Από την έντυπη έκδοση της Ναυτεμπορικής
Του Αντώνη Παπαγιαννίδη
Με φρέσκια την απόφαση για πλήρη άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων -των διαβόητων capital controls, με τα οποία η ελληνική οικονομία, αλλά και η κοινωνία σε επίπεδο γενικότερων συμβολισμών αποκλεισμού/μη δυνατότητας, έζησε επί 50 μήνες-, πλην όμως με συγκρατημένες τις προσδοκίες από την επικοινωνιακή προετοιμασία του εδάφους, πορεύεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνάντηση με την καγκελάριο Μέρκελ. Σημαντική συνάντηση, χωρίς υπερβολές πάντως.
Γιατί αναφέρουμε, ξεκινώντας, την υπόθεση των capital controls, τη στιγμή που είχαμε όλοι εγκατασταθεί στον αστερισμό της διεκδίκησης δημοσιονομικού χώρου, της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων κ.ο.κ.; Δεν θεωρούμε ότι η βασική θέση της σημερινής κυβέρνησης -έχει πάει πίσω από τους προεκλογικούς ενθουσιασμούς της ως αντιπολίτευσης, όταν είχε σφιχταγκαλιαστεί με τον «άνθρωπο της Μέρκελ» Μάνφρεντ Βέμπερ ο οποίος είχε συμπαραταχθεί με τις απόψεις περί μείωσης των πλεονασμάτων της Ελλάδας, παλιές μνήμες!...-, ότι δηλαδή με την προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την επίκληση της ανάπτυξης θα ανέβει η αξιοπιστία της ίδιας (και της χώρας), οπότε και η διεκδίκηση δημοσιονομικού χώρου θα προχωρήσει ευκολότερα, δεν θεωρούμε ότι η θέση αυτή οδήγησε μέχρι στιγμής πολύ μακριά. Γι’ αυτό και παρατηρείται μια βαθμιαία μετακίνηση του επιχειρήματος - πού; Στην αποδοχή της Ελλάδας από τις αγορές. Με απόδοση 1,82% στο 10ετές -η τελευταία έκδοση 10ετούς (του Μαρτίου) έγινε κάπου στο 3,86%- στις βαλίτσες του ξεκινά ο Κυριάκος Μητσοτάκης για Βερολίνο: η «αναπήδηση» λόγω ιταλικών αναταράξεων απορροφήθηκε.
Πλην όμως η δυσάρεστη διάψευση των πρώτων ημερών της θητείας της κυβέρνησης, όταν δηλαδή η Fitch, που είχε περίπου προαναγγελθεί (διά των συνήθων διαρροών) ότι θα αναβάθμιζε το αξιόχρεο της Ελλάδας, δεν κινήθηκε από την παλαιότερη εκτίμησή της σε «ΒΒ-» και παρέμεινε σε προοπτική «σταθερή», ήρθε και συμπληρώθηκε, τώρα, με την απροθυμία της Moody’s (που μας έχει «Β1») να κάνει καν νέα διατύπωση στην αξιολόγησή της για την Ελλάδα. Η επίσπευση της κίνησης για άρση των capital controls αυτόν τον στόχο έχει: να σπρώξει τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης να «ξαναδούν» την περίπτωση της Ελλάδας.
Και πού δένει η καγκελάριος Μέρκελ -αποδυναμωμένη στο εσωτερικό, όχι και τόσο καθοδηγητική στα ευρωπαϊκά, αλλά… πάντα Γερμανίδα καγκελάριος!- με όλα αυτά; Η σκέψη είναι ότι η αποδοχή των αγορών (και η φωνή των αγορών: αυτή είναι η εικόνα για τους οίκους αξιολόγησης, κι ας έχουν πλειστάκις πέσει έξω) θα ενίσχυε το επιχείρημα Μητσοτάκη κι αύριο Σταϊκούρα, σε περιβάλλον Eurogroup. Ότι μαζί με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις κ.λπ. και με την προσδοκώμενη ανάπτυξη «αξίζουμε καλύτερα». Εδώ, όμως, ο χρόνος παίζει ένα δυσάρεστο παιχνίδι. Η συγκυρία δείχνει αναταράξεις μπροστά - για την Ευρώπη (σήμανε προληπτικό συναγερμό ο Μάριο Ντράγκι), για τη Γερμανία ακόμη ακόμη (η Άγκελα Μέρκελ βρίσκεται με αρνητικό πρόσημο στο δικό της ΑΕΠ μπροστά της). Σ’ ένα πρώτο επίπεδο, αυτό κινδυνεύει να φέρει απέναντι στον Έλληνα πρωθυπουργό και τα αιτήματά του ένα αντανακλαστικό του τύπου «εδώ καράβια χάνονται, βαρκούλες αρμενίζουν».
Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, βέβαια, ακριβώς το φάσμα ύφεσης -μην υπερβάλλουμε: για την ώρα κάμψης- οδηγεί σε κάποια χαλαρότητα πολιτικών. Η προαναγγελία ποσοτικής χαλάρωσης νέας φάσης από την ΕΚΤ, μαζί και με άλλους αντισυμβατικούς χειρισμούς, κάτι δείχνει. Όμως… η Ελλάδα δεν μπορεί ούτε και τώρα να ελπίζει σε συμμετοχή των τραπεζών της, συνεπώς της στεγνωμένης οικονομίας της, καθώς η ΕΚΤ ακόμη και με τη θετική προδιάθεση Ντράγκι δεν δέχθηκε να μετακινηθεί από την αρχή ότι ομόλογα χώρας που δεν έχει investment grade (και υστερούμε τρία-τέσσερα κλικ) δεν μπορεί να συμμετάσχουν στις αγορές χαρτιών από την ΕΚΤ. Η Ελλάδα δεν το πέτυχε, επέλεξε δε και να είναι εκτός Προγράμματος (για να μην ακούγεται η τρομερή λέξη «Μνημόνιο»).
Προσέξτε όμως το άλλο: ακριβώς αυτή η αίσθηση αναταράξεων στον ορίζοντα ανάβει ένα άλλο φωτάκι κινδύνου. Αν όντως βρεθεί η Ευρωζώνη σε νέα κρίση με διεθνές υπόβαθρο, θα ‘θελε μια περίπτωση σαν την ελληνική να της προξενεί πρόσθετη διαταραχή; Μήπως μια σταθερότερη πρόσδεση στον ESM -σε σχέση με την τωρινή ενισχυμένη μεταμνημονιακή παρακολούθηση, συν το διαβόητο μαξιλαράκι/cash buffer- θα ήταν για όλους καλύτερη, από το να τρέχουν πίσω από τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων; Και μήπως μια τέτοια πρόσδεση θα αρκούσε να ξεκλειδώσει την πρόσβαση στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ;
Δεν είναι για πρωθυπουργούς, αυτά, είναι για Eurogroup κ.ο.κ. Αλλά…
Ναυτεμπορική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου