του Γιώργου Βάμβουκα
Στο χθεσινό άρθρο επισημάναμε το γεγονός, ότι, στο
non-paper που υπέβαλε η κυβέρνηση μέσω του κ. Βαρουφάκη στο Eurogroup της 16ης
Φεβρουαρίου, παρατηρούνται αρκετά τεχνοκρατικά λάθη και ανεπίτρεπτες
παραλείψεις. Για παράδειγμα, σε κανένα σημείο του non-paper, δεν εξηγείται με
πειστικότητα πως με 1,5% κρατικό πρωτογενές πλεόνασμα ως ποσοστό του ΑΕΠ (Ακαθάριστο
Εγχώριο Προϊόν), το δημόσιο χρέος της Ελλάδας καθίσταται μελλοντικά βιώσιμο (διαχειρίσιμο).
Πώς είναι δυνατόν να εκτιμηθεί η μελλοντική πορεία του
λόγου δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ, αν δεν παρατεθούν τόσο τα μέσα επίπεδα του
πληθωρισμού, όσο και τα μέσα επίπεδα των πραγματικών επιτοκίων; Οι συντάκτες
του non-paper υποθέτουν μέσα επίπεδα ονομαστικού ΑΕΠ 4% κατά την περίοδο
2014-2025, υποστηρίζοντας αυθαίρετα ότι με πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του
1,5% στο ΑΕΠ, θα μπορούσε το δημόσιο χρέος να γίνει διαχειρίσιμο ακόμα και μετά
το 2020. Ας υποτεθεί ότι την περίοδο 2015-2020, η φάση αποπληθωρισμού που
πλήττει την ελληνική οικονομία συνεχιστεί και έστω ότι τα μέσα επίπεδα του
πληθωρισμού διαμορφωθούν σε -1%. Στο ενδεχόμενο αυτό, η επίτευξη του ποσοτικού στόχου
για μέση ετήσια ονομαστική μεταβολή του ΑΕΠ κατά 4% την περίοδο 2014-2020, θα
απαιτούσε μέσους ετήσιους αναπτυξιακούς ρυθμούς τουλάχιστον 5%. Αναμφίβολα, το
κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο οφείλει να μελετήσει προσεκτικότερα τα
μακροοικονομικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας και όταν προβαίνει σε
καθοριστικής σημασίας προβλέψεις, υποχρεούται να επιδεικνύει επιστημονική
αρτιότητα και τεχνοκρατική δεινότητα.
Με απώτερη επιδίωξη, να βοηθήσουμε το υφιστάμενο κυβερνητικό οικονομικό
επιτελείο στο δύσκολο έργο του, θα προβούμε στη συνέχεια σε μια τεχνοκρατική
ανάλυση, που ενδεχομένως κουράσει τους αναγνώστες. Η μεταβολή του δημοσίου
χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, απεικονίζεται από την κάτωθι μαθηματική σχέση:
ΔΒt/ΔΥt = Bt/Yt – Bt-1/Yt-1= (r – g)Bt-1/Yt-1 + Gt – Tt /Yt,
όπου Β= Δημόσιο
χρέος, Υ= ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές (ή ονομαστικό ΑΕΠ), G= Πρωτογενείς κρατικές
δαπάνες, T= Κρατικά έσοδα, g= Ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης (ή ποσοστιαία
μεταβολή πραγματικού ΑΕΠ), r= Μέσο πραγματικό επιτόκιο βάσει του οποίου δανείζεται
το κράτος, το σύμβολο Δ παριστάνει την έννοια της μεταβολής και τέλος ο δείκτης
t απεικονίζει το χρόνο.
Στις κρατικές δαπάνες υποτίθεται ότι δεν
συμπεριλαμβάνονται τα τοκοχρεολύσια για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.
Το
μέσο πραγματικό επιτόκιο, r, με το οποίο μια χώρα δανείζεται στις διεθνείς
χρηματαγορές, προκύπτει από την διαφορά μεταξύ μέσου ονομαστικού επιτοκίου (R)
και πληθωρισμού σε μέσα επίπεδα (P), δηλαδή r= Rt-Pt. Η ποσότητα (Gt-Tt)
απεικονίζει το “πρωτογενές αποτέλεσμα”, έτσι ώστε αν Gt>Tt υπάρχει
πρωτογενές έλλειμμα, αν Gt<Tt υφίσταται πρωτογενές πλεόνασμα και αν Gt=Tt το
πρωτογενές αποτέλεσμα είναι μηδενικό. Ως γνωστόν, το σύμβολο > σημαίνει
μεγαλύτερος και το σύμβολο < σημαίνει μικρότερος. Λέμε για παράδειγμα, το
δέκα είναι μεγαλύτερο του πέντε ή το πέντε είναι μικρότερο του δέκα, δηλαδή
10>5 ή 5<10. Από μαθηματικής-στατιστικής άποψης, η διαχρονική μεταβολή
του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, δηλαδή η μεταβολή του λόγου ΔBt/ΔYt,
εξαρτάται από δύο θεμελιώδεις παράγοντες, την ποσότητα (r-g) και το πρωτογενές
αποτέλεσμα (Gt-Tt). Με κριτήριο τη διαχρονική μεταβολή των ποσοτήτων (g-r) και
(Gt-Tt), μπορούν να προκύψουν αρκετά ενδιαφέροντα σενάρια για την ελληνική
οικονομία, που άπτονται της μελλοντικής βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους. Για
την κατανόηση της προαναφερομένης μαθηματικής φόρμουλας, θα παραθέσουμε στη
συνέχεια τρία σενάρια.
Πρώτο Σενάριο: Μείωση του λόγου μεταβολή δημοσίου χρέους προς μεταβολή ΑΕΠ
(ΔBt/ΔΥt) με την συνύπαρξη πρωτογενών ελλειμμάτων (Gt>Tt). Με κριτήριο το
σενάριο αυτό, αν οι μελλοντικοί αναπτυξιακοί ρυθμοί της ελληνικής οικονομίας,
ήταν υψηλότεροι από το μέσο επιτόκιο δανεισμού του ελληνικού δημοσίου,
δηλαδή g>r, τότε ακόμα και με την ύπαρξη μικρών πρωτογενών κρατικών
ελλειμμάτων, ο λόγος δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ θα σημείωνε διαχρονική πτωτική
τάση.
Δεύτερο Σενάριο: Μείωση του λόγου ΔΒt/ΔΥt δοθέντος ότι r-g=0. Με γνώμονα το
σενάριο αυτό, αν r-g=0, που σημαίνει ότι r=g, συνάγεται ότι η μελλοντική
ελάττωση του λόγου δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ, θα απαιτούσε την ύπαρξη πρωτογενών
κρατικών πλεονασμάτων, δηλαδή Gt<Τt.
Τρίτο Σενάριο: Μείωση του λόγου ΔΒt/ΔΥt παρότι r>g. Αν τα επόμενα χρόνια, το
πραγματικό επιτόκιο δανεισμού του ελληνικού δημοσίου ήταν μεγαλύτερο από τους
αναπτυξιακούς ρυθμούς της ελληνικής οικονομίας και άρα r>g, τότε η
διαχρονική μείωση του λόγου ΔΒt/ΔΥt θα απαιτούσε την επίτευξη σημαντικών
κρατικών πρωτογενών πλεονασμάτων, δηλαδή Gt<Tt. Το τρίτο σενάριο είναι αυτό
που προσομοιάζει στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας. Πράγματι, την περίοδο
2009-2014, ο μέσος ετήσιος αναπτυξιακός ρυθμός της χώρας ήταν αρνητικός γύρω
στο -4,8% και το μέσο πραγματικό επιτόκιο δανεισμού του ελληνικού δημοσίου
κυμάνθηκε γύρω στο +2%, με συνέπεια η ποσότητα (r-g) να είναι θετική της τάξης
του +6,8% (r-g={+2%-(-4,8%)}={+2%+4,8%}=+6,8%).
Κατ’ αυτό τον τρόπο, την περίοδο 2009-2014, λόγω του ότι r-g=+6,8%, αναπόφευκτο
ήταν ο λόγος ΔΒt/ΔΥt να σημειώσει ανοδική πορεία. Από την ανωτέρω ανάλυση,
συνάγεται ότι το υφιστάμενο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο, θα πρέπει να
δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην τεχνοκρατική συγκρότηση του προφορικού και του
γραπτού του λόγου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου