analyst
Σύμφωνα με μελέτες, η έξοδος από την Ευρωζώνη δημιουργεί προβλήματα σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα: στο διαδικαστικό, στο κοινωνικό, στο οικονομικό και στο πολιτικό.
(α) Ήδη το διαδικαστικό επίπεδο της ελεγχόμενης επιστροφής στο εθνικό νόμισμα, θεωρείται εξαιρετικά περιπετειώδες – κατά πολλούς, ένας τρομακτικός εφιάλτης: οι Ισολογισμοί των επιχειρήσεων πρέπει να μετατραπούν στο νέο νόμισμα, όπως επίσης οι συντάξεις, οι ασφάλειες ζωής, οι υποθήκες, τα χρέη των πιστωτικών καρτών, οι λογαριασμοί, οι μεταχρονολογημένες επιταγές (τις οποίες μάλλον θα πάψουν να προεξοφλούν οι τράπεζες λίγους μήνες πριν, επικαλούμενες άλλες «δικαιολογίες»), οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, οι τιμοκατάλογοι, τα παρκόμετρα κοκ.
Η πλέον προβληματική παράμετρος θα ήταν τα εξωτερικά χρέη των επιχειρήσεων της χώρας, η οποία εγκαταλείπει το κοινό νόμισμα. Εάν μετέτρεπε κανείς τα χρέη στο νέο νόμισμα, στη δραχμή δηλαδή, σε μία συναλλαγματική ισοτιμία που θα καθοριζόταν ελεύθερα από το Κοινοβούλιο, η αναμενόμενη υποτίμηση θα οδηγούσε σε μία μερική «στάση πληρωμών» των περισσοτέρων επιχειρήσεων – αφού θα περίμεναν να υποτιμηθεί η δραχμή, πριν αποφασίσουν να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
Αντίθετα, εάν τα χρέη παρέμεναν σε ευρώ, τότε οι περισσότεροι οφειλέτες, κυρίως οι επιχειρήσεις, θα οδηγούνταν στη χρεοκοπία – αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν με τις συναλλαγματικά αυξημένες υποχρεώσεις τους. Τα ίδια προβλήματα θα αντιμετώπιζαν και οι ξένες επιχειρήσεις ή οι ιδιώτες, σε σχέση με τις καταθέσεις τους στις τράπεζες του εσωτερικού.
Σε γενικές γραμμές πάντως, η δραχμή θα ήταν εις βάρος των δανειστών και προς όφελος των οφειλετών,αφού τα χρέη τους θα μειωνόντουσαν, ανάλογα με την υποτίμηση που θα ακολουθούσε – ενώ τα περιουσιακά στοιχεία και οι αμοιβές τους θα «ακολουθούσαν» την υποτίμηση, αυξανόμενα ανάλογα.
Συνεχίζοντας, η αλλαγή στη δραχμή θα έπρεπε να συμβεί ξαφνικά – ενδεχομένως μία Δευτέρα, η οποία θα ήταν εθνική αργία, έτσι ώστε να είναι κλειστές οι τράπεζες. Η αιτία είναι το ότι, το μεγαλύτερο πρόβλημα της εισαγωγής ενός νέου νομίσματος, το οποίο συνήθως υποτιμάται ραγδαία, είναι η βιαστική, μαζική «απόδραση» των κεφαλαίων.
Εάν δηλαδή γνωρίζουν οι Πολίτες ότι θα αλλάξει το νόμισμα, φοβούμενοι εύλογα ότι η αγοραστική αξία των αποταμιεύσεων τους θα μειωθεί δραματικά, τότε αποσύρουν μαζικά τις καταθέσεις τους, με στόχο να τις επενδύσουν είτε σε ξένο συνάλλαγμα (δολάρια κλπ.), είτε σε εμπράγματες αξίες – κτίρια, οικόπεδα κλπ.
Ίσως οφείλει να σημειωθεί εδώ ότι, σε περίπτωση αλλαγής του νομίσματος, τα διατηρούμενα σε τραπεζικές θυρίδες Ευρώ μάλλον δεν θα προστατεύονταν – αφού πιθανότατα θα ανοίγονταν υποχρεωτικά οι θυρίδες, παρουσία εκπροσώπων του δημοσίου. Η αλλαγή βέβαια δεν προϋποθέτει χρόνο εκτύπωσης νέων νομισμάτων – αφού αρχικά χρησιμοποιούνται τα παλαιότερα.
Φυσικά επιβάλλονται έλεγχοι στη διακίνηση των κεφαλαίων, όπως στο παράδειγμα της Κύπρου, ενώ αργότερα, όταν τυπωθεί το νέο νόμισμα, οι Πολίτες είναι υποχρεωμένοι να ανταλλάξουν τα ευρώ με αυτό – αφού οτιδήποτε άλλο θεωρείται παράνομο. Η απόσυρση των «ελληνικών ευρώ» (τα ελληνικά χαρτονομίσματα έχουν έναν αριθμό σειράς, επάνω δεξιά, ο οποίος ξεκινάει με το Υ, τα γερμανικά με το Χ, τα γαλλικά με το U, τα ιταλικά με το S κοκ., οπότε είναι δυνατόν να προσδιορισθούν, εάν τυχόν χρειαστεί – αν και είναι διεσπαρμένα παντού), από τις υπόλοιπες χώρες, δεν θεωρείται πάντως μία εύκολη διαδικασία.
Περαιτέρω, οι μαζικές αναλήψεις (bank run) οδηγούν αναπόφευκτα στην κατάρρευση τόσο του τραπεζικού συστήματος, όσο και των επενδύσεων στο εσωτερικό της χώρας – γεγονότα που ήδη συμβαίνουν στην Ελλάδα, αν και σε σχετικά περιορισμένη έκταση.
Επομένως, με στόχο την αποφυγή τέτοιων καταστάσεων, η εισαγωγή του νέου νομίσματος γίνεται συνήθως ξαφνικά, απροειδοποίητα και μέσα σε μία νύχτα – ενώ τόσο οι τράπεζες, όσο και τα χρηματιστήρια παραμένουν κλειστά την επόμενη ημέρα, εάν κριθεί σκόπιμο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε να αποφευχθεί η «εξτρεμιστική» κατάρρευση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του νέου νομίσματος.
Η φυγή των κεφαλαίων στο εξωτερικό δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα της εισαγωγής ενός νέου νομίσματος – αφού η μαζική τοποθέτηση κεφαλαίων σε ακίνητα ή σε χρυσό, έτσι ώστε να αποφευχθεί η μείωση της αγοραστικής τους αξίας, περιορίζει σημαντικά την παραγωγικότητα της χώρας για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ δημιουργεί υπερβολές (φούσκες), οι οποίες προκαλούν μεγάλες ζημίες στην Οικονομία της.
Ίσως λοιπόν να μην είναι τόσο παράδοξη η συνεχιζόμενη ύφεση στη χώρα μας, παράλληλα με την περιορισμένη μείωση των τιμών των ακινήτων – αφού ο φόβος της επιστροφής στη δραχμή, ο οποίος είναι διάχυτος, έχει ακριβώς αυτές τις συνέπειες.
(β) Περαιτέρω, η δραστική υποτίμηση του νέου νομίσματος έχει σημαντικές κοινωνικές συνέπειες – αφού οδηγεί σε μία άδικη αναδιανομή εισοδημάτων, προς όφελος αυτών που διαθέτουν περισσότερα χρήματα στο εξωτερικό ή άλλου είδους εμπράγματα περιουσιακά στοιχεία και εις βάρος αυτών που έχουν καταθέσεις στο εσωτερικό, των μισθωτών και των συνταξιούχων.
Για παράδειγμα, οι ιδιοκτήτες ασφαλειών ζωής ή άλλων συνταξιοδοτικών προγραμμάτων ευρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση, σε σχέση με τους κατόχους ακινήτων – αφού η αγοραστική αξία των χρημάτων περιορίζεται, ενώ η τιμή πώλησης των ακινήτων αυξάνεται, ανάλογα με την υποτίμηση του νέου νομίσματος.
Το γεγονός αυτό αντιμετωπίζεται συνήθως από τα κράτη, με την ψήφιση μεγαλύτερων φόρων στην ακίνητη περιουσία, έτσι ώστε αφενός μεν να επιβαρύνεται ανάλογα με τις αποταμιεύσεις σε μετρητά, αφετέρου να αυξάνονται τα έσοδα του δημοσίου – μία αύξηση απαραίτητη, έτσι ώστε να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της διάσωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε περίπτωση επιστροφής στο εθνικό νόμισμα, με την ενίσχυση των τραπεζικών κεφαλαίων.
(γ) Στο σημείο αυτό εμφανίζεται η οικονομική διάσταση του προβλήματος: Η έξοδος από την Ευρωζώνη, η οποία συνοδεύεται από την υποτίμηση του νέου νομίσματος, έχει νόημα μόνο με τη βοήθεια της ελεγχόμενης χρεοκοπίας – με τη μεγάλη διαγραφή χρέους δηλαδή, αφού διαφορετικά δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν οι συνέπειες και το κόστος.
(δ) Τέλος, η πολιτική διάσταση έχει άμεση σχέση με τις κοινωνικές αναταραχές, οι οποίες προκαλούνται από τη ραγδαία μείωση του βιοτικού επιπέδου της χώρας που εξέρχεται από το Ευρώ – αφού μία υποτίμηση της τάξης του 50% έχει σαν αποτέλεσμα μία ανάλογη μείωση του ΑΕΠ σε ξένο συνάλλαγμα, τον περιορισμό των μισθών, των συντάξεων, καθώς επίσης πολλών άλλων αξιών.
Για να τις αποφύγει η χώρα που εγκαταλείπει την Ευρωζώνη, είναι απαραίτητη η παροχή βοήθειας από όλες τις υπόλοιπες – έτσι ώστε να επανέλθει γρήγορα η οικονομία της. Επίσης, η πολιτική ηγεσία της από μία διακομματική κυβέρνηση, η οποία να μπορεί να χειρισθεί ένα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας της, έτσι ώστε να μην επαναστατήσει.
Ολοκληρώνοντας, η απειλή διάχυσης της κρίσης στις υπόλοιπες χώρες, οι Πολίτες των οποίων θα προσπαθήσουν να προστατευθούν από ανάλογες καταστάσεις, είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπισθεί – κάτι που τεκμηριώνεται από το γράφημα που ακολουθεί.
.
.
Σύμφωνα με το παραπάνω γράφημα, εκτός από την τρομακτική αύξηση των επιτοκίων των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, αυξήθηκα απότομα τα επιτόκια δανεισμού των υπολοίπων χωρών του νότου, λόγω των φόβων χρεοκοπίας της Ελλάδας, οι οποίοι εμφανίσθηκαν ξανά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου