Τρίτη 28 Ιουνίου 2016

Η αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας και οι πιθανές συνέπειες

Νέα Πολιτική


του Ιπποκράτη Δασκαλάκη*
Μακροχρόνια και ατέρμονη η συζήτηση για τις συνέπειες, σε Μεγάλη Βρετανία και ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία, του υψηλού ρίσκου δημοψηφίσματος για την παραμονή ή μη της «γηραιάς Αλβιόνας» στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην πραγματικότητα αυτή η συζήτηση έχει αρχίσει πολύ νωρίτερα από την πριν 4 χρόνια σχετική εξαγγελία του δημοψηφίσματος του David Cameron. Ίσως οι αμφιβολίες  να συνυπήρχαν μαζί με την αγωνιώδη αίτηση εισδοχής του Λονδίνου στην τότε ΕΟΚ (στις δεκαετίες του 1960-1970 με τελική επιτυχή κατάληξη το 1973 μετά και την άρση των γαλλικών επιφυλάξεων) αλλά και τα αδιάλειπτα βρετανικά αιτήματα για εξαιρέσεις.
Η συνεχής αμφιταλάντευση της Μεγάλης Βρετανίας σχετικά με τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αποτελεί μια ευκαιριακή πολιτική της αλλά απορρέει από το μακροχρόνιο ρόλο της στην ισορροπία της ευρωπαϊκής ηπείρου και στην ειδική της σχέση με τις ΗΠΑ. Η Μεγάλη Βρετανία τους τελευταίους δύο αιώνες αναζητά τη βέλτιστη ισορροπία με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις για την εξυπηρέτηση των στρατηγικών της στόχων με το μικρότερο δυνατόν κόστος και τις λιγότερες δεσμεύσεις. Η νησιωτική ιδιότητα της επέτρεψε να ακολουθήσει το 19ο αιώνα την αποκαλούμενη πολιτική της «ένδοξης απομόνωσης» που συνέπεσε χρονικά με την αποκορύφωση της αποικιοκρατικής της ισχύος. Συχνά η αγγλική πολιτική στην ευρωπαϊκή ήπειρο χαρακτηρίζετο ως «εξισορροπητική» ή ως ο «μπαλαντέρ» της ευρωπαϊκής ισορροπίας. Από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, πλέον της ειδικής σχέσεως με τις ΗΠΑ, το Λονδίνο ενεργεί και ως ειδικός διαμεσολαβητής μεταξύ Ουάσινγκτον και ευρωπαϊκών πρωτευουσών, ενίοτε δε και ως ο ανεπίσημος εκφραστής των αμερικανικών θέσεων. 

Ποικίλα και αντικρουόμενα τα επιχειρήματα υπέρ των δύο θέσεων του δημοψηφίσματος και αμφίρροπη η αναμέτρηση. Υπέρ της παραμονής ;ήταν το σύνολο των χωρών της Ένωσης, οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες, η Κίνα, το σύνολο των διεθνών οικονομικών οργανισμών και η πλειονότητα των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων που με τον ένα ή άλλο τρόπο προσπάθησαν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα υπέρ μιας θετικής ψήφου. Στην ίδια την Βρετανία παρά το γεγονός ότι τα 3 ισχυρότερα πολιτικά κόμματα, με περισσότερο ή λιγότερο ενθουσιασμό, κάλεσαν τους οπαδούς τους να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής, είδαμε πως η θετική και αρνητική ψήφος συμβάδησαν οριακά. Αναμφισβήτητα η αδυναμία αυτή των ηγεσιών να προτρέψουν τους ψηφοφόρους τους να κινηθούν στην κατεύθυνση των κομματικών επιλογών αποδεικνύει τη βαθύτερη λαϊκή δυσαρέσκεια και την αποτυχία της ευρωπαϊκής πολιτικής. Η εμφάνιση σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ισχυρών ρευμάτων που καταφέρονται κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν πρέπει να αποδίδεται λανθασμένα και μονομερώς στην άνοδο μιας ξενοφοβικής ακροδεξιάς τάσεως, χωρίς όμως να αγνοείται και το ρεύμα αυτό. Ούτε μόνο η οικονομική ύφεση δικαιολογεί την κατακρήμνιση της εμπιστοσύνης των λαών προς το κοινό ευρωπαϊκό όνειρο. Πιθανόν η απογοήτευση να προέρχεται περισσότερο από την αντίληψη της τελμάτωσης της ευρωπαϊκής ιδέας και της αντικατάστασης της από γραφειοκρατικούς μηχανισμούς, ασκήσεις μηχανορραφίας και ισορροπίας και λογιστικούς υπολογισμούς. Σε κάθε περίπτωση, η ευθύνη βαραίνει κυρίως τις πολιτικές ηγεσίες όχι τόσο λόγω πρόκρισης λανθασμένων οικονομικών επιλογών αλλά ένεκα της αποτυχίας διατήρησης «εν ζωή» της ευρωπαϊκής ιδέας. Σε κάθε περίπτωση το «όχημα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει «κωλύσει» και οι μέγιστες ευθύνες βαρύνουν το σύστημα κατεύθυνσης δηλαδή τις πολιτικές ελίτ των κρατών μελών. Συγχρόνως όμως το γεγονός ότι μεταξύ των υποστηρικτών της απομάκρυνσης της Μεγάλης Βρετανίας συγκαταλέγονται ο Ρώσος Πρόεδρος Πούτιν και ο υποψήφιος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ πρέπει να μας βάζει σε βαθύτερες σκέψεις. Αντίστοιχες ανησυχίες προκαλεί όμως και η έντονη υποστήριξη της βρετανικής παραμονής από το γνωστό πολυεκατομμυριούχο Σόρος και την πλειονότητα των διαπλεκόμενων μεγάλων πολυεθνικών.
Όταν το παρόν άρθρο αναρτηθεί (Παρασκευή 24 Ιουνίου) τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος θα έχουν γίνει γνωστά όχι όμως και οι συνέπειες, ειδικά στην περίπτωση που επικρατήσει η αρνητική ψήφος. Θα επιδιώξει η Μεγάλη Βρετανία μια ειδική σχέση και μέχρι ποίου σημείου αυτό θα καταστεί δυνατόν? Άλλες χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμα του Λονδίνου και η ύπαρξη της Ένωσης θα τεθεί υπό τη αμφισβήτηση εκβιαστικών δημοψηφισμάτων? Μήπως το σοκ των οικονομικών αγορών είναι τόσο μεγάλο που θα δρομολογηθούν απρόβλεπτες σήμερα εξελίξεις? Πως θα αντιδράσουν οι Σκωτσέζοι εθνικιστές στην προοπτική εξόδου από την Ένωση? Η έξοδος της Βρετανίας θα συμπαρασύρει και άλλες χώρες της Ένωσης ή θα αποτελέσει το σεισμικό εκείνο ταρακούνημα που θα θέσει ξανά σε λειτουργία την ευρωπαϊκή ιδέα και θα ενισχύσει τους οπαδούς της εμβάθυνσης? Δεκάδες ερωτήματα με διφορούμενες απαντήσεις και κρίσιμες αλληλοεπηρεαζόμενες καταστάσεις που μπορεί να επηρεασθούν από περισσότερο ή λιγότερο απρόβλεπτα, τυχαία ή μη, γεγονότα (πχ πρόσφατη δολοφονία του μέλους του αγγλικού κοινοβουλίου Τζο Κοξ).
Όσο για τις συνέπειες της εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας για τη χώρα μας δεν μπορούν να εκτιμηθούν με ακρίβεια. Οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν μια αρνητική, αλλά ελέγξιμη, παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση που θα επηρεάσει Ελλάδα αλλά και Κύπρο. Αναλυτές εκτιμούν ότι η αποχώρηση μιας ή περισσοτέρων χωρών πιθανόν να οδηγήσει σε μια περισσότερο συνεκτική Ένωση στην οποία κράτη με σημαντικές αποκλίσεις δεν θα έχουν θέση. Η αντίθετη πλευρά υποστηρίζει ότι η Ένωση θα είναι περισσότερο προσεκτική έναντι των μελών υπό το φόβο μιας νέας αποχώρησης και θα χρησιμοποιηθεί κάθε μέσο για να αποτραπεί μια τέτοια εξέλιξη. Η δρομολόγηση όμως της αποχώρησης, έστω και εκουσίως, ενός μέλους δεν προοιωνίζεται θετική ούτε για την Ένωση ούτε όμως και για τα προβληματικά μέλη της.
Ο έμπειρος και πανούργος Γερμανός Υπουργός Οικονομικών αναφερόμενος στην έκβαση του βρετανικού δημοψηφίσματος και τις συνέπειες του ορθά παρατήρησε ότι  ανεξαρτήτως του αποτελέσματος η Ευρώπη στις 24 Ιουνίου δεν θα είναι η ίδια. Εάν εκτιμά (ή προσδοκά) ότι θα είναι περισσότερο γερμανική τότε μάλλον η χαμένη θα είναι ξανά και πάλι μόνο η Ευρώπη. Αν πάλι εκτιμά (ή προσδοκά) ότι θα είναι περισσότερο ευρωπαϊκή τότε ίσως έχουμε όλοι κάποιες ελπίδες.
* Υποστράτηγος εα, Διευθυντής Μελετών του ΕΛΙΣΜΕ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου