ΕΛευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση
Στην σημερινή Ρωσία είναι η «οικονομική ολιγαρχία». Στις ΗΠΑ ήταν και είναι το «κατεστημένο», με τις αλλαγές που υφίσταται μέσα στο χρόνο. Στην Ελλάδα το εγχώριο κατεστημένο εδώ και εικοσι περίπου χρόνια ονομάζεται «διαπλοκή». Και απαντά μονολεκτικά στο διαχρονικό ερώτημα «ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο».
Λίγους μήνες μετά την άνοδό του στην εξουσία ο Κώστας Καραμανλής, σε εκείνη την ιστορική συγκέντρωση κάποιων βουλευτών του κόμματός του, στο φημισμένο ψητοπωλείο του Μπαϊρακτάρη, είχε, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, πει την περίφημη φράση «δεν θα αφήσουμε 5-6 νταβατζήδες να κάνουν κουμάντο». Κανείς δεν θα μάθει ποτέ αν ο Καραμανλής είπε ποτέ αυτή τη φράση-άλλωστε ποτέ δεν το επιβεβαίωσε- αλλά ήταν σαφές, πως το εννοούσε. Όλοι επίσης γνώριζαν ποιους πάνω κάτω συμπεριλάμβανε στον όρο «νταβατζήδες».
Και κάμποσοι περίμεναν τη συνέχεια. Η οποία όμως δεν ήρθε ποτέ. Το θέμα ξεχάστηκε και παρ’ όλο που συνεχίζει να υπάρχει, δεν μοιάζει να πολυαπασχολεί κανέναν αυτή την εποχή. ΄Ισως και γιατί όπως όλα δείχνουν έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου. Ακόμη και για τους πρωταγωνιστές αυτού του συστήματος εξουσίας που στην Ελλάδα χαρακτηρίστηκε με τον όρο «διαπλοκή». O Καραμανλής μπορεί να έχει μερικά κιλά πάρα πάνω από ότι θα έπρεπε, μπορεί να του αρέσουν και τα DVD, αλλά χαζός δεν ηταν. Και επίσης έχει και το δικό του τρόπο λειτουργίας, όπως και μερικές ενδιαφέρουσες πληροφορίες, που σε κάποιες περιπτώσεις θα ηταν ιδιαίτερα χρήσιμες. Επίσης δεν θα μπορούσε ποτέ να ξεχάσει, ούτε τι έπαθε ο θείος του, ούτε τι έπαθε ο Ανδρέας Παπανδρέου και όσοι προσπάθησαν να αντιταχθούν στο πολυπλόκαμο ελληνικό «σύστημα» .
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο θείος του, ένας πολύπειρος άνθρωπος της εξουσίας και με ιδιαίτερα δυνατό χαρακτήρα, την εποχή που είχε τα προβλήματά του, με την Φρειδερίκη, είχε πει εκείνο το μάλλον ακατανόητο «ποιος επί τέλους κυβερνά αυτόν τον τόπο;». Αν το έλεγε κάποιος άλλος το ερώτημα θα ήταν κατανοητό. Για τον Καραμανλή όμως δεν ήταν. Τον κάθε τόπο τον κυβερνά απλώς όποιος μπορεί και αυτό ο Καραμανλής τα γνώριζε καλά . Γι αυτό είναι και ακατανόητη η απορία του. Η Εξουσία σε κάθε κράτος είναι ένα περίπλοκο σύστημα, στο οποίο μπορεί κανείς να συναντήσει τα πάντα εκτός από ένα. Το κενό.
Στην Εξουσία δεν υπάρχουν κενά. Αν κάποιος δεν «πατάει» καλά , κάποιος άλλος θα πατήσει εκεί που είχε πατήσει αυτός. Το ίδιο «σύστημα» που είχε φέρει τον Καραμανλή στην Εξουσία, ήταν πάνω κάτω το ίδιο που μερικά χρόνια αργότερα θα προσπαθούσε να τον ρίξει. Οι συνθήκες βλέπετε μεταβάλλονται και μέσα σ’ αυτές τις μεταβαλλόμενες συνθήκες ο καθ΄ ένας μας κάνει το κατά δύναμιν. Κάπως έτσι την είχε πατήσει και ο Ανδρέας. Μετά την δεύτερη εκλογική του νίκη, το1985, ο Ανδρέας Παπανδρέου έκρινε πως είχε έρθει η ώρα να απαλλαγεί από το «σύστημα» εξουσίας που τον είχε αναδείξει και που ήταν τελείως διαφοροποιημένο από εκείνο που είχε αναδείξει τον Καραμανλή, μια και οι συνθήκες είχαν αλλάξει ριζικά στο μεταξύ.
Σ΄ αυτή τη μάχη που ήταν και μια μάχη ζωής μόνο κάποιος αφελής θα πήγαινε με τον τρόπο που πήγε ο Ανδρέας, ξυπόλητος στ΄ αγκάθια, λες και πήγαινε να πολεμήσει τίποτα παιδάκια. Για «μεγάλο» σύμμαχο σ΄ αυτή τη μάχη ο Ανδρέας «προσέλαβε», τον Κοσκωτά, έναν ευφυή κατά τα άλλα άνθρωπο, αλλά όχι έτοιμο για τέτοια μάχη, μια και ο τρόπος που είχε αναδειχθεί παρουσίαζε πολλά και μεγάλα κενά. Ο έρωτας, όμως που ζούσε ο Ανδρέας εκείνη την εποχή, ίσως να τον έκανε να αισθάνεται ανίκητος. Ανάμεσα στα άλλα ο έρωτας έχει και την ιδιότητα να αποβλακώνει ακόμη και ιδιαίτερα έξυπνους ανθρώπους, ακόμη και «στρατηγούς» όπως ο Ανδρέας.
Ο Ανδρέας μπήκε σ΄ αυτήν την μάχη με σκεπτικό ροζ πάνθηρα και ήταν φυσικό να βγει θανάσιμα πληγωμένος. ΄Όταν μετά την πτώση και αφού γλίτωσε τη φυλακή, για να επανέλθει πάλι στην εξουσία το 1993, ο Ανδρέας ήταν ένας εξασθενημένος σχεδόν ετοιμοθάνατος άνθρωπος, τόσο που το «σύστημα» είχε ήδη αρχίσει να προετοιμάζεται για τον διάδοχό του. Μετά την άρον άρον πτώση του Σημίτη το 2004, Κώστας Καραμανλής ανέβηκε στην εξουσία κόντρα στο σπαρασσόμενο ήδη από εσωτερικές έριδες ελληνικό «σύστημα» και με κυρίαρχο σύνθημα την εξάρθρωσή του. ΄Ηταν μια μάχη που δεν έγινε ποτέ και μάλλον δεν θα χρειαστεί να γίνει. Γιατί οι αλλαγές που έγιναν από τα πράγματα, μέσα στα τελευταία χρόνια, ήταν τόσο κοσμογονικές, που το «σύστημα» αυτό απασχολημένο με την αυτοϊκανοποίησή του όσο ποτέ άλλοτε, εξαρθρώθηκε από μόνο του. Αλλά όπως είπαμε στην Εξουσία δεν υπάρχουν κενά. Το προηγούμενο σύστημα πέφτει, αλλά ένα άλλο δημιουργείται στη θέση του.
Το σημερινό ελληνικό «σύστημα» εξουσίας δεν έχει σχεδόν καμία σχέση με αυτό που διαμορφώθηκε στην Ελλάδα, αμέσως μετά τη λήξη του εμφυλίου στην δεκαετία του πενήντα. Η βασική διαφορά του σήμερα με το τότε, ήταν το ότι τότε το Κεφάλαιο δεν έπαιζε κανένα ρόλο στη διαμόρφωση του εξουσιαστικού δεδομένου. Μετά από πέντε χρόνια πολέμου και άλλα πέντε εμφυλίου πολέμου, το Κεφάλαιο απλώς δεν υπήρχε. ΄Ετσι οι δυνάμεις που έπαιζαν ρόλο τότε ήταν οι πολιτικές δυνάμεις, το Παλάτι, σε κάποιο μέτρο τα εκδοτικά συγκροτήματα και η λαϊκή επιθυμία. Οι πρώτες συνδέσεις της πολιτικής με το Κεφάλαιο, έγιναν από τα χρήματα του αμερικανικού σχεδίου Μάρσαλ. Οι πολιτικοί δεν παίρνουν ποτέ λεφτά απ΄ευθείας. Τα δίνουν σε φίλα προσκείμενους επιχειρηματίες για την εκτέλεση κάποιου έργου και σαν άνθρωποι με ανάγκες κι αυτοί παίρνουν την προμήθειά τους. ΄Ετσι δημιουργούνται μακροχρόνιες σχέσεις εμπιστοσύνης και σταθερές φιλίες. ΄
Το μεγαλύτερο μέρος από τα χρήματα του σχεδίου Μάρσαλ πήγαν τότε στον κατάλληλο προορισμό. Αλλά οι κεφαλαιούχοι που δημιουργήθηκαν τότε ήταν πολύ ασθενείς για να ασκήσουν οποιαδήποτε επιρροή στη διαμόρφωση των πολιτικών της εξουσίας. Εξ άλλου η πολιτική ήταν ακόμη πολύ ισχυρή για να δεχτεί οποιαδήποτε παρέμβαση από το Κεφάλαιο. Οι μόνοι αληθινοί εκπρόσωποι του κεφαλαίου εκείνης της εποχής ήταν οι παλιοί και νέοι εφοπλιστές που όμως έβγαζαν τα λεφτά τους στο εξωτερικό και δεν είχαν καμία ανάμιξη στη διαχείριση της εξουσίας, ούτε και την ήθελαν.
Το πολύ να βοηθούσαν οικονομικά κάποιον πολιτικό που συμπαθούσαν, πράγμα που ήταν και δικαίωμά τους. Τα μόνα ονόματα που ακούστηκαν εκείνη την εποχή ήταν τα δύο ανερχόμενα ονόματα που έκαναν θραύση και παγκοσμίως. Ο Ωνάσης και Νιάρχος , αλλά και αυτοί δεν είχαν ανάμιξη στο παιχνίδι της εξουσίας. Ο Ωνάσης έφτιαξε απλώς την Ολυμπιακή, ο δεν Νιάρχος έφτιαξε την Ευγενία. Η βασική κόντρα ήταν ανάμεσα στο Παλάτι και στα αριστερά ή δήθεν αριστερά κόμματα που διεκδικούσαν την εξουσία. Οι πληγές του Εμφυλίου ήταν ακόμη νωπές, τόσο που κάτω από την λαϊκή πίεση πολλοί πίστεψαν πως θα μπορούσαν να ανατρέψουν το Σύμφωνο της Γιάλτας, πράγμα τελείως ανεδαφικό. Αποτέλεσμα εκείνης της ταραγμένης περιόδου ήταν η δικτατορία του 1967. Η πτώση της χούντας το 1974, βρήκε την Ελλάδα σε ένα πολύ διαφοροποιημένο περιβάλλον.
Η Ελλάδα χάρη στην επιλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή ανήκε ήδη στη τότε ΕΟΚ. Αυτό ήταν ένα πολύ κομβικό σημείο, καθώς όλοι γνώριζαν ότι στην Ελλάδα που χρειαζόταν οικονομική στήριξη, θα εισέρεαν μεγάλα κεφάλαια για να βοηθήσουν στην ανάπτυξή της. ΄Όλα τα διεθνή φιλανθρωπικά ιδρύματα εκείνης της εποχής, όπως η σοβιετική KGB, η ανατολικογερμανική Στάζι, η αμερικανική CIA και διάφοροι άλλοι έσπευσαν να ορίσουν τους αντιπροσώπους τους, ώστε να λάβουν τις κατάλληλες προσκλήσεις γι΄ αυτήν την ωραία εορτή που θα ακολουθούσε. Παλιοί και νέοι αντιπρόσωποι πήραν τις κατάλληλες θέσεις. Και έτσι άρχισε να δημιουργείται μια ωραία ατμόσφαιρα και ορισμένα ολοκαίνουργια επιχειρηματικά κέντρα, οι πρώτοι μεγάλοι πυρήνες Κεφαλαίου. Ωστόσο σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του εβδομήντα, λόγω του παλιότερου και πρόσφατου παρελθόντος, η πολιτική έπαιζε ακόμη κυρίαρχο ρόλο.
Ηταν όμως ήδη σαφές πως τα εκδοτικά συγκροτήματα θα έπαιζαν κι αυτά κυρίαρχο ρόλο, στο μέλλον. Θα έπαιζαν το ρόλο της στρόφιγγας, το ρόλο του ελεγκτή, στην προσεχή διανομή της εξουσίας. ΄Ετσι οι πρώτοι πυρήνες Κεφαλαίου που είχαν ήδη διαμορφωθεί στράφηκαν προς τη δημιουργία νέων Μέσων Ενημέρωσης, που θα έπαιζαν το ρόλο του πολιορκητικού κριού, στη μάχη της διανομής που θα ακολουθούσε.
(Κανονικά ο πολιτικός Τύπος σε μια δημοκρατική χώρα θα έπρεπε να έχει το ρόλο του διαιτητή, ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις και του κριτή των πολιτικών αποφάσεων. Αντί γι αυτό προτιμήθηκε ο πολύ πιο προσοδοφόρος ρόλος- όπως αποδείχτηκε- του καθοδηγητή των πολιτικών αποφάσεων.)
Για μια κοινωνία αυτό αποτελεί μοιραίο λάθος που πληρώνεται. Εδώ όμως η ίδια η Μάζα που θα είχε πολλά να χάσει από αυτή τη νέα ρύθμιση, χειροκρότησε με ενθουσιασμό την ιδέα της δημιουργίας καινούργιων κέντρων Κεφαλαίου. Κανείς δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει πως δεν γνώριζε ποιανού τις εφημερίδες αγόραζε ή τη συσσώρευση Κεφαλαίου που άρχισε να δημιουργείται από αυτή την επιλογή. Εν ολίγοις, η Μάζα, οι απλοί πολίτες, οι ψηφοφόροι ή όπως αλλιώς θέλετε να τους πείτε, επικρότησαν με κάθε τρόπο αυτή την καινούργια ρύθμιση. Η δικαιοσύνη δεν επιτρέπει άγνοια του Νόμου.
Πολύ περισσότερο η κοινή λογική δεν επιτρέπει άγνοια της πραγματικότητας, άγνοια του προφανούς. ΄Ισως δεν υπάρχει κανένα προηγούμενο παγκοσμίως , όπου τόσο πολλοί να παραχώρησαν με την θέλησή τους , τόσα προνόμια σε τόσο λίγους. Η πολιτικοί από την άλλη μεριά με τις διαφοροποιήσεις των όποιων κομμάτων, προσχώρησαν και αυτοί στην λογική αυτής της λαϊκής επιταγής. ΄Ηταν εξ άλλου και πολλά τα λεφτά. Αφού κανένας δεν ζητούσε λογαριασμό, δεν είχαν κι αυτοί κανένα λόγο να επιμένουν. Μετά το 1985, οπότε η δεύτερη εκλογική νίκη του Πασόκ έκανε σίγουρο το ότι πια δεν υπήρχε κίνδυνος περίεργων εκτροπών, το «σύστημα», που είχε ήδη κάνει τα πρώτα του βήματα, άρχισε να εκλογικεύεται και να γίνεται πιο επαγγελματικό. Το 1989, η πτώση του Σοβιετικού μπλοκ, που έστειλε τον υπαρκτό σοσιαλισμό στην Ιστορία, έφερε έναν λεπτομερή καταμερισμό αρμοδιοτήτων.
(Στο γκανγκστερικό Σικάγο του Μεσοπολέμου, τα συμφέροντα των διαφόρων συμμοριών, χωρίζονταν σε συνοικίες ή και σε ολόκληρες πόλεις επιρροής. Για να μην υπάρχουν περιττές συγκρούσεις, η κάθε συμμορία είχε τους δικούς του τόπους επιρροής.)
Στο ελληνικό «σύστημα» που διαμορφώθηκε με ακρίβεια γύρω στο 1989, οι σφαίρες επιρροής, χωρίστηκαν σε τομείς δραστηριοτήτων. ΄Άλλος πήρε τις κατασκευές, άλλοι τα εξοπλιστικά προγράμματα, άλλος τις νέες τεχνολογίες, άλλος τα πετρέλαια και πάει λέγοντας. ΄Ηταν τότε που καθιερώθηκε και ο όρος «διαπλοκή» για να περιγράψει το ελληνικό «σύστημα».
To κάθε σύστημα που δημιουργείται για οποιονδήποτε λόγο, έχει σαν κύριο κατ΄αρχάς στόχο την επέκτασή του και η προστασία του από κάθε εχθρική επιβουλή. Η προστασία του όποιου συστήματος είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος. Στα αρχαία χρόνια αλλά και μέχρι την εποχή της φεουδαρχίας η προστασία των ηγεμονικών συστημάτων βασιζόταν σε πύργους-φρούρια που σκοπό είχαν να ελέγξουν τις κινήσεις των εχθρικών στρατευμάτων.
Γι΄ αυτό και η δημιουργία «οχυρών» είχε πάντα μεγάλη σημασία. Στο σύγχρονο κόσμο, όπου το ζητούμενο είναι η νομή του χρήματος, τα «οχυρά» που χτίζονται έχουν πάλι σκοπό να ελέγξουν τους «εχθρούς». Μόνο που στην εποχή μας, «εχθροί» δεν είναι κάποια στρατεύματα που προσπαθούν να καταλάβουν τις εκτάσεις που κατέχουμε.
Ο «εχθρός» σήμερα ονομάζεται Πληροφορία. Γι αυτό και τα «κάστρα» που έχτισε το ελληνικό σύστημα της διαπλοκής, ήταν τα απροσπέλαστα «κάστρα» των Μέσων Ενημέρωσης. ΄Ηδη από την αρχή της Μεταπολίτευσης ο στόχος του «συστήματος» που στηνόταν, ήταν η δημιουργία ισχυρών Μέσων Ενημέρωσης και η συστηματική εξαφάνιση των παλαιών Μέσων Ενημέρωσης από το προσκήνιο, εκτός από αυτά που θα «προσκυνούσαν» τους νέους «ηγεμόνες» ή που θα συμμετείχαν στη μοιρασιά. Σε μια χώρα που δεν φημίζεται για τον επαγγελματισμό της, στις δεκαετίες του εβδομήντα του ογδόντα και του ενενήντα, μόνο δυο κλάδοι δούλεψαν άκρως επαγγελματικά. Η διαπλοκή και η τρομοκρατία, η οποία και σε μερικά σημεία είχε άμεσες χρηματοδοτικές σχέσεις, με τους καινούργιους ιδιοκτήτες Κεφαλαίου που είχαν αρχίσει να ξεπροβάλλουν.
Το σύστημα αυτό λειτούργησε ομολογουμένως θαυμάσια για περίπου τριάντα χρόνια και ο πλούτος που παρήγαγε ήταν ακόμη πιο θαυμάσιος. Η ελληνική κοινωνία όχι μόνο δέχτηκε αδιαμαρτύρητα αυτή την καινούργια τάξη πραγμάτων, αλλά και σε ένα μεγάλο μέρος της την υποστήριξε ένθερμα. Είναι λίγο άξιο απορίας αυτό το φαινόμενο, αλλά ως γνωστόν η ψυχή του ανθρώπου είναι άβυσσος. Εν πάση περιπτώσει προς το τέλος της δεκαετίας του ενενήντα όλοι έμοιαζαν να είναι ευχαριστημένοι με αυτό το σύστημα. Και οι επιχειρηματίες και όσοι από τους πολιτικούς έπαιρναν μέρος σ΄αυτή τη συναλλαγή, αλλά και η κοινωνία, η οποία δεν έδειχνε καθόλου να ανησυχεί με τα φαινόμενα απληστίας και κοινωνικής αδικίας που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται εδώ και εκεί. Η ελληνική κοινωνία μέχρι τότε τουλάχιστον έπασχε και από άγνοια, αλλά και από ηθική κατάρτιση. Οι όποιοι αντιφρονούντες όσο πήγαινε έμεναν και περισσότερο μόνοι.
(Στην Αργεντινή και την Χιλή παλιότερα, για παράδειγμα, οι όποιοι αντιφρονούντες ή βρίσκονταν ξαφνικά σε κάποιο ψυχιατρείο, ή ανακάλυπταν μια σφαίρα στο κεφάλι τους, οπότε ήταν πια εξαιρετικά δύσκολο να αντιφρονήσουν. Στην Ελλάδα ως πιο πολιτισμένο κράτος, οι όποιοι αντιφρονούντες χάνονταν από το προσκήνιο δια του οικονομικού μαρασμού. Είναι μάλλον δύσκολο για μια μαούνα να τα βάλει με πέντε αεροπλανοφόρα ταυτόχρονα και για μεγάλο χρονικό διάστημα.))
΄Ετσι, ζώντας σ΄ αυτή την ωραία ατμόσφαιρα φτάσαμε στο τέλος της χιλιετίας. Τότε , το έτος 2000, αν και πολύ καθυστερημένα, η ελληνική κοινωνία κατάλαβε ότι κάτι δεν πάει καλά. Ο άνθρωπος είναι περίεργο και εγωκεντρικό όν. ΄Οσο τα σπίτια μας δεν παίρνουν φωτιά, ακόμη κι αν η φωτιά έχει φτάσει στα σπίτια των γειτόνων, δεν μας νοιάζει τίποτα. Μόνο όταν πιάσει το δικό μας σπίτι φωτιά αρχίζουμε να ανησυχούμε. Αλλά πολύ συχνά τότε είναι αργά. Η ελληνική κοινωνία μεγάλωνε έναν κροκόδειλο στο σπίτι της, ίσως νομίζοντας πως όταν μεγαλώσει θα γίνει σκύλος του Αγίου Βερνάρδου ή κάτι τέτοιο. Ως γνωστόν οι κροκόδειλοι όταν μεγαλώνουν , γίνονται απλώς μεγάλοι κροκόδειλοι.
((Και οι μεγάλοι κροκόδειλοι όταν δαγκώσουν, δαγκώνουν καλά. Η δαγκωνιά που έφαγε η ελληνική κοινωνία από τον κροκόδειλο της διαπλοκής της, ήταν τέτοια που θα την θυμόταν το λιγότερο για μια εικοσαετία-αν δεν υπάρξουν και άλλες επιπλοκές, που, όπως φαίνεται, μάλλον θα υπάρξουν. Το 2000 κάπου ένα εκατομμύριο ελληνικά νοικοκυριά, που είχαν παίξει τα ρέστα τους στο Χρηματιστήριο, είδαν τη γη να ανοίγει κάτω από τα πόδια τους και να τρώει τις περιουσίες τους.))
Ηταν ένα έγκλημα εκ προμελέτης, μια μαζική ληστεία που ίσως δεν έχει προηγούμενο και που ακόμη μένει ατιμώρητη. Η δικαιοσύνη παραγράφει, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο πάντα και με τη μνήμη. Το έγκλημα του Χρηματιστηρίου, ήταν μεν έγκλημα αλλά είχε και κάτι θετικό. Μόνο αν πάθουμε , μαθαίνουμε. Και έστω κι αυτό ήταν ένα μικρό κέρδος. Το μεγαλύτερο κέρδος ήταν πως χάλασε το ειδύλλιο της ελληνικής κοινωνίας με τον κροκόδειλό της. Το «σύστημα» όμως, αν και κάπως εκτεθειμένο συνέχισε να λειτουργεί. Μέχρι πριν από περίπου τρία χρόνια. ΄Όταν ξαφνικά οι καινούργιες συνθήκες που διαμορφώθηκαν, άρχισαν να φέρνουν τα πάνω, κάτω.
Όταν πριν από δεκαέξη χρόνια, το Χονγκ Κονγκ ενσωματωνόταν στην Κίνα, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί, ότι ανάμέσα στις τρομακτικές αλλαγές, που θα προκαλούσε αυτό το γεγονός παγκοσμίως, θα συμπεριλαμβανόταν και αλλαγή του ελληνικού κατεστημένου. Τότε λοιπόν, μαζί με το Χονγκ Κονγκ , η Κίνα ενσωμάτωσε στο σύστημά της και την καπιταλιστική οργάνωση της οικονομίας. Αυτό ανάμεσα στα άλλα προκάλεσε και μια τεράστια ανάγκη μεταφοράς αγαθών και πρώτων υλών, από και προς την Κίνα. Οι ΄Ελληνες εφοπλιστές, που μέχρι τότε έβλεπαν τα κέρδη τους να αυξάνονται με ρυθμό 10% ας πούμε, τα είδαν ξαφνικά να εκτινάσσονται σε ρυθμούς της τάξης του 1000%. Αυτό έφερε μια τεράστια ρευστότητα και σε παλιούς αλλά και σε νέους εφοπλιστές που μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, απέκτησαν ρευστότητα μεγαλύτερη κι από αυτήν που θα έβλεπαν και στα πιο τρελά όνειρά τους.
Στην αρχή όπως συμβαίνει συνήθως, άρχισαν να επενδύουν αυτά τα τεράστια υπερκέρδη σε γη και όσο γινόταν αυτό, τίποτα δεν φαινόταν να αλλάζει. Λίγα χρόνια αργότερα συνέβη, ένα άλλο «κοσμοϊστορικό» γεγονός. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους εισέβαλαν στο Ιράκ. Πολλοί ασχολήθηκαν μόνο με το πολιτικό σκέλος αυτής της υπόθεσης ξεχνώντας το οικονομικό. Μέχρι την εισβολή στο Ιράκ πολλά από τα πετρελαιοπαραγωγά κράτη του Κόλπου, είχαν καταφέρει παρά τα τεράστια έσοδά τους, να δημιουργήσουν χρέη.
Η εισβολή στο Ιράκ και η αύξηση των τιμών του πετρελαίου που ακολούθησε βοήθησε πολλά αραβικά κράτη όχι μόνο να εξοφλήσουν τα χρέη τους, αλλά και να αποκτήσουν μια πολύ σημαντική ρευστότητα. Αυτή τη φορά τα αραβικά κράτη αποφάσισαν να διαχειριστούν τα οικονομικά τους πολύ πιο μυαλωμένα. Δηλαδή άρχισαν να τα επενδύουν τόσο στις ΗΠΑ όσο και στα κράτη της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και ανάμεσα σ΄ αυτά και στην Ελλάδα. Το Ντουμπάϊ που πραγματοποίησε μια εκρηκτική και άκρως εντυπωσιακή επένδυσή στο έδαφός του κατ΄ αρχάς για να μετατραπεί στο Μόντε Κάρλο της Μέσης Ανατολής, χρησιμοποιεί και μια πολύ προσεγμένη στρατηγική στις ευρωπαϊκές επενδύσεις του.
Το πιο προβεβλημένο παράδειγμα για το πώς επενδύει το Ντουμπάϊ τα κεφάλαιά του στην Ελλάδα ηταν η περίπτωση της MIG και του Ανδρέα Βγενόπουλου, που μέσα σε δύο χρόνια έχει μεταβληθεί στον πιο σημαντικό ίσως οικονομικό παράγοντα της χώρας μας. Ταυτόχρονα τα δύο τελευταία χρόνια πολλοί από τους νεώτερους και με μεγάλη ρευστότητα ΄Ελληνες εφοπλιστές, άρχισαν να σκέφτονται περισσότερο στρατηγικά. ΄Ετσι, όπως και ο Βγενόπουλος, στόχευσαν στο κέντρο, στην καρδιά του συστήματος. Το ελληνικό κατεστημένο, που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια δεν έχει και πολλές δυνατότητες αντίδρασης σ΄ αυτό το καινούργιο σαρωτικό κύμα, που απειλεί να πάρει τη θέση τους.
Η καρδιά της καρδιάς του συστήματος, ειδικά, δηλαδή τα εκδοτικά συγκροτήματα, είναι περισσότερο αποδυναμωμένα από ποτέ, με ζημιές και υποχρεώσεις, που δεν αντιμετωπίζονται, μια και το μέλλον δεν προβλέπεται καλύτερο. Το ελληνικό κατεστημένο των τελευταίων τριάντα χρόνων, ήταν ένα καθαρόαιμο προϊόν της εποχής του. ΄Εδρασε με οξυδέρκεια για τα δικά του συμφέροντα, αλλά είχε πολλές ελλείψεις εξ αιτίας της συγκρότησης των ατόμων που το αποτελούσαν. ΄Ηταν δηλαδή κατά κάποιο τρόπο χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της γενικής μετριότητας που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας και γι αυτό παρασύρθηκαν από τα προσωπικά τους πάθη με κύριο τέτοιο πάθος, την απληστία που από ένα σημείο και πέρα παύει να έχει και νόημα. ΄Ηταν επίσης πολύ τσιγκούνικο σε σχέση με την καλή του τύχη.
(Το φαινόμενο της κλοπής δημόσιου πλούτου δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Στην Ιταλία για παράδειγμα, η Μαφία είναι ένας από τους μεγάλους «παίκτες του ιταλικού συστήματος. Η διαφορά είναι πως κι εκεί έκλεβαν, αλλά τουλάχιστον έκαναν καλή δουλειά στους τομείς που ανελάμβαναν.)
Το κύριο πρόβλημα δηλαδή της ελληνικής περίπτωσης, ήταν η μέτρια διανοητική κατάσταση των κύριων παικτών του συστήματος, κάτι που έχει συνήθως σαν συνέπεια και την ηθική εξαχρείωσή τους. Κανένας μυαλωμένος παίκτης, όσο άθλιος κι αν είναι ηθικά, δεν κόβει το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται, δηλαδή τη μεγάλη λαϊκή Μάζα, από την οποία βασικά κλέβει. Η αποκορύφωση αυτής της λανθασμένης πορείας ήταν η χρηματιστηριακή καταστροφή του 2000, τα κατστροφικά κύματα της οποίας, όχι απλώς έκαναν τη Μάζα φτωχότερη, αλλά οδήγησαν ένα μεγάλο μέρος της στην πείνα. Η Πείνα είναι πάντα το οριακό σημείο για μια κοινωνία. Όμως όταν πέφτει πείνα συνήθως μετά πέφτει και ο Τσάρος!
Πηγή : klik.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου