Νέα Πολιτική
του Γιάννη Μαρίνου
♦ Εν
όψει των Ευρωεκλογών, έκρινα χρήσιμο να ενημερώσω τους νεώτερους και να
υπενθυμίσω στους παλαιότερους πώς ξεκίνησε και σε ποιές αρχές και αξίες
θεμελιώθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι θα καταλάβουμε καλύτερα πού βαδίζει, ποιό
είναι το μέλλον της και ποιά είναι επιτέλους τα όριά της. Γιατί, όσο και αν
ακούγεται περίεργο, κανένας από τους Ευρωπαίους ηγέτες και τους συνηγόρους της
Ευρωπαϊκής ιδέας δεν μπορεί να σας απαντήσει με σαφήνεια και κατηγορηματικά, ποιά είναι επιτέλους τα όρια της
Ενωμένης Ευρώπης. Μίας Ευρωπαϊκής Ένωσης που ξεκίνησε από έξη κράτη και ήδη
τα μέλη της έχουν φθάσει τα 28. Και κανείς δεν αποτολμά να σας πει ποιά μπορεί
να είναι η συνέχειά της. Ή μάλλον ο καθένας έχει και την δική του απάντηση.
Ας αρχίσουμε από το πώς ξεκίνησε η ιδέα για την Ένωση της
Ευρώπης. Στον αυτοκράτορα Καρλομάγνο αποδίδουν την πρώτη προσπάθεια δημιουργίας
της Ενιαίας Ευρώπης, που επιδιώχθηκε πότε με το ξίφος και πότε με την
διπλωματία. Το 800 μετά Χριστόν στέφθηκε από τον Πάπα αυτοκράτορας των Φράγκων και
της Ευρώπης. Επρόκειτο για εφήμερη προσπάθεια. Στην νεώτερη εποχή, προβάλλουν,
ως κορυφαίοι Ευρωπαϊστές, κυρίως ο Βίκτωρ Ουγκώ, ο Αριστίντ Μπριάν
και ο Ουίνστον Τσώρτσιλ.
Ατυχώς, εμείς οι Έλληνες, αγνοούμε ότι ο πρώτος Ευρωπαίος πολιτικός που
πρότεινε την ένωση της Ευρώπης ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας. Την εισηγήθηκε
ως υπουργός Εξωτερικών της Τσαρικής Ρωσσίας στο περίφημο συνέδριο της Βιέννης
το 1815, μετά την ήττα του Ναπολέοντα. Με βάση την Ιερά Συμμαχία τους, οι τότε
συμμαχικές δυνάμεις χάραξαν σύνορα, αναγνώρισαν κράτη και ρύθμισαν τις σφαίρες
επιρροής τους. Το να αποκρύπτουν σήμερα τον ρόλο του Καποδίστρια οι
Δυτικοευρωπαίοι κατανοείται, έστω και αν δεν συγχωρείται. Βλέπετε, ο προτείνων
ήταν Ρώσσος και Έλληνας. Το να τον αγνοούν, όμως, και οι Έλληνες, δείχνει πόσο
η ιστορία μας και οι αντιλήψεις μας προσδιορίζονται από ξένες επιρροές και
συμφέροντα και πόσο περιφρονούμε εαυτούς και την πολυχιλιετή και γεμάτη
προσφορά ιστορία του γένους και του τόπου μας. Ας σημειωθεί ότι ο Καποδίστριας
εκπόνησε το ομοσπονδιακό σύνταγμα της Ελβετίας μετά την απελευθέρωσή της από τα
στρατεύματα του Ναπολέοντα, και αυτό αποτέλεσε, κατά κάποιον τρόπο, το πρότυπο
του σχεδίου της Συνταγματικής Συνθήκης, που έστω και κολοβή συμφωνήθηκε
πρόσφατα από τα 27 κράτη μέλη της Ε.Ε. Οι Ελβετοί, πάντως, τιμούν τον
Καποδίστρια με δύο αγάλματά του, στην Ζυρίχη και στην Γενεύη, αν θυμάμαι καλά.
Εμείς, ως γνωστόν, τον δολοφονήσαμε.
Η ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης προέκυψε, αμέσως μετά τον Β’
Παγκόσμιο Πόλεμο, ως διέξοδος στους μέχρι τότε συνεχείς πολέμους μεταξύ των
Ευρωπαϊκών χωρών. Σκέφθηκαν: Αντί να αλληλοσφαζόμαστε για το ποιός θα έχει
περισσότερο ζωτικό χώρο, οικονομικό όφελος και κυριαρχική ισχύ, γιατί να μην
ενώσουμε τις χώρες μας και να εναρμονίσουμε από κοινού τα συμφέροντά μας; Έτσι,
συνεργαζόμενοι, θα επιτύχουμε όλοι μαζί μια ισχυρή οικονομία και πολιτική
παρουσία και πορεία στην παγκόσμια σκηνή, ήταν το σκεπτικό τους. Απόλυτα σωστό.
Και δικαιώθηκε. Διότι, έκτοτε, η Ευρώπη ζει μιάν αδιατάρακτη περίοδο ειρήνης
και σταθερά αυξανόμενης ευημερίας, αλλά με πολλές και αυξανόμενες αδυναμίες και
προβλήματα, που, για κάποιους, απειλούν και την ίδια την υπόστασή της.
Την ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης διατύπωσε ως πολιτική
πρόταση ο Γάλλος διανοητής Ζαν Μονέ, την υιοθέτησε και την προώθησε ο τότε
Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν και υλοποιήθηκε, με πρώτο πυρήνα της
την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινοπραξίας Άνθρακα και Χάλυβα, στις 18 Απριλίου
1951. Ιδρυτικά μέλη ήταν η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία, η Ολλανδία, το Βέλγιο
και το Λουξεμβούργο. Έξι χώρες. Η επιτυχία του εγχειρήματος της κοινοπραξίας
αυτής οδήγησε, μετά έξι χρόνια, στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής
Κοινότητας, της άλλοτε πασίγνωστης ΕΟΚ ή Κοινής Αγοράς. Η σχετική Συνθήκη της
Ρώμης υπογράφηκε στις 25 Μαρτίου 1957.
Έχει σημασία να δούμε προσεκτικώτερα ποιοί ήταν οι
πρωταγωνιστές αυτού του κοσμοϊστορικού γεγονότος. Και από το σημείο αυτό θα αρχίσω να
αναφέρω στοιχεία και γεγονότα, κάποια από τα οποία είναι μάλλον άγνωστα. Θα
έλεγα μάλιστα ότι είναι «απαγορευμένη» και η αναφορά τους.
Στην ένωση της Ευρώπης έπαιξε, κυρίως, ρόλο, η σχετική
βούληση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Οι Αμερικανοί πίεσαν για την ένωση για δύο κυρίως λόγους:
α) Διότι πλήρωσαν πολύ ακριβά σε αίμα και χρήμα την αλληλοσφαγή των Ευρωπαίων,
καθώς χρειάστηκε να επέμβουν στρατιωτικά και στον Α΄ και στον Β΄ Παγκόσμιο
πόλεμο. Η σωτήρια επέμβασή τους χρειάστηκε δύο φορές για να βάλουν τέλος στην
ευρωπαϊκή αιματοχυσία και στην παρ’ ολίγο κυριαρχία της ναζιστικής Γερμανίας και
της φασιστικής Ιταλίας σε ολόκληρη την γηραιά ήπειρο και β) διότι ήδη, την
πρόσκαιρη συμμαχία των Δυτικών Συμμάχων με την Σοβιετική Ένωση κατά τον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο, διαδέχθηκε πολύ σύντομα ο Ψυχρός Πόλεμος και η παγκόσμια
ιμπεριαλιστική αναμέτρηση μεταξύ των δύο πυρηνικών υπερδυνάμεων. Οι ΗΠΑ
ενθάρρυναν πιεστικά τους Ευρωπαίους να ενωθούν, για να εμποδιστεί η περαιτέρω
διείσδυση της Σοβιετικής κυριαρχίας σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Και το
πέτυχαν οικονομικά με το Σχέδιο Μάρσαλ, που οδήγησε στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα,
και στρατιωτικά με το ΝΑΤΟ, στην Ατλαντική Συμμαχία.
Το δεύτερο στοιχείο που επιμελώς αποσιωπάται από τους
αναλυτές της διαδικασίας προς την ολοκλήρωση του εγχειρήματος της ευρωπαϊκής
ενοποίησης, είναι το σε ποιές
αρχές και αξίες βάσισαν την πρωτοβουλία τους οι ιδρυτές της. Να τις θυμηθούμε
και να τους θυμηθούμε: πρώτα–πρώτα οι προαναφερθέντες πιστοί χριστιανοί Μονέ
και Σουμάν και φυσικά ο Γάλλος ηγέτης στρατηγός Ντε Γκώλ, που είχε ως
σύμβολό του τον γνωστό σταυρό της Ιωάννας της Λωραίνης (Ζαν Ντ’ Αρκ). Ήταν
επίσης οι Χριστιανοδημοκράτες ηγέτες της Γερμανίας Κόνραντ Αντενάουερ και της
Ιταλίας Ντε Γκάσπερι, καθώς και ο καθολικός Βέλγος σοσιαλιστής Ανρί Σπάακ. Είχε προηγηθεί, αμέσως μετά τον
πόλεμο, η ιστορική πρώτη συνάντηση των ηγετών της Γαλλίας και Γερμανίας Ντε
Γκώλ και Αντενάουερ. Τότε, με οδηγό την χριστιανική αγάπη προς τον πλησίον και
το αγαπάτε και τους εχθρούς υμών, επικύρωσαν την συμφιλίωση των δύο παραδοσιακά
εχθρικών χωρών στον περίφημο καθεδρικό ναό της Ρεμς στην Γαλλία, όπου και
προσευχήθηκαν από κοινού.
Οι ιδρυτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης διακήρυσσαν ότι το όραμά
τους για την Ενωμένη Ευρώπη στηρίζεται στις αξίες της χριστιανικής πίστης (την
συμφιλίωση, την ειρηνική συνύπαρξη, την αγάπη προς τον πλησίον, την
αλληλεγγύη). Τότε, οι περισσότεροι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές και φυσικά οι
κομμουνιστές αλλά και οι ακροδεξιοί, απέρριπταν αυτό το όραμα. Οι κομμουνιστές
και οι ακροδεξιοί το απορρίπτουν και σήμερα.
Θα προσθέσω και κάτι πολύ σημαντικό, που έχει επιμελώς
αγνοηθεί από την μνήμη της ιστορίας, και νομίζω ότι δεν αναφέρεται πιά σε
κανένα επίσημο κείμενο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπάρχει, γενικά, η εντύπωση, ότι
ο γνωστός κύκλος με τα αστέρια στην επίσημη σημαία της άλλοτε ΕΟΚ και σήμερα
Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντιστοιχούσε προς τον αριθμό των κρατών μελών της, όπως
συμβαίνει με την αστερόεσσα των Ηνωμένων Πολιτειών. Πρόκειται για πλάνη, αφού
τα αστέρια της Ευρωπαϊκής σημαίας είναι 12, ενώ η ΕΟΚ ξεκίνησε με έξι κράτη
μέλη και σήμερα αριθμεί 28. Η αλήθεια είναι ότι εκείνοι που σχεδίασαν την σημαία
και που οριστικοποιήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου του 1955, την εμπνεύσθηκαν από την
Αποκάλυψη του Ευαγγελιστή Ιωάννη, και συγκεκριμένα από την εξής φράση: «Και
σημείον μέγα ώφθη εν τω ουρανώ. Γυνή περιβεβλημένη τον ήλιον και η σελήνη
υποκάτω των ποδών αυτής, και επί της κεφαλής αυτής στέφανος αστέρων δώδεκα, και
εν γαστρί έχουσα, και κράζει ωδίνουσα και βασανιζομένη τεκείν». Μία σπάνια
εικόνα της Παναγίας με φωτοστέφανο από 12 αστέρια υπάρχει στον ναό της Αγίας
Ειρήνης στην Αθήνα (οδός Αιόλου).
Ο καθηγητής της Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
κ Π. Τζαμαλίκος, που ερεύνησε επιμελώς το θέμα, μας υπενθυμίζει: «Η λογική
και ο συμβολισμός της ευρωπαϊκής σημαίας δεν είναι άλλος από εκείνη των πιστών
Χριστιανών που οραματίστηκαν την Ένωση και υπογραμμίζει τον θρησκευτικό
χαρακτήρα και το κοινό πολιτιστικό υπόβαθρο των κρατών που συνέστησαν την
Ευρωπαϊκή Κοινότητα». Ο τότε Ιρλανδός πρόεδρος των υπουργών Εξωτερικών του
Συμβουλίου της Ευρώπης Λίαμ Κόσγκρέϊβ, υψώνοντας την σημαία αυτήν στο
Στρασβούργο στις 13-12-1955, είπε: «Το 12 είναι το σύμβολο της πληρότητας
και της απλότητας, έτσι όπως πρέπει να είναι η ενότητα των λαών μας. Να
κυματίζει επί μακρόν, ελεύθερα και ειρηνικά, με την ευλογία του Θεού». Και
όπως σχολιάζει ο καθηγητής Τζαμαλίκος: «Ήταν η εποχή που οι Ευρωπαίοι
πολιτικοί ηγέτες αναφέρονταν στον Θεό. Σε αντίθεση με το σήμερα, όπου στον Θεό
αναφέρονται μόνον οι Αγιατολλάχ, οι Ταλιμπάν και ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Στην
Ευρώπη ο Θεός είναι απαγορευμένος από τον δημόσιο πολιτικό λόγο» (
Περιοδικό Πανεπιστημιούπολη,
2003).
* * *
Στο ξεκίνημά της, η Ευρωπαϊκή Ένωση απαρτιζόταν από τις
έξι χώρες που προανέφερα (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Βέλγιο και
Λουξεμβούργο). Η Βρεταννία, η οποία δεν ήθελε να επιτύχει το εγχείρημα, επί
χρόνια ποικιλόμορφα μποϋκοτάριζε την Κοινότητα, φθάνοντας να πρωτοστατήσει στην
δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών ως καλύτερη λύση, αλλά
χωρίς επιτυχία. Τελικά, φοβούμενη μήπως μείνει εκτός του Ευρωπαϊκού γίγνεσθαι,
αλλά και για να μπορέσει να το κατευθύνει κατά τα συμφέροντά της, αποφάσισε το
1973 να ενταχθεί στην ΕΟΚ μαζί με την Δανία και την Ιρλανδία. Στην Ευρωπαϊκή
Κοινότητα, των εννέα πια, εντάχθηκε το 1981 και η Ελλάδα ως δέκατο μέλος.
Μετά πέντε χρόνια, το 1986, η ΕΟΚ διευρύνθηκε ακόμα
περισσότερο με την ένταξη της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Μετά 10 χρόνια, το
1996, τρεις ακόμα χώρες (Αυστρία, Σουηδία και Φινλανδία) συγκρότησαν την ΕΟΚ
των 15, ενώ με την Δυτική Γερμανία ενώθηκε και η Ανατολική, για να αναδείξουν
από κοινού την Ομοσπονδιακή Γερμανία στην μεγαλύτερη ευρωπαϊκή χώρα σε πληθυσμό
και την πρώτη ευρωπαϊκή οικονομική δύναμη.
Ήδη, η ασταμάτητη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης παίρνει
πια ηπειρωτικές διαστάσεις. Αποκτά το 1999 ενιαίο νόμισμα, που το υιοθετούν
έντεκα χώρες, μαζί με την Ελλάδα, και παίρνει άλλην υφή και προσανατολισμό.
Γίνεται πολύ μεγάλη. Με πλήθος
από αρκετά ετερόκλητους λαούς, δυσκίνητη, με τεράστιες ανισότητες,
πολυδιάστατη, με πολυέξοδη και σπάταλη γραφειοκρατία και με αδυναμία λήψεως
ομόφωνων αποφάσεων. Η
κατάσταση επιδεινώνεται, καθώς αποφασίζεται και η περαιτέρω διεύρυνσή της με
την ένταξη οκτώ ακόμα χωρών (Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας, Ουγγαρίας,
Πολωνίας, Σλοβακίας, Σλοβενίας, Τσεχίας, Μάλτας και Κύπρου). Μετά τρία χρόνια
εντάσσονται η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Και πρόσφατα η Κροατία. Έτσι, ο
κολοσσός αυτός αντιμετωπίζει πιά πλήθος δυσλειτουργιών και αδιεξόδων. Είναι
δύσκολες έως αδύνατες οι αποφάσεις τους, τεράστια τα συγκρουόμενα συμφέροντα
και οι ανισότητες. Ως μόνη διέξοδος θεωρήθηκε η έγκριση μίας Συνταγματικής
Συνθήκης, που θα δεσμεύει ως Καταστατικός Χάρτης όλες τις χώρες μέλη και θα
προωθεί πέραν της οικονομικής και την πολιτική ένωση, που εξακολουθεί να μην
υφίσταται. Το λεγόμενο Σύνταγμα εν τούτοις δεν εγκρίθηκε από όλες τις χώρες.
Στην Γαλλία και την Ολλανδία αποδοκιμάστηκε με δημοψηφίσματα, ενώ η Βρεταννία,
παρά την ειδική ευνοϊκή μεταχείρισή της, αρνείται στην ουσία να το αποδεχθεί,
μολονότι το είχε προσυπογράψει η κυβέρνησή της. Επίσης, θεωρείται βέβαιο ότι,
αν γίνει δημοψήφισμα στην Βρεταννία, το Σύνταγμα θα απορριφθεί με μεγάλη
πλειοψηφία.
Για να αποτραπεί ο κίνδυνος παράλυσης και το ενδεχόμενο
διάλυσης, οι 27 χώρες υιοθέτησαν το 2007, αντί του Συντάγματος, μία
Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, που όμως εφαρμόζεται περίπου «αλά κάρτ». Και αυτό
γιατί έγιναν δεκτές σχεδόν όλες οι απαιτήσεις ορισμένων χωρών, για τις οποίες
άλλα ισχύουν. Έτσι, έστω και κολοβή, συνεχίζεται η πορεία της Ευρωπαϊκής
Ένωσης, αλλά χωρίς εμβάθυνση και συνοχή, και με άγνωστο μέλλον. Ήδη έχει κατ΄
αρχήν εγκριθεί περαιτέρω διεύρυνσή της με την Τουρκία και ορισμένες μικρές
βαλκανικές χώρες, αλλά με ένταση και αμφισβητήσεις. Η Γαλλία, διά του Προέδρου
Σαρκοζί, αρνήθηκε π.χ. να δεχθεί την συμμετοχή της Τουρκίας. Το ίδιο και η
Γερμανίδα Καγκελάριος Μέρκελ. Ενώ οι
κυριαρχούντες άθεοι του Διαφωτισμού και οι πρώην κομμουνιστές, μαζί με πολλούς
μαρξίζοντες σοσιαλιστές, αρνούνται στην πολιτική διάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης
κάθε αναφορά στις χριστιανικές αξίες της, στις οποίες αυτή θεμελιώθηκε. Έτσι,
εκτός των άλλων, διευκολύνεται ο εξισλαμισμός της, προκειμένου να μην έχει τον
χαρακτήρα Χριστιανικής Λέσχης.
Θα υπενθυμίσω το
θεμελιώδες στοιχείο, το οποίο συνιστούσε την ελκτική δύναμη για την ένωση: την
ισότητα μεγάλων και μικρών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Την ομοφωνία. Με την
διεύρυνσή της, η ομοφωνία κατέστη εκ των πραγμάτων αδύνατη. Έτσι, η απλή ή αυξημένη πλειοψηφία
επικρατεί βαθμιαία παντού. Αναπόφευκτα, αντί ενιαίου χώρου, δημιουργούνται
μπλοκ κρατών με κοινά συμφέροντα ή ιστορικές παραδόσεις. Παράλληλα, οι μεγάλες
χώρες τείνουν να αγνοούν το συμφέρον και τις ευαισθησίες των μικρών. Αυτό ήδη
το αντιληφθήκαμε οδυνηρά στην περίπτωση της Κύπρου, που θεωρείται παρίας. Έτσι,
το ισχύον ακόμα βέτο της δεν προβάλλεται, επειδή υπάρχει φόβος ότι θα αγνοηθεί,
ενώ η Ελλάδα σε πολλά θέματα θεωρείται ήδη ως δεύτερης κατηγορίας συγγενής (π.χ.
στα θέματα των διαφορών της με την Τουρκία). Βαθμιαία διαμορφώθηκε το τόξο
Γερμανίας-Γαλλίας και πρόσφατα το δίπολο Βορράς-Νότος, με την Γερμανία να έχει
αποκτήσει de facto κυρίαρχη άποψη και ανανεωθείσες ηγεμονικές τάσεις.
* * *
Από τα προαναφερθέντα, πολλοί αναγνώστες θα διερωτώνται:
μα ποιά είναι επιτέλους τα όρια της Ευρώπης και με ποιά κριτήρια θεωρείται μία
χώρα ευρωπαϊκή. Το ερώτημα απασχολεί κάθε σοβαρό μελετητή του Ευρωπαϊκού
γίγνεσθαι, αλλά ελάχιστα την πολιτική ηγεσία των 27 χωρών. Κι αυτό, γιατί
μεταξύ άλλων, έστω και αν δεν γίνεται επισήμως εμφανές, οι τύχες των Ευρωπαίων
εξακολουθούν να τελούν υπό την διακριτική κηδεμονία των ΗΠΑ και τον
αντιευρωπαϊκό αρνητικό σκεπτικισμό της Βρεταννίας, με την έμμεση υπονόμευση της
Ευρωπαϊκής Ένωσης από μέρους της με κάθε τρόπο.
Οι νέοι στρατηγικοί προσανατολισμοί της υπερδύναμης, η
παγκοσμιοποίηση, το ενεργειακό πρόβλημα και η εκ νέου διεκδίκηση ρόλου
υπερδύναμης από την Ρωσσία, έχουν αλλάξει ριζικά το σκηνικό και σκιάζουν ακόμα
περισσότερο το μέλλον της Ευρώπης. Τα πρόσφατα γεγονότα στην Ουκρανία, που
κατέληξαν σε ένταξη την Κριμαίας στην Ρωσσία, το επιβεβαίωσαν. Είναι σαφέστερο
τώρα, ότι θα πρέπει επιτέλους να απαντηθεί το ερώτημα: ποιά είναι η Ευρώπη και
ποιά τα όριά της, καθώς φαίνεται μετέωρη, χωρίς κοινή οικονομική πολιτική,
κοινή εξωτερική πολιτική και αμυντική πολιτική, δηλαδή ανολοκλήρωτη. Αντίθετα,
έχει απομακρυνθεί η προσδοκία για την δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών της
Ευρώπης, κατά το αμερικανικό πρότυπο.
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, όχι μόνον δεν υπάρχει σαφής
ορισμός της Ευρώπης, αλλά αποφεύγεται όπως από τον διάβολο το λιβάνι ακόμα και
κάθε συζήτηση για το ποιά είναι η Ευρώπη και ποιά είναι τα όριά της.
Εξ όσων γνωρίζω, σε
καμμία συνθήκη, σε κανένα επίσημο κείμενο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν
προσδιορίζεται ποιά είναι η Ευρώπη. Στο
άρθρο 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αναφέρεται ως στόχος της η
στενώτερη ένωση των λαών της Ευρώπης, αλλά δεν προσδιορίζεται ποιοί είναι οι
λαοί της Ευρώπης, ώστε έτσι να προκύπτει ποιοί δεν είναι Ευρωπαϊκοί λαοί. Το
ίδιο αναπάντητη παραμένει η σχετική απορία και από το περίφημο Σχέδιο
Συντάγματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο άρθρο 1 του Σχεδίου αναφέρεται: ’’Με
βάση την βούληση των πολιτών και των κρατών της Ευρώπης να οικοδομήσουν το
κοινό μέλλον τους, το παρόν Σύνταγμα ιδρύει την Ευρωπαϊκή Ένωση’’. Και πιό κάτω
προσθέτει: ‘’ Η Ένωση είναι ανοικτή σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, που σέβονται τις
αξίες της και δεσμεύονται να τις προάγουν από κοινού’’. Παραμένει όμως και πάλι
αναπάντητο το ερώτημα: ‘’Ποιά είναι τα ευρωπαϊκά κράτη;’’. Φαίνεται να
θεωρείται αυτονόητη η απάντηση. Κι όμως, στην πραγματικότητα, οι συντάκτες των
νεώτερων συνθηκών βρίσκονται σε αμηχανία και προτιμούν να αποφεύγουν να γίνουν
σαφείς. Κυρίως για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας και στρατηγικών επιδιώξεων.
Ίσως στο υποσυνείδητό τους λειτουργεί η υπόμνηση ότι, στην πραγματικότητα, η ένωση της
Δυτικής Ευρώπης προέκυψε από το Σχέδιο Μάρσαλ και παγιώθηκε από την δημιουργία
του Ατλαντικού Συμφώνου, δηλαδή του ΝΑΤΟ. Πράγμα που σημαίνει ότι τα
οράματα των Ευρωπαϊστών υλοποιήθηκαν υπό την πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών, οι
οποίες, όπως είναι ήδη γνωστό, φαίνεται να εξακολουθούν και σήμερα να έχουν
πιεστική άποψη και για το ποιές χώρες μπορούν ή επιβάλλεται να ανήκουν στην Ε.
Ε. Πρόσφατη επιβεβαίωση η ασκηθείσα πίεση να προωθηθεί η σύνδεση της Ουκρανίας
με την Ε.Ε., με αποτέλεσμα να χάσει την χερσόνησο της Κριμαίας, που επανενώθηκε
με την Ρωσσία, με κίνδυνο περαιτέρω διχόμησής της.
Αν ετίθετο σ΄ οποιονδήποτε απλό πολίτη ή ακόμα και μαθητή
του Γυμνασίου το ερώτημα ποιές είναι οι Ευρωπαϊκές χώρες, η απάντηση θα ήταν
πιθανότατα ότι είναι εκείνες, που βρίσκονται στην Ευρωπαϊκή ήπειρο. Δηλαδή η
γεωγραφική περιοχή που, κατά τους τελευταίους τουλάχιστον δύο αιώνες,
καταχωριζόταν στους χάρτες ως Ευρωπαϊκή ήπειρος. Όμως, ο γεωγραφικός
προσδιορισμός της Ευρώπης, αυτονόητος πριν λίγα χρόνια, σήμερα απορρίπτεται από
τους επίσημους εκφραστές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τους περισσότερους
δεδηλωμένους υπέρμαχους της Ενωμένης Ευρώπης. Αντίθετα, η έννοια της Ευρώπης
τείνει βαθμιαία να ταυτισθεί με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά και αυτή η απάντηση
είναι αβάσιμη, αφού υπάρχουν αναμφίβολα Ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Νορβηγία, η
Ελβετία, η Ισλανδία και οι περισσότερες Βαλκανικές, που γεωγραφικά ανήκουν στην
Ευρώπη αλλά δεν είναι μέλη της Ε.Ε. Γίνεται επίσης δεκτό ότι γεωγραφικά μη
ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Τουρκία, θεωρήθηκαν ευπρόσδεκτες ως μέλη της Ε.Ε.
Ακριβώς γι’ αυτό απορρίπτονται
ως στοιχείο της ευρωπαϊκής ταυτότητας και τα γεωγραφικά όρια και τα κοινά
πολιτιστικά χαρακτηριστικά. Γι’ αυτό προβάλλεται μεν η πολυπολιτισμικότητα ως
αποδοχή και προστασία της διαφορετικότητας, αλλά και ως απόρριψη της κυρίαρχης
ευρωπαϊκής ταυτότητας. Απορρίπτεται ακόμα και η Ιστορία. Αλλά αν θεωρήσουμε ως Ευρώπη αυτήν την
Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε πρόκειται για μία ιδιότυπη συνένωση κρατών και λαών, που
ξεκίνησε και τείνει να ολοκληρωθεί ως ενιαία αγορά, που λειτουργεί με βάση τους
κανόνες της ελεύθερης οικονομίας και του ελεύθερου ανταγωνισμού, ως χώρος
ελευθερίας, ασφάλειας, δικαιοσύνης, χωρίς εσωτερικά σύνορα. Την Ένωση αυτήν
χαρακτηρίζει ο σεβασμός στις αξίες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας,
της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των
ανθρώπινων δικαιωμάτων και με απαγόρευση των διακρίσεων. Αυτό αναφέρουν οι
συνθήκες και το σχέδιο του Συντάγματος και η διάδοχή της Μεταρρυθμιστική
Συνθήκη της Λισσαβώνας του 2007.
Αλλά, αν αρκούν τα προαναφερθέντα, τότε η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής
Ένωσης τείνει να μην έχει όρια. Αφού έτσι μπορεί ή και οφείλει να περιλάβει
στους κόλπους της και κάθε άλλη εκτός αυτής χώρα, που υιοθετεί ή δηλώνει ότι
υιοθετεί, σέβεται και εφαρμόζει ή δέχεται να εφαρμόσει στην πράξη αυτό το
κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό μοντέλο. Άρα
είναι μία έννοια ρευστή, που για λόγους ιστορικούς ξεκίνησε με πυρήνα έξι χώρες
της Δυτικής Ευρωπαϊκής Ηπείρου, αλλά έκτοτε συνεχώς διευρύνεται, χωρίς να
μπορεί κανείς να αρνηθεί την ένταξη σ΄αυτήν και απροσδιορίστου αριθμού
χωρών. Όχι μόνον εκείνων που από αιώνων απαρτίζουν την Ευρωπαϊκή Ήπειρο, αλλά
και χωρών εκτός αυτής. Αρκεί αυτές να καλύπτουν τις προαναφερθείσες
προϋποθέσεις. Έτσι εξηγείται το γιατί γίνεται αποδεκτή ως μέλος της Ε.Ε. και η
Τουρκία, μολονότι είναι ασιατική χώρα. Για τον ίδιο λόγο έχει υποβάλει
υποψηφιότητα το Μαρόκο. Απολύτως εύλογη είναι η αντίστοιχη φιλοδοξία της
Ουκρανίας, της Γεωργίας, της Αρμενίας και γιατί όχι και της Ρωσσίας, αν και
όποτε αυτή εκδηλωθεί. Πολύ περισσότερο, που η Ρωσσία από αιώνων ανήκε, εν μέρει
τουλάχιστον, στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, ως Ευρωπαϊκή Ρωσσία. Έτσι εξηγείται και το
ειδικό καθεστώς που αναγνωρίζεται για την Βρεταννική Κοινοπολιτεία και τις
χώρες του Μαγκρέμπ, ως πρώην αποικίες της Μεγάλης Βρεταννίας και της Γαλλίας.
Αλλά έτσι, ακόμα και η Αυστραλία μπορεί να ζητήσει να
γίνει μέλος της Ε.Ε. Γιατί, με βάση τα προαναφερθέντα κοινά οικονομικά,
πολιτικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά, και η Αυστραλία, αλλά επίσης και οι
ΗΠΑ και ο Καναδάς και η Νέα Ζηλανδία θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την ένταξή
τους στην Ε.Ε. Πολύ περισσότερο που έχουν εποικισθεί κυρίως από Ευρωπαίους και
με τα ίδια περίπου χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν την έννοια της Ευρωπαϊκής
Ένωσης. Και ασφαλώς πολύ περισσότερο από όσο η Τουρκία, το Μαρόκο ή και το
Ισραήλ, το οποίο επίσης εν μέρει σε πολλούς τομείς έχει ήδη γίνει δεκτό
ως μέρος της Ευρώπης (π.χ. στον τομέα του αθλητισμού). Όπως είχε επισημάνει ο
τέως Βρεταννός επίτροπος καθηγητής Ράλφ Ντάρεντορφ, «η Νέα Ζηλανδία, η
Αυστραλία και ο Καναδάς (και μερικές πολιτείες των ΗΠΑ) είναι πιο κοντά στο
ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και από πολλά Ευρωπαϊκά κράτη-μέλη της Ε.Ε.».
Αλλά μια τέτοια, όμως,
προσέγγιση, θα οδηγούσε στην παγκοσμιοποίηση της Ευρώπης. Και το πάλαι ποτέ
σύνθημα «προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε» θα μετεξελισσόταν σε «Ευρωπαίοι όλου
του κόσμου ενωθείτε».
Μια τέτοια σκέψη, κανείς εξ όσων γνωρίζω δεν υιοθετεί,
μολονότι προς τα εκεί κατατείνει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Και αυτό, από την στιγμή
που, ως βασικά χαρακτηριστικά της, καθορίζονται πια η αποδοχή μόνον των
οικονομικών, πολιτικών και ορισμένων ανθρωπιστικών αξιών που την διέπουν.
Αυτονόητες, όμως, είναι και οι ενστάσεις, που υπαγορεύουν η γεωγραφία, η
ιστορία, ακόμα και η χαρτογραφία, αλλά κυρίως η πολιτιστική ταυτότητα της
Ευρώπης.
Η ιστορία θέλει την Ευρώπη να έχει αφετηρία την ελληνική
μυθολογία και βάση τις πολιτικές και πολιτιστικές αξίες που πήγασαν από την
αρχαία Ελλάδα και την αρχαία Ρώμη. Αυτά τα δύο συστήματα αξιών και κανόνων
εμπλουτίσθηκαν και συνδιαμορφώθηκαν υπό την καταλυτική επήρεια της Χριστιανικής
θρησκείας, που κυριάρχησε στην Ευρωπαϊκή κυρίως ήπειρο και στην Βυζαντινή
Αυτοκρατορία, με ενοποιητικό κρίκο την Αναγέννηση. Ας θυμηθούμε ότι ο Απόστολος
Παύλος, διδάσκοντας τον χριστιανισμό στο μεγαλύτερο μέρος του τότε γνωστού
κόσμου, επονομάστηκε Απόστολος των Εθνών. Άλλωστε και ο διαφωτισμός, με
καθυστέρηση αιώνων, βασίσθηκε στις θεμελιώδες αρχές και αξίες του
Χριστιανισμού, όπως διακηρύχθηκαν από τον Απόστολο Παύλο, έστω και αν πολύ
βολικά το λησμονούν αυτό οι ‘’προοδευτικοί’’ (εντός εισαγωγικών) πολέμιοι της
καθοριστικής χριστιανικής συμβολής στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό. Άλλωστε, ακόμα και ο άθεος Βολταίρος αναγνώριζε τον
χριστιανικό χαρακτήρα της Ευρώπης. Ενώ ο μέγας σοσιαλιστής ιστορικός Μπρωντέλ
υπογραμμίζει ότι «ο Ευρωπαίος, ακόμη κι αν είναι άθεος, παραμένει δέσμιος μιας
ηθικής και μιας αντίληψης που έχουν βαθειές ρίζες στην Χριστιανική παράδοση».
* * *
Νομίζω, ότι η αγνόηση της πολιτιστικής και ανθρωπιστικής
διάστασης και των συνεκτικών δεσμών, που δημιούργησε η χριστιανική θρησκεία
στον γεωγραφικό χώρο της Ευρώπης, απ΄ όπου διαδόθηκε σ΄ ολόκληρο σχεδόν τον
πλανήτη αυτό που ονομάζεται Δυτικός πολιτισμός, συνιστά ανεπίτρεπτη αγνόηση της
ιστορίας ή προσέγγισή της με παρωπίδες. Από
τον φόβο του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, ο οποίος βαρύνεται και με πλήθος
εγκλημάτων (που όμως και αυτά συνθέτουν την ιστορία της Ευρώπης και σφράγισαν
τον πολιτισμό της), καταλήγουμε στον αθεϊστικό φονταμενταλισμό. Πρόκειται για κληρονομιά εν μέρει
και του καταρρεύσαντος μαρξιστικού προτύπου δικτατορικής διακυβέρνησης, η οποία
ποικιλότροπα στηρίχθηκε από την «προοδευτική» (εντός εισαγωγικών), αριστερή
διανόηση της Δυτικής Ευρώπης και εξακολουθεί να επηρεάζει αποφασιστικά τους
πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτός ο αθεϊστικός φονταμενταλισμός, είναι
κυρίως που υπαγορεύει την αγνόηση του ρόλου της Χριστιανικής θρησκείας στην
διαμόρφωση και την επικράτηση του Δυτικού πολιτισμού. Όπως είχε προ καιρού
διακηρύξει ο τέως υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας σοσιαλιστής κ. Μοσκοβισί:
‘’Είμαι άθεος και εβραίος. Αν ενταχθεί στο προοίμιο του Συντάγματος η αναφορά
στις χριστιανικές ρίζες του Ευρωπαϊκού πολιτισμού, εμείς οι σοσιαλιστές θα το
καταψηφίσουμε». Εν τούτοις, ένας άλλος πολύ σημαντικώτερος διανοούμενος, ο
καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ν. Υόρκης και στο Κολλέγιο της Ευρώπης κ.
Weiler, ευσεβής εβραίος κατά δήλωσή του και υιός εβραίου ραββίνου, αντιτείνει:
’’ Είναι όντως γελοίο να μην
αναγνωρίζεται ο χριστιανισμός ως ένα εξόχως σημαντικό στοιχείο στον καθορισμό
του τι εννοούμε ως ευρωπαϊκή ταυτότητα στο καλό και στο κακό της, στην τέχνη,
την λογοτεχνία, την μουσική και στην γλώσσα, ακόμα και στην πολιτική κουλτούρα
μας.’’ Ο φιλόσοφος Francis Kaplann είναι ακόμα πιο σαφής και ωμός.
Υπογραμμίζοντας ότι ο σταλινισμός, που και σήμερα ακόμα θαυμάζεται και
λατρεύεται στην Ελλάδα (και όχι μόνο), ήταν θρησκεία. Το γεγονός αυτό, άλλωστε,
εξηγεί την τεράστια επιτυχία του. Ο Kaplan, λοιπόν, αποφαίνεται: «Τελικά
ο 20ος αιώνας υπήρξε ο
αιώνας των άθεων θρησκειών, που αρνούνται να αποδεχθούν τον εαυτό τους ως
θρησκεία». Ας σημειωθεί ότι, ένας από τους λόγους που απαλείφθηκε κάθε
αναφορά της χριστιανικής θρησκείας ως βασικού στοιχείου διαμόρφωσης του
ευρωπαϊκού και γενικώτερα του Δυτικού πολιτισμού, υπήρξε η επιμονή του εβραϊκού
λόμπυ να γίνεται αναφορά σε εβραιοχριστιανική συμβολή.
Άρα η πολιτιστική ταυτότητα της Ευρώπης, όπως προκύπτει
από τις ρίζες της, την ιστορία και το ανθρωπιστικό περιεχόμενό της, είναι
απόρροια της χριστιανικής επιρροής ως κυρίαρχης θρησκείας του γεωγραφικού αυτού
χώρου. Και γι’ αυτό δεν νοείται να μη συνιστά και αυτή βασικό στοιχείο, που θα
πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν κατά τον καθορισμό των ορίων της Ευρώπης, μαζί
φυσικά με την γεωγραφία. Το να αναγνωρίζεται σθεναρά ότι δεν θα πρέπει να
προσδιορισθούν για την Ευρωπαϊκή Ένωση σύνορα, πλην εκείνων που επιβάλλουν το
κοινοτικό κεκτημένο και οι θεμελιώδεις ανθρωπιστικές και δημοκρατικές αρχές,
οδηγεί βαθμιαία σε μια πλανητική Ευρώπη, που λογικά δεν μπορεί να υπάρξει, αφού
θα πάψει να είναι Ευρώπη. Γιατί
Ευρώπη χωρίς πολιτιστική ταυτότητα δεν νοείται, το δε πολυπολιτισμικό
υποκατάστατο, εν ονόματι του οποίου απορρίπτεται η χριστιανική πηγή του
Ευρωπαϊκού και κατά προέκταση του Δυτικού πολιτισμού, είναι παραίτηση από την
έννοια της Ευρώπης.
Συνεπώς, είναι επείγουσα ανάγκη να προσδιορισθούν,
επιτέλους, τα όρια της Ευρώπης, με βάση τα προαναφερθέντα και κυρίως το όραμα
και τους στόχους των ιδρυτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως τονίσθηκε προ ετών σε μια σχετική ημερίδα στις
Βρυξέλλες, η Ευρώπη δεν μπορεί να στρέφεται κατά της ταυτότητάς της. Δεν μπορεί
να στρέφεται κατά του εαυτού της. Την άποψη
αυτή υποστήριξε με σθένος ο Φινλανδός τότε ευρωβουλευτής Αρι Βατάνεν (ίνδαλμα
των φιλάθλων ως παγκόσμιος πρωταθλητής στους αγώνες δρόμου αυτοκινήτων), ενώ ο
ευρωβουλευτής της Μάλτας Φένεκ υποστήριξε: «Ο χριστιανισμός μας έκανε
Ευρωπαίους. Αλλιώς θα είμαστε μουσουλμανικές χώρες, όπως και οι χώρες της
Βόρειας Αφρικής».
Είναι γνωστή η ένσταση. Η Ευρώπη δεν είναι μία
χριστιανική λέσχη. Ασφαλώς δεν είναι κλειστή λέσχη μόνον για Χριστιανούς.
Άλλωστε, πρώτος ο Χριστός διακήρυξε τον διαχωρισμό κράτους και θρησκείας με το
περίφημο «Απόδοτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ». Όμως δεν
μπορεί να απεκδυθεί την πολιτιστική της ταυτότητα, που ταυτίζεται εν πολλοίς με
τον Χριστιανισμό. Σε αυτήν καταφεύγουν από κάθε άλλη περιοχή διωκόμενοι ή
πενόμενοι μετανάστες με άλλη θρησκευτική πίστη και πολιτιστική ταυτότητα, και
γίνονται δεκτοί ως ευρωπαίοι συμπολίτες, με την προϋπόθεση ότι σέβονται τις
αξίες, τους νόμους και την ισότητα όλων, κάτι που δεν είναι αυτονόητο για πολλούς
αλλόθρησκους. Η ουσιαστική
παραίτηση από το θρησκευτικό τμήμα της πολιτιστικής ταυτότητας της Ευρώπης
διευκολύνει αθέλητα και από κάποιους ηθελημένα στον βαθμιαία εξισλαμισμό της,
καθώς ασυγκράτητα την κατακλύζουν τα μεταναστευτικά ρεύματα από μουσουλμανικές
κυρίως χώρες, όπου η θρησκευτική πίστη είναι ζώσα και καθορίζει ακόμα και την
καθημερινή συμπεριφορά των ανθρώπων και που απαιτεί τον εξισλαμισμό των
απίστων ή την εξόντωσή τους (όπως το επιδιώκουν ακραίοι ισλαμιστές της Αλ
Κάϊντα, κ.α.).
* * *
Απομένει, σήμερα, καίριο και εντονώτερο το ερώτημα. Ποιό
είναι το μέλλον της Ευρώπης; Η απάντησή μου είναι: Δεν ξέρω και δεν μπορώ να
προβλέψω. Και νομίζω ότι κανένας σοβαρός μελετητής του θέματος δεν μπορεί πιά
να αποφανθεί με σχετική βεβαιότητα. Αν, μάλιστα, δεν είχε θεσπισθεί το κοινό
νόμισμα, το ευρώ, που έκανε πιο ευρωπαίους όσους μετέχουμε, και αν δεν υπήρχαν
ακόμα οι γενναιόδωρες παροχές, οι οποίες δωρίζονται από τα κοινοτικά ταμεία
στις φτωχότερες χώρες όπως η Ελλάδα, και τα πρόσφατα δάνεια προς τις χώρες που
βρίσκονται σε κρίση όπως η Ελλάδα, ίσως η Ευρώπη να ακολουθούσε ήδη πορεία
παρακμής. Ελπίδα όλων όσοι
πιστεύουμε στην ανάγκη της Ενωμένης Ευρώπης είναι να μην καταλήξει σ΄ έναν
γραφικό πολυεθνικό θεσμό, όπως π.χ. ο ΟΗΕ, ο οποίος δεν μπορεί να κάνει τίποτα
αν διαφωνεί έστω και μία χώρα από τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου
Ασφαλείας, τον πιό αντιδημοκρατικό θεσμό στο παγκόσμιο σύστημα. Πάντως, ήδη, de facto, έχει
αναγνωρισθεί βέτο στην Γερμανία, που, από ηττημένη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου,
εξελίχθηκε ραγδαία σε ευρωπαϊκή υπερδύναμη, με προφανείς ηγεμονικές διαθέσεις.
Στο χέρι των Ευρωπαίων είναι να αποφύγουν αυτόν τον
εκφυλισμό. Αρκεί να συνειδητοποιήσουν ότι η
αναπότρεπτη παγκοσμιοποίηση και η μετατόπιση του οικονομικού κέντρου και του
αναπτυξιακού δυναμισμού λειτουργεί πια στην Ασία και στην ήπειρο της Ωκεανίας. Αν οι Ευρωπαίοι, και πολύ περισσότερο
οι Έλληνες, δεν προσαρμοστούν εγκαίρως στις κοσμογονικές μεταβολές που
συντελούνται με μπροστάρη τις καλπάζουσες τεχνολογικές ανακαλύψεις, τότε το
μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και της Ελλάδας ως μέλους της, φοβούμαι ότι
δεν θα είναι ρόδινο και ελπιδοφόρο όπως το ελπίσανε και το δρομολογήσανε οι
θεμελιωτές της. Η πρόσφατη
πρωτοφανής οικονομική κρίση και το αβέβαιο μέλλον της παγκόσμιας και ιδιαίτερα
της Ευρωπαϊκής οικονομίας, καθώς και το ασυγκράτητο και ανεξέλεγκτο κύμα των
λαθρομεταναστών, που μαζί με την διεκδίκηση του δικαιώματος της επιβίωσης και
ενός καλύτερου αύριο μεταφέρουν και την φιλοδοξία να επιβάλουν βαθμιαία και την
κυριαρχία της ισλαμικής θρησκείας στην θρησκευτικά αδιάφορη Ευρώπη, δεν
επιτρέπουν μεγάλο περιθώριο αισιοδοξίας. Οι
κατά καιρούς μαζικές αντιδράσεις στην Αθήνα από εύθικτους μουσουλμάνους, που
έχουν καταφύγει στην Ελλάδα, προοιωνίζονται απρόβλεπτης εκτάσεως δεινά, αν δεν
αντιμετωπισθεί αμέσως ριζικά και αυστηρά η λαθρομετανάστευση, με ανάσχεση
εισόδου και με άμεση απέλαση κάθε παρεκτρεπόμενου. Βεβαίως είναι απαράδεκτο να
μην διευκολύνεται η ανέγερση ενός μεγάλου τεμένους για να προσεύχονται οι
μουσουλμάνοι, όπως και οι χριστιανοί σε μουσουλμανικές χώρες. Αλλά αυτό δεν
σημαίνει ότι τα θρησκευτικό τους πιστεύω μπορεί να γίνει ανεκτό να εκδηλώνεται
με το μίσος κατά των άπιστων (Χριστιανών και Εβραίων) και με την εφαρμογή σε
πράξη της εντολής του Προφήτη Μωάμεθ να επιβληθεί ακόμα και δια του ξίφους το
Κοράνι και η Σαρία και στην Ευρώπη. Μία σχετική ανεκτικότητα από πλευράς Ε.Ε.
θα διευκολύνει την ήδη οργανωμένη και πάλι ρατσιστική αντίδραση ακροδεξιών
ομαδοποιήσεων και των διψασμένων για βία και αίμα κληρονόμων της Γαλλικής τρομοκρατίας
και των αντιγραφέων της, του λενινιστικού–σταλινικού ολοκληρωτισμού, όπως και
των σύγχρονων δαιμονισμένων του προφητικού Ντοστογιέφσκι.
Το ότι παρέλειψα να αναφερθώ στα προβλήματα συνοχής εξ
αιτίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης και του συνεπακόλουθου ευρωσκεπτικισμού και
τους σχετικούς φόβους από ένα αποτέλεσμα που θα αναδείξει σε κυρίαρχο ρόλο τους
αμφισβητίες και τους εχθρούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις προσεχείς ευρωεκλογές,
εξηγείται και από το ότι, ενώ η σχετική ενημέρωση είναι πλούσια και καθημερινή,
τα προαναφερθέντα στο κείμενο αυτό είναι εν πολλοίς άγνωστα ή λησμονημένα ή
επιμελώς αποσιωπώνται από τις σημερινές κυρίαρχες αντιλήψεις. Τα εκάστοτε
συμφέροντα, οικονομικά, εθνικά, ιδεολογικά, θρησκευτικά, είναι γνωστό ότι
γράφουν ή αγνοούν ή και παραποιούν την ιστορία.
Πάντως, κανείς πια δεν μπορεί να αγνοεί είτε να
εθελοτυφλεί ότι τα διαρκώς
διογκούμενα μεταναστευτικά ρεύματα προς την Ευρώπη, που σε εποχές ευημερίας
ήταν ευπρόσδεκτα για να καλύπτουν την ευρωπαϊκή υπογεννητικότητα με νεανικό
εργατικό δυναμικό, προκαλούν τάσεις σχεδόν βίαιης μεταστροφής των Ευρωπαίων
προς τον ευρωσκεπτικισμό, την αναγέννηση του κακώς νοούμενου εθνικισμού και
στην αναβίωση των ρατσιστικών απωθημένων τους. Ακόμα και στην Γαλλία, το κατ’ εξοχήν
κοσμικό κράτος, με επισήμως αγνοούμενη την θρησκευτικότητα, πρόσφατη έρευνα
έδειξε ότι το 74% των Γάλλων αναπτύσσουν αντιρατσιστικά αισθήματα,
αντισημιτισμό και ξενοφοβία, έχοντας αναδείξει σε πανίσχυρη πολιτική δύναμη το
κόμμα της κυρίας Λεπέν, που εκφράζει άμεσα ή έμμεσα αυτά τα συναισθήματα. Είναι
χαρακτηριστικό αυτής της επικίνδυνης, με ανθρωπιστικούς όρους, τάσης, ότι στο
ερώτημα «Πιστεύετε ότι οι ξένοι εργαζόμενοι πρέπει να αντιμετωπίζονται
εδώ όπως και στην πατρίδα τους, αφού συνεισφέρουν στην γαλλική οικονομία;»
οι απαντήσεις ήταν αρνητικές σε ποσοστό 68%. Να προσθέσω ότι, η ηγέτιδα του
ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου, χρησιμοποίησε στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές
εκλογές ως φόβητρο το λεχθέν σε κάποια ομιλία από τον ηγέτη του κόμματος της
αριστεράς Ζαν Λυκ Μελανσόν, φίλου του κ. Τσίπρα: «Κανένα μέλλον για την Γαλλία
χωρίς τους Άραβες». Το θριαμβευτικό αποτέλεσμα για τους εθνικιστές και ο
καταποντισμός της αριστεράς, είναι προφανές ότι εκφράζουν ρατσιστικές και
αντιμουσουλμανικές αντιδράσεις. Όμοιες τάσεις υπάρχουν σε Αυστρία, Ολλανδία,
Βρεταννία, κ.ο.κ. συμπεριλαμβανομένης και της ημέτερης Χρυσής Αυγής.
Είναι εύλογο να διακατέχει ήδη τους Ευρωπαίους αυξανόμενη
ανησυχία, για το πώς οι αρνητικές αυτές διαθέσεις θα εκφρασθούν κατά τις
προσεχείς ευρωβουλευτικές εκλογές, και πόση δύναμη θα αποκτήσουν στο επόμενο
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ώστε να θέσουν σε κίνδυνο τα ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου