analyst
Ένας από τους πολλούς μύθους που κυκλοφορούν στην Ελλάδα αφορά τον δήθεν υπερδανεισμό του ιδιωτικού της τομέα, πριν από το ξέσπασμα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους – ένα μέγεθος που οφείλει όμως να το ερευνήσει κανείς συγκριτικά με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, πόσο μάλλον αφού είναι γνωστό πως η συμμετοχή στο ευρώ είχε ως αποτέλεσμα τον φθηνότερο και ευκολότερο δανεισμό όλων των κρατών.
Ως εκ τούτου, επειδή δεν είχε υιοθετηθεί η σωστή μακροοικονομική πολιτική περιορισμού του δανεισμού όπως, για παράδειγμα, αυτή που έχει δρομολογήσει η Γερμανία σήμερα δυσχεραίνοντας τα ενυπόθηκα (πηγή), ήταν φυσιολογική η αύξηση των δανείων – για την οποία βέβαια δεν ήταν υπεύθυνος ο ιδιωτικός τομέας, αφού έτσι συνήθως συμπεριφέρεται (κάτι που συνεχίζεται στη Σουηδία, στη Δανία κοκ., λόγω των μεγάλων διευκολύνσεων που προσφέρονται από τις τράπεζες, με τη βοήθεια της κεντρικής).
Στα πλαίσια αυτά, σύμφωνα με μία έρευνα της κεντρικής τράπεζας της Φινλανδίας, ο ιδιωτικός τομέας της Ελλάδας δανειζόταν πριν από το 2008 λιγότερο από αρκετά άλλα κράτη – κάτι που τεκμηριώνεται από το γράφημα που ακολουθεί, από το οποίο φαίνεται ότι, μόνο η Γερμανία και η Γαλλία εμφάνιζαν χαμηλότερο δανεισμό από τη χώρα μας.
Επεξήγηση γραφήματος: Η εξέλιξη των ισπανικών και ιταλικών δανείων προς το μη χρηματοπιστωτικό τομέα πιέζει προς τα κάτω το δανεισμό της Ευρωζώνης – Σταθμισμένη συμμετοχή ανά χώρα στην ετήσια αύξηση των δανείων στο μη χρηματοπιστωτικό τομέα (% points). Μαύρη γραμμή ολόκληρης της Ευρωζώνης, ροζ επιφάνεια Ελλάδα, γαλάζια η Γερμανία και πορτοκαλί η Γαλλία.
.
Περαιτέρω, το σημαντικότερο στοιχείο του διαγράμματος, όσον αφορά τη σημερινή εποχή είναι το ότι, ο συνολικός δανεισμός του ιδιωτικού τομέα αυξάνεται ξανά – κυρίως λόγω της πολιτικής της ΕΚΤ (QE, επιτόκια). Η μεγάλη πτώση δε του δανεισμού αφού ξέσπασε η κρίση, οφειλόταν σχεδόν εξ ολοκλήρου στην Ισπανία και στην Ιταλία.
Επίσης ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι, ο δανεισμός του ιδιωτικού τομέα αυξάνεται σήμερα κυρίως στη Γαλλία, την οποία ακολουθεί η Γερμανία – όπου, κρίνοντας από την υιοθέτηση πιο αυστηρών προϋποθέσεων σύναψης ενυπόθηκων δανείων, δεν φαίνεται να κατανοεί ότι οφείλει να αυξήσει την εσωτερική της ζήτηση (αφού διαφορετικά θα προκαλέσει τη διάλυση της Ευρωζώνης, ως αποτέλεσμα των τεραστίων πλεονασμάτων της στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της).
Τέλος, διαπιστώνεται πως ο δανεισμός στην Ιταλία σταθεροποιείται σε κάποιο χαμηλό βέβαια επίπεδο, ενώ στην Ισπανία συνεχίζει να μειώνεται – προφανώς επειδή ο ιδιωτικός τομέας της χώρας, ο οποίος είχε δανεισθεί τα περισσότερα πριν από την κρίση (κίτρινη επιφάνεια στο γράφημα), συνεχίζει να βιώνει μία «ύφεση ισολογισμών» (ανάλυση), αφού έχει προηγηθεί το σπάσιμο της φούσκας των ακινήτων και των τραπεζών, πλειστηριασμοί, κατασχέσεις κοκ.
Ο ιδιωτικός δανεισμός στη δυτική τριάδα
Συνεχίζοντας, αυτό που έχει επίσης ενδιαφέρον είναι εάν ο δανεισμός έχει αποκατασταθεί σε όλες τις περιοχές της δυτικής τριάδας(Η.Π.Α., ΕΕ και Ιαπωνία), οι οποίες εφαρμόζουν μία ανάλογη σχετικά νομισματική πολιτική (QE, επιτόκια) – ενώ έως το 2014 ο δανεισμός του ιδιωτικού τομέα ήταν σε όλες παρόμοιος. Εάν λοιπόν τα πακέτα ποσοτικής διευκόλυνσης έχουν βρει το δρόμο τους προς τις επιχειρήσεις – αφού αυτός ήταν/είναι ουσιαστικά ο στόχος τους.
Με κριτήριο τώρα το γράφημα που ακολουθεί, διαπιστώνεται πως μετά το 2014 η εξέλιξη του δανεισμού στις τρεις περιοχές είναι εντελώς διαφορετική – αφού στις Η.Π.Α. αυξάνεται (γαλάζια καμπύλη), στην Ευρώπη είναι ελαφρά μόνο ανοδικός με αλλεπάλληλες πτώσεις (διακεκομμένη καμπύλη), ενώ στην Ιαπωνία συνεχίζει να μειώνεται (κόκκινη καμπύλη).
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη του δανεισμού του ιδιωτικού τομέα στη δυτική τριάδα.
.
Περαιτέρω, φαίνεται πως οι αμερικανικές επιχειρήσεις εκμεταλλεύθηκαν όσο το δυνατόν περισσότερο τα χαμηλά επιτόκια, καθώς επίσης τα πακέτα ποσοτικής διευκόλυνσης – έχοντας αυξήσει τον καθαρό δανεισμό τους σε σχέση με το συνολικό ενεργητικό τους σε επίπεδα ρεκόρ, αφού σχεδόν υπερβαίνει τα επίπεδα προ της κρίσης.
Μεταξύ άλλων έχουν χρησιμοποιήσει τα δανεικά χρήματα για την επαναγορά μετοχών τους, καθώς επίσης για την παροχή υψηλοτέρων μερισμάτων στους μετόχους τους – γεγονός που έχει οδηγήσει στην αύξηση των χρηματιστηριακών τους δεικτών. Λογικά λοιπόν συμπεραίνεται ότι, μετά από τυχόν αύξηση των επιτοκίων, η οποία είναι μάλλον πολύ δύσκολο να αποφασισθεί από τη Fed, μεταξύ άλλων λόγω του τεραστίου συνολικού χρέους της υπερδύναμης (στο 1.100% του ΑΕΠ της, γράφημα που ακολουθεί), τα χρηματιστήρια θα καταρρεύσουν.
Επεξήγηση γραφήματος: Συνολικό χρέος των Η.Π.Α. (δημόσιο, ιδιωτικό, υποχρεώσεις για συντάξεις, διάφορα, υποχρεώσεις υγείας, κοινωνική ασφάλιση)
.
Ενώ όμως οι αμερικανικές επιχειρήσεις δανείζονται σαν να μην υπάρχει αύριο, οι ιαπωνικές συνεχίζουν να μειώνουν το δανεισμό τους για περισσότερα από επτά χρόνια – με τα χρέη τους να έχουν πλέον περιορισθεί εντός του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος κατά 35% περίπου. Η Ευρώπη ακολουθεί ουσιαστικά τη μέση οδό – ενώ το ποια από τις τρεις αυτές περιοχές θα αποδειχθεί πως έχει δίκιο, θα εξαρτηθεί από τον παγκόσμιο ρυθμό ανάπτυξης.
Ειδικότερα ισχύει το ότι, σε έναν πλανήτη ή σε μια χώρα με χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης, τα χρέη είναι επικίνδυνα – ενώ σε ένα αποπληθωριστικό πλανήτη, τα χρέη δεν είναι απλά επικίνδυνα, αλλά εξόχως τοξικά.Προφανώς οι ιαπωνικές επιχειρήσεις, λόγω της εμπειρίας τους από το παρελθόν (κατάρρευση μετά το 1990, αποπληθωρισμός έκτοτε), έχουν κατανοήσει πολύ καλά τους κινδύνους – ενώ ελπίζει κανείς ότι δεν θα αναγκασθούν να κάνουν το ίδιο οι αμερικανικές, μαθαίνοντας πολύ σκληρά το ιαπωνικό μάθημα.
Επίλογος
Όταν στις υπόλοιπες ανεπτυγμένες οικονομίες συμβαίνουν τα παραπάνω, η Ελλάδα είναι βυθισμένη στην ύφεση και στον αποπληθωρισμό – με αποτέλεσμα το συνολικό χρέος της ως προς το ΑΕΠ της να αυξάνεται γεωμετρικά, χωρίς καμία προοπτική εξόδου από την κρίση. Πόσο μάλλον όταν συνεχίζουν να της επιβάλλονται αποπληθωριστικά και υφεσιακά μέτρα από τους δανειστές της, η κυβέρνηση της αυξάνει τους φορολογικούς συντελεστές και τη φορολογία εν γένει (άμεση και έμμεση), ενώ παράλληλα δρομολογείται η λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας της, σε τιμές κάτι χειρότερο από εξευτελιστικές.
Στα πλαίσια αυτά, το να αναφέρεται κανείς στην επιστροφή της χώρας σε πορεία ανάπτυξης, είναι εντελώς ακατανόητο και ανεύθυνο – ενώ, ακόμη και αν υπάρξει ένα μικρό φως στο τούνελ το 2017, λόγω του ότι κάποιοι συντελεστές του ΑΕΠ (κατανάλωση, επενδύσεις, δημόσιες δαπάνες, εξαγωγές) ίσως αυξηθούν «ευκαιριακά» μετά από επτά χρόνια κρίσης, η Ελλάδα θα επανέλθει αμέσως μετά στην ίδια οδυνηρή κατάσταση – εκτός εάν ληφθούν τα μέτρα που απαιτούνται, για να τα καταφέρει.
Εν προκειμένω, για να μπορέσει να έχει κανείς μία καλύτερη εικόνα από τα πολιτικά κόμματα που κυβερνούν ή/και διεκδικούν τη διακυβέρνηση της χώρας, θα έπρεπε να έχει δεσμευτικές απαντήσεις τουλάχιστον στα εξής ερωτήματα:
Θα απαιτηθεί η διαγραφή χρέους από τους δανειστές άνω του 50%; Θα ζητηθεί από τη Γερμανία η εξόφληση των πολεμικών επανορθώσεων που ασφαλώς μας οφείλει, οπότε δεν θα χρειαζόταν καν η διαγραφή χρέους (άρθρο); Θα περιορισθούν οι δαπάνες του κράτους, τουλάχιστον κάτω από το 40% του ΑΕΠ, από το απαράδεκτο 50% σήμερα; Θα μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών σε φυσιολογικά, εάν όχι σε ανταγωνιστικά επίπεδα με τις γύρω χώρες; Θα καταπολεμηθεί η τεράστια γραφειοκρατία; Θα λειτουργήσει σωστά η ελεύθερη αγορά, με το απαραίτητο κοινωνικό πρόσωπο; Θα διορθωθούν τα μεγάλα θεσμικά ελλείμματα της Ελλάδας; Θα αποκατασταθεί το Κράτος Δικαίου;
Το βασικότερο βέβαια θα ήταν ποιά κυβέρνηση (στελέχωση) και πώς θα τα δρομολογούσε – εννοώντας φυσικά όχι μόνο τον πρωθυπουργό αλλά, κυρίως, τους υπουργούς και τους υφυπουργούς του. Επίσης τα ανώτατα στελέχη που θα τοποθετούνταν σε όλους τους κρατικούς μηχανισμούς – τα οποία, εάν δεν θα ήταν ικανά και επαρκή, δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα ο πρωθυπουργός, ακόμη και αν διέθετε θεϊκές ικανότητες, καθώς επίσης το σωστό σχέδιο εξόδου από την κρίση.
Ολοκληρώνοντας, θα έπρεπε επί πλέον να βρεθεί μία ασφαλιστική δικλείδα, όσον αφορά την τήρηση των δεσμεύσεων του όποιου πρωθυπουργού, έτσι ώστε να μην οδηγηθούν οι Έλληνες ξανά στην παγίδα των υποσχέσεων, χωρίς την πρόθεση ή/και την υποχρέωση της πιστής εφαρμογής τους – με μοναδική εναλλακτική δυνατότητα την παραίτηση (ανάλυση). Διαφορετικά δεν έχουν απολύτως κανένα νόημα οι εκλογές και δεν υπάρχει λόγος να ψηφίζουν οι Έλληνες – μετανιώνοντας ως συνήθως, αφού παρέλθουν μερικοί μόνο μήνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου