ΕΛευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση
Της Ντίνας Δασκαλοπούλου
Λένε πως δεν φοβάται μόνο όποιος δεν έχει τίποτα να χάσει. Χτες, που η Ελλάδα κρεμόταν για άλλη μια φορά από τα χείλη των Ευρωπαίων ηγετών, υπήρχαν άνθρωποι που δεν άνοιξαν στιγμή την τηλεόρασή τους, δεν πόσταραν το παραμικρό σχόλιο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν αντάλλαξαν απόψεις με τους φίλους τους, δεν στάθηκαν στην ουρά του ΑΤΜ, δεν αγόρασαν έξτρα προμήθειες για το σπίτι.
Είναι εκείνοι που δεν τους φοβίζει καθόλου το δίλημμα ευρώ ή δραχμή και δεν τους τρομοκρατεί το Grexit. Είναι εκείνοι που δεν βλέπει κανένα τηλεοπτικό κανάλι.
Μέχρι να εφαρμοστεί η τραπεζική αργία και η κυβέρνηση να επιτρέψει τη δωρεάν μετακίνηση των ανέργων, η Παναγιώτα περπατούσε καθημερινά περίπου έξι χιλιόμετρα για να εξασφαλίσει φαγητό για την οικογένειά της.
Αλλοτε στα συσσίτια της Εκκλησίας κι άλλοτε από τις δομές αλληλεγγύης, η Παναγιώτα τέσσερα χρόνια τώρα δίνει μια μάχη άνιση με την πείνα, το κρύο και το σκοτάδι.
Το σπίτι της δεν έχει ρεύμα κι έτσι το πλύσιμο, το μαγείρεμα, το σκούπισμα γίνονται σε συνθήκες που θυμίζουν την προπολεμική Ελλάδα.
Η Παναγιώτα δεν έχει πια καμία αγωνία για τις διαπραγματεύσεις που γίνονται στις Βρυξέλλες. «Η Ευρώπη μάς έφερε σ’ αυτό το μαύρο χάλι. Τα πρώτα χρόνια ντρεπόμουν, πίστευα πως εγώ φταίω για όλα, ότι φταίω που έμεινα άνεργη, ότι φταίω που δεν καταφέρνω να ταΐσω τα παιδιά μου. Τώρα καταλαβαίνω ότι για κάποιους κυρίους κι εγώ και τα παιδιά μου είμαστε απλώς αριθμοί, δεν τους αφορά η ζωή μας», λέει η Παναγιώτα.
«Αυτοί είχαν ένα συγκεκριμένο σχέδιο για την Ελλάδα που εξυπηρετούσε τα δικά τους συμφέροντα και να πάμε στα τσακίδια οι άνθρωποι. Δεν ξέρω τι θα κάνει ο πρωθυπουργός τελικά, αλλά του ζητώ ένα πράγμα: τουλάχιστον εκείνος να δει ότι είμαστε άνθρωποι και να κάνει το καλύτερο».
«Ολοι μιλάνε για το καλό μας, όλοι κόπτονται για εμάς. Οι εκβιαστές θέλουν το καλό μας… ας γελάσω». Ο κύριος Ιορδάνης ζει στα δυτικά της Αθήνας, στις περιοχές που έδωσαν τα μεγαλύτερα ποσοστά στο «Οχι». «Βλέπω τα ρεπορτάζ στα ΑΤΜ των καναλιών και μου έρχεται να σπάσω την τηλεόραση. Βλέπω αυτό το καθημερινό μελόδραμα και μου έρχεται να ουρλιάξω. Μας μιλάνε για αναξιοπρέπεια στις ουρές, ότι ταπεινωνόμαστε.
Ζει με κέρματα
»Να σας πω εγώ τι είναι ταπείνωση: να αυτοκτονούν άνθρωποι από απελπισία, να έρχεται το τέλος του μήνα και να σκέφτεσαι ποιον από όλους τους λογαριασμούς να πληρώσεις γιατί δεν φτάνουν, να κρύβεσαι από τον διαχειριστή της πολυκατοικίας γιατί δεν έχεις για τα κοινόχρηστα, να κρύβεσαι από τον σπιτονοικοκύρη, να είσαι 50 χρονών και να απλώνεις το χέρι για να σου δώσει χαρτζιλίκι η γριά μάνα σου. Αυτό είναι ταπείνωση. Ο πρωθυπουργός να σκεφτεί τους άνεργους, τους ανασφάλιστους, τους φτωχούς – μ’ αυτό το κριτήριο να αποφασίσει. Τι να το κάνουμε αν η Ελλάδα παραμένει στο κλαμπ των ισχυρών και οι Ελληνες πεθαίνουν;»
«Βλέπω αγωνία, αλλά δεν πρέπει. Ηρεμία, χαμογέλα». Ο κύριος Ιμπραήμ απλώνει στο πρόσωπό του ένα τεράστιο χαμόγελο, καθώς σπρώχνει το καρότσι με τα ψώνια του σούπερ μάρκετ. Εδώ και τρία χρόνια κάθε μέρα κάνει αυτή τη μικρή εξυπηρέτηση για τις κυρίες και τους κυρίους που ψωνίζουν εδώ και σε αντάλλαγμα κρατάει τα κέρματα που βάζουν οι πελάτες για να ξεκλειδώσουν το καρότσι. Περπάτησε από το Αφγανιστάν μέχρι τα τουρκικά σύνορα κι από εκεί πέρασε με βάρκα στην Ελλάδα.
«Τίποτα χειρότερο δεν υπάρχει από τον πόλεμο. Μη φοβάστε, θα τα καταφέρετε. Εχετε ωραία χώρα, είστε ωραίοι άνθρωποι. Οσο είστε όλοι ζωντανοί, τα παιδιά σας είναι υγιή, έχετε ένα σπίτι και δεν πέφτουν βόμβες πάνω στο κεφάλι σας. Εμένα η ζωή μου δεν θα αλλάξει, άλλαξε μια φορά για πάντα. Μη φοβάσαι, ωραία κυρία, δες εμένα και πάρε δύναμη. Πάντα οι άνθρωποι τα καταφέρνουν».
Ενα νεαρό ζευγάρι Ρομά όχι πάνω από 20 χρονών σέρνει καταϊδρωμένο κάτω από τη γέφυρα στο «Καραϊσκάκης» ανάποδα από το ρεύμα κυκλοφορίας (μια και στο σημείο δεν υπάρχει αντίθετο ρεύμα) ένα καροτσάκι φορτωμένο παλιοσίδερα. Ο άντρας χαμογελά. Του λείπουν πολλά από τα δόντια του μια και ο οδοντίατρος δεν είναι μέσα στις δυνατότητες των περισσότερων Ρομά.
Η κοπέλα σπρώχνει το καρότσι. Η ανηφόρα τούς κόβει την ανάσα. «Εχεις πάει στρατό;» ρωτάμε τον άντρα. «Βέβαια», απαντά με καμάρι ο νεαρός κι η κοπέλα χαμογελά. Λιωμένοι στον ιδρώτα και οι δυο, δεν έχουν καμιά αγωνία για… το μέλλον των διαπραγματεύσεων. Ετσι κι αλλιώς, ζουν στο περιθώριο μιας κοινωνίας που τους αποκαλεί γύφτους και τους γυρνά την πλάτη.
Βαθιά προβληματισμένος
«Κουράστηκα πια να υπολογίζω πιθανότητες, να αναλογίζομαι ρίσκα, να μετράω ζημιές. Ας γίνει ό,τι γίνει». Ο Δημήτρης είναι 31 χρόνων. Παρ’ όλο που ήταν από εκείνους τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ που ήθελαν με κάθε κόστος μια συμφωνία, τώρα πια δηλώνει βαθιά προβληματισμένος. «Η Ευρώπη που εγώ πίστευα και ανατράφηκα με τις αρχές της και τα ιδανικά της δεν υπάρχει πια. Είναι εμφανές. Φοβάμαι να βγούμε εκτός, αλλά κι εντός δεν έχουμε μέλλον.
»Εμεινα τρία χρόνια άνεργος λόγω κρίσης. Οσο καθόμουν στις ουρές του ΟΑΕΔ, όσο έστελνα αριστερά και δεξιά βιογραφικά, όσο έμενα κλεισμένος σπίτι μου και στη μοναξιά μου γιατί δεν είχα φράγκο να πάω πουθενά, δεν αμφισβήτησα ποτέ τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας. Ωστόσο, αν είναι να περάσω όλη μου τη ζωή έτσι, είμαι έτοιμος για ένα ρίσκο.
»Δεν καταδέχτηκα να βγάζω χρήματα κάθε μέρα από το ΑΤΜ, τι πρόκειται να σώσω αν έχω 200 ευρώ παραπάνω; Ούτε έτρεξα στο σούπερ μάρκετ για προμήθειες. Ο,τι είναι να γίνει θα γίνει. Τι νόημα έχει πια να τρομοκρατούμαστε; Εκτός Ευρώπης θα χάσουμε πολλά, θα είναι δύσκολα για πολύ καιρό. Αλλά μπορεί να είναι κι ένα νέο ξεκίνημα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου