του Θανάση Γιαλκέτση
Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα ομιλίας του Αμερικανού φιλοσόφου Μάικλ Ουόλτσερ στο Φεστιβάλ Ιστορίας του 20ού Αιώνα, που έγινε τον περασμένο Οκτώβριο στην ιταλική πόλη Φορλί.
Ελευθερία και ισότητα είναι δύο από τις πιο πολυσυζητημένες έννοιες της πολιτικής σκέψης. Η μεταξύ τους σχέση, όμως, κατά τη γνώμη μου, δεν έχει συζητηθεί αρκετά. Είναι αρκετά διαδεδομένη η γνώμη ότι βρίσκονται σε σύγκρουση ή ότι, τουλάχιστον, υπάρχει μεταξύ τους μια τέτοια ένταση, ώστε κάθε ανθρώπινη κοινωνία πρέπει να είναι ή πιο ελεύθερη ή πιο ίση.
Η εξήγηση που βρίσκεται πίσω από μια σύγκρουση τέτοιου είδους έχει δύο εκδοχές, μια αριστερή και μια δεξιά, και καθεμιά τους είναι εν μέρει ορθή, αλλά κατά βάση εσφαλμένη.
Θέλω να ξεκινήσω από την αριστερή εκδοχή, που έχει διατυπωθεί πολύ συχνά στην ιστορία της επαναστατικής πολιτικής. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό, για το πολιτικό πρόγραμμα που υποστηρίζω, να σας πείσω ότι η αριστερή εκδοχή, σύμφωνα με την οποία ελευθερία και ισότητα είναι ασύμβατες, είναι εσφαλμένη.
Ξεκινώ από μια φράση του Αλμπέρ Καμί, που νομίζω ότι προέρχεται από τον «Επαναστατημένο άνθρωπο»: «Το μεγάλο γεγονός του εικοστού αιώνα ήταν η εγκατάλειψη από μέρους των επαναστατικών κινημάτων των αξιών της ελευθερίας».
Θα προσέθετα: όχι μόνον του εικοστού αιώνα, επειδή οι Ιακωβίνοι του 18ου αιώνα ήταν το πρώτο επαναστατικό κίνημα που εγκατέλειψε τις αξίες της ελευθερίας. Τα επαναστατικά κινήματα γέννησαν –και το έκαναν αυτό συνεχώς– τυραννικά καθεστώτα και τα υποστήριξαν με την ωμότητα και τον τρόμο.
Πώς είναι δυνατόν αυτό, δεδομένου του νοήματος που εμείς (στην Αριστερά) δίνουμε στη λέξη «επανάσταση»; Προσδοκούσαμε μιαν αναγέννηση της ελευθερίας, καθώς και τη δημιουργία μιας κοινωνίας ίσων.
Η υπεράσπιση όμως της τυραννίας από μέρους των επαναστατών αρχίζει με την πεποίθηση ότι αυτές οι δύο προσδοκίες δεν συμβαδίζουν. Γνωρίζουμε όλοι αυτό το επιχείρημα. Ορισμένοι από μας –είμαι σίγουρος γι’ αυτό– το έχουμε εκφράσει τη μια ή την άλλη φορά, επειδή υπήρξαν πολλοί υπερασπιστές ή απολογητές των αριστερών εκδοχών της τυραννίας και του τρόμου.
Η κατεστημένη εξουσία που είναι οχυρωμένη, η δύναμη των ιεραρχικών δομών, η μακρά ιστορία υποταγής από τη μια μεριά και αλαζονείας από την άλλη· όλα αυτά μπορούν να αμφισβητηθούν μόνον –έτσι ισχυρίζεται αυτή η επιχειρηματολογία– αντιπαρατάσσοντας τον πολιορκητικό κριό ενός ισχυρού κράτους, στην πράξη ενός τυραννικού κράτους.
Μιλάμε για ένα κράτος που ανατρέπει όλους τους νομικούς και συνταγματικούς φραγμούς του παλαιού καθεστώτος, που μεταθέτει στο μέλλον την εκπλήρωση των επαγγελιών της επανάστασης, που δεν κάνει εκλογές ή επιτρέπει σε ένα μόνο κόμμα να κατεβάσει υποψήφιους, και που έπειτα θα φυλακίσει τους συντρόφους που καταγγέλλουν όσα συμβαίνουν – όλα αυτά στον δρόμο για την επίτευξη της ισότητας.
Αντιθέτως –έτσι συνεχίζει ο συλλογισμός– οι άνθρωποι που ανησυχούν για την τυραννία, οι προοδευτικοί που δεν υψώνουν τη φωνή και οι άτολμοι σοσιαλδημοκράτες δεν θα κατορθώσουν ποτέ να δημιουργήσουν μια κοινωνία ίσων. Τους λείπει εκείνη η τραχεία ενεργητικότητα και η αναγκαία σκληρότητα. Θα πέφτουν διαρκώς σε συμβιβασμούς και δεν θα καταφέρουν ποτέ να πραγματοποιήσουν τον ριζικό μετασχηματισμό που παριστάνουν ότι επιθυμούν.
Θα χρειαστεί μια αποφασισμένη πρωτοπορία, ένας leader maximo, για να καταστρέψει την παλιά κοινωνική διάταξη. Σε αυτή την εκδοχή, η ισότητα επιτάσσει την αναστολή (που πάντα θα την ήθελαν προσωρινή) των «αστικών ελευθεριών», όπως είναι η ελευθερία του λόγου, του συνέρχεσθαι και το δικαίωμα στην αντιπολίτευση.
Οταν αρχίσει η επανάσταση, ο κανόνας γίνεται: κάθε αντιπολίτευση είναι αντεπαναστατική. Ενα άλλο επιχείρημα συνδέεται με αυτά και ίσως είναι το θεμέλιό τους.
Η επίτευξη της ισότητας δεν μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας πολιτικής εκστρατείας που θα σέβεται τη δημοκρατική ελευθερία, επειδή ο λαός δεν κατανοεί ακόμα την αξία της ισότητας.
Πολλοί δεν κατορθώνουν να φανταστούν ότι είναι ίσοι με τα αφεντικά τους. Οι εργαζόμενοι είναι θύματα της «ψευδούς συνείδησης».
Η θεωρία της ψευδούς συνείδησης βρίσκεται στη ρίζα του επιχειρήματος υπέρ της κυβέρνησης της πρωτοπορίας, επειδή αυτό που τη διακρίνει, και της δίνει την ικανότητα να παίρνει την εξουσία και να κυβερνάει χωρίς αντιπολίτευση, είναι ακριβώς το ότι κατέχει μιαν αληθινή συνείδηση.
Η εμπιστοσύνη που γεννιέται από το ότι γνωρίζει την αλήθεια για την ιστορία και την κοινωνία είναι εκείνη που δίνει στην πρωτοπορία την αναγκαία αποφασιστικότητα για να ξηλώσει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, χρησιμοποιώντας όλη τη δύναμη που χρησιμεύει σε αυτόν τον σκοπό.
Θα ήθελα να θέσω το ερώτημα: Κυβερνώντες αυτού του τύπου είναι αληθινά αναγκαίοι, ή τουλάχιστον χρήσιμοι, για την επίτευξη της ισότητας;
Οπως πιθανότατα περιμένετε, θα υποστηρίξω ότι στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο. Για να το τεκμηριώσω αυτό όμως δεν θα επικεντρωθώ στο γεγονός ότι οι πρωτοπορίες και οι leader maximi, στη μακρά περίοδο, δεν μας οδηγούν στην ισότητα (μολονότι αυτό είναι αληθινό). Προτίθεμαι κυρίως να υποστηρίξω ότι μας οδηγούν στην άμεση υλοποίηση της ανισότητας.
Παραδέχομαι ότι το «άμεση» είναι ίσως ένας υπερβολικός όρος. Συχνά υπάρχει μια περίοδος επαναστατικής ευφορίας κατά την οποία καθένας είναι πολίτης ή σύντροφος.
Γρήγορα όμως εμφανίζονται νέες ιεραρχικές δομές και επαναστατικές γραφειοκρατίες. Θέλω να υποστηρίξω ότι αυτές είναι φυσικές και αναπόφευκτες συνέπειες της αναστολής της πολιτικής ελευθερίας.
Η πρώτη ανισότητα ενός επαναστατικού καθεστώτος είναι εκείνη της γνώσης. Οι νέοι κυβερνώντες είναι θεματοφύλακες των «ορθών ιδεολογικών θέσεων» και στους κυβερνώμενους πρέπει να διδάσκεται το τι να σκέφτονται. Γι’ αυτό όλα τα μέσα επικοινωνίας και εκπαίδευσης πρέπει να κατάσχονται και να παραδίδονται σε εκείνους που είναι «καθαροί» σε σχέση με την επίσημη γραμμή.
Η πιο μεγάλη όμως ανισότητα είναι εκείνη της πολιτικής εξουσίας: οι κυβερνώντες έχουν μιαν υπερβολική εξουσία και οι κυβερνώμενοι είναι αδύναμοι.
Εξίσου αδύναμοι: εδώ οφείλω να αναγνωρίσω την ισοπεδωτική επίπτωση της επαναστατικής τυραννίας. Ο τύραννος, ή η πρωτοπορία, μαζί με τους νέους απαράτσικ κυριαρχούν πάνω σε μια μάζα ανθρώπων απογυμνωμένων από κάθε εξουσία.
Μπορώ και να δεχθώ ότι το επαναστατικό καθεστώς, επειδή είναι σε τελική ανάλυση ένα αριστερό καθεστώς, βελτιώνει τις συνθήκες ζωής των φτωχότερων μελών της κοινωνίας.
Οι λαϊκιστές κυβερνώντες της Λατινικής Αμερικής έκαναν δημόσια έργα, αύξησαν τον ελάχιστο μισθό και επένδυσαν χρήμα για να επιδοτήσουν τη διατροφή και την κατοικία –μέχρις ότου τα χρήματα τέλειωσαν. Επειτα οι φτωχοί ξανάγιναν άλλη μια φορά φτωχότεροι και οι leader maximi αντικατέστησαν τη γενναιοδωρία με την καταπίεση.
Οι κομμουνιστικές δικτατορίες της Ανατολικής Ευρώπης είχαν θεσπίσει ένα κράτος πρόνοιας, που παρείχε προνόμια στα μέλη του κόμματος.
Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρεπόταν στους εργάτες να οργανωθούν σε ανεξάρτητα συνδικάτα ή σε πολιτικά κόμματα, για να υπερασπίσουν τα συμφέροντά τους έτσι όπως αυτοί τα αντιλαμβάνονταν.
Η άμεση θέσπιση της πολιτικής ανισότητας είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού (για όποιον είναι διατεθειμένος να παρατηρεί), αλλά σπάνια γίνεται συζήτηση γι’ αυτήν στην επαναστατική φιλολογία, η οποία επικεντρώνεται στην οικονομική και κοινωνική ανισότητα. […]
Πηγή efsyn
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου