Δευτέρα 1 Απριλίου 2019

Το “δίκαιο του ισχυροτέρου” σπρώχνει την ΕΕ στον γκρεμό


του Αιμίλιου Αυγουλέα
Η πρόοδος που έχει σημειωθεί στον οικονομικό και χρηματοοικονομικό τομέα στην ΕΕ είναι σημαντική, κυρίως χάριν σε τρεις καλούς Ευρωπαίους, στον Τουσκ, στον Γιούνκερ και πάνω απ’ όλα στον Ντράγκι. Θα αποδειχθεί, όμως, ισχνή όσον αφορά την αντιμετώπιση μιας επερχόμενης μεγάλης οικονομικής κρίσης. Μία τέτοια κρίση μπορεί να προκληθεί είτε από τη συνέχιση της αντιπαράθεσης μεταξύ της ιταλικής κυβέρνησης και των ευρωπαϊκών οργανισμών είτε με την αναζωπύρωση των εμπορικών πολέμων που απειλούν να καταρρακώσουν και την Ευρώπη.
Δικαίως ο πρόεδρος της ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) αναφέρει πως κάθε σημείο επαφής μεταξύ των μεγάλων χωρών και αντίστοιχων οικονομικών μπλοκ είναι σήμερα σημείο τριβής μεταξύ τους που εγκυμονεί μελλοντικές συγκρούσεις. Έναντι αυτών των συγκρούσεων η κοινή ευρωπαϊκή αγορά μπορεί να προσφέρει στις ευρωπαϊκές οικονομίες απάγκιο λιμάνι. Την ίδια στιγμή, όμως, υποτιμά την ουσία του ευρωπαϊκού οικονομικού προβλήματος, το οποίο συνίσταται στην άνιση ανταγωνιστικότητα των οικονομιών των κρατών-μελών της ΕΕ.
Μια νομισματική και πολιτική ένωση με μέλη οικονομίες άνισης δυναμικής και ανταγωνιστικότητας μπορεί να επιβιώσει μόνον υπό δύο προϋποθέσεις. Είτε οι πιο ανταγωνιστικές και εξαγωγικές οικονομίες, εν προκειμένω η Γερμανία και οι χώρες του βορειοευρωπαϊκού μπλοκ (Ολλανδία, Αυστρία, Φινλανδία) αντί να αποταμιεύουν, να καταναλώνουν εισάγοντας τα προϊόντα των λιγότερο ανταγωνιστικών οικονομιών, είτε οι οικονομικές ανισότητες να εξισορροπούνται με δημοσιονομικές μεταφορές.

Έτσι άλλωστε γίνεται στις ΗΠΑ και εντός της Γερμανίας, με τη Βαυαρία κυρίως να στέλνει τα πλεονάσματά της να ξοδευθούν σε δημόσιες δαπάνες στα άλλα γερμανικά κρατίδια. Ο τρίτος δρόμος που φαίνεται να ακολουθεί η ΟΝΕ, εκείνος της διαρκούς λιτότητας, δεν φέρνει τίποτε άλλο εκτός από συνεχή δυστυχία για τις λιγότερο ανταγωνιστικές χώρες.

Πολιτική ατολμία στην ΕΕ

Υποφέροντας από δομικά προβλήματα, π.χ. κακοδιαχείριση στον δημόσιο τομέα, διαφθορά, σπατάλη δημόσιων πόρων, έλλειψη κεφαλαιουχικών επενδύσεων, οι λιγότερο ανταγωνιστικές χώρες αποκλείεται να μειώσουν την απόσταση από πλευράς ανταγωνιστικότητας μόνον με συνεχή εσωτερική υποτίμηση. Δηλαδή με μείωση του εργατικού κόστους με μείωση μισθών και εισοδημάτων, δημιουργώντας συνεχή και ανατροφοδοτούμενη φτώχεια.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί πως έχουν απόλυτο δίκιο όσοι υποστηρίζουν πως οι λιγότερο ανταγωνιστικές χώρες οφείλουν να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα τους με διαρθρωτικές αλλαγές και το γεγονός πως δεν το έχουν κάνει μέχρι σήμερα απλώς δείχνει πολιτική ατολμία. Ας υποθέσουμε, όμως, πως χώρες όπως η Ιταλία, η Ελλάδα κλπ αποφασίσουν αύριο να αλλάξουν το πολιτικό τους σύστημα, αντικαθιστώντας τους κρατούντες με εμπνευσμένους και γενναίους πολιτικούς ηγέτες και επιχειρηματίες που θα τολμήσουν να αλλάξουν τη μοίρα των χωρών αυτών, μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μακράς πνοής.
Ακόμα κι αν παρακάμψουμε τις τεράστιες αντιδράσεις που θα συναντήσουν, οι μεταρρυθμίσεις αυτές  θα πάρουν τουλάχιστον μια δεκαετία για να ισοσκελίσουν την ζυγαριά της ανταγωνιστικότητας εντός της ΟΝΕ. Έως τότε, όμως, η υπερχρέωση του δημοσίου τομέα των χωρών αυτών και οι αρρυθμίες του τραπεζικού τους τομέα μπορούν να αποβούν καταστροφικές και για τις ίδιες τις οικονομίες αυτές, αλλά και για ολόκληρη την Ευρωζώνη, κυρίως στην περίπτωση της Ιταλίας.

Η σωτήρια παρέμβαση Ντράγκι

Βεβαίως η ΕΚΤ υπό την ηγεσία του Ντράγκι ήλθε δύο φορές σε σωτηρία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, πάρα τις ουρανομήκεις διαμαρτυρίες του Σόιμπλε. Την πρώτη φορά με τη φράση του Ντράγκι πως θα κάνει ό,τι χρειάζεται «whatever it takes» για να σώσει το ευρώ. Τη δεύτερη με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) που καταπολέμησε την πρωτοφανή πιστωτική ανυδρία εντός της ΟΝΕ και επανέφερε την αγορά σε συνθήκες ρευστότητας.
Τα πέτυχε δε και τα δύο με την σιωπηλή συναίνεση, εάν όχι και παρότρυνση, της καγκελαρίου Μέρκελ, η οποία, με την υποκίνηση των Ολάντ, Γιούνκερ, Τουσκ και άλλων, έδωσε στον Ντράγκι το πράσινο φως να κινηθεί χωρίς καν να ρωτήσει την πανίσχυρη γερμανική Κεντρική Τράπεζα. Αυτή, βεβαίως, εν συνεχεία αρνήθηκε την συναίνεσή της και στα δύο προγράμματα και μειοψήφησε. Όμως, οι ωφέλιμες και τολμηρές αποφάσεις ενός εμπνευσμένου και πανίσχυρου κεντρικού τραπεζίτη πόρρω απέχουν από το να αποτελούν θεσπισμένη ευρωπαϊκή πολιτική. Το ίδιο ισχύει για την σιωπηλή συναίνεση της καγκελαρίου Μέρκελ.
Ακόμη και αυτή η περιλάλητη Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ένωση έμεινε τελικώς ανολοκλήρωτη. Λόγω του βέτο της Γερμανίας δεν απέκτησε κοινό πανευρωπαϊκό σύστημα ασφάλισης καταθέσεων που θα εξασφάλιζε σταθερότητα στον τραπεζικό τομέα του ευρωπαϊκού Νότου σε περίπτωση νέας κρίσης. Από την άλλη πλευρά χωρίς καν απόφαση ευρωπαϊκού οργάνου με νομική βάση στο ευρωπαϊκό δίκαιο, ή ευρωπαϊκού νομοθετικού πλαισίου, οι καταθέσεις των Κύπριων κουρεύονται.
Από την άλλη πλευρά, οι καταθέσεις των Κυπρίων καταθετών κουρεύονται δίχως απόφαση ευρωπαϊκού οργάνου με νομική βάση στο ευρωπαϊκό δίκαιο, ξεφεύγοντας του ευρωπαϊκού νομοθετικού πλαισίου. Την ίδια όμως στιγμή, η πλέον προβληματική ευρωπαϊκή τράπεζα, η Deutsche Bank, προκειμένου να σωθεί, ετοιμάζεται να συγχωνευθεί με τη δεύτερη μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα (Commerzbank), στην οποία το γερμανικό δημόσιο κατέχει το 16% των μετοχών μέσω του συνταξιοδοτικού ταμείου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας. Βεβαίως, το κυπριακό ΑΕΠ δεν ξεπερνά τα 10 δισ., ενώ το ενεργητικό της Deutsche Bank ξεπερνά το 1.7 τρισ, εκ των οποίων τα 500 δισ. είναι τοποθετημένα σε παράγωγα υψηλού ρίσκου.
Εν κατακλείδι είναι οι οικονομικές ανισορροπίες και το “δίκαιο  του ισχυροτέρου” και όχι οι περίφημοι λαϊκιστές που αποτελούν θανάσιμη απειλή για την συνοχή της Ευρωζώνης. Τo συνονθύλευμα ακροδεξιών, λαϊκιστών, και άλλων διαμαρτυρομένων τροφοδοτείται από το άδικο του ισχυρότερου. Είναι δε αυτές οι ανισορροπίες η μεγαλύτερη απογοήτευση και αποτυχία των προαναφερόμενων καλών Ευρωπαίων. Παρά τις καλές τους προθέσεις και τις επιμέρους επιτυχίες τους απέτυχαν τελικώς να τιθασεύσουν τον ασυγκράτητο οικονομικό εθνικισμό της Γερμανίας, του ηγεμόνα της Ευρωζώνης. Δυστυχώς!

  • Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr


Πηγή slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου