Νέα Πολιτική
του Ιπποκράτη Δασκαλάκη*
Στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου ο ελληνικός λαός ψήφισε υπέρ της επαναδιαπραγμάτευσης των συμφωνιών μας με τους ευρωπαίους εταίρους επιθυμώντας συγχρόνως να παραμείνει μέλος της προβληματικής νομισματικής ένωσης του Ευρώ και της ευρωπαϊκής οικογένειας. Πιθανόν οι εκτιμήσεις μας για τις δυνατότητες επαναδιαπραγμάτευσης των συμφωνιών να μην είναι ρεαλιστικές και οι αναμενόμενες συμμαχίες μας να καταρρεύσουν πριν καλά-καλά συγκροτηθούν. Το διεθνές κλίμα αυτή τη στιγμή δεν φαίνεται ευνοϊκό για τις επιδιώξεις της χώρας μας παρά τον περιορισμό των αρχικών μας μαξιμαλιστικών επιδιώξεων, τη στροφή της κυβέρνησης σε ρεαλιστικές θέσεις και παρά τη διαφαινόμενη διεθνή αποδοχή της ορθότητας πολλών εκ των θέσεων μας. Βέβαια είναι νωρίς για να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα γιατί οι δηλώσεις, τα τελεσίγραφα και οι «σιωπηλοί εκβιασμοί» αποτελούν μέρος κάθε σύγκρουσης συμφερόντων και κάθε διαπραγμάτευσης και αναμένεται να ενταθούν κατά τις ερχόμενες ημέρες και τις πρώτες συναντήσεις των ευρωπαϊκών οργάνων.
Είναι βέβαια πιθανόν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα της λαϊκής απαίτησης για επαναδιαπραγμάτευση να μην ευοδωθεί και να ευρεθούμε ενώπιον σκληρών και πιεστικών διλημμάτων. Εκτιμώ ότι οι εταίροι μας δεν επιθυμούν την πλήρη ρήξη αλλά σε κάθε σύγκρουση είναι ενδεχόμενος τυχόν αθέλητος εκτροχιασμός, το πολυσυζητημένο «ατύχημα». Ανεξαρτήτως όμως των κινδύνων, η κυβέρνηση μας οφείλει να προσπαθήσει να επιτύχει το στόχο της μέσω διαπραγματεύσεων, ρεαλιστικής αντίληψης της καταστάσεως και των διακυβευμάτων και έντιμων συμβιβασμών χωρίς ιδεολογικές προκαταλήψεις. Η επαναδιαπραγμάτευση των συμφωνιών ίσως δεν είναι θέμα εθνικής επιβίωσης (καίτοι ορισμένοι αυτό ακριβώς υποστηρίζουν) αλλά έχει καταστεί και θέμα εθνικής αξιοπρέπειας. Ο ελληνικός λαός, νηφάλιος και ψύχραιμος, παρά τις δυσκολίες και απογοητεύσεις των τελευταίων ετών αντιλαμβάνεται την κρισιμότητα της καταστάσεως και επιδεικνύει πρωτόγνωρη ωριμότητα και συνάμα, μέχρι σήμερα, επικροτεί τις κυβερνητικές προθέσεις με εντυπωσιακή πλειοψηφία. Εδώ απαιτείται μεγάλη αυτοσυγκράτηση από την κυβέρνηση για να μην παρασυρθεί από τον ενθουσιασμό του λαϊκού αισθήματος. Ας μην ξεχνάμε ότι λαϊκός ενθουσιασμός υπήρχε και το 1897, χωρίς όμως να συνοδεύεται και από τις αντίστοιχες προϋποθέσεις με αποτέλεσμα τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο και τη διάσωση μας με την επέμβαση των μεγάλων δυνάμεων και δανειστών μας (χρεωκοπία 1893).
Άρα από τον πολιτικό μας κόσμο, πλέον της αντίστοιχης ωριμότητας του ελληνικού λαού απαιτούμε και εκ μέρους του κατανόηση των ευθυνών, του διεθνούς περιβάλλοντος και των δυνατοτήτων και ορίων μας. Η ελληνική απαίτηση για επαναδιαπραγμάτευση θα είναι πολύ ισχυρότερη, αν όλα τα κόμματα της χώρας υποστηρίξουν το αίτημα αποδεχόμενα να συμπράξουν σε μια κοινή εθνική προσπάθεια. Συγχρόνως όμως και η κυβέρνηση θα πρέπει να υποχωρήσει από ορισμένες μαξιμαλιστικές και εξωπραγματικές θέσεις της και να αποδεχθεί τη δημιουργική σύνθεση και ενσωμάτωση προτάσεων και θέσεων και της αντιπολίτευσης. Αίτημα για παροχή λογικού χρόνου για παρουσίαση και εν συνεχεία διαπραγμάτευση ενός ρεαλιστικού εθνικού προγράμματος στους εταίρους μας, που θα προέρχεται από όλα τα κόμματα (που εκφράζουν το 80% της λαϊκής ψήφου) έχει άλλη βαρύτητα.
Καθημερινά διαπιστώνεται από τις δηλώσεις των κομμάτων ότι όλοι επιδιώκουν την επαναδιαπραγμάτευση για την επανεκκίνηση της οικονομία και την ανάπτυξη, άρα σήμερα είναι επιτέλους εφικτή η σύμπραξη και σύνθεση ενός εθνικού προγράμματος. Μια κοινή κάθοδος, δίνει μάλιστα και στην Ευρώπη τη δυνατότητα να ξεμπερδέψει επιτέλους με τις εναλλασσόμενες ελληνικές παρουσίες, θέσεις και αιτήματα επανεκκίνησης των διαπραγματεύσεων. Η ακατανόητη οχύρωση όμως των σκληροπυρηνικών οπαδών της λιτότητας στην έκφραση «Pacta sunt servanda» (οι συνθήκες πρέπει να είναι σεβαστές) δεν εγγυάται την επιτυχία αυτής της ύστατης προσπάθειας. Εκτιμώ όμως ότι οι πιθανότητες αυξάνουν σημαντικά για μια θετική και έντιμη συμβιβαστική κατάληξη. Επιπλέον, η κοινή κάθοδος και η ενιαία προσπάθεια μας δημιουργεί και διαφορετική βαρύτητα στη διεθνή παρουσία μας και προσδίδει μεγαλύτερο ειδικό βάρος στις θέσεις μας δεδομένης της αυξανόμενης γεωπολιτικής σημασίας μας στην ολοένα και πιο ασταθή περιοχή μας.
Το βάρος για ένα τέτοιο πανεθνικό κάλεσμα πέφτει στην κυβέρνηση. Η κυβέρνηση πρέπει να αποταθεί προς σύσσωμο τον πολιτικό κόσμο καλώντας για συστράτευση σε μια εθνική προσπάθεια χωρίς όμως να επιδιώκει την πολιτική εκμετάλλευση αυτής της κινήσεως. Η συστράτευση φυσικά και δεν σημαίνει την απόρριψη όλων των προγραμματικών στόχων και θέσεων των πολιτικών κομμάτων. Εθνική συστράτευση, τη συγκεκριμένη στιγμή, σημαίνει την συνολική παρουσία και δέσμευση μας έναντι των ευρωπαίων και μη δανειστών μας για την από κοινού διαπραγμάτευση και αποδοχή βασικών αρχών πάνω στις οποίες θα συνεχιστεί η οικονομική συνεργασία μας. Εξυπακούεται ότι πρώτα πρέπει να έχει προϋπάρξει μια ελάχιστη συνεννόηση και σύνθεση θέσεων. Δεν απαγορεύεται βέβαια να πάρουν την πρωτοβουλία τα κόμματα της αντιπολίτευσης ή ακόμη και κάποιος άλλος φορέας. Αναμφισβήτητα, η σύνθεση προτάσεων διαφορετικών ιδεολογικών αντιλήψεων είναι δύσκολη αλλά η πραγματικότητα ίσως έχει βοηθήσει να συνειδητοποιηθεί από όλους (και ειδικά από τη νέα κυβέρνηση) η επικινδυνότητα των καταστάσεων και τα όρια των ελιγμών μας. Ο χρόνος στενεύει απελπιστικά και ας ελπίσουμε ότι για μια φορά οι πολιτικοί μας θα κάνουν κάτι το πραγματικά επαναστατικό (και αυτονόητο).
* Υποστράτηγος εν Αποστρατεία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου