Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

Η καθολική δέσμευση της δημόσιας περιουσίας και της οικονομικής πολιτικής της Ελλάδας

Νέα Κρήτη


Γιώργος Κασιμάτης, "Το απάνθρωπο καθεστώς δανεισμού της Ελλάδας" [έκδοση Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ, 2014, σελίδες 81-96].

α. Ο όρος δέσμευσης του συνόλου της δημόσιας περιουσίας.Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 § 2 της από 8.5.2010 "Σύμβασης Δανειακής Διευκόλυνσης» μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των άλλων δεκαέξι χωρών της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ, ολόκληρη η κινητή και ακίνητη περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου είναι δεσμευμένη για την εξυπηρέτηση του δανείου και όσο αυτό υπάρχει. Συνεπώς, η αποδέσμευση αυτή της δημόσιας περιουσίας δεν είναι ορατή, αφού δεν είναι ορατή η αποδέσμευση της χώρας μας από το χρέος της, το οποίο σήμερα έχει καταστεί «επαχθές» και «μη βιώσιμο». Οι διατάξεις του εν λόγω όρου απαγορεύουν στην Ελλάδα να διασφαλίσει άλλο δανειστή με ενέχυρο, υποθήκη ή άλλου είδους εγγύηση, ώστε να αποκτήσει εκείνος προτεραιότητα απέναντι σ' αυτούς, οποιαδήποτε δε αξιοποίηση περιουσιακού στοιχείου (στην αξιοποίηση περιλαμβάνεται και η πώληση) επιτρέπεται, στην πραγματικότητα, μόνο εφόσον εξυπηρετεί τα ευρύτερα συμφέροντα των δανειστών και μόνο με την έγκριση τους.

Αποκαλυπτική των ευρύτερων στόχων της καθολικής δέσμευσης της όλης οικονομικής δέσμευσης της Ελλάδας είναι οι δυο κυρίως όροι που, στην ουσία τους, είναι άσχετοι με τη διασφάλιση δανείου, συνδέθηκαν, όμως, άμεσα με την καθολική οικονομική δέσμευση της χώρας με σκοπό να τη στερήσουν από την προστασία της εθνικής κυριαρχίας και να καταστήσουν τη δέσμευση και τη χειραγώγηση της ολοκληρωτική. Πρόκειται για τους δανειακούς όρους: (α) παραίτησης της Ελλάδας «αμετακλήτως και άνευ όρων» από όλες τις ασυλίες και από αυτά τα κυριαρχικά της δικαιώματα και (β) της ίσης και της αναλογικής μεταχείρισης όλων των δανειστών με τον περισσότερο ευνοούμενο από οποιαδήποτε αιτία. Ο πρώτος όρος έχει ήδη περιγραφεί και αναλυθεί. Ας δούμε από πιο κοντά τον δεύτερο:

Αναφέραμε ότι το χρέος της Ελλάδας, λόγω του υπερδανεισμού της, έχει καταστεί «μη βιώσιμο» και «επαχθές». Αυτό ομολογείται πια από τους εκπροσώπους της οικονομικής επιστήμης και, έμμεσα τουλάχιστον, από τους δανειστές. Θα πρέπει να διευκρινίσομε ότι, ενώ ο όρος «μη βιώσιμο χρέος» αναφέρεται στη μη οικονομική δυνατότητα του κράτους-οφειλέτη να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει για την εξόφληση του, ο όρος «επαχθές χρέος» αναφέρεται στο ποσοστό εκείνο του όλου χρέους η εξόφληση του οποίου θα παραβίαζε βασικές ανάγκες αξιοπρεπούς διαβίωσης, παροχών υγείας, εκπαίδευσης, απασχόλησης κ.ά. των μελών της κοινωνίας του, καθώς και τις απαραίτητες για την ασφάλεια και την κυριαρχία ανάγκες του κράτους. Η οφειλή «επαχθούς χρέους» δε συμβιβάζεται με τις αρχές του διεθνούς δικαίου για την προστασία της αξίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, καθώς και της κυριαρχίας του κράτους. Η αντίθεση αυτή έχει καταστεί από πολλές δεκαετίες κανόνας διεθνούς δικαίου και έχει επιβεβαιωθεί νομολογιακά [υπάρχει επαρκής νομολογία διεθνών δικαστηρίων μέχρι σήμερα, με πρώτη εφαρμογή της αρχής σε ελληνική υπόθεση δανείου, το 1936.]. Σύμφωνα με αυτό τον κανόνα, οι δανειστές δεν μπορούν να αξιώσουν από το δανειολήπτη την καταβολή του ποσοστού του χρέους που είναι «επαχθές» με την παραπάνω έννοια. Σ' αυτό τον κανόνα θεμελιώνεται, αντίστοιχα, το δικαίωμα του κράτους-οφειλέτη να αξιώσει την περικοπή του αναγκαίου ποσοστού του χρέους, το οποίο, σε περίπτωση διαφωνίας ως προς το ύψος του, μπορεί να υπολογιστεί με πραγματογνωμοσύνη ειδικού λογιστικού ελέγχου. Για να αποφευχθεί αυτή η βάσει του διεθνούς δικαίου περικοπή, έχει παρεισφρήσει στην πράξη, για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των δανειστών και κυρίως των κερδοσκόπων επενδυτών ομολογιούχων και ασφαλιστών, η συμβατική περικοπή του χρέους (το γνωστό «κούρεμα»), με την εκούσια συμμετοχή ορισμένου ποσοστού των δανειστών. Στο σημείο αυτό γίνεται σήμερα ο αγώνας των ιδιωτών δανειστών (των κερδοσκοπικών Funds) να διατηρήσουν, όσοι ανήκουν στο ποσοστό που δε συμφωνεί στο «κούρεμα», ακέραιες τις δανειακές τους αξιώσεις, ανατρέποντας έτσι, στην ουσία της, την προστασία του οφειλέτη που του παρέχει -στο συμβατικό επίπεδο- η αρχή περικοπής του «επαχθούς» χρέους, δηλαδή, την προστασία από τον ολοκληρωτικό αφανισμό λόγω του υπερδανεισμού του, που, συνήθως, προκαλούν οι δανειστές. Αυτή ακριβώς τη μέθοδο παράκαμψης της αρχής προστασίας εφάρμοσαν οι κερδοσκόποι δανειστές στην πρόσφατη χρεοκοπία της Αργεντινής. Όλη αυτή τη μέθοδο «προστασίας» των κερδοσκοπικών Funds προέβλεψαν, με το δικολαβικό πνεύμα Shylock του αγγλικού δικαίου, οι συντάκτες των δανειακών συμβάσεων της Ελλάδας, τόσο του Μαΐου 2010 όσο και των μεταγενεστέρων, θέτοντας στους όρους που αφορούν τις οικονομικές δεσμεύσεις της Ελλάδας απέναντι στους δανειστές τις ακόλουθες δυο ρήτρες: τη ρήτρα της ισότιμης μεταχείρισης των δανειστών με τον μάλλον ευνοούμενο δανειστή (ρήτρα "pari passu"), δηλαδή, αν άλλοι δανειστές του οφειλέτη έχουν ή επιτύχουν καλυτέρους όρους, εξισώνονται με αυτούς και εκείνοι που έχουν δυσμενέστερους. Τέθηκε, επίσης, σε ορισμένες διατάξεις δανειακών συμβάσεων και όμοιου περίπου νοήματος ρήτρα ανάλογης μεταχείρισης των δανειστών που βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση με τους δανειστές του ίδιου οφειλέτη που θα διασφαλίσουν ή θα επιτύχουν καλυτέρους όρους (ρήτρα "pro rata). Οι ρήτρες αυτές δεν έχουν τύχει ακόμη εφαρμογής στην Ελλάδα σε έκταση που να δημιουργήσουν το πρόβλημα χρεοκοπίας που δημιούργησαν στην Αργεντινή. Δεν υπάρχει, όμως, πληροφόρηση, αν έχουν εφαρμοστεί στην πράξη με συγκεκριμένους ομολογιούχους ιδιώτες δανειστές του προηγουμένου «κουρέματος» (ΡSI). Η απειλή, όμως, υπάρχει ως πρόθεση στις συμβάσεις δανεισμού. Προς αυτή την κατεύθυνση της παράνομης πολιτικής για αντιμετώπιση του «επαχθούς χρέους» της Ελλάδας είναι δύο «επιτεύγματα» (έτσι παρουσιάστηκαν!): το αυθαίρετο και εις βάρος των ελλήνων ομολογιούχων (!) «συμβατικό κούρεμα» ορισμένων δανείων της Ελλάδας (ΡSΙ) και η ώθηση της προς τις «αγορές» των κερδοσκόπων με βάση το αγγλικό δίκαιο και τους όρους που οδήγησαν στη χρεοκοπία της Αργεντινής, ενώ οι όροι της Ευρωζώνης είναι ευνοϊκότεροι.
Για να έχομε μια πιο σαφή εικόνα του όρου της καθολικής δέσμευσης της δημόσιας περιουσίας υπέρ των δανειστών, ας δούμε ορισμένες συγκεκριμένες μορφές εφαρμογής του στην πράξη:
a) Κάθε αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων, όπως ακινήτων, ακτών, πηγών του εθνικού ορυκτού και υποθαλάσσιου πλούτου, αρχαιολογικών χώρων, μετοχών, ομολόγων και άλλων αξιόγραφων, δικαιωμάτων και άλλων κινητών πραγμάτων και αξιών που ανήκουν στο κράτος θα γίνεται εις όφελος των δανειστών και, συνεπώς, ελέγχεται από την Τρόικα. Επομένως, το ζήτημα ποια θα είναι η μορφή αξιοποίησης (πώληση, μακροχρόνια παραχώρηση εκμετάλλευσης, μίσθωση, πώληση μετοχών ή ομολόγων του Δημοσίου ή εταιρείας αξιοποίησης περιουσίας του Δημοσίου κ.λπ. κ.λπ.) θα εξαρτάται στην ουσία από την τυπική ή άτυπη υπόδειξη των δανειστών.
β) Η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να προβεί σε καμιά αξιοποίηση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου υπέρ του δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή υπέρ της ανάπτυξης ή υπέρ του ελληνικού λαού, παρά μόνο εις όφελος των δανειστών.
γ) Η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να συνάψει οποιαδήποτε οικονομικού περιεχομένου σύμβαση με τρίτη χώρα ή οργανισμό, με την οποία θα αναλάμβανε κάποια οικονομική υποχρέωση, χωρίς την έγκριση της Τρόικας ως εκπροσώπου των δανειστών της Σύμβασης.
δ) Σε περίπτωση επιβολής μέτρου κατά της χώρας μας από τους δανειστές, δεν μπορεί να επικαλεστεί ούτε την ασφάλεια της με βάση τα κυριαρχικά της δικαιώματα, ούτε τις συνταγματικές και διεθνείς εγγυήσεις της ιστορικής και πολιτισμικής της κληρονομιάς, ούτε τις εγγυήσεις του φυσικού περιβάλλοντος, ούτε καν την αξία και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου σε σχέση με τη διαβίωση του λαού της. Όλο αυτό το πλέγμα προστασίας διακεκριμένης αξίας αγαθών περιήλθε, στην ουσία, στους δανειστές (ακύρως, βέβαια).
Για να γίνουν καλύτερα αντιληπτές οι συνέπειες των παραπάνω δεσμεύσεων της δημόσιας περιουσίας, σε συνδυασμό και με την παραίτηση των ασυλιών και των δικαιωμάτων προστασίας της εθνικής κυριαρχίας, πρέπει να προστεθούν και οι εξής διευκρινίσεις: α) οι δανειστές έχουν πλήρη προτεραιότητα σε όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας, καθώς και στην εκμετάλλευση του φυσικού και του ιστορικού (ανθρωπογενούς) περιβάλλοντος της ελληνικής επικράτειας. (β) Η Ελλάδα δεν μπορεί να προβλέψει, ούτε ο ελληνικός λαός να γνωρίζει σήμερα ποια οικονομικά μέτρα θα επιβληθούν, γιατί οι δανειστές, σύμφωνα με ειδική διάταξη στο Προοίμιο του «Μνημονίου Συνεννόησης» των δανειακών συμφωνιών του Μαΐου του 2010, έχουν το δικαίωμα να τροποποιούν και να ανακαθορίζουν συνεχώς τους όρους επιβολής μέτρων και οικονομικής πολιτικής που καθόρισαν με τις βασικές συμφωνίες, με την απειλή πάντοτε διακοπής της δανειοδότησης. Πρόκειται, δηλαδή, για μια συνεχή άσκηση πολιτικής βίας. Αυτό γίνεται ήδη εξαρχής με τα λεγόμενα «επικαιροποιημένα μνημόνια». Για τη σύνταξη, την αποδοχή και την επιβολή αυτών των «μνημονίων», η χώρα μας είναι δεσμευμένη με ειδικό όρο της δανειακής σύμβασης, χωρίς προηγουμένη γνώση και δυνατότητα άρνησης του περιεχομένου τους. Επιπλέον δε, ενώ τα «επικαιροποιημένα μνημόνια» αποτελούν διεθνείς συμβάσεις, δεν κυρώνονται από τη Βουλή. γ) Η εξωτερική οικονομική πολιτική είναι πλήρως δεσμευμένη, γιατί η Ελλάδα δεν έχει περιουσιακά στοιχεία αδέσμευτα, ώστε να μπορεί ελευθέρα να διαπραγματευθεί με τρίτες χώρες επενδύσεις ή άλλες οικονομικές σχέσεις εις όφελος της.
β. Η νομοθετημένη εφαρμογή τον όρου καθολικής δέσμευσης της δημόσιας περιουσίας.
Μετά την επιβολή του όρου δέσμευσης της κρατικής περιουσίας στη δανειακή σύμβαση που περιγράψαμε, έμενε το ζήτημα της συγκεκριμενοποίησης και της εφαρμογής του στην πράξη. Το πρότυπο υπήρχε έτοιμο και δοκιμασμένο μέσα στην Ευρώπη από την πράξη συνένωσης των δυο Γερμανιών. Πρόκειται για το πρότυπο της Treuhand, του μεγαλύτερου φορέα διαχείρισης δημόσιας περιουσίας της ιστορίας, που ιδιωτικοποίησε την περιουσία του κράτους της πρώην Ανατολικής Γέρμανίας. Ο εν λόγω φορέας έχει κατηγορηθεί, ως γνωστόν, για τις καταχρηστικές ιδιωτικοποιήσεις της δημόσιας περιουσίας που διαχειριζόταν εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Το πρότυπο αυτό, που θα είναι, αναμφίβολα, πολύ χρήσιμο για τη διεθνή δανειοδοτική δραστηριότητα του ΔΝΤ, υιοθέτησε η Τρόικα με μεγάλη ευκολία και αποδέχτηκε η ελληνική κυβέρνηση. Έτσι, με βάση αυτό το πρότυπο, η Βουλή των Ελλήνων (η κυβερνητική πλειοψηφία) ψήφισε το ν. 3986 της 1ης Ιουλίου 2011, με τον οποίο ίδρυσε τον ελληνικό φορέα ιδιωτικοποιήσεων, το «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ΑΕ (στο εξής ΤΑΙΠΕΔ ή Ταμείο). Ας δούμε από πιο κοντά αυτό το νόμο με όσο γίνεται πιο απλή και συνεπτυγμένη περιγραφή:
(α) Με τον παραπάνω νόμο, ιδρύθηκε το ΤΑΙΠΕΔ ως ανώνυμη εταιρεία, το σύνολο των μετοχών της οποίας ανήκει στο κράτος με αποκλειστικό διαχειριστή τον υπουργό οικονομικών. Οι μετοχές του Δημοσίου είναι αμεταβίβαστες, ώστε να είναι διασφαλισμένη η αποκλειστικότητα του υπουργού οικονομικών και να μην μπορεί να παρεμβαίνει άλλος στη διαχείριση. Επομένως, είναι φανερό ότι ο υπουργός οικονομικών πρέπει -και επιβάλλεται με κάθε τρόπο- να είναι αρεστός στην Τρόικα.
β) Προκαταρκτικά θα πρέπει να επισημάνομε ότι δεν πρέπει να παραπλανήσει ο προσδιορισμός στην επωνυμία του Ταμείου «ιδιωτική περιουσία». Και τούτο, γιατί κάθε περιουσιακό στοιχείο του Δημοσίου που είναι προορισμένο για την άσκηση δημόσιας λειτουργίας μπορεί να αποχαρακτηριστεί με απόφαση εξουσιοδοτημένου νομοθετικά υπουργού ή υφυπουργού ή άλλου διοικητικού οργάνου, να μετατραπεί σε «ιδιωτική» περιουσία και να διατεθεί σε οποιαδήποτε ιδιωτική επιχείρηση για εκμετάλλευση.
(γ) Το Ταμείο διοικείται από πενταμελές συμβούλιο, με πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο. Όλα τα μέλη διορίζονται από τον υπουργό οικονομικών. Για τον πρόεδρο και το διευθύνοντα σύμβουλο, η επιτροπή διαφάνειας της Βουλής εκφέρει απλή γνώμη (όχι υποχρεωτική).
(δ) Η θητεία των μελών του ΔΣ είναι τριετής. Η τριετία είναι επιλεγμένη για να μπορεί η επιλογή των μελών να συμπίπτει κατά προσέγγιση με τις θητείες των υπουργών οικονομικών και των κυβερνήσεων (ώστε το Ταμείο να ελέγχεται πολιτικά - και από τους δανειστές).
(ε) Τον πρόεδρο, το διευθύνοντα σύμβουλο και τα μέλη του ΔΣ μπορεί ο υπουργός οικονομικών, που αποτελεί τη μονοπρόσωπη γενική συνέλευση των μετόχων, να τα αντικαθιστά πριν από τη λήξη της θητείας τους (έτσι διευκολύνεται η αποπομπή «απείθαρχων» μελών του ΔΣ).
(στ) Στο ΔΣ συμμετέχουν υποχρεωτικά δυο παρατηρητές, χωρίς ψήφο, αλλά με όλα τα δικαιώματα ελέγχου του Ταμείου, τους οποίους ορίζει η Ευρωζώνη (Eurogroup) και η Επιτροπή της ΕΕ (το μάτι του Μεγάλου Αδελφού).
(ζ) Οι συμβάσεις «αξιοποίησης» της περιουσίας -που είναι η πιο κρίσιμη αρμοδιότητα του ΔΣ- υπογράφονται από τον πρόεδρο και μέχρι ορισμένου ποσού από το διευθύνοντα σύμβουλο. Υπάρχει και το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο, το οποίο, όμως, δεν έχει αποφασιστικές αρμοδιότητες. Απλώς γνωμοδοτεί κατά παραγγελίαν.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η διαδικασία «αξιοποίησης» της περιουσίας που επιβάλλει ο νόμος:
(α) Όταν επιλεγεί, χωρίς διαδικασία και με οποιοδήποτε κριτήριο αγοράς ή εκμετάλλευσης, ένα ενδιαφέρον περιουσιακό στοιχείο, μεταβιβάζεται στο Ταμείο. Μπορούν να μεταβιβάζονται όλων των κατηγοριών ιδιοκτησιακά δικαιώματα (κυριότητα και άλλα εμπράγματα δικαιώματα σε κινητά και ακίνητα, ενοχικά δικαιώματα, κινητές αξίες, δικαιώματα διαχείρισης και εκμετάλλευσης πηγών πλούτου, κάθε είδους οικονομικά δικαιώματα, τίτλοι αξιόγραφων κ.λπ.)
(β) Η μεταβίβαση είναι οριστική, γίνεται χωρίς δικαίωμα επιστροφής και χωρίς αντάλλαγμα.
(γ) Μετά τη μεταβίβαση στο Ταμείο και μέχρι την παράδοση του σε εταιρεία για «αξιοποίηση», το Δημόσιο φέρει τα βάρη διοίκησης, συντήρησης και διαμόρφωσης συμφωνά με τις επιθυμίες της Τρόικας ή του ενδιαφερόμενου επενδυτικού φορέα, ώστε να είναι κατάλληλο για εκμετάλλευση. Όλα, δηλαδή, γίνονται χωρίς αντάλλαγμα και με έξοδα που βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό.
(δ) Εάν στα μεταβιβαζόμενα ακίνητα υπάρχουν μισθώσεις ή παραχωρήσεις για αξιοποίηση από τρίτους, καταγγέλλονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και σε δυο μήνες οφείλουν οι μισθωτές ή οι παραχωρησιούχοι να εγκαταλείψουν τα ακίνητα «κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη προς όφελος τους» - χωρίς, δηλαδή, δικαίωμα αποζημίωσης τους κατά του Ταμείου. Κατά τον ίδιο τρόπο καταγγέλλεται και κάθε άλλη σχέση τρίτου με περιουσιακό στοιχείο που μεταβιβάζεται για «αξιοποίηση» στο Ταμείο. Για την αποζημίωση, επομένως, όλων αυτών βαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός, δεδομένου ότι οι υφιστάμενοι ζημία δεν μπορούν δικαστικώς να στραφούν κατά του Ταμείου, παρά μόνο κατά του Δημοσίου. Αυτό, προφανώς, ρυθμίστηκε έτσι, για να μην κατάσχονται περιουσιακά δικαιώματα του Ταμείου και να διαταράσσεται η πορεία της παράδοσης για εκμετάλλευση.
(ε) Η μεταβίβαση και τα μεταβιβαζόμενα πράγματα, δικαιώματα και εταιρείες στο Ταμείο και το ίδιο το Ταμείο απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος και από κάθε διοικητικό, δικαστικό ή άλλο οικονομικό βάρος, όπως εισφορές ή δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε ΝΠΔΔ, Ασφαλιστικών Οργανισμών ή τρίτων, δικαιώματα συμβολαιογράφων, δικηγόρων, δικαστικών επιμελητών, υποθηκοφυλάκων και κάθε είδους ανταποδοτικά τέλη. Με όλες αυτές τις απαλλαγές και τα βάρη διοίκησης του Δημοσίου, στην ουσία μειώνεται το έσοδο του κράτους από την «ιδιωτικοποίηση». Έτσι, οι οικονομικές απώλειες του κράτους και των δημόσιων οργανισμών αρχίζουν αμέσως με την επιλογή και τη μεταβίβαση του περιουσιακού στοιχείου στο Ταμείο για να δοθεί προς εκμετάλλευση με τις σκοτεινές διαδικασίες καθορισμού του τιμήματος!
(στ) Το περιουσιακό στοιχείο του Δημοσίου μεταβιβάζεται στη συνέχεια από το Ταμείο στην ενδιαφερόμενη (πολυεθνική κατά κανόνα) εταιρεία κατά κυριότητα ή για εκμετάλλευση. Δεν προηγείται οικονομική μελέτη ως προς τον καλύτερο και αποδοτικότερο για το δημόσιο συμφέρον τρόπο εκμετάλλευσης, ούτε ως προς το αν η μεταβίβαση του περιουσιακού στοιχείου είναι συμφέρουσα για το κράτος, λόγω π.χ. των εσόδων που αποφέρει ή λόγω της αξίας του κατά το χρόνο της μεταβίβασης. Ούτε, επίσης, διενεργείται αυστηρός και με κριτήριο το συμφέρον του κράτους διεθνής διαγωνισμός, αλλά η ενδιαφερόμενη επιχείρηση επιλέγεται τελικά από τις Βρυξέλλες, χωρίς το κριτήριο της καλύτερης οικονομικής προσφοράς, με τεράστια, συχνά, οικονομική ζημία της Ελλάδας. Ο νόμος, με άλλες λέξεις, δεν ορίζει ούτε πώς βρίσκεται και επιλέγεται ο επενδυτής, ούτε τους κανόνες μεταβίβασης ή αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου. Όλα είναι εντελώς αδιαφανή.
(ζ) Ειδικότερα, η αποτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που προωθούνται για «αξιοποίηση» δε ρυθμίζεται από το νόμο, αλλά διενεργείται σύμφωνα με διαδικασία που προβλέπει ο εσωτερικός κανονισμός, τον οποίο συντάσσει το ΔΣ του Ταμείου και εγκρίνει ο υπουργός οικονομικών. Ούτε εδώ διασφαλίζονται διαφάνεια και δημόσιο συμφέρον. Υπάρχει απλώς η πρόβλεψη, ότι η αποτίμηση του περιουσιακού στοιχείου, πριν από την παράδοση για «αξιοποίηση», γίνεται από ανεξάρτητο εκτιμητή. Αυτό δεν αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, επαρκή διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και της διαφάνειας, αφού η πλήρης ανεξαρτησία των εκτιμητών στην Ελλάδα δεν είναι εξασφαλισμένη, ούτε η επιλογή του εκτιμητή είναι διαφανής.
(η) Η «αξιοποίηση» των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου γίνεται: με πώληση, με μεταβίβαση εμπράγματων δικαιωμάτων οποιασδήποτε φύσης, με εκμίσθωση, με παραχώρηση της χρήσης ή της εκμετάλλευσης τους, με ανάθεση της διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων, με εισφορά τους σε ανώνυμες εταιρείες και στη συνέχεια με πώληση των μετοχών, με τιτλοποίηση απαιτήσεων και εμπράγματων δικαιωμάτων (ακινήτων) και με κάθε άλλο πρόσφορο τρόπο.
(θ) Τα έσοδα (τίμημα, μίσθωμα, ποσοστό κερδών κ.λπ.) από την «αξιοποίηση» κάθε περιουσιακού στοιχείου εισπράττονται από το «Ταμείο», κατατίθενται σε 10 ή 20 ημέρες (ανάλογα με το είδος των εσόδων) σε ειδικό λογαριασμό στο εξωτερικό, αποκλειστικής διαχείρισης των δανειστών. Ρητώς απαγορεύεται να εισέλθει έστω και ένα ευρώ στο ταμείο του κράτους, να διατεθεί για βασικές ανάγκες του κράτους ή της αξιοπρεπούς διαβίωσης των πολιτών της Ελλάδας ή να διατεθεί για την ανάπτυξη της χώρας!ι) Ενώ οι δαπάνες διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων που μεταβιβάζονται στις εταιρείες επιλογής των δανειστών μέχρι την παράδοση τους βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, τα λειτουργικά έξοδα του «Ταμείου», που είναι ο φορέας διαπλοκής των συμφερόντων των δανειστών και των εταιρειών εκμετάλλευσης, αφαιρούνται από τα έσοδα της «αξιοποίησης», μειώνοντας έτσι και το ποσό ικανοποίησης των δανειστών. Δεδομένου ότι τα έξοδα αυτά είναι μεγάλα, η αφαίρεση τους συμβάλλει σημαντικά στη διαιώνιση του χρέους.Βλέποντας κανείς την παραπάνω απλή περιγραφή των βασικότερων διατάξεων του ν. 3986/ 2011, δεν μπορεί να αμφιβάλλει ότι πρόκειται για νόμο αποικιακό, που εφαρμόζεται τον 21ο αιώνα, παραβιάζοντας όλες τις αρχές και τους κανόνες προστασίας του οφειλέτη και γενικά της νομιμότητας των συναλλαγών, που έχει κατακτήσει μέχρι σήμερα ο ευρωπαϊκός δικαιικός πολιτισμός. Βλέπει κανείς ότι δεν υπάρχει καμιά διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος ούτε ως προς την αποτίμηση της αξίας κάθε περιουσιακού στοιχείου που παραδίδεται για εκμετάλλευση σε ξένη εταιρεία, ούτε για την απόδοση της «αξιοποίησης», ούτε για την ποιότητα της «αξιοποίηση£»Χθ νόμος ισχύει μόνο εις βάρος του ελληνικού κράτους και μόνο εις όφελος των δανειστών - και, μάλιστα, κυρίως εις όφελος των υπερκείμενων και αυτών των δανειστών δυνάμεων επικυριαρχίας. Είναι ένας λεόντειος νόμος που τον επέβαλε η Τρόικα και τον ψήφισε η πλειοψηφία της ελληνικής Βουλής! Με δεδομένο δε ότι μέσα «αξιοποίησης» των περιουσιακών στοιχείων είναι η πώληση και η μακροχρόνια (κατά κανόνα, πάνω από επτά δεκαετίες) εκμετάλλευση από εταιρείες του εξωτερικού και με δεδομένο το διαιωνιζόμενο υπερδανεισμό της Ελλάδας, ολόκληρη η παραγωγική και εκμεταλλεύσιμη περιουσία του Δημοσίου οδηγείται σε οριστικό αφελληνισμό και σε οριστική απώλεια για την ελληνική οικονομία.
γ. Η επιβολή οικονομικού και δημοσιονομικού προγράμματος με καθολική δέσμευση της οικονομικής πολιτικής της χώρας.
Όλοι γνωρίζομε ότι όταν δανείζεται μια χώρα -όπως και ένας ιδιώτης-οι δανειστές είτε επαφίενται στη φερεγγυότητα του δανειολήπτη είτε -το συνηθέστερο- ζητούν και διασφαλίζουν το δάνειο με συγκεκριμένες εγγυήσεις, όπως είναι οι εμπράγματες δεσμεύσεις ακινήτων, οι δεσμεύσεις εσόδων από τη διάθεση συγκεκριμένων αγαθών ή από την εκμετάλλευση συγκεκριμένων πηγών αγαθών [Υπενθυμίζουμε την περίπτωση της πτώχευσης της Ελλάδας το 1897: για τη διασφάλιση των δανειστών εκείνης της περίπτωσης, είχαν δεσμευτεί τα έσοδα εμπορίας του πετρελαίου οικιακής χρήσεως, των σπίρτων και του αλατιού, τα οποία υπήχθησαν στη διαχείριση και την εμπορία ειδικού κρατικού μονοπωλίου] ή άλλης μορφής διασφαλίσεις. Για πρώτη φορά στην ιστορία του δανεισμού στην Ευρώπη συνδέθηκαν τα δάνεια όχι με συγκεκριμένες διασφαλίσεις, αλλά: (α) με καθολική δέσμευση της περιουσίας του κράτους με τη μορφή της απαγόρευσης παροχής οποιουδήποτε οικονομικού δικαιώματος σε οποιονδήποτε τρίτο (κράτος, οργανισμό ή επιχείρηση) πάνω σε οποιοδήποτε περιουσιακό αντικείμενο του ελληνικού κράτους και (β) με επιβολή «Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής» της χώρας, που δέσμευε καθολικά την οικονομική πολιτική της. Και οι δύο δε αυτές δεσμεύσεις ενισχύθηκαν, όπως είδαμε, με τον όρο παραίτησης από όλες τις ασυλίες.
Το πρόγραμμα αυτό, για την προέλευση, την κατάρτιση και την επιβολή του οποίου μιλήσαμε ήδη, περιλαμβάνεται ως όρος επιβολής μέτρων στα συμφωνημένα «Μνημόνια Συνεννόησης» των δανειακών συμβάσεων με πλήρη συμβατική δέσμευση και στις συνεχώς επί το αυστηρότερον τροποποιούμενες και απολύτως αδιαφανείς συμφωνίες («επι-καιροποιημένα μνημόνια», «μεσοπρόθεσμα προγράμματα», αξίωση επίτευξης στόχων και άλλες μορφές «συμφωνιών» και εντολών). Προσδιορίζεται με εξαντλητικές λεπτομέρειες σε ατελεύτητους πίνακες μέτρων πρωτοφανούς κοινωνικής σκληρότητας και καθορίζεται ή εφαρμόζεται με εξωπραγματικά και ανάλγητα μέσα, ώστε να μην αφήνεται καμιά ουσιαστική ευχέρεια ανεξάρτητης οικονομικής πολιτικής. Πρόσφατα, η Τρόικα μας αξίωνε ακόμη και πόσων ημερών φρέσκο γάλα πρέπει να πωλείται στο κοινό και αν το γιαούρτι θα παράγεται από σκόνη γάλακτος ή φρέσκο γάλα! Και αυτά επιβάλλονται εν ονόματι της «αρχής της ελεύθερης οικονομίας» σε μια χώρα της οποίας η γεωργική και η κτηνοτροφική παραγωγή αποτελεί βασικό τομέα της οικονομίας της και της κοινωνικής απασχόλησης.
Το χειρότερο -το οποίο αποκαλύπτει και τους σκοπούς του δανεισμού-είναι ότι ούτε η δέσμευση του συνόλου της κρατικής περιουσίας, ούτε το «Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής», που χαλιναγωγεί το σύνολο της οικονομικής πολιτικής, τέθηκαν, όπως ήδη υπογραμμίσαμε πιο πάνω, ως όροι διασφάλισης αποπληρωμής των ποσών των δανείων, αλλά για κάτι πολύ ευρύτερο - που ευρύτερο δεν μπορούσε να γίνει: Τέθηκαν ως όροι και της συνέχισης της σταδιακής δανειοδότησης, με διαρκείς απειλές για διακοπή της, και, ακόμη, ως όροι διαρκούς τήρησης των λοιπών όρων του δανεισμού και του όλου «Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής», όσο υπάρχει το χρέος. Δεδομένου δε ότι ο δανεισμός της Ελλάδας είναι υπερδανεισμός και το χρέος έχει ανέλθει όχι μόνο σε μη βιώσιμο επίπεδο αλλά και σε επίπεδο «επαχθούς δανεισμού» κατά τα τρία τέταρτα τουλάχιστον του όλου ποσού του, η διαιώνιση των ολοκληρωτικών δεσμεύσεων της χώρας είναι προ οφθαλμών. Αν ληφθεί δε υπ' όψιν αυτό που ήδη έχομε αναλύσει, ότι η δέσμευση της κρατικής περιουσίας, σημερινής και μελλοντικής, μετά και τον όρο παραίτησης από όλες τις ασυλίες του κράτους, περιλαμβάνει -σύμφωνα, βεβαίως, με τη βούληση των δανειστών της και όχι συμφωνά με τις αρχές της ευρωπαϊκής νομιμότητας και του διεθνούς δικαίου- και όλα τα περιουσιακά στοιχεία που προστατεύονται από το Σύνταγμα και το διεθνές δίκαιο (αρχαιότητες, περιοχές ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους, αμυντικές περιοχές και επιχειρήσεις αμυντικού εξοπλισμού κ.ά.), τότε η δέσμευση της Ελλάδας είναι ολοκληρωτική.
δ. Οι ευρύτεροι στόχοι της ολοκληρωτικής οικονομικής δέσμευσης της Ελλάδας.
Πρέπει να υπογραμμίσομε και εδώ ότι η δέσμευση της δημόσιας περιουσίας και της όλης οικονομικής πολιτικής δεν έγινε για το σκοπό της διασφάλισης του δανείου, οπότε θα εφαρμοζόταν μόνο σε περιπτώσεις που η Ελλάδα δε θα αποπλήρωνε το δάνειο και οι δανειστές θα κινούσαν τη δικαστική λειτουργία για τη διασφάλιση και την αναγκαστική εκτέλεση των δικαιωμάτων τους πάνω στα περιουσιακά στοιχεία της. Σκοπός της δέσμευσης ήταν η οικονομική και πολιτική χειραγώγηση της Ελλάδας ως εθνικού κράτους, ώστε η οικονομία και η πολιτική να «περάσουν» στην πλήρη εξουσία του υπερεθνικού καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού αντίστοιχα. Η οικονομική και η πολιτική χειραγώγηση, η οποία εκτελείται μέσω της Τρόικας, πραγματοποιείται σε τρεις τομείς:
(i) Ο πρώτος είναι ο τομέας της δημόσιας περιουσίας. Συγκεκριμένα, πρόκειται για τη δεσμευμένη «αξιοποίηση» της περιουσίας του ελληνικού κράτους και την προώθηση της εκμετάλλευσης των επιμέρους περιουσιακών της στοιχείων στο πολυεθνικό επίπεδο, και μάλιστα σε επιχειρήσεις και χώρες της επιλογής της. Πρέπει δε να σημειώσομε ότι αυτός ο σκοπός έχει ήδη πολλαπλώς επιβεβαιωθεί στην πράξη, δεδομένου ότι η τελική έγκριση κάθε επενδυτή και επένδυσης σε περιουσιακά στοιχεία του ελληνικού κράτους δίδεται από την Τρόικα.
ii) Ο δεύτερος τομέας είναι η οικονομική πολιτική μέσω του «Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής». Η πράξη εφαρμογής του μέχρι σήμερα αποκάλυψε και στους πιο αδαείς πολίτες το βασικό του οικονομικό στόχο: την κατάλυση της εθνικής οικονομίας ως οικονομίας εθνικού κράτους και το «πέρασμα» της στο υπερεθνικό επίπεδο. Η επίθεση κατάλυσης γίνεται τόσο στο «μεσαίο χώρο», όπου έχουν κλείσει εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις (πάνω από το ένα τρίτο του συνόλου), ενώ οι υπόλοιπες είναι υπό πτώχευση ή φυτοζωοΰν, όσο και στον υπερκείμενο χώρο της δευτερογενούς και της τριτογενούς παραγωγής. Στο χώρο αυτό, μετά την απαξίωση του κεφαλαίου των εταιρειών και τη συρρίκνωση, λόγω ύφεσης, του κύκλου εργασιών και της κερδοφορίας τους, έχει ήδη δρομολογηθεί η άλωση τους, ως εύκολης πια λείας, από το υπερεθνικό επίπεδο οικονομίας. Οι ελληνικές τράπεζες βαδίζουν ήδη φανερά προς αυτή την κατεύθυνση.(iii) Ο τρίτος τομέας χειραγώγησης είναι ο γεωπολιτικός των συνεργαζόμενων με το υπερεθνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα ισχυρών κρατών για γεωπολιτικούς σκοπούς.
ε. Οι βασικοί κίνδυνοι από την ολοκληρωτική δέσμευση της δημόσιας περιουσίας και της οικονομίας της Ελλάδας.
Η ολοκληρωτική οικονομική δέσμευση της χώρας αποτελεί εφαρμογή των αρχών "Washington Consensus". Αυτή την ταυτότητα επιβεβαίωσε και η εκτέλεση της συνταγής στην Ελλάδα. Κατέστησε, επίσης, φανερούς και τους σκοπούς της πειραματικής εφαρμογής στη χώρα μας με το διπλό στόχο: την κηδεμόνευση της Ευρώπης και τις χωριστές βλέψεις των δύο επίδοξων κηδεμόνων, των ΗΠΑ και της Γερμανίας, και την άλωση της οικονομίας της Ελλάδας, ως οικονομίας εθνικού κράτους, από το υπερεθνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα. Πρόκειται, δηλαδή, για τους στόχους του σύγχρονου ιμπεριαλισμού και καπιταλισμού, που συμπλέουν λειτουργικά, αλληλοϋποστηρίζονται και διασταυρώνονται ουσιαστικά (οικονομικοπολιτικά) στην ελληνική εμπειρία. Αυτών των σκοπών και στόχων υποχείριο και πειραματόζωο κατέστη η Ελλάδα. Το πείραμα διενεργεί -πολύ κακότροπα- η Τρόικα (ΔΝΤ, ΕΚΤ και Επιτροπή), που εκπροσωπεί τα συμφέροντα και των τριών δυνάμεων του διπλού στόχου και αποτελεί υβριδικό μόρφωμα οργάνου της Ευρωπαϊκής Ένωσης πλήρως απροσάρμοστου στο κλίμα αυτού που έχει εδραιωθεί στην ιστορική συνείδηση ως «ευρωπαϊκός πολιτισμός».
Οι κίνδυνοι από την ολοκληρωτική δέσμευση της περιουσίας και της οικονομικής πολιτικής που απειλούν τη χώρα μας -και κάθε εθνικό κράτος που του επιβάλλονται τέτοιες ολοκληρωτικές δεσμεύσεις- είναι πολλοί. Θα περιοριστούμε σε λίγους βασικούς:
ι. Ο πρώτος κίνδυνος περιλαμβάνει την απειλή της εδαφικής ακεραιότητας και την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας.
Ο κίνδυνος αυτός ενυπάρχει, ως άμεση απειλή για τη χώρα μας, από τους σκοπούς των δεσμεύσεων που είδαμε. Με μια φράση: οι όροι του δανεισμού της Ελλάδας και οι βλέψεις του σύγχρονου ιμπεριαλισμού και καπιταλισμού, που περιγράψαμε, απειλούν άμεσα την κυριαρχία της χώρας.
Κάτω από το σύστημα εκμετάλλευσης και υποδούλωσης ενός εθνικού κράτους, στο οποίο βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα και το οποίο δεν έχει καμιά σχέση ουσίας με την ιστορική έννοια και σημασία της «παγκοσμιοποίησης», η πολιτική κατάσταση είναι χειρότερη από την παλαιά μορφή κηδεμόνευσης λαών που λεγόταν «προτεκτοράτο»- εκεί το κυρίαρχο κράτος παρείχε τότε, τουλάχιστον, την εξωτερική ασφάλεια του προτεκτοράτου. Σήμερα, οι δανειστές μας, κατευθυνόμενοι από τις δυνάμεις που εκπροσωπεί η Τρόικα, έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν, αυτοί ή οι δικαιοδόχοι τους (γιατί μπορούν να μεταβιβάσουν ελευθέρα τα δικαιώματα τους σε τρίτους βάσει του άρθρου 2 § 3 της Σύμβασης), οικονομική και πολιτική βία στην Ελλάδα, τόσο στον τομέα της οικονομικής πολιτικής όσο και στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ιδίως ως προς την επίλυση των εθνικών θεμάτων της χώρας, χωρίς να διασφαλίζουν καμιά προστασία απέναντι σε τρίτες δυνάμεις.
ii. Οι όροι του δανεισμού της Ελλάδας που παρουσιάσαμε (η παραίτηση από τις ασυλίες του κράτους και τα κυριαρχικά του δικαιώματα και η κατάφωρη παραβίαση της αρχής του σεβασμού της κυριαρχίας με την ολοκληρωτική χειραγώγηση της οικονομίας και της οικονομικής πολιτικής του) ουσιαστικά σημαίνουν πλήρη χειραγώγηση της εξωτερικής της πολιτικής και κατάργηση τον κυριαρχικού δικαιώματος υπεράσπισης των συμφερόντων της ως εθνικού κράτους. Δεν είναι τυχαίο, ότι η εξωτερική πολιτική της χώρας μας, από το Μάιο του 2010, δεν έχει περάσει απλώς σε δεύτερη μοίρα, αλλά ουσιαστικά έχει σιγήσει. Το Υπουργείο Εξωτερικών έχει την εικόνα κλειστού καταστήματος· δεν ακούγεται καμιά σκέψη ούτε συζήτηση για τα πολύ κρίσιμα εθνικά θέματα. Όλος ο προσανατολισμός της κυβέρνησης, των πολιτικών κομμάτων και των ΜΜΕ είναι η εφαρμογή του «Μνημονίου» και των «μέτρων». Η πορεία προς την εκμηδένιση του ελληνικού κράτους, ως εθνικού κράτους, είναι, επομένως, σαφής.
iii. Η πολιτική επιβολή προγράμματος αυστηρότατης λιτότητας σε χώρα με χαμηλή οικονομική ανάπτυξη και χαμηλό δείκτη εξαγωγών αποδείχτηκε άλλη μια φορά καταστροφική. Οι συνέπειες στην Ελλάδα είναι πράγματι καταστροφικές: Ο βασικός κοινωνικοοικονομικός ιστός, ο μεσαίος, δηλαδή, χώρος με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, παρουσιάζει εικόνα ερήμου, αφού πάνω από το ένα τρίτο των επιχειρήσεων έχουν κλείσει και όλες σχεδόν οι υπόλοιπες είτε πνέουν τα λοίσθια είτε φυτοζωούν. Η οικοδομή ήταν η βασικότερη πηγή εσόδων και απασχόλησης, με πολυπληθή εξαρτώμενα από αυτήν επαγγέλματα. Η πολιτική λιτότητας και η άγρια, κυριολεκτικά, φορολόγηση των ακίνητων -ακόμη και της χέρσας γης χωρίς εισόδημα και χωρίς δυνατότητα οικονομικής αξιοποίησης- εκμηδένισε πλήρως αυτό τον τομέα. Ανάλογα ισχύουν και για άλλους τομείς μιας μη βιομηχανικής χώρας, όπως η γεωργική και η κτηνοτροφική παραγωγή, που, λόγω της μείωσης της εσωτερικής κατανάλωσης, λόγω έλλειψης χρηματοδοτήσεων για την εξαγωγική ανταγωνιστικότητα τους και λόγω των μέτρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εναντίον της αντίστοιχης παραγωγής μεγάλων χωρών, φυτοζωούν. Η σοβαρότερη, όμως, και τραγικότερη συνέπεια είναι η απώλεια του ζωντανού παραγωγικού κεφαλαίου, λόγω της μαζικής μετανάστευσης των νέων επιστημόνων για αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό. Η επαναπόκτηση αυτού του κεφαλαίου απαιτεί έναν αιώνα.
iν. Με τον όρο της παραίτησης από όλες τις ασυλίες στις συμφωνίες δανεισμού, η ποιοτικά μοναδική στον πλανήτη αρχαία κληρονομιά μένει, στην πραγματικότητα, με πολύ ασθενή προστασία. Οι ασυλίες αυτές είναι εγγυήσεις του Συντάγματος και, για τις αρχαιότητες που αποτελούν παγκόσμια κληρονομιά, εγγυήσεις του διεθνούς δικαίου. Όπως είναι γνωστό, οι όροι και οι προβλέψεις των διεθνών συμβάσεων υπερτερούν σε ισχύ από τους κανόνες των νόμων και των Συνταγμάτων των εθνικών κρατών. Οι συμβάσεις δανεισμού που είδαν το φως από το Μάιο του 2010 είναι πολλαπλώς άκυρες. Από τη στιγμή, όμως, που εφαρμόζονται, ισχύουν, εφόσον δεν κηρύσσονται αρμοδίως ή δεν αναγνωρίζονται από τα συμβαλλόμενα μέρη ως ανυπόστατες. Έτσι, μπορεί να δοθούν περιοχές και τόποι αρχαιοτήτων για οικονομική εκμετάλλευση σε αλλοδαπή ή πολυεθνική επιχείρηση, με συνέπεια την πλήρη εξασθένιση της προστατευτικής εποπτείας που έχει σήμερα το κράτος. Ανάλογοι κίνδυνοι από την ιδιωτική εκμετάλλευση απειλούν και τους τόπους ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους καθώς και τα μνημεία της φύσεως, που προστατεύονται από το Σύνταγμα και τη διεθνή κοινότητα.
Από το gfragoulis.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου