ΕΛευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση
Tου Κώστα Αργυρού
Η βρετανίδα συγγραφέας Χίλαρυ Μάντελ πέτυχε προφανώς διάνα, όταν αποφάσισε να εκδώσει μια ιστορία 35 σελίδων μικρού σχήματος με τον πιασάρικο τίτλο “Η δολοφονία της Μάργκαρετ Θάτσερ”. Κόλλησε μπροστά άλλες εννιά νουβέλες εξίσου περιορισμένης λογοτεχνικής εμβέλειας, έδωσε στο βιβλίο της τον τίτλο, που “ποντάρει” στο όνομα της άλλοτε Βρετανίδας πρωθυπουργού και ήταν σίγουρο όχι μόνο ότι θα κάνει “σάλο”, αλλά θα πουλήσει και καλά. H κυρία Μάντελ λέει ότι ήταν τυχαίο ότι αποφάσισε να δημοσιεύσει την ιστορία της, την οποία εμπνεύστηκε από ένα πραγματικό συμβάν και η οποία αναφέρεται σε μια ημέρα του Αυγούστου του 1983, τώρα, ενάμιση χρόνο μετά τον θάνατο από φυσικά αίτια της “σιδηράς κυρίας”.
Αλλά είναι δύσκολο να μας πείσει ότι η απόφασή της να κρατήσει επί τρεις δεκαετίες στο συρτάρι μια τόσο “ευπώλητη” ιστορία δεν οφειλόταν στο φόβο να προσβάλει τους κανόνες, που επέβαλε η πολιτική ορθότητα, άλλο ένα δημιούργημα της εποχής της απόλυτης ιδεολογικής κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού.
Όπως επίσης είναι δύσκολο να μας αποδείξει ότι ήθελε με το γραπτό της να αγγίξει με τολμηρό τρόπο ένα από τα ταμπού της βρετανικής κοινωνίας. Γιατί μάλλον η Μαντέλ επιφανειακά προσεγγίζει το μεγάλο θέμα, που έχει να κάνει με τον διχασμό, που προκάλεσε η πολιτική της Θάτσερ στη βρετανική κοινωνία και στη συνέχεια σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οποιος έχει ακούσει λοιπόν το βιβλίο και τρέξει να το αγοράσει μάλλον θα αισθανεί ότι πήγαν χαμένες οι οχτώ λίρες που έδωσε για να το αποκτήσει.
Κι όμως τώρα που η Θάτσερ δεν υφίσταται πιά ως φυσική παρουσία, οι συνθήκες θα ήταν πράγματι ιδανικές για να ασχοληθεί κανείς λίγο πιο τολμηρά με την κληρονομιά της και αν αυτή συνεχίζει να “βρίσκεται ανάμεσά μας”. Δεν εννοώ με αυτό μόνο το γεγονός, ότι κάποιοι έχουν ήδη αρχίσει να βλέπουν στο πρόσωπο της Ανγκέλα Μέρκελ, της σύγχρονης “σιδηράς κυρίας” την πολιτική της μετενσάρκωση.
Αυτό που αξίζει να θυμηθεί και να μελετήσει κανείς είναι ο τρόπος με τον οποίο κάποτε η Θάτσερ μπόρεσε να επιβληθεί ιδεολογικά στη Βρετανία, επηρεάζοντας στη συνέχεια και την υπόλοιπη Ευρώπη και πώς τελικά όλα αυτά τα στοιχεία, με τα οποία μπόλιασε το δημόσιο διάλογο αλλά και τον τρόπο σκέψης “ελίτ” και πολιτών συνεχίζουν να είναι κυρίαρχα και στην εποχή της κρίσης.
Οι Βρετανοί νεοφιλελεύθεροι φρόντισαν να οργανώσουν και να ενισχύσουν πολιτικές δεξαμενές σκέψεις ήδη από τη δεκαετία του 70, οι οποίες όχι μόνο προετοίμασαν την πολιτική “οδοστρωτήρα” της Θάτσερ, αλλά ουσιαστικά μεταμόρφωσαν το οικονομικό και πολιτικό τοπίο στη Βρετανία με την απόλυτη ιδεολογική τους επικράτηση. Ο αναθεματισμός του κράτους, η πίστη στη “λογική” των αγορών, η εξύμνηση της “ατομικότητας”, η απαξίωση των συνδικάτων, η λατρεία του “ιδιωτικού” είναι επιτεύγματα, που οφείλονται σε εκείνη την εποχή. Το “Ινστιτούτο Οικονομικών Υποθέσεων” (ΙΕΑ) το οποίο είχε ιδρυθεί από το 1957 και το οποίο έφτασε στο απώγειο της δόξας του στα τέλη της δεκαετίας του ’70 ή το “Κέντρο Μελετών Πολιτικής”, στο οποίο η κυρία Θάτσερ υπήρξε μάλιστα και ιδρυτικό μέλος το 1974, μετά από τις δύο διαδοχικές εκλογικές ήττες του Συντηρητικού Κόμματος, ασχολήθηκαν συστηματικά με την διάδοση σε πανεπιστημιακούς, δημοσιογραφικούς και πολιτικούς κύκλους θεωριών και ιδεών, που στη συνέχεια συνοψίστηκαν και μεταφράστηκαν σε πολιτική πράξη, από αυτό που έχει καθιερωθεί να αποκαλείται “θατσερισμός”.
Τα κέντρα αυτά παραγωγής ιδεών μπορεί να έχασαν την λάμψη τους στα τέλη της δεκαετίας του ’80, έχοντας άλλωστε ζήσει και τη “δικαίωση” από τη συντριβή του “υπαρκτού σοσιαλισμού”, αλλά είχαν ήδη γαλουχήσει μια σειρά από αγγελιοφόρους των μηνυμάτων τους και είχαν ήδη κατακτήσει τα μυαλά εκατομυρίων ανθρώπων στον πλανήτη. Ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο οι Ελληνες προσπαθούν να γλυτώσουν σήμερα -ο καθένας μόνος του και με αυτοσχεδιασμούς- από το τσουνάμι της νεοφιλελεύθερης λιτότητας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ύστερη επιβεβαίωση της ιστορικής θατσερικής φράσης: “Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως η κοινωνία, υπάρχουν μόνο άτομα και οικογένειες”. ‘Η αλλιώς “ο σώζων εαυτώ, σωθήτω”
Ο ουτοπιστής του νεοφιλελευθερισμού Φρίντριχ φον Χάγιεκ, θα ήταν μάλλον ευτυχής αν ζούσε σήμερα και μπορούσε να δει ότι το όραμα ενός κόσμου από “άτομα”, με απαξιώμενες τις ενοχλητικές συλλογικότητες, όπως τα συνδικάτα να έχει πλέον υποταχτεί απόλυτα “στην αόρατη χείρα των αγορών”. Αγορές που αποφασίζουν μέσα σε δευτερόλεπτα για τις τύχες ολόκληρων λαών, έχοντας την ευχέρεια να κινούνται σε ένα τοπίο σχεδόν απόλυτα απορρυθμισμένο και κινούμενο σταθερά ολοένα και περισότερο προς το ακρωτήρι της ιδιωτικοποίησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου