Νέα Πολιτική
του Αντώνη Παπαγιαννίδη*
Δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά, που η σχέση μας με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αποκτά αμφίθυμο, αν μη σχιζοειδή χαρακτήρα .
Με πρωταγωνιστή τον Γιώργο Κατρούγκαλο, με μεγάλο μπρίο το καταγγέλλουμε και ξορκίζουμε και θέλουμε να το αποδιώξουμε το ΔΝΤ ως φωλιά εχιδνών του επικατάρατου νεοφιλελευθερισμού – «είναι τόσο ακραίες οι διαφορές μας με το ΔΝΤ, ώστε καμιά ουσιώδης συζήτηση δεν θα μπορούσε να γίνει αν δεν είχαμε ένα κείμενο αναφοράς» [όπως εκείνο της Διεθνούς Επιτροπής με συμμετοχή Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κλπ.] ενώ επιπλέον «θα γίνει προσπάθεια απομόνωσης του ΔΝΤ στην επερχόμενη διαπραγμάτευση».
Περίπου στην ίδια φάση, παρενέβη από την Νέα Υόρκη ο Αλέξης Τσίπρας, υπενθυμίζοντας ότι έχει σημασία για την Ελλάδα να αποφασίσει το Ταμείο «αν θα μείνει ή αν θα φύγει» όμως βασικότερο όλων «είναι να υπάρξει μια σταθερή λύση, που σημαίνει βιώσιμη λύση. Μια λύση [για το χρέος εννοούσε] είναι καλή όχι μόνο ως προς τα ποσοτικά της, αλλά και στην ώρα της». Για να έχει νόημα η πρωθυπουργική αποστροφή, χρειάζεται ένα ξεκαθάρισμα των θέσεων της χώρας ως προς το Ταμείο.
Διότι την ίδια στιγμή, και ενώ έφευγε από την Αθήνα η Τρόικα /Κουαρτέτο , μας ξέμεινε για αρκετές ημέρες η καλή μας φίλη Ντέλια Βελκουλέσκου, η συμβολική παρουσία που ενσωματώνει όλη την ιδιότυπη σχέση άσπονδων φίλων που μας συνδέει με το ΔΝΤ. Είναι απλό και χρειάζεται να γίνει κατανοητό: από την δική του Έκθεση, του ΔΝΤ, για την (μη) βιωσιμότητα του Ελληνικού χρέους/DSA-debt sustainability analysis θα εξαρτηθεί η οποιαδήποτε -σοβαρή – συζήτηση για το χρέος. Μπορεί η συνδρομή της αμερικανικής κυβέρνησης να είναι σημαντική προς την κατεύθυνση αυτή, αν και τώρα πια βρίσκεται σε αποδρομή η κυβέρνηση Ομπάμα και θα αποτελούσε έκπληξη να επενδύσει ουσιαστικά στην ελληνική υπόθεση . Πάντως χωρίς την λειτουργική στήριξη του ελληνικού αιτήματος για άνοιγμα της συζήτησης για το χρέος από το ΔΝΤ, τέτοια συζήτηση δεν θα προκύψει . Πολύ λιγότερο ,δε, θα υπάρξει αληθινή κίνηση για περιορισμό των εξωπραγματικών πρωτογενών πλεονασμάτων – τα οποία έχουν συμφωνηθεί, πλην δεν παύουν να είναι εξωπραγματικά…
Κάπου εκεί έρχεται να προστεθεί η παραμονή Βελκουλέσκου στην Αθήνα καθώς και η Έκθεση που προέκυψε και τάραξε τα νερά σχετικά με την κατάσταση , τις προοπτικές και – το κυριότερο – τις επιλογές της ελληνικής οικονομίας. Ήταν αυτά βήματα στην διαδικασία με την οποία συγκεντρώνονται/επικαιροποιούνται/τσεκάρονται στοιχεία για την διαβόητη Article IV Consultation, δηλαδή την διαβούλευση/αξιολόγηση της Ελληνικής οικονομίας στα πλαίσια του ΔΝΤ και των κανόνων και διαδικασιών του: ετοιμάζεται πρώτα μια τεχνική έκθεση/Staff Report, ύστερα τοποθετούνται επ’ αυτής ενώπιον του Εκτελεστικού Συμβουλίου/Executive Board του Ταμείου οι εκπρόσωποι των μελών (καθ’ ομάδες) και τελικά προκύπτει, με βάση κάτι σαν consensus, ο τελικός χρησμός για την χώρα.
Οι άνθρωποι όμως του ΔΝΤ έχουν μπροστά τους και την αξιολόγηση του ίδιου του Ταμείου για τις επιδόσεις του στα Ελληνικά Προγράμματα. Το πρώτο τέτοιο Πρόγραμμα, χτισμένο με τα χέρια του ίδιου του ΔΝΤ το 2010 υπέστη δεινή κριτική στο ίδιο το Ταμείο, με εξωτερικούς αξιολογητές. Το δεύτερο Πρόγραμμα, εκείνο που στήθηκε το 2012 με βάση την αποτυχία του πρώτου, είναι εκείνο που αξιολογείται τώρα: οι αστοχίες του δεύτερου Προγράμματος είναι δεδομένες , αφού… οδήγησε στο τρίτο – και πλέον τραυματικό – που τώρα εφαρμόζεται.
Η αξιολόγηση αυτή θα είναι εσωτερική, των μηχανισμών του Ταμείου. Γι’ αυτό, το συνολικό κλίμα , δηλαδή το συνολικό στίγμα του πού αληθινά βρίσκεται η Ελληνική οικονομία (τις προοπτικές της οποίας κατ’ επανάληψιν και κατ’ εξακολούθησιν είχε «διαβάσει» λάθος και προβλέψει ακόμη πιο λάθος το ίδιο το ΔΝΤ!) έχει ιδιαίτερη σημασία. Εκεί λοιπόν βρισκόμαστε . Ας αποφασίσουμε τι θέλουμε, αλλά και τι αντέχουμε – άπαξ και δια παντός. – με το ΔΝΤ.
*Συνεργάτης της Νέας Πολιτικής (δημοσιεύθηκε στο kontra news)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου