του Κώστα Μελά
Τα αποτελέσματα των ιταλικών δημοτικών εκλογών δείχνουν περίτρανα τα αδιέξοδα στα οποία έχει περιέλθει μια ακόμη «νεωτερική δημοκρατία» στην ΕΕ αλλά και στη Δύση γενικότερα.
Δεν είναι η συντριπτική επικράτηση της εκπροσώπου του Movimento 5stelle ,Virginia Raggi, στην πρωτεύουσα Ρώμη, με το εκκωφαντικό 67,15% (35,2% στον πρώτο γύρο) έναντι του εκπροσώπου του κυβερνώντος κόμματος Roberto Giachetti 32,85% (24,9% στον πρώτο γύρο),αλλά κυρίως η επικράτηση της εκπροσώπου του Movimento 5 stelle, Chiara Appendino (54,56% , στον πρώτο γύρο 30,9%) έναντι του νυν δημάρχου και ιδρυτικού και υψηλόβαθμου στελέχους του Partito Democratico , Piero Fassino (45, 44%, στον πρώτο γύρο 41,8%). Τορίνο μαζί με την Ρώμη έχουν δημαρχίνες του Movimento 5 stelle. Αν στην πρωτεύουσα υπάρχει ένα διοικητικό «μπάχαλο» εδώ και αρκετά χρόνια δεν συνέβαινε το ίδιο στην πρωτεύουσα του Piemonte. Ο Fassino είχε εξασκήσει τις υποχρεώσεις του ως δήμαρχος με ηρεμία και εμπειρία όπως δείχνει η πραγματικότητα της πόλης που δεν έχει καμία σχέση με αυτό που συνέβαινε στη Ρώμη. Από την άποψη της διαχείρισης δεν υπάρχει καμία σύγκριση μεταξύ των δύο περιπτώσεων. Παράλληλα δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το Τορίνο μαζί με την Μπολόνια αποτελούν εμβληματικές πόλεις για την ιταλική αριστερά.
Όμως και τα γενικότερα αποτελέσματα σηματοδότησαν την απώλεια σημαντικών πόλεων που μέχρι σήμερα διοικούνταν από δημάρχους προσκείμενους στο κυβερνών κόμμα του πρωθυπουργού Matteo Renzi.
Όπως φαίνεται από τη Γραφική Παράσταση 1, από τους 20 δήμους που κατείχαν οι δυνάμεις της κεντρο-αριστεράς κατάφεραν να κερδίσουν μόνο τους 8. Επίσης όπου συγκρούστηκαν οι δυνάμεις της κεντρο- αριστεράς με τις δυνάμεις του Movimento 5 stelle οι τελευταίες κατανίκησαν. Σε αυτό βοήθησαν οι υπόλοιπες δυνάμεις της αντιπολίτευσης, οι οποίες χωρίς δισταγμό και δεύτερη σκέψη υποστήριξαν τους εκπροσώπους τουMovimento 5 stelle, αλλά επί της ουσίας πρόκειται για καταψήφιση της κυβέρνησης. Άλλωστε το γεγονός αυτό δεν θα πρέπει να μας προκαλεί έκπληξη, διότι είναι κάτι το συνηθισμένο και στην χώρα μας αλλά γενικά στις χώρες της Νότιας Ευρώπης.
Το πολιτικό ενδιαφέρον συνίσταται, κατά την άποψή μας , στο πόσο εύκολα εμπιστεύονται (;) κινήματα τα οποία, δια γυμνού οφθαλμού, φαίνεται ότι είναι αδύνατον να ικανοποιήσουν ούτε το ελάχιστο των υποσχέσεών τους, πέρα από το ότι και αυτό είναι δύσκολο να προσδιορισθεί δεδομένων των γενικών και αόριστων υποσχέσεων. Επομένως υπάρχει (;) ένα ερωτηματικό του τι θα πράξουν όταν θα αναλάβουν την εξουσία. Βεβαίως , η ιστορική αναδρομή δίνει την απάντηση : τίποτε διαφορετικό από τους άλλους, ίσως ακόμη και χειρότερες εξελίξεις από τις υπάρχουσες (θυμηθείτε τι προηγήθηκε της ανόδου του Μπερλουσκόνι). Όμως , στο σημείο αυτό η λειτουργία του θυμικού είναι καταλυτική, οι αποφάσεις των ανθρώπων σπάνια οδηγούν στην επίτευξη των στόχων για τους οποίους πάρθηκαν. Γι’ αυτό το λόγο και η ιστορία είναι ανοικτή.
Όμως από την άλλη μεριά θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι υπάρχει ένα πραγματολογικό στοιχείο το οποίο είναι καταλυτικό στις αποφάσεις μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων : μεγάλη δυσαρέσκεια ενάντια στις ακολουθούμενες πολιτικές αλλά και στον τρόπο διαχείρισης της εξουσίας.
Αυτή η δυσαρέσκεια που μετατρέπεται σε οργή και πολλές φορές σε λεκτική και όχι μόνο βία, ενδυναμώνεται στη σημερινή κατάσταση στην Ιταλία αλλά και στις υπόλοιπες δυτικές δημοκρατίες, από τον τρόπο που αντιμετωπίζεται εντός του πλαισίου του συνταγματικού φιλελευθερισμού, της «τεχνικότητας» και της κανονιστικής νομιμότητας του νομοθετικού κράτους : αυτό που εν τέλει απειλεί τη δημόσια σφαίρα δεν είναι η βία αλλά οι «κανόνες», η προσπάθεια «ομαλοποίησης» των πολιτικών διαφορών, η τεχνικότητα της «μετα-βιομηχανοποίησης», η μαζικοδημοκρατία, ο λειτουργισμός και ο οικονομικός υπολογισμός. Η αύξουσα «τεχνικότητα» του κράτους, δηλαδή η τυποποιημένη διακυβέρνηση διαμέσου διοικητικής οργάνωσης και διοικητικών μέτρων, δεν περιορίζει μόνο τον χώρο της πολιτικής αλλά συνάμα ανοίγει την πόρτα για μια μετατόπιση προς την αυταρχική διακυβέρνηση.
Μέσα σε αυτό το δημιουργημένο περιβάλλον γίνεται αμέσως αισθητό ότι απουσιάζει η αυθεντικότητα της πολιτικής πράξης. Την διαδικασία επαναφοράς της επιδιώκουν να αναλάβουν κινήματα τύπου Movimento 5stelle. Τουλάχιστον αρχικά έτσι πιστεύουν. Λειτουργώντας με έντονη κριτική διάθεση εναντίον του νομοθετικού κράτους , επικαλούμενα κυρίως την αρχή της πλειοψηφίας, εκμεταλλευόμενα τη βαθιά αποστροφή –δυσαρέσκεια που αγγίζει και τα όρια του μίσους για τους υπάρχοντες θεσμούς ,οι οποίοι επί της ουσίας αναπαράγουν και διαιωνίζουν ένα σάπιο καθεστώς που συντηρεί συνεχώς τα ίδια και τα ίδια πολιτικά πρόσωπα (οικογένειες) ,αρχίζουν να υπονομεύουν το μονοπώλιο της πολιτικής από το κράτος.
Μέσω της μυθοποίησης της εξουσίας που είναι σύμφυτη με τα κινήματα αυτά, υποδηλώνεται με όλους τους τρόπους ότι η κατάληψη της εξουσίας, θα κατορθωνόταν τόσο πιο εύκολα όσο πιο απομακρυσμένοι ήταν οι πολίτες από τις πηγές εξουσίας. Όμως η σημερινή πραγματικότητα σε αντίθετη κατεύθυνση οδηγεί. Η σταδιακή κατάληψη δήμων, περιφερειών , βουλευτικών εδρών κτλ γκρεμίζει όλες αυτές τις αντιλήψεις φέρνοντας τη γρήγορη ενσωμάτωση όλων αυτών των κινημάτων στην καθεστηκυία τάξη, αλλά με τρόπο που αποσαρθρώνει και τα τελευταία στηρίγματα του νεωτερικού κράτους. Το πρόβλημα διαιωνίζεται, βαθαίνει, χειροτερεύει.
Γραφική παράσταση 1.
Πηγή: La Repubblica.
www.kostasmelas.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου