Θαλαμοφύλακας
του Χρήστου Λυντέρη
Ασφαλώς δεν νοείται δημοκρατικό πολίτευμα δίχως αξιόπιστους
θεσμούς ελέγχου και λογοδοσίας εκείνων που κατέχουν δημόσια αξιώματα. Πρότυπο
τέτοιων θεσμών αποτελεί η δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας.
Ο έλεγχος των αρχόντων στην
δημοκρατία των Αθηνών περιελάμβανε τρία στάδια:....
Το στάδιο προ της ανάληψης των καθηκόντων τους, το στάδιο του ελέγχου κατά την διάρκεια της θητείας τους και την λογοδοσία μετά το τέλος της.
Το στάδιο προ της ανάληψης των καθηκόντων τους, το στάδιο του ελέγχου κατά την διάρκεια της θητείας τους και την λογοδοσία μετά το τέλος της.
Προ της ασκήσεως των καθηκόντων τους όλοι οι
αξιωματούχοι της πόλης , κληρωτοί ή εκλεγμένοι, προκειμένου να αναλάβουν τα
καθήκοντά τους υπόκειντο σε δημόσια δοκιμασία, είτε από την Βουλή των Πεντακοσίων, είτε από το
δικαστήριο, ενώ οι εννέα άρχοντες κρίνονταν και από την βουλή και από το
δικαστήριο ("πάντες γαρ και οι κληρωτοί και οι χειροτονητοί
δοκιμασθέντες άρχουσιν" (Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία, 55). Η
δοκιμασία περιελάμβανε αρχικώς σειρά ερωτήσεων , όπως ποιος είναι ο πατέρας του
δοκιμαζόμενου και από ποιον δήμο κατάγεται, αν σέβεται τους γονείς του, αν
πληρώνει φόρους και εάν εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις. Στην
συνέχεια καλείτο ο δοκιμαζόμενος να αποδείξει με μάρτυρες τα λεγόμενά του και
κατόπιν μπορούσε κάθε πολίτης να απευθύνει εναντίον του κατηγορίες. Αν ο υπό
δοκιμασία πολίτης κρινόταν ακατάλληλος ("αποδοκιμασία") αποκλειόταν
από το αξίωμα.
Εάν ο πολίτης περνούσε επιτυχώς το στάδιο
της δοκιμασίας και αναλάμβανε τα καθήκοντά του, κατά την διάρκεια της θητείας
του ασκείτο συνεχής και πολλαπλός έλεγχος, τόσο τακτικός , όσο και έκτακτος.
Ειδικότερα, τακτικός διαχειριστικός έλεγχος όλων όσοι
διαχειρίζονταν δημόσιο χρήμα ασκείτο σε κάθε πρυτανεία ( ήτοι κάθε 35 ή 36
ημέρες) από τους Δέκα Λογιστές τους οποίους διόριζε με κλήρο η Βουλή από τα
μέλη της ( Αριστοτέλης, ό.π. 48). Τα πορίσματα των Δέκα Λογιστών διαβιβάζονταν
στην Βουλή. Επιπλέον, τακτικός έλεγχος των αξιωματούχων διενεργείτο κάθε μήνα
στην κύρια συνεδρία της Εκκλησίας του Δήμου, όπου οι πολίτες αποφάσιζαν δι'
ανατάσεως της χειρός την "επιχειροτονία" των
αρχόντων εάν ασκούσαν σωστά τα καθήκοντά τους, ή άλλως την "αποχειροτονία" τους
(" δει τας αρχάς επιχειροτονείν ει δοκούσι καλώς άρχειν" ,
Αριστοτέλης, ό.π. 43).
Αλλά προβλεπόταν και έκτακτος έλεγχος,
τόσο μέσω της Βουλής, η οποία εκδίκαζε με δυνατότητα έφεσης στο δικαστήριο τις
καταγγελίες ιδιωτών κατά αξιωματούχων για μη εφαρμογή του νόμου ("εισαγγελίες",
βλ Αριστοτέλους, ό.π. 45) , όσο και ενώπιον της Εκκλησίας του Δήμου, η
οποία, άπαξ κατ' έτος , κατά την έκτη Πρυτανεία, αποφάσιζε περί εξοστρακισμού,
περί καταγγελιών ("προβολών") εναντίον συκοφαντών και
περί καταγγελιών εναντίον όσων αθέτησαν υποσχέσεις απέναντι στο λαό ("καν
τις υποσχόμενος τι μη ποιήση τω δήμω", Αριστοτέλης, ό.π. 43).
Ιδιαίτερα αυστηρή εξάλλου ήταν η
λογοδοσία των αξιωματούχων μετά την λήξη της θητείας τους τόσο ενώπιον
των "Λογιστών" , όσο και ενώπιον των "Ευθύνων". Συγκεκριμένα,
η Βουλή των Πεντακοσίων διόριζε με κλήρο δέκα Λογιστές και άλλους δέκα
αναπληρωτές τους , στους οποίους όφειλαν να λογοδοτήσουν όλοι όσοι
άσκησαν κάποιο αξίωμα , συμπεριλαμβανομένων βεβαίως και των ιδίων των
ελεγκτικών αρχών. Οι Λογιστές, οι οποίοι δεν ταυτίζονταν με τους δέκα Λογιστές
- βουλευτές που, όπως προαναφέρθηκε, ήλεγχαν τους αξιωματούχους κατά την
διάρκεια της θητείας τους, ήλεγχαν τους υπόλογους και εισήγαγαν κάθε περίπτωση
στο δικαστήριο για την τελική κρίση σε δημόσια συνεδρίαση. Σε περίπτωση
καταδίκης για υπεξαίρεση ή δωροδοκία, ο υπεύθυνος ήταν υποχρεωμένος να
επιστρέψει το ποσό στο δεκαπλάσιο, ενώ για οποιοδήποτε άλλο αδίκημα, οι
λογιστές αποτιμούσαν την ζημία και ο υπόχρεος ήταν υποχρεωμένος να την
αποκαταστήσει σύντομα αλλιώς το ποσό διπλασιαζόταν (Αριστοτέλης, ό.π. 54). Αλλά
πέραν από τον έλεγχο των δέκα Λογιστών, κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να
υποβάλει ο ίδιος ενώπιον ελεγκτών ("Ευθύνων") καταγγελία
("γραφή")εναντίον αξιωματούχου ο οποίος είχε ήδη λογοδοτήσει
ενώπιον δικαστηρίου. Οι Εύθυνοι, οι οποίοι εκλέγονταν με κλήρο από την Βουλή,
αφού εξέταζαν την καταγγελία, παρέπεμπαν την υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο
(Αριστοτέλης, ό.π.48). Όπως αναφέρει ο Αισχίνης (Κατά Κτησιφώντος, 21),
μέχρι την ολοκλήρωση της λογοδοσίας απαγορευόταν στον υπόλογο η έξοδος από την
Αττική, η μεταβίβαση ή με κάθε τρόπο διάθεση των περιουσιακών του
στοιχείων, ακόμη και η υιοθεσία του, διότι σύμφωνα με το αθηναϊκό δίκαιο η
περιουσία του υιοθετούμενου μεταβιβαζόταν στον υιοθετούντα (Βλ. Σοφία Αδάμ -
Μαγνήσαλη, έλεγχος και λογοδοσία των Αρχών στην Αθηναϊκή Δημοκρατία, εκδ.
Σάκκουλα, σελ. 122-123).
Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι κάθε
αξιωματούχος της αθηναϊκής δημοκρατίας, οποιοδήποτε αξίωμα και εάν κατείχε,
υπόκειτο σε δοκιμασία προ της ανάληψης των καθηκόντων του, σε διαρκή δημόσιο
έλεγχο κατά την διάρκεια της θητείας του και σε αυστηρότατη λογοδοσία μετά το
πέραν αυτής. Κύρια χαρακτηριστικά αυτού του ελέγχου ήταν ότι (α) ήταν δημόσιος,
με την έννοια ότι διεξαγόταν φανερά ενώπιον των πολιτών, (β) ήταν
πολλαπλός, ήτοι προερχόμενος όχι από μία μόνον αλλά από διάφορες Αρχές,
ανεξάρτητες μεταξύ τους και από κάθε πολίτη ξεχωριστά, (γ) οι ελεγκτικές Αρχές
είχαν όλα τα εχέγγυα ανεξαρτησίας δεδομένου ότι ήταν κληρωτές και πολυμελείς
και (δ) ουδείς, ούτε οι ίδιες οι ελεγκτικές αρχές, ούτε οι βουλευτές , ούτε οι
εννέα άρχοντες και οι στρατηγοί, εξαιρείτο από την διαδικασία του ελέγχου.
Απεναντίας, όσο σπουδαιότερο αξίωμα ασκούσε , τόσο μεγαλύτερος ήταν ο
έλεγχος.
Είναι υπέροχο το απόσπασμα του
Αισχίνη : " Εν γαρ ταύτη τη πόλει ,ούτως αρχαία ούση και τηλικαύτη
το μέγεθος, ουδείς εστιν ανυπεύθυνος των και οπωσούν προς τα κοινά
προσεληλυθότων."(Κατά Κτησιφώντος, 17). Η φράση αυτή, η οποία
φανερώνει το μεγαλείο της δημοκρατίας, αποτελεί συγχρόνως ισχυρό ράπισμα για τα
πολιτεύματα που έχουν το "θράσος" να ονομάζονται δημοκρατίες ενώ
αποκλείουν τον δημόσιο έλεγχο και την ανεξάρτητη λογοδοσία των
ασκούντων την δημόσια εξουσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου