Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Τα δάνεια του ελληνικού αγώνα ανεξαρτησίας

filistor.net


Το 1822 το ελληνικό κράτος δεν υπήρχε. Αυτό θα ιδρυθεί πολύ αργότερα το 1832. Από τον Ιανουάριο του 1822 τον ελληνισμό που αγωνιζόταν για τη σύσταση του «ρωμέικου», όπως έλεγε ο Κολοκοτρώνης, θα εκφράζει πολιτειακά το προσωρινό πολίτευμα της Επιδαύρου, όπως αυτό προσδιόριζε το πρώτο σύνταγμα της 1.1.1822, που είχε ψηφισθεί από την πρώτη εθνοσυνέλευση, η οποία είχε συγκληθεί στις 20 Δεκεμβρίου του 1821 στην Επίδαυρο.
Οι πολιτειακές αρχές, σύμφωνα με το σύνταγμα, ήταν το πενταμελέςεκτελεστικό, με τα μέλη του από το βουλευτικό. Το τελευταίο το συγκροτούσαν αντιπρόσωποι από τις ελεύθερες περιοχές. Οι πολιτειακές αρχές συμπληρώνονταν από τη δικαιοσύνη.
Η πρώτη ανελαστική και επείγουσα αναγκαιότητα, διαπιστωμένη από όλους τους συντελεστές της επανάστασης, ήταν η προσφυγή στον εξωτερικό δανεισμό. Όπλα, βόλια, κανόνια και πλοία δεν υπήρχαν. Ο εσωτερικός δανεισμός δεν είχε αποδώσει. Ήταν αναμενόμενο από έναν λαό που δεν είχε να δώσει. Έτσι ο Φιλικός Π. Σέκερις έγραφε, τον Αύγουστο του 1821, στον αδελφό του στην Ύδρα, να προσφύγουν στον εξωτερικό δανεισμό έστω και με «ενέχυρο» την Κύπρο ή την Κρήτη. Τον ίδιο δρόμο έδειχναν και οι πρόκριτοι των τριών νησιών (Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά) γράφοντας στον Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας κι αυτός τους απαντούσε ότι, δίχως εξωτερικό δάνειο «το πράγμα (η επανάσταση) δεν πάει».
Έτσι ξεκίνησαν την αναζήτηση εξωτερικών «δάνειων χρημάτων». Παντού όμως συνάντησαν παγερά πόρτες κλειστές. Ρωσία, Ιταλικά Βασίλεια, Πρωσία, Ευρωπαίοι τραπεζίτες, Ισπανία, Πορτογαλία, παντού δανειοδοτικό αδιέξοδο. Από το 1823 οι συνθήκες μεταστρέφονται. Η χρηματαγορά του Λονδίνου δανείζει «άγρια» τοκογλυφικά τα υπό σύσταση κράτη της Λατ. Αμερικής.

Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος  (1791-1865)
Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (1791-1865)
Αυτήν την εποχή ο Μαυροκορδάτος θα πληροφορηθεί από τον λόρδο Βύρωνα ότι η Αγγλία θα δυσαρεστηθεί αν δεν προστρέξουμε σε αυτήν για δανεισμό. Οι αγγλόφρονες προβάλλοντας ότι θα ’ναι σωτήριο για την ελληνική επανάσταση να πολωθεί μ’ αυτήν η Αγγλία, μέσω της δανειοδότησης, αφού η επιτυχία της επανάστασης θα εξασφάλιζε την επιστροφή των δανεικών και έτσι θα επιβάλλουν την αγγλική δανειοδότηση. Στη συνέχεια οι αγγλόφρονες θα συγκροτήσουν πραξικοπηματικά[1] μια τριμελή Επιτροπή Δανείου, η οποία θα διαπραγματευόταν με το Λονδίνο το δάνειο. Την Επιτροπή συγκρότησαν οι Ι. Ορλάνδος, γαμπρός των Κουντουριωτέων, ο Α. Λουριώτης, επιστήθιος του Μαυροκορδάτου και ο Ι. Ζαΐμης. Κοινός τόπος και των τριών, ότι ήταν αγγλόφρονες. Τελικά θα εξασφάλιζαν από το Λονδίνο δύο δάνεια:
Τον Φεβρουάριο του 1824
  • Ονομαστικό: 800.000 λίρες στερλίνες (λ.σ.)
  • Τιμή έκδοσης: 59%
  • Επιτόκιο: 5%
  • Υποθήκες: Τα εθνικά κτήματα και όλα τα δημόσια Έσοδα
  • Χρόνος απόσβεσης:            38 χρόνια
Τιμή έκδοσης σημαίνει ότι χρεωνόσουν το ονομαστικό αλλά έπαιρνες μόνο το 59%, δηλαδή 472.000 λ.σ.. Αλλά ούτε αυτές πήραμε γιατί κράτησαν προκαταβολικά τόκους και χρεολύσια δύο χρόνων, επίσης και τις προμήθειες, συνολικά 123.000. Δηλαδή από τις 800.000 οι δανειολήπτες θα έπαιρναν τις 349.000 ή το 43,6 % του ονομαστικού.
Τον Φεβρουάριο του 1825
  • Ονομαστικό: 2.000.000 λ.σ.
  • Τιμή έκδοσης: 55,5%
  • Επιτόκιο: 5%
  • Χρόνος απόσβεσης: 10 χρόνια
Αναλυτικά η έκδοση:
  • 2.000.000 λ.σ. στο 55,5%, δηλαδή πραγματικό 1.110.000 λ.σ..
  • Προκαταβολικά κράτησαν τόκους δύο χρόνων, χρεολύσια ενός χρόνου, προμήθειες, μεσιτικά έξοδα σύμβασης 284.000 λ.σ..
  • Έτσι απέμειναν 1.110.000 – 284.000 = 826.000 λ.σ..
Επί πλέον υποχρέωσαν την ελληνική πλευρά να αγοράσει μετοχές του πρώτου δανείου 113.000 λ.σ.. Επομένως από τη δανειοδότρια τράπεζα των Αδελφών Ricοrdo η ελληνική πλευρά από το δάνειο των 2.000.000 λ.σ. εισέπραξε 713.000 λ.σ. ή το 35,6% του ονομαστικού.
Στη συνέχεια ανέλαβαν οι Άγγλοι «φιλέλληνες», η «Φιλελληνική Εταιρεία» και η διαχειριστική Επιτροπή του δανείου. Ξόδεψαν για τις αγορές άχρηστων πολεμικών υλικών και για την επιχείρηση Κόχραν 491.620 λ. σ..
Επομένως από τις 2.000.000 λ.σ. τελικά απέμειναν για την Ελλάδα: 713.000 – 491.620 = 221.380 λ.σ. ή το 10,5 % του ονομαστικού.
Συνολικά η Ελλάδα πήρε δύο δάνεια 2,8 εκ. λ.σ. Από αυτά με τις τιμές έκδοσης της αποδόθηκαν 472.000 + 1.110.000 = 1.582.000 λ.σ. το υπόλοιπο 1.218.000 λ.σ. κατακρατήθηκε από τις δανειοδότριες τράπεζες. Για το υπόλοιπο όμως αυτό η Ελλάδα έπρεπε να πληρώνει τόκους και χρεολύσια μέχρι την εξόφληση του δανείου. Δηλαδή θα πλήρωνε τόκους και χρεολύσια για κεφάλαιο που ουδέποτε πήρε!
Αυτό ακριβώς στηλίτευαν ακόμη και οι Times του Λονδίνου, γράφοντας·«Η ελληνική υπόθεση προδόθηκε στην Αγγλία […] (Η Ελλάς) θα εθριάμβευε σήμερον άνευ της Αγγλίας και του αγγλικού χρηματιστηρίου»[2].
Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι, λάδι σε μουσαμά, 1861, Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου
Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι, λάδι σε μουσαμά, 1861, Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου
Από τα κανόνια όσα έφθασαν στην Ελλάδα, όπως γράφει ο Άγγλος Φίνλευ, «ήταν τόσο πρόχειρα κατασκευάσματα που με την πρώτη βολή έσπαζαν οι κυλιβάντες»[3]. Από τα πέντε πλοία που ναυπηγήθηκαν, το ένα από τα δύο μεγάλα κάηκε στον Τάμεση κατά τις δοκιμές. Το άλλο μόλις βγήκε από τον Τάμεση παρά λίγο να βουλιάξει. Μετά από επισκευές ήρθε στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1828 και τέθηκε σε αχρηστία. Από τα τρία μικρά τα δύο έμειναν στο Λονδίνο ως ακατάλληλα. Το τρίτο μετά από αλλαγή μηχανής έφθασε στην Ελλάδα το 1829 για να συνεχίσει την ελληνική… επανάσταση.
Το μικρό μέρος του πρώτου εξωτερικού δανεισμού του υπό σύσταση κράτους, που τελικά θα καταγραφεί ως δανειακή πρόσοδος, θα τύχει «ατασθαλούς» διαχείρισης, πελατειακής, κομματικής έδρασης[4].
Δανειογενείς διορισμοί[5]
Όπως γράφει ο Παπατσώνης, «δια του μέσου του δανείου τούτου εδιώρησαν εις όλας τας επαρχίας οπαδούς των υπαλλήλους»[6]. Αποστομωτικός ο Μαυροκορδάτος, «τον διορίζω πολιτάρχην… επειδή είναι όλως διόλου εδικός μας»[7].
Δανειογενής προσεταιρισμός των οπλικών δυνάμεων[8]
Κάθε βαθμός υπαγόρευε και έναν ορισμένο αριθμό στρατιωτών επομένως και τόσους μισθούς. Προφανώς η προαγωγή σε ανώτερο βαθμό αύξανε τους στρατιώτες, δηλαδή τη μισθοδοσία. Έτσι άρχισαν τα πανογραψήματα[9]. Ο Γκούρας είχε 3.000 άνδρες και δήλωνε 12.000[10], δηλαδή έπαιρνε 9.000 μισθούς επιπλέον. O έλεγχος ήταν ανύπαρκτος μέχρι υποτυπώδης. Αν κάποτε γινόταν, τότε «δανειζόμενοι απ’ αλλήλων επαρουσίαζαν τυπικώς και υπεραρίθμους έτι»[11].
‘Έτσι ενώ η πραγματική δύναμη των ελληνικών δυνάμεων ήταν περίπου 20.000 άνδρες, μισθοδοτούνταν 35.000-40.000[12]. Αυτή η ευρεσιμισθία ήταν κοινό μυστικό. Ο καπετάνιος είχε μόνον ΕΝΑΝ, τον εαυτό του, έπαιρνε όμως «λουφέδες» (μισθούς) για πολλούς. Κάθε έναν από αυτούς ο λαός ονόμασε σκωπτικά, «ο καπετάν ένας»[13].
Όταν το 1826 ανέλαβε η κυβέρνηση Α. Ζαΐμη στο ταμείο βρέθηκαν μόνο 16 γρόσια, ούτε μια λίρα. Τα χρήματα των δανείων είχαν εξανεμισθεί. Δεν είχαν περισσέψει 20.000 λ.σ. για να σωθεί το Μεσολόγγι, όπως λέει ο Παπαρρηγόπουλος[14], ούτε για να συντηρηθεί ο τακτικός στρατός, τον οποίο η κυβέρνηση διέλυσε λόγω έλλειψης χρημάτων[15]. Το «ταμείον κενόν» ή «διόλου κενόν» όπως ενημέρωνε τη βουλή η Επιτροπή Ταμείου[16]. Τότε ήταν και η πρώτη πτώχευση. Η Κυβέρνηση «έκτοτε επωνομάσθη ψωροκώσταινα»[17]. Μια «ψωροκώσταινα» που είχε βγει από δύο εμφύλιους, τους οποίους είχαν ενθαρρύνει και συντηρήσει τα δάνεια[18].
Πάντως αδιαμφισβήτητο είναι ότι στις καταβολές δημιουργίας του αγγλικού κόμματος, περίοπτη θέση καταλαμβάνουν τα δάνεια ανεξαρτησίας[19]. Σ’ αυτά οφείλεται η επικράτηση της αγγλικής φατρίας[20]. Όπως γράφει ο Γ. Κρίτζου στον Α. Λόντο, η αγγλική φατρία, «έχει βάσιν τας λίρας»[21]. Από την άλλη πλευρά η αγγλική δανειοδότηση έγινε ο πιλότος της αγγλικής διείσδυσης και εξάρτησης της Ελλάδας[22], «το αγγλικό χρηματιστήριο του Λονδίνου συνδέθηκε με την πορεία των πραγμάτων εν Ελλάδι»[23], σημειώνει ο Prokes Osten.
Στην επαναστατημένη Ελλάδα το 1826 θα συγκροτηθεί τριμελής εξελεγκτική επιτροπή για να ελέγξει τη διαχείριση της Επιτροπής Δανείου. Τους Ορλάνδο-Λουριώτη κατηγορούσαν για πολυτελή διαβίωση και καταχρήσεις. Τον Ορλάνδο επιπλέον για 5.900 λ.σ. από το πρώτο δάνειο. Τελικά το 1835 το Ελεγκτικό Συνέδριο τους κήρυξε αλληλεγγύως χρεώστες για 28.769 λ.σ.. Η απόφαση ουδέποτε εκτελέσθηκε. Την επόμενη χρονιά, το 1827, η Ελλάδα θα δήλωνε πτώχευση για πρώτη φορά.
Το ίδιο κενό θα βρει το ταμείο και ο Καποδίστριας. Όταν ανέλαβε έγραφε, «…ευρήκα το δημόσιο ταμείο όχι μόνον κενόν… αλλά βεβαρυμένο υπό του εξωτερικού χρέους των 2,4 εκ. λιρών»[24].
Ο εξωτερικός δανεισμός
Ο προϋπολογισμός του 1829-30 ανερχόταν στα 10,5 εκ. φράγκα και το έλλειμμα στα 4,8 εκ. φρ. δηλαδή στο 40%[25], οφειλόμενο εξ ολοκλήρου στον εξωτερικό δανεισμό. Μοναδική διέξοδος αντιμετώπισης της εξυπηρέτησης του δανεισμού αυτού ήταν πάλι η προσφυγή στον εξωτερικό δανεισμό. Όμως η προσπάθεια σ’ αυτήν την προσφυγή δεν θα τελεσφορήσει[26] λόγω έλλειψης ελληνικής δανειακής πίστης, δηλαδή της πρώτης χρεοκοπίας. Το 1832 το εξωτερικό ΔΧ έφθανε στο 64% του συνολικού ΔΧ[27]. Τα εξωτερικά δάνεια του αγώνα ουσιαστικά θα αποσβεστούν το 1921[28].
Το παρόν αποτελεί απόσπασμα του βιβλίου «Ο εξωτερικός δανεισμός στη γέννηση και εξέλιξη του Νέου Ελληνικού Κράτους, 1824-2009″ του Τάσου Ηλιαδάκη. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ν. & Σ. Μπατσιούλας, ISBN: 978-960-6813-41-2, ημ. έκδοσης: 2011, σελίδες 608.

Πηγές – Υποσημειώσεις

[1]Α. Λιγνάδης, Το πρώτο δάνειο της ανεξαρτησίας (διδακτορικό), Αθήναι 1970, σ. 125, 128. Αναμφισβήτητα ο Α. Λιγνάδης μας έδωσε την πληρέστερη καταγραφή για το πρώτο δάνειο της ανεξαρτησίας.
[2] Times L, 26.10.26.
[3] Finlay, T2, σ. 152.
[4] Σπηλιάδης, T2, σ. 143 «Δια σκοπούς φατριαστικούς», Φωτάκος, Τ1, σελ. 537 «Ο Κουντουριώτης το μοιράζει στους “φίλους του”», Ρηγόπουλος, σ. 40 «Η αγγλική φατρία με το δάνειο συσπειρώνει τους φιλέλληνες», Π. Καλεβράς, σ. 170 «Ο Μαυροκορδάτος με το δάνειο ενισχύει τους κοτζαμπάσηδες του κόμματος του», Γ. Δημακόπουλος, Διοικητική, σ. 171, Κ. Βακαλόπουλος,Δοκίμια, σ. 145, Pouqueville, Τ4, σ. 311 «Η κομματική διαχείριση ήταν και ο φόβος του λόρδου Βύρωνα», Finlay, T2, σ. 43, 47. Πληρέστερα για όλη την «ατάσθαλο» διαχείριση βλέπε: Τάσος Ηλιαδάκης, Εξωτερικός Δανεισμός και δανειακή κοινωνικοποίηση στην Ελλάδα 1824-1940 (διδακτορικό, Πάντειο), σ. 28-30.
[5] Παπατσώνης, σ. 79, Αρχείο Μαυροκορδάτου, Τ4, σ. 509-510, Α. Βακαλόπουλος, Ο χαρακτήρας, σ. 217, Finlay, Τ2, σ. 43, 47, Howe, σ. 94.
[6] Παπατσώνης, σ. 79.
[7] Αρχείο Μαυροκορδάτου, Τ4, σ. 509, 510.
[8] Φωτάκος, Τ, σ. 514, Herzberg, T2, σ. 196, Σπηλιάδης, T2, σ. 169, 205, Μ. Οικονόμου, Τ2, σ. 10, 25, Κ. Βακαλόπουλος, Δοκίμια, σ. 44, Γ. Κολοκοτρώνης, απ., σ. 106, Κασομούλης, T2,  σ. 24, 25, Θ. Ρηγόπουλος, σ. 41, 54, Φραντζής, Τ2, σ. 295, 330, Α. Βακαλόπουλος, Τα Ελληνικά, σ. 185-186.
[9] Finlay, T2, σ. 45, 46, Μακρυγιάννης, σ. 259, Φραντζής, T2, σ. 479, σημ. 1, Dakin, Ο αγώνας, σ. 164, Τ. Σταματόπουλος, Εσωτερικός, Τ3,σ. 400-401, Σπηλιάδης, Τ4, σ. 63, Κ. Βακαλόπουλος, Δοκίμια, σ. 144, Καν. Δεληγιάννης, T2, σ. 244.
[10] Κ. Παπαρρηγόπουλος, σ. 167, Μακρυγιάννης, σ. 181.
[11] Μ. Οικονόμου, T2,σ. 10, Σπηλιάδης, T2, σ. 274-275, Θ. Ρηγόπουλος, σ. 266, Καν. Δεληγιάννης, T, σ. 244-245, Γ. Κολοκοτρώνης, απ., σ. 99.
[12] Αρχεία Ελ. Παλιγγενεσίας, Τ4, σ. 456, Prokes Osten, Τ1, σ. 439, 440, Γ. Κολοκοτρώνης, απ., σ. 99.
[13] Α. Βακαλόπουλος, Τα Ελληνικά, σ. 187, Μ. Οικονόμου, T2,σ. 25, Σπηλιάδης, T, σ. 260 σημ. 1.
[14] Κ. Παπαρηγόπουλος, σ. 171, Α. Ανδρεάδης, Ιστορία, σ. 47.
[15] Χ. Βυζάντιος, σ. 83.
[16] Φωτάκος, T2, σ. 293, Αρχεία ΕΠ, Τ4, σ. 244, Θ. Ρηγόπουλος, σ. 41 «…δεν αφήκεν λεπτόν», Ι. Ορλάνδος, Απολογούμενος, σ. 46 «Η κυβέρνηση δεν είχε χρήματα να πληρώσει του γραφείου της τα έξοδα».
[17] Θ. Ρηγόπουλος, σ. 41.
[18] Μ. Οικονόμου, Τ1, σ. 315, Κοντάκης, σ. 84, Θ. Ρηγόπουλος, σ. 302, Παπαρηγόπουλος, σ. 137, 154, Φωτάκος, T2, σ. 55, 67, Σπηλιάδης, Τ1, σ. 461, 523, T2, 61, 226, 338, Π. Χιώτης, Τ4, σ. 506, Σ. Τρικούπης, Τ3, σ. 187, Prokes Osten, Τ1,σ. 331, Γερβίνος, Τ1, σ. 527, Τ2, σ. 89, Ανδρεάδης, Ιστορία, σ. 19, 47.
[19] Dakin, Ο αγώνας, σ. 202.
[20] Σπηλιάδης, T, σ. 37, 61, Θ. Ρηγόπουλος, σ. 40, 302, Φωτάκος, Τ1, σ. 500, Prokes Osten, Τ1, σ. 324, 332.
[21] Αρχείο Λόντου, Τ2, σ. 283.
[22] Σπηλιάδης, Τ1 ,σ. 528, T2, σ. 102, Φωτάκος, Τ1, σ. 538, Γερβίνος, T2, σ. 118, Γ. Κολοκοτρώνης, Υπομνήματα, σ. 117, Μακρυγιάννης, σ. 525, Σπάρο, σ. 118.
[23] Prokes Osten, Τ1, σ. 313.
[24] Καποδίστριας, Επιστολαί, Τ1, σ. 309.
[25] Λ. Μακκάς, Η εν τοις δημοσίοις, σ. 23, Α. Μάμουκας, Τ11, σ. 555 κ.ε.
[26] Σαβ. Σπέντζας, Φορολογία και Δημόσιο Χρέος, σελ. 85
[27] Τ. Ηλιαδάκης, Εξωτερικός, σ. 33.
[28] Το Ελληνικό Δημόσιο θα εξοφλήσει τους ομολογιούχους το 1889. Προς τούτο δανείσθηκε από την Τράπεζα Κωνσταντινουπόλεως 15 εκ. φρ., το οποίο θα ξεχρεωθεί το 1921, Τ. Ηλιαδάκης, Εξωτερικός, σ. 34.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου