του Γιώργου Πρεβελάκη
Η Τουρκία συμπεριφέρεται, εδώ και χρόνια, κατά φαινομενικά ανορθολογικό τρόπο. Ως προς τους υδρογονάνθρακες, έχει δαπανήσει τεράστια ποσά και έχει πλήξει τη σχέση της με την Ε.Ε. Εντούτοις, το οικονομικό αποτέλεσμα αυτής της επιχείρησης είναι απόμακρο και αβέβαιο. Η ρήξη με το Ισραήλ, η αμφιθυμία προς τις ΗΠΑ, η λυκοφιλία με τη Ρωσία, οι δηλώσεις για αναθεώρηση των Συνθηκών της Λωζάννης και του Μοντραί εντάσσονται στην ίδια κατηγορία από δυσεξήγητες δραστηριότητες
Οπως τα διάσπαρτα κομμάτια του παζλ, οι εξω-ορθολογικές αυτές κινήσεις θα αποκτήσουν νόημα όταν ενταχθούν σε μια συνολική εικόνα. Θα την αποκαλύψει η Τουρκία σε τέσσερα χρόνια, το 2023, κατά τους, ήδη εν προετοιμασία, φαντασμαγορικούς εορτασμούς για την εκατονταετία από την ίδρυση της τουρκικής δημοκρατίας. Εύκολα εικάζεται το «αφήγημα» γύρω από το οποίο θα συγκροτηθούν οι εκδηλώσεις. Εκατό χρόνια μετά την αντικατάσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από το πολύ λιγότερο φιλόδοξο και προβεβλημένο τουρκικό έθνος-κράτος, ο Ταγίπ Ερντογάν φιλοδοξεί να επαναφέρει την αυτοκρατορική αίγλη. Στον αναδυόμενο πολυκεντρικό κόσμο, η νεο-οθωμανική Τουρκία συνομιλεί ως ίσος προς ίσον με τη Ρωσία και τις ΗΠΑ. Στον νέο της ρόλο αντιμετωπίζει κράτη όπως η Ελλάδα και το Ισραήλ με συγκατάβαση – όπως χειριζόταν παλαιότερα η Υψηλή Πύλη τα διάφορα δυστροπούντα πασαλίκια: άλλοτε με υπομονετική ανοχή, άλλοτε με επίδειξη ισχύος.
Υπάρχει, όμως, μια κεμαλική κληρονομία η οποία υπονομεύει τις τουρκικές αυτοκρατορικές εξάρσεις. Η Οθωμανική, όπως και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία την οποία διαδέχθηκε, ήσαν κυρίαρχοι των θαλασσών. Η κεμαλική Τουρκία στράφηκε αντιθέτως προς τα έσω, προς την ήπειρο, αφήνοντας το πεδίο της θάλασσας στην Ελλάδα. Η μεταφορά της πρωτεύουσας από την Κωνσταντινούπολη στην Αγκυρα είναι εξόχως ενδεικτική.
Η Τουρκία ακολούθησε κατά τον Μεσοπόλεμο τη γενική εσωστρεφή τάση. Σημασία είχε το έδαφος, ως καταφύγιο έναντι των έξωθεν κινδύνων. Η θάλασσα εθεωρείτο πηγή απειλών. Σήμερα, όμως, όταν όλη η ανθρωπότητα στρέφεται προς τις θάλασσες, αυτή η κεμαλική επιλογή εμφανίζεται ως τεράστιο ιστορικό σφάλμα. Η νέα Τουρκία της δεύτερης εκατονταετίας συνειδητοποιεί ότι πρέπει να ανακτήσει τη θάλασσα, να επανέλθει στη «γαλάζια πατρίδα»· ότι η παγκόσμια κοινή γνώμη πρέπει να αρχίσει να αντιλαμβάνεται την Τουρκία και ως θαλασσινή δύναμη· ότι το ελληνικό συμβολικό μονοπώλιο πρέπει να καταλυθεί.
Μεταξύ άλλων ενεργειών προς αυτή την κατεύθυνση, η Τουρκία αξιοποιεί την κυπριακή και διεθνή προσοχή στους υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου για να προβάλει διεκδικήσεις. Αν και απολύτως εξωπραγματικές, το οικονομικό και διπλωματικό κόστος αντισταθμίζεται από τα συμβολικά κέρδη: οι Τούρκοι είναι παρόντες σε όλες τις θάλασσες.
Η Ελλάδα, έχοντας απολέσει το 1922 τη μικρασιατική ακτή, φυσική προέκταση του ελληνικού αρχιπελάγους, στράφηκε και αυτή προς τα έσω. Επείγει, σήμερα, να επανεπενδύσει συμβολικά στη θάλασσα, ώστε να αντιμετωπίσει τον τουρκικό αναθεωρητισμό. Η επέτειος των διακοσίων ετών από την Ελληνική Επανάσταση προσφέρει τη δυνατότητα να προβληθεί urbi et orbi η σημασία της θάλασσας για τη δημιουργία της σύγχρονης Ελλάδας. Παραλλήλως, πρέπει να εξαρθεί και να υπογραμμιστεί η διαχρονική θαλασσινή φύση του ελληνισμού.
Η ελληνική παρέμβαση πρέπει κατ’ αρχήν να προκαταλάβει τη διεθνή κοινή γνώμη, πριν από την τουρκική συμβολική έφοδο και, κατόπιν, να απαντήσει. Αντίθετα με την ίδρυση της τουρκικής δημοκρατίας, η επέτειος της οποίας περιορίζεται στο έτος 2023, τα θαλασσινά γεγονότα διατρέχουν την Ελληνική Επανάσταση και σηματοδοτούν ποικίλες ιστορικές στιγμές· επιτρέπουν, επομένως, στην ελληνική δημόσια διπλωματία να έρχεται και να επανέρχεται. Ο πίνακας του Ντελακρουά «Η σφαγή της Χίου» μπορεί να καταστεί επίκεντρο σε εκδηλώσεις το 2024, διακόσια χρόνια από τη δημιουργία του πασίγνωστου έργου το οποίο απεικονίζει την καταστροφή του νησιού. Το 2027 η Ελλάδα μπορεί να επανέλθει δυναμικά στην παγκόσμια σκηνή, με αναφορά στη ναυμαχία του Ναυαρίνου, καταλυτική για τις διεθνείς ισορροπίες.
Η νέα αυτογνωσία των Ελλήνων και η ανανεωμένη εικόνα της Ελλάδας καθορίστηκαν ως στόχοι για το επετειακό 2021. Ωστόσο, κανένας στόχος δεν αναπτύσσεται εν κενώ. Ως Ελληνες, οριζόμαστε εν σχέσει με τον «Αλλο», μας προσλαμβάνουν εν συγκρίσει με κάποιους «Αλλους». Διευκολύνει, επομένως, το ότι ο κατ’ εξοχήν «Αλλος», δηλαδή η Τουρκία, βρίσκεται σε ανάλογη διαδικασία. Η σύγκρουση των επετείων, η αντιπαράθεση γεωπολιτικών αναπαραστάσεων, αποτελεί ιστορική ευκαιρία για να αναδειχθεί το ελληνικό πλεονέκτημα. Υπερασπίζοντας το ζωτικό στοιχείο της ιδιοπροσωπίας μας, τη θάλασσα, μπορούμε ταυτοχρόνως να υπερβούμε τους δύο κινδύνους οι οποίοι απειλούν την επέτειο: τις ομφαλοσκοπικές ιστορικές αντιπαραθέσεις και την επιφανειακότητα του country branding.
Αντίθετα με ό,τι νομίζεται, ο άξονας της επετείου δεν είναι η Ιστορία, αλλά η Γεωγραφία.
* Ο κ. Γιώργος Πρεβελάκης είναι ομότιμος καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόννη (Paris 1).
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου