτα διαπραγμάτευση στην Ευρωζώνη και μετά εκπόνηση του εναλλακτικού σχεδίου ως αναγκαίου κακού. Σήμερα, αποδεικνύεται ότι τα δυο αυτά ενδεχόμενα έχουν πλησιάσει πάρα πολύ. Ο ελληνικός λαός, με την υποστήριξή του στην γραμμή της σύγκρουσης με την τρόικα, απέδειξε πως επιθυμεί την κατάργηση των μνημονίων και γύρω από αυτό το πρόταγμα ορίζεται η λαϊκή εντολή και σε καμία περίπτωση η λαϊκή εντολή δεν συνεπάγεται την πάση θυσία παραμονή στο ευρώ και τη σταδιακή μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε μνημονιακό κόμμα. Άλλωστε. ακόμη και αν ο ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκε προεκλογικά να ξεκαθαρίσει αυτή την αντίφαση, φρόντισαν να την ξεκαθαρίσουν το ΠΑΣΟΚ η Ν.Δ. και τα λοιπά μνημονικά κόμματα, δηλώνοντας σε όλους του τόνους πως η καταψήφιση των μνημονίων και η ψήφιση του ΣΥΡΙΖΑ θα σημαίνει και έξοδο της χώρας από το ευρώ. Το γεγονός αυτό δεν εμπόδισε τον λαϊκό κόσμο να στηρίξει και να δώσει την πλειοψηφία στην Αριστερά.
Ακόμη όμως και αν ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί πως δεν έχει την εντολή να θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ, τότε είναι υποχρεωμένος να προστρέξει στον λαϊκό παράγοντα με δημοψήφισμα, ώστε να ανανεώσει τη λαϊκή εντολή και να συμβάλει στην ριζοσπαστικοποίησή της. Το ερώτημα σ" αυτό το δημοψήφισμα δεν πρέπει να είναι «μέσα ή έξω από το ευρώ». Το ερώτημα θα πρέπει να είναι «να υποκύψει η όχι η ελληνική κυβέρνηση στους γερμανικούς εκβιασμούς και τα τελεσίγραφα».
Το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ διαπερνώνταν από αυτή τη μεγάλη αντίφαση, η οποία μπορούσε να λειτουργεί σχετικά προωθητικά, στον βαθμό που μπορούσε να υποβάλει τη μια προτεραιότητα πάνω στην άλλη. Δηλαδή, πρώτα διαπραγμάτευση στην Ευρωζώνη και μετά εκπόνηση του εναλλακτικού σχεδίου ως αναγκαίου κακού. Σήμερα, αποδεικνύεται ότι τα δυο αυτά ενδεχόμενα έχουν πλησιάσει πάρα πολύ. Ο ελληνικός λαός, με την υποστήριξή του στην γραμμή της σύγκρουσης με την τρόικα, απέδειξε πως επιθυμεί την κατάργηση των μνημονίων και γύρω από αυτό το πρόταγμα ορίζεται η λαϊκή εντολή και σε καμία περίπτωση η λαϊκή εντολή δεν συνεπάγεται την πάση θυσία παραμονή στο ευρώ και τη σταδιακή μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε μνημονιακό κόμμα. Άλλωστε. ακόμη και αν ο ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκε προεκλογικά να ξεκαθαρίσει αυτή την αντίφαση, φρόντισαν να την ξεκαθαρίσουν το ΠΑΣΟΚ η Ν.Δ. και τα λοιπά μνημονικά κόμματα, δηλώνοντας σε όλους του τόνους πως η καταψήφιση των μνημονίων και η ψήφιση του ΣΥΡΙΖΑ θα σημαίνει και έξοδο της χώρας από το ευρώ. Το γεγονός αυτό δεν εμπόδισε τον λαϊκό κόσμο να στηρίξει και να δώσει την πλειοψηφία στην Αριστερά.
Ακόμη όμως και αν ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί πως δεν έχει την εντολή να θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ, τότε είναι υποχρεωμένος να προστρέξει στον λαϊκό παράγοντα με δημοψήφισμα, ώστε να ανανεώσει τη λαϊκή εντολή και να συμβάλει στην ριζοσπαστικοποίησή της. Το ερώτημα σ" αυτό το δημοψήφισμα δεν πρέπει να είναι «μέσα ή έξω από το ευρώ». Το ερώτημα θα πρέπει να είναι «να υποκύψει η όχι η ελληνική κυβέρνηση στους γερμανικούς εκβιασμούς και τα τελεσίγραφα».
Για τη σταθεροποίηση και διεύρυνση της δύναμης της κυβέρνησης της Αριστεράς, τη διατήρηση της σύνδεσής της με τον λαϊκό παράγοντα θα πρέπει να ακολουθηθούν άμεσα οι εξής κατευθύνσεις:
1. Άμεση Εφαρμογή του προγράμματος της Θεσσαλονίκης και απεμπλοκή από τους εκβιασμούς των Ε.Ε., ΔΝΤ, ΕΚΤ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να αφήσει κανένα περιθώριο στην τρόικα να θεωρήσει ότι είναι δυνατό να μετατραπεί σε μια μνημονιακή συμμαχία με τις δυνάμεις ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΠΟΤΑΜΙ κ.λπ. Η κοινοβουλευτική ομάδα, οι υπουργοί, ο πρωθυπουργός, θα πρέπει στον επονομαζόμενο «Πίνακα των Μεταρρυθμίσεων» να μην εξαιρέσουν την απαίτηση για άμεση εφαρμογή του προγράμματος της Θεσσαλονίκης. Να μη δεχτούν καμία άλλη συμφωνία, πέρα από αυτήν που είναι συμβατή με τη θέληση του ελληνικού λαού. Να μην αποκοπεί η κυβέρνηση από την λαϊκή αγωνία και ανάγκη.
2. Άμεση εκπόνηση οργανωτικού και πολιτικού πλαισίου για τη διαχείριση του εκβιασμού του GREXIT, «ΚΑΜΙΑ ΘΥΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩ»
.Η επιλογή αυτή συνεπάγεται τον άμεσο πολιτικό έλεγχο των συστημικών τραπεζών και της κεντρικής τράπεζας της Ελλάδας και την επεξεργασία τεχνικών (π.χ., προετοιμασία έκδοσης ελληνικών ομολόγων σε ευρώ από την Τράπεζα της Ελλάδας κ.λπ.), που να διατηρήσουν την ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν ρευστότητα ανεξάρτητα από τις πιστωτικές γραμμές τη ΕΚΤ. Μόνο έτσι μπορεί να γίνει ισότιμη διαπραγμάτευση με την Ευρωζώνη των 18+1. Αλλιώς στα Εurogroup δεν θα γίνεται διαπραγμάτευση, αλλά θα κατατίθενται εκθέσεις ιδεών και θα εκτονώνουν την ταξική επιθετικότητά τους οι επικυρίαρχοι.
3. Άμεση ενημέρωση, εκλαΐκευση των εξελίξεων και ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα.
Είναι αναγκαίο σε κάθε γωνία της Ελλάδος σε σπίτια, σε καφενεία, σε αμφιθέατρα, σε πλατείες, στο επόμενο διάστημα, να γίνουν συζητήσεις να ενημερωθεί ο λαός για τα ενδεχόμενα που έχει μπροστά του, να ενεργοποιηθεί το λαϊκό κίνημα να αναλάβει τον καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις.
4. Άρνηση επικύρωσης στην Βουλή της επέκτασης της παράτασης του μεσοπρόθεσμου μνημονιακού προγράμματος και άμεση σύσταση επιτροπής λογιστικού ελέγχου του χρέους.
Σε κάθε περίπτωση και για κανέναν λόγο οι έλληνες βουλευτές της Αριστεράς δεν πρέπει να βάλουν ξανά την υπογραφή τους σε κείμενα που θα δεσμεύουν τον ελληνικό λαό για την πλήρη και έγκαιρη εξόφληση ενός επονείδιστου χρέους με τη δικαιοδοσία του αγγλικού δίκαιου και να εκχωρούν τα κυριαρχικά δικαιώματα του ελληνικού λαού. Κανένας βουλευτής της Αριστεράς δεν έχει δικαίωμα να υπογράψει ξανά μια τέτοια μνημονιακή δανειακή σύμβαση. Αντίθετα, θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα σε λογιστικό έλεγχο του χρέους με σκοπό την βαθιά διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του.
*Ο Λάμπρος Χύτας είναι μέλος της Πρωτοβουλίας των 1.000
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου