Δευτέρα 8 Ιουνίου 2015

Γαλλία 1984 – Ελλάδα 2015, βίοι παράλληλοι;

ΕΛευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση

Ο Ζορζ Μαρσέ (στο κέντρο), γραμματέας του Γαλλικού ΚΚ μεταξύ 1972 και 1994, με τους τέσσερις κομμουνιστές υπουργούς της κυβέρνησης Μορουά (1981-1984). Από αριστερά προς τα δεξιά Μαρσέλ Ριγκού, υφυπουργός εππαγελματικής εκπαίδευσης, Ανισέ Λε Πορς, υπουργός Δημόσιας Διοίκησης, Ζορζ Μαρσέ, Ζακ Ραλίτ, υπουργός Υγείας, Σαρλ Φιτερμάν, υπουργός Μεταφορών.

του Στάθη Κουβελάκη
μετάφραση : Christine Cooreman
Μεταξύ 1983 και 1988, προπτυχιακός φοιτητής οικονομικών και, κατόπιν, φιλοσοφίας στη Γαλλία, ήμουν μέλος του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας στο Παρίσι (στο 6οκαι, στη συνέχεια, στο 18ο διαμέρισμα) και της Ένωσης Κομμουνιστών Φοιτητών (UEC), στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ – στην γαλλική παράδοση μπορεί κανείς μετά τα 18 να είναι ταυτόχρονα μέλος του κόμματος και της οργάνωσης νεολαίας. Την εποχή εκείνη, το Γαλλικό ΚΚ Γαλλίας συμμετείχε στην κυβέρνηση με τους σοσιαλιστές, από την οποία θα αποχωρήσει μετά την πανωλεθρία των ευρωεκλογών του Μάη του 1984.
Η εντεινόμενη εκλογική καθίζηση πυροδότησε μιας μείζονα -αλλά και ενδιαφέρουσα- κρίση εντός του κόμματος που θα καταλήξει στην αποχώρηση χιλιάδων μελών και στο εγχείρημα της υποψηφιότητας του αποχωρήσαντος μέλους του Πολιτικού Γραφείου Πιέρ Ζυκέν στις προεδρικές εκλογές του 1988.
Στις αρχές 1984, είχα παρουσιάσει ειδικότερα στον πυρήνα του κόμματός μου την εισήγησητου Ζωρζ Μαρσαί στην ολομέλεια της κεντρικής επιτροπής που εξηγούσε ότι «το κεκτημένο της κυβέρνησης αυτής είναι ανώτερο αυτού του Λαϊκού Μετώπου και της Απελευθέρωσης μαζί». Στο Παρίσι, στον τοπική μου οργάνωση, το κλίμα ήταν καλό και η συζήτηση αρκετά ανοιχτή. Όμως, στην Ένωση Κομμουνιστών Φοιτητών δεν σήκωνε αστεία. Η παραμικρή κριτική προς την κυβέρνηση γινόταν αιτία επιθετικών σχολίων. Βασιζόμενος σε στοιχεία αλλά και σε συγκεκριμένα παραδείγματα που είχα αποκομίσει από την συνδικαλιστική μου εμπειρία στην UNEF-SE (φοιτητική ομοσπονδία υπό τον έλεγχο του ΓΚΚ), είχα προσπαθήσει να αποδείξω στους συντρόφους ότι η κυβέρνηση στην οποία συμμετείχαν οι κομμουνιστές συνέχιζε στην πραγματικότητα την πολιτική συρρίκνωσης της παρουσίας του Κράτους (ειδικότερα στο CROUS, τον οργανισμό εστίας, διατροφής και υποτροφιών των φοιτητών) που είχε εγκαινιάσει η Δεξιά και ότι οι δαπάνες ανά φοιτητή συνέχιζαν να μειώνονται. Μου έδωσαν να καταλάβω ότι έπρεπε να το βουλώσω.

Μερικούς μόλις μήνες αργότερα, η κομματική «γραμμή» είχε κάνει στροφή 180 μοιρών. Το κόμμα δεν ήταν πια στην κυβέρνηση και δεν έχανε ευκαιρία να καταγγείλει τους σοσιαλιστές. Έπρεπε λοιπόν να εκμεταλλευτούμε κάθε ευκαιρία για να οργανώνουμε «δράσεις». Το υπό κομματικό έλεγχο συνδικάτο CGT (Γενική Συνομοσπονδία Εργαζομένων) είχε δώσει το παράδειγμα μέσα από «καταδρομικές δράσεις», όπως αυτές στο εργοστάσιο της SKF, στο Ιβρύ. Στόχος ουδέποτε ήταν όμως να δοθεί ώθηση σε πραγματικές κινητοποιήσεις. Το σκεπτικό ήταν μάλλον να χρησιμοποιούνται με εργαλειακό τρόπο τα μέλη του κόμματος, των οργανώσεων νεολαίας ή του συνδικάτου για να δοθεί μια επίφαση αντιπολίτευσης και να ξεχαστούν τα πικρά ποτήρια που είχαμε καταπιεί την περίοδο της συμμετοχής στην κυβέρνηση. Ηρθε λοιπόν εντολή άνωθεν να κάνουμε το ίδιο στο πανεπιστήμιό μου και να αποδοκιμάσουμε δημόσια έναν υπουργό ή ένα στέλεχος της κυβέρνησης, δεν θυμάμα πια ακριβώς περί τίνος επρόκειτο, που θα επισκέπτονταν το πανεπιστήμιο. Εξέφρασα την αντίθεσή μου σε αυτή τη δράση, που εκτιμούσα ότι ήταν σε πλήρη αντίθεση με τη διάθεση των φοιτητών και που δεν μπορούσε παρά να μας απομονώσει ακόμη περισσότερο. Δεν θ’αναφερθώ εδώ στο υστερικό αντικομουνιστικό κλίμα που κυριαρχούσε τότε στη Γαλλία και που συνδυάζονταν με το μικροκλίμα που επικρατούσε στο πανεπιστήμιο μεταξύ των πολιτικοποιημένων φοιτητών της Ναντέρ, όπου κυριαρχούσαν οι ονομαζόμενοι «λαμπερτιστές» τροτσκιστές[1] . Ως συνήθως, δέχτηκα τις επιθέσεις των υπερασπιστών της κομματικής γραμμής. Αυτό όμως που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν το θράσος με το οποίο αντιμετωπιζόμουν ως «συνένοχος του Σοσιαλιστικού κόμματος» από εκείνους ακριβώς που, πριν λίγο, δεν δέχονταν την παραμικρή κριτική προς την σοσιαλιστική κυβέρνηση Μωρουά. Και που, επί πλέον, ισχυρίζονταν πως είχαν ανέκαθεν δίκαιο.
Για ποιο λόγο διηγούμαι τώρα αυτές τις παλιές βαρετές ιστορίες; Διότι, σήμερα, είμαι μέλος ενός κόμματος που δεν συμμετέχει απλά αλλά αποτελεί τον κορμό της κυβέρνησης, στην Ελλάδα βεβαίως. Και με εντυπωσιάζει εξ ίσου το γεγονός ότι ορισμένοι που, πριν μερικούς μήνες, δεν μπορούσαν να δεχθούν τις κριτικές μου απέναντι στη «γραμμή», όταν έλεγα (μαζί με τους συντρόφους της Αριστερής Πλατφόρμας) ότι ήταν ψευδαίσθηση το να θεωρεί κανείς ότι οι Ευρωπαίοι θα δέχονταν να επαναδιαπραγματευτούν το χρέος και θα μας άφηναν να εφαρμόσουμε ανενόχλητοι το (υποτίτεται) «εκτός διαπραγμάτευσης» πρόγραμμά μας στα πλαίσια του ευρώ. Οι ίδιοι, λοιπόν, που μιλούσαν πριν με ενθουσιασμό για την «Ευρώπη που αλλάζει» και που απέδιδαν περίπου μαγικές ιδιότητητες στην «διαπραγμάτευση», λένε σήμερα «σταμάτα να φωνάζεις και να υποσκάπτεις, δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά, οι συσχετισμοί δυνάμεων είναι εναντίον μας, εξ’άλλου ο «κόσμος» συμφωνεί με όσα κάνουμε, δεν θέλει ρήξεις κλπ.» Και, βέβαια, θεωρούν επίσης πως ανέκαθεν είχαν δίκιο.<
Βέβαια, κατά κανέναν τρόπο ο Σύριζα δεν είναι το Γαλλικό ΚΚ της εποχής Μαρσαί. Έχουμε την δυνατότητα να εκφράζουμε τη διαφορετική άποψη, υπάρχουν τάσεις, η εσωκομματική συζήτηση συνεχίζει να διεξάγεται παρά τις δυσκολίες αλλά φοβάμαι πως αρχίζει να εγκαθίσταται μια αποπνικτική ατμόσφαιρα, που είχαμε ήδη βιώσει στην πορεία προς το ιδρυτικό συνέδριο. Από την άλλη, δεν παύει να είναι πικρή το να διαπιστώνεις, με την απόσταση τριών δεκαετιών, την ακαμψία της γραφειοκρατικής λογικής και τον αυτιστικό της χαρακτήρα, ειδικά όταν παίρνει τα χαρακτηριστικά του κυβερνητισμού. Αν συνεχίσει όμως να αναπαράγεται, όπως συνέβη στην περίπτωση του γαλλικού κόμματος, δεν μπορεί παρά να καταλήξει στην αυτοκαταστροφή και τον κατασπατάληση δυνάμεων και ελπίδων που, όσο εύθραυστες κι αν αποδείχτηκαν, χρειάστηκαν πολλές δεκαετίας σκληρής προσπάθειας για να μπορέσουν να σταθούν και να δώσουν τη μάχη.

[1] Λαμπερτιστές: κίνημα τροτσκιστών διαφωνούντων της 4ης Διεθνούς, που πήρε το όνομά του από τον ηγέτη του, που πέθανε το 2008, Pierre Broussel ή Lambert.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου