analyst
.
Εισαγωγή
Θεωρούμε απολύτως απαραίτητη την ενημέρωση όσο το δυνατόν περισσοτέρων ανθρώπων, όσον αφορά το σκοτεινό ρόλο των κεντρικών τραπεζών, τις ληστρικές μεθόδους των εμπορικών, καθώς επίσης της δημιουργίας του «κρατικού χρήματος», στις σύγχρονες οικονομίες – οι οποίες λειτουργούν με ένα απαρχαιωμένο νομισματικό σύστημα, ηλικίας άνω των 200 ετών, κατασκευασμένο για να εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τις «ανάγκες» μίας αχόρταγης ελίτ.
Περαιτέρω, οφείλουμε να εξηγήσουμε την έννοια του σημερινού «κακού» χρήματος, όπως αυτό χαρακτηρίζεται στον πρόλογο του κειμένου μας – ξεκινώντας με το γεγονός ότι, τα «καλά» χρήματα υπήρχαν εκείνη την εποχή, όπου οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν πολύτιμα μέταλλα ή εμπορεύματα για τις συναλλαγές τους.
Σε μία οικονομία τώρα που κυκλοφορούν μόνο «καλά» χρήματα, όπως για παράδειγμα χρυσός, η ποσότητα χρήματος αυξάνεται τότε μόνο, όταν εισέρχεται νέος χρυσός – είτε μέσω της αγοράς του από άλλες χώρες, είτε με την εξόφληση των εμπορικών πλεονασμάτων έναντι χρυσού, είτε με την εξόρυξη του.
Τα «καλά» χρήματα είναι επομένως εκείνα, τα οποία δεν μπορεί να πολλαπλασιάσει ένα κράτος, μέσω της λειτουργίας του «τυπογραφείου» του. Αντίθετα, τα «κακά» χρήματα είναι αυτά που στηρίζονται στο σύστημα των χάρτινων, χωρίς αντίκρισμα νομισμάτων – τα οποία μπορούν να πολλαπλασιαστούν «κατά το δοκούν», ενώ η αξία τους βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην εμπιστοσύνη των ανθρώπων απέναντι τους.
Η έξοδος από τον κανόνα του χρυσού (1971), προς όφελος των άυλων, κρατικών χρημάτων είναι, μεταξύ άλλων, υπεύθυνη για τις μεγάλες αλλαγές στον ανθρώπινο χαρακτήρα – ειδικά επειδή οι άνθρωποι εξαρτήθηκαν από τη χρηματοπιστωτική βιομηχανία, από την οποία αδυνατούν πλέον να «απελευθερωθούν». Αυτός είναι ο βασικός λόγος, για τον οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι έγιναν «απρόσεκτοι», ανώριμοι, εγωιστικοί, υλιστικοί, κοινωνικά απομονωμένοι, επιφανειακοί, καθώς επίσης καταθλιπτικοί.
Συνεχίζοντας, η ποσότητα χρημάτων στην Ευρωζώνη αυξήθηκε, μεταξύ των ετών 2000 και 2012, κατά περίπου 100% – αντίθετα, το ΑΕΠ μόλις κατά 15%.
Με δεδομένο όμως το ότι, η ποσότητα χρημάτων πρέπει να προσαρμόζεται με ευελιξία στο ρυθμό ανάπτυξης, κάτι που στην περίπτωση της Ευρωζώνης και όχι μόνο «καταργήθηκε», θα έπρεπε τουλάχιστον οι τραπεζίτες, οι οποίοι γνωρίζουν πολύ καλά το έγκλημα που συντελέσθηκε, να εξεγερθούν εναντίον – κάτι που φυσικά δεν συνέβη, αφού το έγκλημα εξυπηρετεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα συμφέροντα τους (αν και μεσοπρόθεσμα).
Οι υπόλοιποι, απλοί άνθρωποι βέβαια, οι οποίοι δεν γνωρίζουν δυστυχώς τη λειτουργία του χρήματος, απαιτούν ως λύση της πιστωτικής στενότητας που διαπιστώνουν, την οποία θεωρούν υπεύθυνη για την κρίση χρέους και την εξαθλίωση τους, την εκτύπωση νέων χρημάτων – μοιάζοντας ουσιαστικά με κάποιον, ο οποίος παρακαλεί το δήμιο του να του κόψει το χέρι που πονάει, επειδή τον βασάνισε ο δήμιος, έχοντας την εντύπωση πως έτσι θα θεραπευτεί.
Ειδικότερα, ο πληθωρισμός που νομοτελειακά προκαλείται από την εκτύπωση νέων χρημάτων, ωφελεί κυρίως εκείνους, οι οποίοι εισπράττουν πρώτοι τα νέα χρήματα – μεταξύ άλλων, επειδή μπορούν να αγοράζουν αγαθά (μετοχές, ακίνητα κλπ.), στις ακόμη φθηνές τιμές, στις οποίες πωλούνται.
Αντίθετα, αυτοί που εισπράττουν τα νέα χρήματα τελευταίοι, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων λοιπόν, ζημιώνονται σε μεγάλο βαθμό – επειδή εκείνη ακριβώς τη στιγμή, οι τιμές των αγαθών, καθώς επίσης των υπηρεσιών, έχουν ήδη αυξηθεί.
Οι πρώτοι παραλήπτες των νέων χρημάτων είναι το κράτος, οι τράπεζες, καθώς επίσης οι μεγάλες επιχειρήσεις – τελευταίοι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Συμπερασματικά λοιπόν, ο πληθωρισμός που ακολουθεί πολύ αργότερα την εκτύπωση χρημάτων, δημιουργεί φτώχεια, κυρίως στις χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις – πλούτο δε σε εκείνους τους υπερβολικά πλουσίους, οι οποίοι συνδέονται στενά με το τραπεζικό σύστημα.
Οι κύριοι υπεύθυνοι της υπερβολικής διόγκωσης των χρεών, καθώς επίσης της μεταφοράς πλούτου από τους πλούσιους στους φτωχούς, της σκόπιμα εσφαλμένης λοιπόν λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, είναι οι κυβερνήσεις των κρατών – ακολουθούμενες από τις κεντρικές τράπεζες.
Σε κάθε περίπτωση η ανάπτυξη, η οποία αποτελεί τη μοναδική λύση για τη μείωση τόσο των ιδιωτικών, όσο και των δημοσίων χρεών, καθώς επίσης για την καταπολέμηση της ανεργίας, δεν προέρχεται από την αύξηση της ποσότητας χρήματος – αλλά αποκλειστικά και μόνο από τις επενδύσεις, οι οποίες έχουν πάψει πλέον να διενεργούνται σε ολόκληρη σχεδόν τη Δύση.
του Άρη Οικονόμου
«Δεν είναι ο καπιταλισμός υπεύθυνος για το ότι, οι πλούσιοι γίνονται συνεχώς πλουσιότεροι, εις βάρος των εισοδηματικά ασθενέστερων, για τη μη ισορροπημένη, άδικη αναδιανομή των εισοδημάτων δηλαδή, αλλά η εντελώς λανθασμένη κατασκευή του νομισματικού μας συστήματος. Το υφιστάμενο χρήμα είναι «κακό» – ενώ, εάν μία οικονομία θέλει να επιβιώσει, καθώς επίσης να είναι επιτυχημένη, θα πρέπει υποχρεωτικά τα χρήματα της να είναι «καλά». Όταν χρησιμοποιείται το «κακό» χρήμα, προκαλούνται ξανά και ξανά οικονομικές καταρρεύσεις – ενώ η απαραίτητη προϋπόθεση για τη δίκαιη αναδιανομή των εισοδημάτων, οπότε του βιοτικού επιπέδου, είναι η χρήση «καλών» χρημάτων» – Bagus, Marquart.
.
Εισαγωγή
Θεωρούμε απολύτως απαραίτητη την ενημέρωση όσο το δυνατόν περισσοτέρων ανθρώπων, όσον αφορά το σκοτεινό ρόλο των κεντρικών τραπεζών, τις ληστρικές μεθόδους των εμπορικών, καθώς επίσης της δημιουργίας του «κρατικού χρήματος», στις σύγχρονες οικονομίες – οι οποίες λειτουργούν με ένα απαρχαιωμένο νομισματικό σύστημα, ηλικίας άνω των 200 ετών, κατασκευασμένο για να εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τις «ανάγκες» μίας αχόρταγης ελίτ.
Περαιτέρω, οφείλουμε να εξηγήσουμε την έννοια του σημερινού «κακού» χρήματος, όπως αυτό χαρακτηρίζεται στον πρόλογο του κειμένου μας – ξεκινώντας με το γεγονός ότι, τα «καλά» χρήματα υπήρχαν εκείνη την εποχή, όπου οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν πολύτιμα μέταλλα ή εμπορεύματα για τις συναλλαγές τους.
Σε μία οικονομία τώρα που κυκλοφορούν μόνο «καλά» χρήματα, όπως για παράδειγμα χρυσός, η ποσότητα χρήματος αυξάνεται τότε μόνο, όταν εισέρχεται νέος χρυσός – είτε μέσω της αγοράς του από άλλες χώρες, είτε με την εξόφληση των εμπορικών πλεονασμάτων έναντι χρυσού, είτε με την εξόρυξη του.
Τα «καλά» χρήματα είναι επομένως εκείνα, τα οποία δεν μπορεί να πολλαπλασιάσει ένα κράτος, μέσω της λειτουργίας του «τυπογραφείου» του. Αντίθετα, τα «κακά» χρήματα είναι αυτά που στηρίζονται στο σύστημα των χάρτινων, χωρίς αντίκρισμα νομισμάτων – τα οποία μπορούν να πολλαπλασιαστούν «κατά το δοκούν», ενώ η αξία τους βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην εμπιστοσύνη των ανθρώπων απέναντι τους.
Η έξοδος από τον κανόνα του χρυσού (1971), προς όφελος των άυλων, κρατικών χρημάτων είναι, μεταξύ άλλων, υπεύθυνη για τις μεγάλες αλλαγές στον ανθρώπινο χαρακτήρα – ειδικά επειδή οι άνθρωποι εξαρτήθηκαν από τη χρηματοπιστωτική βιομηχανία, από την οποία αδυνατούν πλέον να «απελευθερωθούν». Αυτός είναι ο βασικός λόγος, για τον οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι έγιναν «απρόσεκτοι», ανώριμοι, εγωιστικοί, υλιστικοί, κοινωνικά απομονωμένοι, επιφανειακοί, καθώς επίσης καταθλιπτικοί.
Συνεχίζοντας, η ποσότητα χρημάτων στην Ευρωζώνη αυξήθηκε, μεταξύ των ετών 2000 και 2012, κατά περίπου 100% – αντίθετα, το ΑΕΠ μόλις κατά 15%.
Με δεδομένο όμως το ότι, η ποσότητα χρημάτων πρέπει να προσαρμόζεται με ευελιξία στο ρυθμό ανάπτυξης, κάτι που στην περίπτωση της Ευρωζώνης και όχι μόνο «καταργήθηκε», θα έπρεπε τουλάχιστον οι τραπεζίτες, οι οποίοι γνωρίζουν πολύ καλά το έγκλημα που συντελέσθηκε, να εξεγερθούν εναντίον – κάτι που φυσικά δεν συνέβη, αφού το έγκλημα εξυπηρετεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα συμφέροντα τους (αν και μεσοπρόθεσμα).
Οι υπόλοιποι, απλοί άνθρωποι βέβαια, οι οποίοι δεν γνωρίζουν δυστυχώς τη λειτουργία του χρήματος, απαιτούν ως λύση της πιστωτικής στενότητας που διαπιστώνουν, την οποία θεωρούν υπεύθυνη για την κρίση χρέους και την εξαθλίωση τους, την εκτύπωση νέων χρημάτων – μοιάζοντας ουσιαστικά με κάποιον, ο οποίος παρακαλεί το δήμιο του να του κόψει το χέρι που πονάει, επειδή τον βασάνισε ο δήμιος, έχοντας την εντύπωση πως έτσι θα θεραπευτεί.
Ειδικότερα, ο πληθωρισμός που νομοτελειακά προκαλείται από την εκτύπωση νέων χρημάτων, ωφελεί κυρίως εκείνους, οι οποίοι εισπράττουν πρώτοι τα νέα χρήματα – μεταξύ άλλων, επειδή μπορούν να αγοράζουν αγαθά (μετοχές, ακίνητα κλπ.), στις ακόμη φθηνές τιμές, στις οποίες πωλούνται.
Αντίθετα, αυτοί που εισπράττουν τα νέα χρήματα τελευταίοι, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων λοιπόν, ζημιώνονται σε μεγάλο βαθμό – επειδή εκείνη ακριβώς τη στιγμή, οι τιμές των αγαθών, καθώς επίσης των υπηρεσιών, έχουν ήδη αυξηθεί.
Οι πρώτοι παραλήπτες των νέων χρημάτων είναι το κράτος, οι τράπεζες, καθώς επίσης οι μεγάλες επιχειρήσεις – τελευταίοι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Συμπερασματικά λοιπόν, ο πληθωρισμός που ακολουθεί πολύ αργότερα την εκτύπωση χρημάτων, δημιουργεί φτώχεια, κυρίως στις χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις – πλούτο δε σε εκείνους τους υπερβολικά πλουσίους, οι οποίοι συνδέονται στενά με το τραπεζικό σύστημα.
Οι κύριοι υπεύθυνοι της υπερβολικής διόγκωσης των χρεών, καθώς επίσης της μεταφοράς πλούτου από τους πλούσιους στους φτωχούς, της σκόπιμα εσφαλμένης λοιπόν λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, είναι οι κυβερνήσεις των κρατών – ακολουθούμενες από τις κεντρικές τράπεζες.
Σε κάθε περίπτωση η ανάπτυξη, η οποία αποτελεί τη μοναδική λύση για τη μείωση τόσο των ιδιωτικών, όσο και των δημοσίων χρεών, καθώς επίσης για την καταπολέμηση της ανεργίας, δεν προέρχεται από την αύξηση της ποσότητας χρήματος – αλλά αποκλειστικά και μόνο από τις επενδύσεις, οι οποίες έχουν πάψει πλέον να διενεργούνται σε ολόκληρη σχεδόν τη Δύση.
Στις αδύναμες χώρες, όπως η Ελλάδα, για ειδικούς λόγους (ασταθές κλίμα, ύφεση, μειωμένη ζήτηση κλπ.), ενώ σε όλες τις υπόλοιπες, ακριβώς επειδή τυπώνονται μεγάλες ποσότητες χρημάτων χωρίς αντίκρισμα – τις οποίες εισπράττουν πρώτοι οι ισχυροί, επενδύοντας τες στα καζίνο, στα οποία έχουν μετατραπεί τα χρηματιστήρια, όταν σταμάτησαν να υπηρετούν πλέον τις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας.
Η επενδυτική άπνοια
Για περισσότερα από πέντε χρόνια οι σημαντικότερες κεντρικές τράπεζες τυπώνουν αφειδώς νέα χρήματα, διατηρώντας τα βασικά επιτόκια τους σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, χωρίς ανάλογα ιστορικά παραδείγματα – με τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων της Γερμανίας κάτω από το 0,9%, καθώς επίσης των Η.Π.Α. στο 2,4% (από τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων, διαμορφώνονται όλα τα υπόλοιπα – άρθρο).
Επομένως, αφενός μεν υπάρχουν μεγάλες ποσότητες χρημάτων, αφετέρου είναι φθηνότερο από ποτέ. Αναρωτιέται λοιπόν εύλογα κανείς, γιατί οι επιχειρήσεις δεν επενδύουν, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ανάπτυξη, έσοδα για το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, καθώς επίσης νέες θέσεις εργασίας – όταν στα χρηματιστήρια γίνεται πάρτι, με τους βασικούς δείκτες να καταγράφουν διαδοχικά ρεκόρ.
Λογικά, με κριτήριο τις ονειρεμένες συνθήκες δανεισμού των επιχειρήσεων, καθώς επίσης τις τεράστιες δυνατότητες άντλησης κεφαλαίων από τις χρηματαγορές, θα υπέθετε κανείς πως θα είχαν κάθε λόγο να εκμεταλλευθούν τις συνθήκες – συγκεντρώνοντας κεφάλαια για να αγοράσουν μηχανήματα, να κατασκευάσουν νέα εργοστάσια κοκ.
Ειδικά βέβαια οι μεγάλοι όμιλοι, οι οποίοι μπορούν να συγκεντρώσουν χρήματα από τις αγορές ομολόγων, σε πολύ χαμηλές τιμές, οπότε να ανανεώσουν τον εξοπλισμό τους, να επενδύσουν σε νέες τεχνολογίες κοκ. – πόσο μάλλον όταν τα κέρδη που θα προέλθουν από αυτές τις επενδύσεις θα είναι ασφαλώς υψηλότερα από το κόστος χρηματοδότησης, το οποίο είναι σήμερα σχεδόν μηδενικό.
Εν τούτοις, υποθέτει κανείς πως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο – με κριτήριο το γράφημα που ακολουθεί, σύμφωνα με το οποίο οι μικτές επενδύσεις ως ποσοστό επί του ΑΕΠ στις Η.Π.Α. (κόκκινη γραμμή), όπως επίσης στην Ευρώπη (μαύρη γραμμή), έχουν καθοδική πορεία (αν και στις Η.Π.Α. φαίνεται μία ελαφριά αντιστροφή, μετά το 2011).
.
ΗΠΑ, Ευρώπη – η εξέλιξη στις μικτές επενδύσεις ως ποσοστό επί του ΑΕΠ. Η κόκκινη γραμμή αντιπροσωπεύει τις ΗΠΑ, ενώ η μαύρη την Ευρώπη.
.
Ειδικότερα, παρά το ότι πριν από την κρίση οι μικτές κεφαλαιακές επενδύσεις ως ποσοστό επί του ΑΕΠ στις Η.Π.Α. κυμαίνονταν μεταξύ 17% και 19% (δεξιά σκάλα), σήμερα είναι μόλις 15% – κάτι που συμβαίνει και στην Ευρώπη, στην οποία οι κεφαλαιακές επενδύσεις είναι σημαντικά χαμηλότερες, σε σχέση με την εποχή πριν από την κρίση, ενώ δεν φαίνεται καμία αντιστροφή της τάσης.
Περαιτέρω, εάν μελετήσει κανείς τη μέση ηλικία των κεφαλαιακών επενδύσεων στις Η.Π.Α. (βιομηχανικός εξοπλισμός), θα διαπιστώσει πως θα έπρεπε να έχει προ πολλού ξεκινήσει ο νέος επενδυτικός κύκλος (γράφημα).
.
ΗΠΑ – η αύξηση στην ηλικία του βιομηχανικού εξοπλισμού στη χώρα (δηλ. η μείωση στη ζήτηση νέου εξοπλισμού και η έλλειψη επενδύσεων).
.
Αναλυτικότερα, ο βιομηχανικός εξοπλισμός (κόκκινη καμπύλη), είναι κατά μέσον όρο παλαιότερος από δέκα χρόνια – κάτι που συνέβη μόνο το 1938 στο παρελθόν, όπου η αμερικανική οικονομία είχε βιώσει μία τρομακτική ύφεση οκτώ ετών.
Επομένως, η επενδυτική άπνοια δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο – ούτε καν ως συνέπεια της πρόσφατης κρίσης, από την οποία δεν διαπιστώνεται ακόμη διέξοδος. Η σωστή ερμηνεία φαίνεται δε να είναι αυτήν που προκύπτει από μία μελέτη του ΟΟΣΑ (πηγή), σύμφωνα με την οποία οι επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται μεν την επάρκεια χρημάτων, σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, δανειζόμενες (γράφημα), αλλά όχι για να επενδύσουν σε πάγιο εξοπλισμό και εγκαταστάσεις.
.
ΗΠΑ, επιχειρήσεις – τα ταμειακά διαθέσιμα, ο μακρο-πρόθεσμος δανεισμός, τα μερίσματα και οι επαναγορά ιδίων μετοχών και οι κεφαλαιακές επενδύσεις (ως ποσοστό επί του τζίρου των επιχειρήσεων).
.
Στο γράφημα, οι μπλε στήλες αφορούν τα ταμειακά διαθέσιμα (cash flow) των αμερικανικών επιχειρήσεων, ως ποσοστό επί του τζίρου τους (δεξιά σκάλα) – όπου διαπιστώνεται πως έχουν αυξηθεί σημαντικά, σε σχέση με το 2008. Η μαύρη στήλη αφορά τις κεφαλαιακές επενδύσεις (δεξιά σκάλα, 15), επίσης ως ποσοστό επί του τζίρου τους – οι οποίες δεν έχουν φτάσει καθόλου στα επίπεδα του 2008.
Η γκρίζα καμπύλη (μακροπρόθεσμος δανεισμός), τεκμηριώνει πως οι επιχειρήσεις επωφελούνται από τα φθηνά χρήματα – αφού, μετά το 2010, ο δανεισμός τους αυξήθηκε κατακόρυφα, φτάνοντας σε επίπεδα ρεκόρ.
Η αιτία των μειωμένων επενδύσεων
Την απάντηση τώρα στο ερώτημα, σχετικά με το που κατευθύνεται ο μεγαλύτερος δανεισμός των επιχειρήσεων, αφού δεν επενδύουν, μας δίνει η γκρίζα, διακεκομμένη καμπύλη – σύμφωνα με την οποία τα μερίσματα, τα κέρδη δηλαδή που διανέμονται στους μετόχους, καθώς επίσης η επαναγορά των ιδίων μετοχών των επιχειρήσεων, αυξήθηκε επίσης μετά το 2009 (φτάνοντας και αυτή σε επίπεδα ρεκόρ).
Αντί λοιπόν οι επιχειρήσεις να επενδύουν στην πραγματική οικονομία, επιλέγουν αφενός μεν να επιστρέψουν χρήματα στους μετόχους τους, αφετέρου να αγοράσουν τις δικές τους μετοχές, συμμετέχοντας στο πάρτι – αυξάνοντας τη χρηματιστηριακή αξία τους, μέσω της επαναγοράς των δικών τους μετοχών.
Η αιτία είναι κυρίως ο τρόπος αμοιβής των ανώτατων διοικητικών στελεχών – ο οποίος είναι συνδεδεμένος με την κερδοφορία των επιχειρήσεων που διευθύνουν. Το επόμενο γράφημα δε που αφορά την Ευρώπη, μαζί με την Ελβετία και την Αγγλία, είναι σχετικά ανάλογο με αυτό των Η.Π.Α. – αν και η τάση στην Ευρώπη είναι λιγότερο έντονη.
.
Ευρώπη, επιχειρήσεις – τα ταμειακά διαθέσιμα, ο μακρο-πρόθεσμος δανεισμός, τα μερίσματα και οι επαναγορά ιδίων μετοχών και οι κεφαλαιακές επενδύσεις (ως ποσοστό επί του τζίρου των επιχειρήσεων).
.
Ολοκληρώνοντας, για να κατανοήσει κανείς την αιτία της παραπάνω συμπεριφοράς των επιχειρήσεων, η οποία τεκμηριώνει, μεταξύ άλλων, πως η μονεταριστική ασυδοσία δεν ωφελεί καθόλου τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων, χρειάζεται το εξής παράδειγμα:
Ας υποθέσουμε πως ο διευθυντής ενός επιχειρηματικού ομίλου έχει την επιλογή να επενδύσει σε ένα νέο εργοστάσιο, αξίας 100 εκ. €, ή να ανακοινώσει την επαναγορά των μετοχών της εταιρείας του, διαθέτοντας επίσης 100 εκ. €. Το νέο εργοστάσιο είναι συνδεδεμένο με ρίσκο ενώ, ακόμη και αν επιτύχει, τα αποτελέσματα του θα φανούν μετά από αρκετά χρόνια (συνήθως οκτώ).
Η επαναγορά όμως των μετοχών της εταιρείας του θα δημιουργήσει ευφορία στα χρηματιστήρια, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η τιμή της μετοχής κατά τουλάχιστον 10% – οπότε η τιμή των μετοχών που συνήθως αποτελούν μέρος της αμοιβής του (μισθός συν δωρεάν μετοχές), θα αυξηθεί ανάλογα, κερδίζοντας αμέσως χρήματα εάν τις πουλήσει. Είναι εύλογο λοιπόν πως θα αποφασίσει το δεύτερο – αν και μακροπρόθεσμα θα τον ωφελούσε ίσως περισσότερο το πρώτο, υπό την προϋπόθεση όμως πως η επένδυση θα ήταν επιτυχής.
.
Επιμύθιο
Η «μονεταριστική ασυδοσία» ωφελεί μόνο τις ανώτατες εισοδηματικές τάξεις – στις οποίες μεταφέρεται ο αρχικός πλούτος που δημιουργείται στα χρηματιστήρια. Σχεδόν το 99% όμως του πληθυσμού ζημιώνεται σε μεσοπρόθεσμη βάση – το αργότερο όταν δημιουργηθεί νομοτελειακά (υπερ)πληθωρισμός, λόγω της αύξησης της ποσότητας χρήματος, σε δυσαρμονία με το ρυθμό ανάπτυξης.
Στην περίπτωση δε του πληθωρισμού ωφελείται ξανά η ανώτερη εισοδηματική τάξη – έχοντας επενδύσει σε πάγια, πριν ακόμη οι τιμές τους εκτοξευθούν στα ύψη. Επομένως, η απαίτηση των πολλών για αύξηση της «ρευστότητας», όταν τοπρόβλημα της ανάπτυξης δεν είναι η έλλειψη χρημάτων, αλλά η άπνοια επενδύσεων, δεν εξυπηρετεί καθόλου τα συμφέροντα τους – ενώ είναι μία έξυπνα στημένη παγίδα της ελίτ, στην οποία δυστυχώς πέφτουν μέσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου