Κάποτε πρέπει να σκοτώσουμε την τυπολατρία να ορίζει το κράτος τις λεπτομέρειες των λογιστικών κανόνων. Γιατί είναι λάθος να παρακολουθούμε τα αποθέματα και πρέπει να επικεντρωθούμε στο... χρήμα.
Γράφει ο Κ. Μαρκάζος*
Φαίνεται ότι είναι κανόνας στα φορολογικά θέματα το παρελθόν να στοιχειώνει το μέλλον. Ακόμη και πρακτικές που είχαν αποτύχει παταγωδώς στη χώρα, επανέρχονται διαρκώς με τον μανδύα των φρέσκων ιδεών.
O διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Γιώργος Πιτσιλής, σε ομιλία του στο 14ο Athens TaxForum, που διοργανώθηκε από το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο στις 19.04.2018, ανέφερε: «Το επόμενο σημείο δράσης μας είναι το ηλεκτρονικό δελτίο αποστολής. Το χρειαζόμαστε για να γνωρίζουμε την κίνηση των εμπορευμάτων και των αγαθών εντός της χώρας. Υπάρχει ένα κενό ελεγκτικό που έχει δημιουργηθεί εκεί με την κατάργηση της θεώρησης του δελτίου αποστολής, εν πάση περιπτώσει, θεωρούμε ότι είναι η ώρα να φτιάξουμε ένα ηλεκτρονικό δελτίο αποστολής, έτσι ώστε κάθε μεταφορά αγαθών εντός της χώρας να έχει μια καταγραφή στο σύστημά μας πριν αυτή πραγματοποιηθεί».
Τι είναι το Δελτίο Αποστολής
Με το Δελτίο Αποστολής (ΔΑ) έχουν μεγαλώσει γενιές Ελλήνων λογιστών. Ήταν ίσως το βασικότερο φορολογικό παραστατικό το οποίο συνόδευε τα προς τιμολόγηση εμπορεύματα μέχρι τον τελικό προορισμό. Αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο του καταργηθέντος ΚΒΣ, με βασικό συστατικό στοιχείο τη θεώρηση (σφράγισμα ή διάτρηση -το γνωστό «τρύπημα»- και ηλεκτρονική σήμανση αργότερα).
Η «λογική» ήταν να εντοπίζονται οι διακινήσεις, που -υποτίθεται- ελέγχονται «κατά τη μεταφορά στον δρόμο», και έτσι να υπολογίζονται τα πραγματικά έσοδα των πωλήσεων, χωρίς «να καθίστανται αδύνατες οι ελεγκτικές επαληθεύσεις». Κάπως έτσι προέκυψαν γραφικότητες όπως η θεώρηση (γιατί αλλιώς «θα πετάνε το δελτίο μετά την παράδοση»), η ακριβής αναγραφή της ώρας αποστολής («με 4 ψηφία αλλιώς θα μπερδεύεται το π.μ. με το μ.μ.») και όλα τα ωραία που μας κληρονόμησαν τεράστια νομολογία και διαμάχες για τον τύπο και όχι για την ουσία.
Τι πέτυχε το Δελτίο Αποστολής
Η ύπαρξη ΔΑ για δεκαετίες δεν βοήθησε την πάταξη της φοροδιαφυγής. Οι σχετικές διατάξεις, πέραν του κόστους για τις επιχειρήσεις, χρησιμοποιήθηκαν ως εργαλείο για τον καταλογισμό τυπικών παραβάσεων (με απέραντη περιπτωσιολογία) και στην επιβολή προστίμων (με ελάχιστη εισπραξιμότητα). Συχνά η χρησιμοποίηση του ΔΑ υπήρξε εργαλείο αθέμιτων πρακτικών εκ μέρους ελεγκτικών συνεργείων. Εκτός από το άδηλο έσοδο διεφθαρμένων ελεγκτών, το ΔΑ «πέτυχε» να αποπροσανατολίσει τους ελέγχους και να παραμορφώσει τη λογιστική στην Ελλάδα. Περισσότερο τιμωρήθηκαν οι μεγάλες και οι συνεπείς επιχειρήσεις, ενώ οι φοροδιαφεύγοντες κατέγραφαν στα ΔΑ όσα ήθελαν εξαρχής να τιμολογήσουν.
Πώς φτάσαμε σε ό,τι ισχύει σήμερα
Όταν οι ξένοι ήρθαν στη χρεοκοπημένη Ελλάδα, με τη δύναμη επιβολής των Μνημονίων, ζήτησαν την κατάργηση του ΚΒΣ και της γελοίας πρακτικής των θεωρήσεων. Μετά από περιπέτειες, καταργήθηκε η θεώρηση (και μαζί το Δελτίο Αποστολής όπως το γνωρίζαμε), με την εισαγωγή των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (Ν.4308/2014).
Στο νόμο υπάρχουν διατάξεις που περιγράφουν τις υποχρεώσεις λογιστικής παρακολούθησης των αποθεμάτων, αλλά -σωστά- περιορίζονται σε θέματα αρχών, χωρίς τις τυπολατρίες που καθιστούσαν την Ελλάδα τον λογιστικό κλόουν της ΕΕ. Συγκεκριμένα «η οντότητα παρακολουθεί με κατάλληλες δικλίδες τα παραλαμβανόμενα και αποστελλόμενα αποθέματα, είτε έχουν τιμολογηθεί είτε όχι» (άρθρο 5 παρ. 8). Η υποχρέωση αυτή «εκπληρούται και όταν η οντότητα τηρεί με τάξη, πληρότητα και ορθότητα τα παραστατικά στοιχεία διακίνησης ή το τιμολόγιο πώλησης ή την απόδειξη λιανικής πώλησης, κατά περίπτωση, που εκδίδει ή λαμβάνει για τις σχετικές διακινήσεις των αγαθών, ώστε η οντότητα να είναι σε θέση να τεκμηριώνει οποτεδήποτε τις διακινήσεις αυτών»
Σημειωτέο ότι ο νόμος 4308/2014 εναρμόνισε τη φορολογική νομοθεσία με Οδηγία της ΕΕ για την εξάλειψη γραφειοκρατικών εμποδίων στη λειτουργία των επιχειρήσεων, που αναφέρει: «Κάθε υποκείμενος στον φόρο ορίζει τον τρόπο διασφάλισης της αυθεντικότητας της προέλευσης, της ακεραιότητας του περιεχομένου και της αναγνωσιμότητάς του (τιμολογίου). Αυτό μπορεί να επιτυγχάνεται με οποιουσδήποτε ελέγχους των επιχειρήσεων, οι οποίοι δημιουργούν μια αξιόπιστη διαδρομή ελέγχου μεταξύ τιμολογίου και παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών» (άρθρο 233, παρ. 1 Οδηγίας 2006/34/ΕΕ). «Το κράτος μέλος δύναται να εκδίδει καθοδήγηση για να βοηθήσει τον υποκείμενο στον φόρο να καθιερώσει μια αξιόπιστη διαδρομή ελέγχου, αλλά η εν λόγω καθοδήγηση δεν πρέπει να περιλαμβάνει οποιεσδήποτε υποχρεωτικές απαιτήσεις.
Ως παράδειγμα αναφέρεται ένα σύνολο διαφορετικών εγγράφων, όπως μια εντολή αγοράς, τα έγγραφα μεταφοράς και το ίδιο το τιμολόγιο με το ίχνος της αντιστοίχισης των εν λόγω εγγράφων ή ακόμη και το απλό γεγονός ότι τα τρία έγγραφα συμφωνούν μεταξύ τους». (Αναφέρω λεπτομερώς τις ευρωπαϊκές οδηγίες, γιατί κάποτε πρέπει να μάθουμε να τις εφαρμόζουμε.) Συνεπώς μη θεσμοθέτηση δελτίου αποστολής δεν συνεπάγεται ότι η λειτουργία των επιχειρήσεων είναι μη ελέγξιμη.
Η υποχρέωση παρακολούθησης των αποθεμάτων επιτυγχάνεται όταν υπάρχει ελέγξιμη αλληλουχία τεκμηρίων (ελεγκτική αλυσίδα), διασφαλίζοντας τη συσχέτιση των συναλλαγών με τα λογιστικά αρχεία και τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Ενδεικτικά παραδείγματα είναι η συσχέτιση του τιμολογίου με: δελτίο αποστολής ή/και δελτίο παραγγελίας ή/και δελτίο παραλαβής ή/και φορτωτικό έγγραφο ή/και απόδειξη πληρωμής Τράπεζας κ.λπ.
Οι σχετικές διαδικασίες προσδιορίζονται από τις ίδιες τις επιχειρήσεις, με βάση τις συνθήκες του κάθε κλάδου και του μεγέθους. Η οποιαδήποτε προσπάθεια τυποποίησης αυτών των παραμέτρων δημιουργεί τον λαβύρινθο στον οποίο είχαμε εγκλωβιστεί για δεκαετίες.
Πρέπει να σκοτώσουμε τα φαντάσματα
Κάποτε πρέπει να σκοτώσουμε την τυπολατρία να ορίζει το κράτος τις λεπτομέρειες των λογιστικών κανόνων. Έχει τεκμηριωθεί διεθνώς ότι ένα πλέγμα πολύπλοκων τυπικών γραφειοκρατικών κανόνων δεν εμποδίζει τη φοροδιαφυγή. Πιθανότατα την αυξάνει. Είναι μία αναποτελεσματική και πολυέξοδη τακτική, τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και τα δημόσια οικονομικά.
Ο εφαρμοζόμενος επί δεκαετίες «προληπτικός» έλεγχος που στηριζόταν στο ΔΑ, ως υποκατάστατο του ουσιαστικού φορολογικού ελέγχου, απέτυχε. Το ίδιο θα συμβεί αν αναπολώντας τη χειρόγραφη γραφειοκρατία την αναβαθμίσουμε σε ηλεκτρονική. Ακόμη και αν η ΑΑΔΕ έχει πόρους για να σπαταλήσει σε δημιουργία «συστήματος ηλεκτρονικών δελτίων αποστολής» που «θα καταγράφει όλες τις μεταφορές εντός της χώρας πριν καν πραγματοποιηθούν» (!), ας λυπηθεί τις ταλαίπωρες ελληνικές επιχειρήσεις. Με τέτοια συστήματα θα πετύχουμε την αγκύλωση της οικονομίας και θα παρακαλάμε για ανάπτυξη με θαύματα.
Δεν υποτιμώ την ανάγκη για έλεγχο από μεριάς των φορολογικών αρχών, αλλά αυτός δεν επιτυγχάνεται με την τήρηση τυπολατρικών διαδικασιών, οι οποίες εύκολα παρακάμπτονται από όσους κινούνται στην παραοικονομία. Αντί οι έλεγχοι να ακολουθούν τη διακίνηση αποθεμάτων, ας επικεντρωθούν στα ίχνη των χρηματικών συναλλαγών («follow the money»), που πάντα φέρνουν αποτελέσματα. Πρέπει να σταματήσουμε την ανακύκλωση του αποτυχημένου παρελθόντος. Είδαμε πού μας οδήγησε.
* Ο Κώστας Μαρκάζος είναι οικονομολόγος, συγγραφέας του βιβλίου «ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ» (εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη)
euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου