Το χειρότερο πρώτο τρίμηνο από την έναρξη της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα αποτυπώνουν τα στοιχεία του ΑΕΠ για την περίοδο Ιανουαρίου-Μαρτίου 2016, δίνοντας το στίγμα μιας εξαιρετικά δύσκολης εκκίνησης στον μαραθώνιο ανάκαμψης της οικονομίας.
Ο ρυθμός επιδείνωσης της οικονομίας επιταχύνθηκε σημαντικά, με αποτέλεσμα σε ετήσια βάση η υποχώρηση του ΑΕΠ με βάση τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία να φτάσει στο -1,4% σε όρους όγκου και το -1,5% σε τρέχουσες τιμές σφραγίζοντας ένα συνεχόμενο 9μηνο ύφεσης από τον Ιούλιο του 2015 μέχρι σήμερα. Και αυτό πριν ακόμη χτυπήσει την πραγματική οικονομία το τσουνάμι των νέων περικοπών σε μισθούς και συντάξεις και της αύξησης των φόρων σε προϊόντα και υπηρεσίες που αναμένεται ότι θα καθηλώσουν σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα το ΑΕΠ, ακόμη και αν υπάρξουν ενδιάμεσες ανάσες από την επιστροφή των οφειλών του δημοσίου τους επόμενους μήνες και την εισροή κοινοτικών πόρων στο αφυδατωμένο επιχειρηματικό τοπίο.
Η οικονομία στο τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου παρήγαγε σε όρους όγκου μόλις 45,7 δισ. ευρώ, μια επίδοση που είναι η χαμηλότερη σε επίπεδο τριμήνου από το 1999 όταν το ΑΕΠ τριμήνου κυμαίνονταν στα 45-45,6 δισ. ευρώ, και προφανώς ενσωματώνει τις επιπτώσεις όχι μόνο από τα capital controls οι οποίες έχουν αρχίσει πλέον να γίνονται αισθητές, αλλά και από την οικονομική αστάθεια και το αρνητικό κλίμα που επικράτησε στην αγορά καθ’ όλη τη διάρκεια της παρατεταμένης διαπραγμάτευσης για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Θα πρέπει να επισημανθεί, όμως, ότι σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ακολουθεί η ΕΛΣΤΑΤ το ΑΕΠ σε όρους τρέχουσας αξίας είναι σήμερα περίπου 30% υψηλότερο από την περίοδο του 1999 (43 δισ. ευρώ έναντι 33 δις. ευρώ το αντίστοιχο πρώτο τρίμηνο) και αντιστοιχεί στο ΑΕΠ του 2003 (βλέπε πίνακα).
Βαρίδι για την τρίτη κατά σειρά υποχώρηση του ΑΕΠ (-2,6% στο τρίτο τρίμηνο του 2015, -1,2% στο τέταρτο τρίμηνο και -1,5% στο πρώτο τρίμηνο του 2016) ήταν η κάμψη της κατανάλωσης και η αισθητή υποχώρηση των εξαγωγών. Τα νοικοκυριά ξόδεψαν 406 εκατ. ευρώ λιγότερα σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2015 (31,718 δις. ευρώ) ενώ οι δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης περιορίστηκαν κατά 150 εκατ. ευρώ (10 δις. ευρώ) σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας που δημοσιεύθηκαν χθες.
Το πιο απαισιόδοξο μήνυμα προήλθε από τις εξαγωγές, ενώ αντίθετα το πιο ενθαρρυντικό από τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου. Στην πρώτη περίπτωση οι εξαγωγές υποχώρησαν σε όρους όγκου κατά 11,67% ή κατά 1,627 δις. ευρώ σε σύγκριση με πέρυσι κυρίως λόγω πετρελαίου, με την υποχώρηση των εξαγωγών υπηρεσιών να κατακρημνίζονται κατά 23,4% αλλά των αγαθών να παραμένουν σε θετικό πρόσημο (+1,7%).
Αν υπάρχει ένα ελαφρώς αισιόδοξο στίγμα από την πορεία του ΑΕΠ, αυτό προέρχεται από τον τομέα των επενδύσεων και ειδικότερα του σχηματισμού παγίου κεφαλαίου. Παρότι υπήρξε μείωση σε ετήσια βάση από τα 5,59 δις. ευρώ στα 5,44 δις. ευρώ (-2,68%), εντούτοις οι επενδύσεις δείχνουν να έχουν σταθεροποιηθεί ανά τρίμηνο σε επίπεδα κοντά στα 5,5 δις. ευρώ, τα οποία ωστόσο δεν παύουν να είναι τα χαμηλότερα εδώ και δεκαετίες.
Β. Γεώργας
Πηγή liberal
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου