analyst
Η Βενεζουέλα, ευρισκόμενη σε κατάσταση πανικού, ενεχυρίασε 1,4 εκ. ουγγιές χρυσού από τα αποθέματα της, έναντι ενός δανείου ύψους 1 δις $, στη Citibank – στο μεγαλύτερο ενεχυροδανειστήριο του πλανήτη, όσον αφορά το χρυσό.
Η συμφωνία αυτή, η οποία επιβεβαιώνει για μία ακόμη φορά την αξία του χρυσού ως εγγύηση για την παροχή χρημάτων, σε έναν υπερχρεωμένο κόσμο, βυθισμένο σε γεωπολιτικές κρίσεις (όπως η πρόσφατη στο Ιράν, όπου κατασχέθηκε ένα εμπορικό πλοίο, με αποτέλεσμα να στείλουν οι Η.Π.Α. ένα καταδρομικό για να το απελευθερώσει), προσέλκυσε το ενδιαφέρον των επενδυτών – οι οποίοι φαίνεται να δίνουν πλέον περισσότερη σημασία στο χρυσό.
Η τιμή του άλλωστε θα μπορούσε να εκτοξευθεί στα ύψη, εάν κάποια χώρα υιοθετούσε ξανά τον κανόνα του –με πιθανότερο πρώτο υποψήφιο τη Ρωσία, η οποία δεν έχει εγκαταλείψει την ιδέα του χρυσού ρουβλίου(άρθρο), για να προστατευθεί από τις οικονομικές επιθέσεις της Δύσης, όσον αφορά τουλάχιστον το νόμισμα της. Υπάρχουν βέβαια πολλοί άλλοι λόγοι, οι οποίοι «συνηγορούν» υπέρ του χρυσού, όπως οι εξής:
(α) Η κεντρική τράπεζα της Κίνας σχεδιάζει την είσοδο της στο εγχείρημα της ποσοτικής διευκόλυνσης (QE), το οποίο υιοθέτησε πρόσφατα και η ΕΚΤ – αγοράζοντας ομόλογα από κινεζικούς εκδότες, για να αυξήσει τη ρευστότητα στο χρηματοπιστωτικό της σύστημα. Αυτό σημαίνει πως εισέρχεται στο νομισματικό πόλεμοπου διεξάγεται παγκοσμίως, με πρώτο στόχο της την Ιαπωνία και το γεν – θέλοντας προφανώς να προστατεύσει τις εξαγωγές των προϊόντων της, περιορίζοντας τις εισαγωγές της.
Βέβαια, η κυβέρνηση της Κίνας διέψευσε τις παραπάνω φήμες, λέγοντας πως δεν πρόκειται να υιοθετήσει πακέτα ρευστότητας αυτού του είδους, έχοντας άλλα εργαλεία στη διάθεση της – κάτι που απογοήτευσε μεν τις αγορές, αλλά δεν έγινε πιστευτό από αυτούς που γνωρίζουν τι πραγματικά συμβαίνει στη χώρα.
(β) Η Fed, η οποία έχει δήθεν σταματήσει την παροχή ρευστότητας στο σύστημα, μετά από τρία διαδοχικά πακέτα, φαίνεται πως θα αναβάλλει την αύξηση των βασικών επιτοκίων, την οποία είχε προαναγγείλει για μετά τον Ιούνιο – λόγω του χαμηλού πληθωρισμού, καθώς επίσης της ξαφνικά αδύναμης ανάπτυξης της οικονομίας των Η.Π.Α., μεταξύ άλλων εξ αιτίας της υψηλής ισοτιμίας του δολαρίου.
Με δεδομένο δε το ότι, οι περισσότερες οικονομίες στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι υπερδανεισμένες σε δολάρια, η Fed θέλει προφανώς να αποφύγει τις μαζικές αθετήσεις πληρωμών και τις χρεοκοπίες – οι οποίες θα προκαλούνταν εάν αύξανε τα επιτόκια, κλιμακώνοντας περαιτέρω την ισοτιμία του δολαρίου. Περισσότερες λεπτομέρειες βέβαια θα ανακοινωθούν μετά την επόμενη σύσκεψη της κεντρικής τράπεζας – οπότε πρέπει να είναι κανείς επιφυλακτικός.
(δ) Η πιθανή πτώχευση της Ουκρανίας, εάν δεν βρεθεί λύση για το χρηματοδοτικό κενό, ύψους 40 δις $, με τη βοήθεια του ΔΝΤ – γεγονός που θα προκαλούσε ένα επόμενο κύμα τραπεζικών χρεοκοπιών στη χώρα, το οποίο θα ήταν αδύνατον να αντιμετωπισθεί.
(δ) Η ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδας, η οποία πιθανότατα αδυνατεί να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της απέναντι στο ΔΝΤ, εάν δεν εισπράξει τα 7,2 δις € εκ μέρους της Τρόικας, επιτυγχάνοντας μία νέα συμφωνία μαζί της – πόσο μάλλον τα ομόλογα της ΕΚΤ, τα οποία λήγουν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο.
.
Η Ελλάδα
Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, η μάχη που δίνει με τους πιστωτές της φαίνεται πως οδηγείται σε έναν επόμενο γύρο – αφού ο προηγούμενος δεν απέδωσε, όπως ήταν αναμενόμενο. Αυτό τουλάχιστον συμπεραίνεται από το τελευταίο άρθρο του υπουργού οικονομικών, στο οποίο παρουσιάζει τις επίκαιρες διαπραγματεύσεις, από τη δική του φυσικά πλευρά (πηγή).
Ο υπουργός περιγράφει σε ποιά σημεία συμβαδίζει η ελληνική κυβέρνηση με την Τρόικα (ανανέωση του φορολογικού συστήματος, εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης, πολύ μικρός ανταγωνισμός στις αγορές προϊόντων, γραφειοκρατία, εμπόδια στην ίδρυση νέων επιχειρήσεων κοκ.) – καθώς επίσης ποιές διαφορές εμποδίζουν την επίτευξη μίας τελικής συμφωνίας.
Η φράση βέβαια στην αρχή του κειμένου του, σύμφωνα με την οποία «Εμείς και οι εταίροι μας συμφωνούμε ήδη στα περισσότερα«, αποδεικνύεται «κενή» στη συνέχεια – αφού ακολουθούν τα δύο μεγάλα εμπόδια, λόγω των οποίων δεν μπορεί να υπάρξει σύγκλιση, όσον αφορά ένα καινούργιο αναπτυξιακό μοντέλο για την Ελλάδα: οι διαφορές όσον αφορά την επίτευξη της δημοσιονομικής εξυγίανσης της χώρας, καθώς επίσης οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα στήριζαν τη διαδικασία εξυγίανσης, δημιουργώντας εμπιστοσύνη στην ελληνική κοινωνία.
Αναλυτικότερα, ο υπουργός επικεντρώνει τις δημοσιευμένες σκέψεις του στη δημοσιονομική εξυγίανση, αντί στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας – γεγονός που σημαίνει ότι, δεν αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της εξόδου της χώρας από την κρίση, αφού είναι αδύνατη χωρίς να προηγηθεί η ανάπτυξη.
Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα, ιδίως βέβαια η ελληνική κοινωνία για να πεισθεί, δεν είναι απλά και μόνο η δημοσιονομική της εξυγίανση – ακόμη και αν υποθέσουμε πως θα ήταν εφικτή, χωρίς τη βοήθεια της ανάπτυξης.Ο στόχος πρέπει να είναι η αύξηση των εισοδημάτων των Ελλήνων, η οποία είναι εύλογα αδύνατη χωρίς τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας – γεγονός που σημαίνει με τη σειρά του πως απαιτούνται αναπτυξιακές επενδύσεις.
Κανέναν Έλληνα άνεργο δεν ενδιαφέρει ουσιαστικά η δημοσιονομική εξυγίανση, σύμφωνα με τους κανόνες που επιβάλλουν οι δανειστές – αλλά η δημιουργία θέσεων εργασίας, με μισθούς που να μπορούν να εξασφαλίζουν την επιβίωση του.
Εάν λοιπόν δεν επιτευχθεί ένας ρυθμός ανάπτυξης που να καταπολεμάει την ανεργία (ανά θέση εργασίας απαιτείται 50.000 € ετήσιο ΑΕΠ), η Ελλάδα δεν πρόκειται να βγει από την κρίση – οπότε το μόνο που θα μπορούσε να συμβεί θα ήταν η εξάρτηση της από ένα τρίτο πακέτο βοήθειας (τρίτο μνημόνιο), το οποίο θα ακολουθούταν από ένα τέταρτο, ένα πέμπτο κοκ., έως ότου οι Ευρωπαίοι θα έχαναν εντελώς την υπομονή τους, εγκαταλείποντας τη χώρα στη μοίρα της.
Παρά το ότι λοιπόν ο υπουργός αναφέρει πως οι προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης «στραγγαλίζουν» την ανάπτυξη, οπότε είναι αντιπαραγωγικές (παγίδα λιτότητας), δεν επεξηγεί πώς θα μπορούσε να επιτύχει ανάπτυξη η ελληνική οικονομία – ενδεχομένως θεωρώντας πως απλά και μόνο το τέλος της πολιτικής λιτότητας, η μη λήψη δηλαδή νέων υφεσιακών μέτρων, θα εξασφάλιζε αυτόματα την ανάπτυξη (κάτι που φυσικά δεν ισχύει).
Περαιτέρω, θεωρεί δυστυχώς πως δεν είναι το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, η ανταγωνιστικότητα τους δηλαδή, αυτή που εμποδίζει την αύξηση των εξαγωγών των ελληνικών εταιρειών, αλλά η αδυναμία τους να χρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες – όπως στο γράφημα που ακολουθεί, σύμφωνα με το οποίο το 32% των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων θεωρεί ως μεγαλύτερο πρόβλημα την αδυναμία πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό.
.
.
Προφανώς η ερμηνεία του αυτή είναι απολύτως λανθασμένη, σύμφωνα με πολλούς άλλους οικονομολόγους – αφού όλες εκείνες οι επιχειρήσεις, οι οποίες είναι υγιείς, έχοντας λογικές προοπτικές αύξησης του τζίρου τους, δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα δανεισμού τους.
Όταν λοιπόν είναι επαρκώς ανταγωνιστικές, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται η ζήτηση στις χώρες που δραστηριοποιούνται, η πιστοληπτική τους ικανότητα είναι θετική – κάτι που δεν ισχύει για την πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων, επειδή το κόστος εργασίας τους ανά μονάδα προϊόντος, παρά την εσωτερική υποτίμηση που προηγήθηκε, παραμένει υψηλότερο από το μέσο όρο της Ευρωζώνης (ανάλυση).
Με δεδομένο δε το ότι, η τεράστια μείωση των μισθών και εισοδημάτων που προηγήθηκε στραγγάλισε την εσωτερική ζήτηση, οπότε τον εγχώριο τζίρο των επιχειρήσεων, ενώ δεν αύξησε την ανταγωνιστικότητα τους τόσο, ώστε να μπορούν να πουλούν τα προϊόντα τους στις αγορές του εξωτερικού, κατέρρευσε η πιστοληπτική τους ικανότητα – οπότε η πρόσβαση τους στον τραπεζικό δανεισμό.
Η άποψη τώρα των δανειστών, σύμφωνα με την οποία η περαιτέρω μείωση των μισθών θα αυξήσει την απασχόληση στην Ελλάδα, είναι απολύτως λανθασμένη – αφού η συνέχιση του αποπληθωρισμού στη χώρα μας καθιστά αδύνατη την εξυγίανση της οικονομίας.
Για να επιτευχθεί δε ανάπτυξη μέσω των εξαγωγών, έτσι ώστε να καλυφθεί η έλλειψη της εγχώριας ζήτησης, θα έπρεπε να αποτελούν το 50% του ΑΕΠ της χώρας (όσο αυτές της Γερμανίας, γράφημα) – κάτι που είναι φυσικά αδύνατον, ακόμη και αν η Ελλάδα ήταν ανταγωνίσιμη, αφού όλα τα άλλα κράτη επιδιώκουν το ίδιο (άρθρο).
.
.
Περαιτέρω, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς πως απαιτούνται αυξήσεις των μισθών στην Ελλάδα, για την άνοδο της εσωτερικής ζήτησης, της παραγωγικότητας και των επενδύσεων – επειδή κάτι τέτοιο θα περιόριζε ξανά τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της χώρας. Σωστά λοιπόν έπαψε να το προτείνει ο υπουργός οικονομικών, παρά το ότι αποτελούσε προεκλογική δέσμευση του κόμματος του.
Από την άλλη πλευρά όμως, χωρίς να αυξηθούν οι μισθοί, δεν καταπολεμάται η ανεργία και ο αποπληθωρισμός – οπότε η μοναδική δυνατότητα είναι μία μεγαλύτερη αύξηση των αμοιβών στις πλεονασματικές χώρες που δανείζουν την Ελλάδα, όπως στη Γερμανία ή στην Ολλανδία, έτσι ώστε να ενδυναμωθούν οι εξαγωγές της Ελλάδας, χωρίς να χάσει την ανταγωνιστικότητα της.
Δυστυχώς η Γερμανία αρνείται να το κάνει, συνεχίζοντας να διατηρεί τους μισθούς των εργαζομένων της πολύ πιο κάτω από την παραγωγικότητα τους (ανάλυση) – οπότε η Ελλάδα διαπραγματεύεται με εταίρους, οι οποίοι αδιαφορούν τόσο για το δικό της μέλλον, όσο και για τι μέλλον της Ευρωζώνης.
Δεν είναι όμως η μοναδική χώρα της νομισματικής ένωσης, η οποία αντιμετωπίζει τέτοιου είδους προβλήματα – αφού ακόμη και η Γαλλία θα οδηγηθεί στην ίδια κατάσταση, παρά το ότι η παραγωγικότητα των εργαζομένων της είναι υψηλότερη από αυτήν της Γερμανίας (άρθρο). Η αιτία είναι το ότι, οι μισθοί στη Γαλλία είναι σχεδόν κατά 20% υψηλότεροι από αυτούς της Γερμανίας – οπότε, παρά την αυξημένη παραγωγικότητα της, υποφέρει όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα της.
Η μοναδική λύση λοιπόν της Ελλάδας είναι η σύναψη συμμαχιών με τις υπόλοιπες χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα ανταγωνιστικότητας (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία κλπ.), έτσι ώστε να πεισθεί η Γερμανία να αλλάξει τη μερκαντιλιστική πολιτική της – κάτι που όμως δεν φαίνεται πλέον πιθανό, αφού η κυβέρνηση έχει καταφέρει να απομονωθεί από όλα τα υπόλοιπα κράτη (άρθρο).
Επομένως, είναι πρακτικά αδύνατη η καταπολέμηση της ελληνικής κρίσης εντός της Ευρωζώνης, αν η κυβέρνηση δεν αλλάξει τακτική – ενώ εύχομαι να μην σχεδιάζει κρυφά την επιστροφή στη δραχμή και στο χάος, έχοντας σκόπιμα απολέσει όλους τους συμμάχους της (ανάλυση).
.
ΥΓ: Εκτιμώ ιδιαίτερα τον υπουργό οικονομικών και θεωρώ θεμιτή τη φιλοδοξία του να κάνει διεθνή καριέρα, εκμεταλλευόμενος την ελληνική κρίση, τη θέση του στην κυβέρνηση και τη μικρή γνώση των οικονομικών από πολλά στελέχη του κόμματος του, όταν δεν επιβαρύνει τη χώρα του. Πρέπει όμως να είναι πολύ πιο προσεκτικός, όσον αφορά τη συμπεριφορά του, καθώς επίσης τα άρθρα του - τα οποία διαβάζονται πλέον από πολλούς, λόγω της σημασίας της Ελλάδας για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου