Ινφογνώμων Πολιτικά
Πρόκειται για μία παραλλαγή της θεωρίας των παιγνίων, όπου δεν μπορεί να αποκλεισθεί η ακραία μετωπική σύγκρουση της Ελλάδας με τη Γερμανία – με άγνωστες συνέπειες για τις δύο χώρες, για το ευρώ, για την ευρωζώνη και για τον πλανήτη.
Πρόκειται για ένα σενάριο, για μία «πρόβα υπερβολικού θάρρους», κατά το οποίο δύο αγωνιστικά αυτοκίνητα ευρίσκονται σε πορεία σύγκρουσης, κατευθυνόμενα το ένα επάνω στο άλλο, με πλήρη ταχύτητα - με τελικό αποτέλεσμα όποιος οδηγός στρίψει κάποια στιγμή, για να αποφύγει το θάνατο, να θεωρείται πως τεκμηριώνει το φόβο και τη δειλία του, οπότε χάνει το παιχνίδι.
Εάν όμως κανένας οδηγός δεν χάσει το θάρρος του και δεν στρίψει το αυτοκίνητο του, αποδεικνύει μεν ότι δεν είναι δειλός, περνώντας με επιτυχία την πρόβα, αλλά δεν έχει καμία προσωπική ωφέλεια – αφού, συγκρουόμενος με τον «αντίπαλο» του, χάνει τη ζωή του.
Στην επιστημονική του μορφή, πρόκειται για το μοντέλο ενός παιχνιδιού δύο ατόμων με δύο στρατηγικές (αποφυγή, παραμονή) – όπου η «εξόφληση» του, η «πληρωμή της αμοιβής του νικητή» σε μονάδες χρησιμότητας, μοιάζει με τον πίνακα που ακολουθεί:
.
.
Τη μεγαλύτερη δυνατή ωφέλεια (6) την έχει εκείνος ο οδηγός που συνεχίζει να οδηγεί ψύχραιμα εναντίον του άλλου, ο οποίος δειλιάζει και στρίβει για να αποφύγει τη σύγκρουση – έχοντας μεν ηττηθεί στο παιχνίδι, αλλά παραμένοντας ζωντανός, οπότε η ωφέλεια του είναι 2 μονάδες. Εάν στρίψουν και οι δύο, τότε η ωφέλεια είναι τέσσερις μονάδες – επειδή κανένας δεν έχασε την τιμή και την υπόληψη του (το «πρόσωπο» του), ενώ παρέμεινε ζωντανός.
Το παιχνίδι έχει τρία σημεία «ισορροπίας του Nash» (από το όνομα του μαθηματικού J. Nash) – ένα κεντρικό σημείο της μαθηματικής θεωρίας των παιγνίων, το οποίο περιγράφει, σε παιχνίδια μη συνεργασίας, το συνδυασμό στρατηγικών, όπου ο κάθε παίκτης επιλέγει ακριβώς μία στρατηγική,με βάση την οποία κανένας από τους συμμετέχοντες δεν μπορεί να αποφύγει τη δική του στρατηγική.
Σε ένα τέτοιο «σημείο ισορροπίας» ο εκάστοτε παίκτης συμφωνεί με τη στρατηγική που επέλεξε και εκ των υστέρων, με την έννοια ότι δεν θα την άλλαζε ακόμη και αν γνώριζε το αποτέλεσμα – γεγονός που σημαίνει ότι, οι στρατηγικές όλων ήταν οι καλύτερες δυνατές.
Τα δύο σημεία «ισορροπίας του Nash» προέρχονται από τις καθαρές στρατηγικές (αποφυγή σύγκρουσης/συνέχιση πορείας του οδηγού α – συνέχιση πορείας/αποφυγή σύγκρουσης του οδηγού β), ενώ το τρίτο από τις μικτές στρατηγικές – όπου και οι δύο παίκτες συνεχίζουν την πορεία τους, με πιθανότητα 50%.
.
Όταν το παιχνίδι διεξάγεται στην πραγματική ζωή, τότε οι παίκτες έχουν περισσότερες από δύο επιλογές (στρατηγικές) - με την έννοια ότι, δεν αποφασίζουν μόνο εάν συγκρουστούν ή εάν αποφύγουν τη σύγκρουση αλλά, μεταξύ άλλων, σε ποιά χρονική στιγμή θα στρίψει ο καθένας το τιμόνι.
Υπάρχει επί πλέον η πιθανότητα να στρίψουν την ίδια στιγμή, προς την ίδια κατεύθυνση, οπότε να συγκρουστούν χωρίς να το έχουν προγραμματίσει – καθώς επίσης να διεξάγουν διαπραγματεύσεις ή να χρησιμοποιήσουν άλλα μέσα (ΜΜΕ κλπ.), με στόχο να επηρεάσουν τη συμπεριφορά του αντιπάλου τους, πριν ακόμη ξεκινήσει το παιχνίδι.
Για παράδειγμα, να χρησιμοποιήσουν διάφορα τεχνάσματα, για να πείσουν τον άλλο ότι δεν θα αλλάξουν σε καμία περίπτωση οι ίδιοι πορεία, δεν θα χάσουν το θάρρος τους ή/και δεν κινδυνεύουν να πεθάνουν από τη σύγκρουση – κάτι που μάλλον διαπιστώνεται σήμερα, από τις κινήσεις της Γερμανίας.
Ολοκληρώνοντας, το μη ορθολογικό παιχνίδι, το ονομαζόμενο «παιχνίδι του τρελού ή του μεθυσμένου», μπορεί να έχει επίσης σημαντικά πλεονεκτήματα – όπου, για παράδειγμα, ο ένας από τους δύο παίκτες πίνει πολύ πριν από το ξεκίνημα του αγώνα, έτσι ώστε να πείσει τον αντίπαλο του πως δεν θα συμπεριφερθεί λογικά αποφεύγοντας τη σύγκρουση, επειδή θα είναι μεθυσμένος.
Πρόκειται για μία στρατηγική που ακολουθείται πολύ συχνά στην πολιτική, όπου η μία από τις δύο συγκρουόμενες «παρατάξεις» προσπαθεί να αποδείξει στην άλλη είτε ότι δεν καταλαβαίνει το ρίσκο των ενεργειών της, είτε ότι δεν έχει τίποτα να χάσει - οπότε της είναι αδιάφορη η σύγκρουση.
Μία από τις παραλλαγές στην πολιτική είναι η «ακροσφαλής διπλωματία» (Brinkmanship), όπου ο αντίπαλος παρουσιάζεται αποφασισμένος να φτάσει στα άκρα, παίρνοντας κάθε ρίσκο – έτσι ώστε να υποχρεώσει τον αντίπαλο του να συνθηκολογήσει.
Ο όρος υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου των Η.Π.Α. με τη Σοβιετική Ένωση, όπου οι αμερικανοί παρουσιάζονταν πρόθυμοι να πάρουν το ρίσκο ενός πυρηνικού πολέμου, εάν οι Ρώσοι δεν σταματούσαν να επεκτείνονται – με συνεντεύξεις σε περιοδικά και εφημερίδες, όπου επιβεβαίωναν την αποφασιστικότητα τους. Για παράδειγμα η κατωτέρω αναφορά, στο περιοδικό Life (Dulles) το 1956:
«Η ικανότητα να ρισκάρεις να φτάσεις στα όρια ενός πολέμου, χωρίς τελικά να οδηγηθείς σε πόλεμο, είναι μία απαραίτητη τέχνη….Εάν φοβάται κανείς να φτάσει στο χείλος του γκρεμού, τότε έχει χάσει το παιχνίδι«.
Περαιτέρω, στη θεωρία των παιγνίων η «ακροσφαλής διπλωματία», την οποία καλείται να χρησιμοποιήσει ενδεχομένως σήμερα η ελληνική κυβέρνηση, ανήκει στην κατηγορία των «στρατηγικών κινήσεων» και επομένως στην υποκατηγορία «απειλή» – με το παρακάτω σχεδιάγραμμα να αναφέρεται στη στρατηγική των Η.Π.Α. εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης.
.
Στο σχεδιάγραμμα το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η μη διεξαγωγή πυρηνικού πολέμου. Επάνω γραμμή: είτε με την υιοθέτηση της «ακροσφαλούς διπλωματίας», η οποία θα οδηγούσε σε υποχώρηση τη Σοβιετική Ένωση (επάνω), οπότε σε μη πυρηνικό πόλεμο, είτε με διεύρυνση της ακροσφαλούς διπλωματίας (κάτω), με αύξηση του ρίσκου. Κάτω γραμμή: καμία απειλή και κανένας πυρηνικός πόλεμος.
.
Ολοκληρώνοντας, όλα τα παραπάνω είναι στρατηγικές με μεγάλο ρίσκο, επειδή μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές ζημίες και στους δύο συμμετέχοντες – κυρίως λόγω των λαθών που είναι δυνατόν να συμβούν, κενών απειλών, παρανοήσεων κοκ. Πόσο μάλλον όταν τυχόν χαθεί ο έλεγχος της κατάστασης, με αποτέλεσμα να μην αποφεύγεται η καταστροφή.
.
Εάν θεωρήσουμε ότι και οι δύο πλευρές χρησιμοποιούν τις διάφορες παραλλαγές της θεωρίας των παιγνίων, στη μεταξύ τους σύγκρουση, η ελληνική κυβέρνηση ξεκίνησε με πάρα πολλά λάθη, καθώς επίσης με τεράστιους συμβιβασμούς - κυρίως όμως με ένα μεγάλο μειονέκτημα:
”την παραίτηση της από την απαίτηση διαγραφής (ή παγώματος) ενός μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους της χώρας, χωρίς την οποία αφενός μεν δεν μπορεί να εφαρμοσθεί το πρόγραμμα της κυβέρνησης, αφετέρου είναι αδύνατον να ξεφύγει η Ελλάδα από την παγίδα, επιτυγχάνοντας ανάπτυξη”.
Από την άλλη πλευρά, θεωρούμε σχεδόν βέβαιη την επιμονή της Γερμανίας στις ιδιωτικοποιήσεις, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι θα συμφωνήσει με τη χαλάρωση των μέτρων λιτότητας - αφού ο βασικός σκοπός της είναι η λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων, με έμμεσο στόχο την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν ασφαλώς καταστροφικό για την Ελλάδα, ειδικά σε μία εποχή που έχουν καταρρεύσει οι τιμές όλων των περιουσιακών της στοιχείων - οπότε θα πρέπει να αποφευχθεί με κάθε θυσία.
Η δυσκολία της Ελλάδας, η οποία διευκολύνει τη χρήση της «ακροσφαλούς διπλωματίας» εκ μέρους της Γερμανίας, είναι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές της, καθώς επίσης η μηδενική σχεδόν ρευστότητα των τραπεζών - με βάση την οποία μπορεί εύκολα να εκβιαστεί σε συμβιβασμούς, οι οποίοι θα καταστήσουνσκλάβους χρέους τους Έλληνες, για τα επόμενα εκατό χρόνια.
.
.
Αυτός ήταν πιθανότατα ο λόγος της άτακτης υποχώρησης του υπουργού οικονομικών στην πρώτη συνάντηση του «Euro Group» – όπου ευτυχώς αντέδρασε ο πρωθυπουργός, υποχρεώνοντας τον τελικά να αποσύρει τη συμφωνία του, η οποία ήταν συνώνυμη με μία ήττα κατά κράτος.
© Copyright 2015 — Analyst.gr. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση / αναπαραγωγή περιεχομένων του παρόντος website με οποιοδήποτε τρόπο χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια των εκδοτών.
«Στα παίγνια μη συνεργασίας, όπως αυτό στην Ευρώπη σήμερα, δεν υπάρχουν δεσμευτικές συμφωνίες – οι παίχτες μπορούν να λένε ότι θέλουν, ενώ δεν υπάρχει εκείνος ο εξωτερικός φορέας που θα τους αναγκάσει να κάνουν ότι έχουν υποσχεθεί. Εκτός εάν πρόκειται για ένα στημένο παιχνίδι» (Ι. Ιωάννου)
Άρθρο
Το «παιχνίδι της δειλίας» (chicken game, «παιχνίδι με τη φωτιά»), είναι ένα από τα προβλήματα, από τις αντιπαραθέσεις καλύτερα, με τις οποίες ασχολείται η θεωρία των παιγνίων – ενώ στη βιβλιογραφία είναι γνωστό ως «ακροσφαλής διπλωματία» ή σαν μία παραλλαγή του παιχνιδιού «γεράκι και περιστέρι».Πρόκειται για ένα σενάριο, για μία «πρόβα υπερβολικού θάρρους», κατά το οποίο δύο αγωνιστικά αυτοκίνητα ευρίσκονται σε πορεία σύγκρουσης, κατευθυνόμενα το ένα επάνω στο άλλο, με πλήρη ταχύτητα - με τελικό αποτέλεσμα όποιος οδηγός στρίψει κάποια στιγμή, για να αποφύγει το θάνατο, να θεωρείται πως τεκμηριώνει το φόβο και τη δειλία του, οπότε χάνει το παιχνίδι.
Εάν όμως κανένας οδηγός δεν χάσει το θάρρος του και δεν στρίψει το αυτοκίνητο του, αποδεικνύει μεν ότι δεν είναι δειλός, περνώντας με επιτυχία την πρόβα, αλλά δεν έχει καμία προσωπική ωφέλεια – αφού, συγκρουόμενος με τον «αντίπαλο» του, χάνει τη ζωή του.
Στην επιστημονική του μορφή, πρόκειται για το μοντέλο ενός παιχνιδιού δύο ατόμων με δύο στρατηγικές (αποφυγή, παραμονή) – όπου η «εξόφληση» του, η «πληρωμή της αμοιβής του νικητή» σε μονάδες χρησιμότητας, μοιάζει με τον πίνακα που ακολουθεί:
.
Οδηγός (β) | |||
Αποφυγή σύγκρουσης | Συνέχιση πορείας | ||
Αποφυγή σύγκρουσης | 4/4 | 2/6 | |
Οδηγός (α) | |||
Συνέχιση πορείας | 6/2 | 0/0 |
Τη μεγαλύτερη δυνατή ωφέλεια (6) την έχει εκείνος ο οδηγός που συνεχίζει να οδηγεί ψύχραιμα εναντίον του άλλου, ο οποίος δειλιάζει και στρίβει για να αποφύγει τη σύγκρουση – έχοντας μεν ηττηθεί στο παιχνίδι, αλλά παραμένοντας ζωντανός, οπότε η ωφέλεια του είναι 2 μονάδες. Εάν στρίψουν και οι δύο, τότε η ωφέλεια είναι τέσσερις μονάδες – επειδή κανένας δεν έχασε την τιμή και την υπόληψη του (το «πρόσωπο» του), ενώ παρέμεινε ζωντανός.
Το παιχνίδι έχει τρία σημεία «ισορροπίας του Nash» (από το όνομα του μαθηματικού J. Nash) – ένα κεντρικό σημείο της μαθηματικής θεωρίας των παιγνίων, το οποίο περιγράφει, σε παιχνίδια μη συνεργασίας, το συνδυασμό στρατηγικών, όπου ο κάθε παίκτης επιλέγει ακριβώς μία στρατηγική,με βάση την οποία κανένας από τους συμμετέχοντες δεν μπορεί να αποφύγει τη δική του στρατηγική.
Σε ένα τέτοιο «σημείο ισορροπίας» ο εκάστοτε παίκτης συμφωνεί με τη στρατηγική που επέλεξε και εκ των υστέρων, με την έννοια ότι δεν θα την άλλαζε ακόμη και αν γνώριζε το αποτέλεσμα – γεγονός που σημαίνει ότι, οι στρατηγικές όλων ήταν οι καλύτερες δυνατές.
Τα δύο σημεία «ισορροπίας του Nash» προέρχονται από τις καθαρές στρατηγικές (αποφυγή σύγκρουσης/συνέχιση πορείας του οδηγού α – συνέχιση πορείας/αποφυγή σύγκρουσης του οδηγού β), ενώ το τρίτο από τις μικτές στρατηγικές – όπου και οι δύο παίκτες συνεχίζουν την πορεία τους, με πιθανότητα 50%.
.
Τα όρια του μοντέλου
Υπάρχει επί πλέον η πιθανότητα να στρίψουν την ίδια στιγμή, προς την ίδια κατεύθυνση, οπότε να συγκρουστούν χωρίς να το έχουν προγραμματίσει – καθώς επίσης να διεξάγουν διαπραγματεύσεις ή να χρησιμοποιήσουν άλλα μέσα (ΜΜΕ κλπ.), με στόχο να επηρεάσουν τη συμπεριφορά του αντιπάλου τους, πριν ακόμη ξεκινήσει το παιχνίδι.
Για παράδειγμα, να χρησιμοποιήσουν διάφορα τεχνάσματα, για να πείσουν τον άλλο ότι δεν θα αλλάξουν σε καμία περίπτωση οι ίδιοι πορεία, δεν θα χάσουν το θάρρος τους ή/και δεν κινδυνεύουν να πεθάνουν από τη σύγκρουση – κάτι που μάλλον διαπιστώνεται σήμερα, από τις κινήσεις της Γερμανίας.
Ένα από τα τεχνάσματα αυτά είναι η πειστική, αξιόπιστη «αυτοδέσμευση»: όπου ο ένας από τους δύο παίκτες παρουσιάζει με τέτοιον τρόπο τα πράγματα, ώστε να πεισθεί ο αντίπαλος του πως δεν θα έχει καμία ωφέλεια, εάν αποφύγει τη σύγκρουση – επομένως, ότι δεν θα στρίψει το τιμόνι την τελευταία στιγμή.
Πρόκειται για μία στρατηγική που ακολουθείται πολύ συχνά στην πολιτική, όπου η μία από τις δύο συγκρουόμενες «παρατάξεις» προσπαθεί να αποδείξει στην άλλη είτε ότι δεν καταλαβαίνει το ρίσκο των ενεργειών της, είτε ότι δεν έχει τίποτα να χάσει - οπότε της είναι αδιάφορη η σύγκρουση.
Μία από τις παραλλαγές στην πολιτική είναι η «ακροσφαλής διπλωματία» (Brinkmanship), όπου ο αντίπαλος παρουσιάζεται αποφασισμένος να φτάσει στα άκρα, παίρνοντας κάθε ρίσκο – έτσι ώστε να υποχρεώσει τον αντίπαλο του να συνθηκολογήσει.
Ο όρος υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου των Η.Π.Α. με τη Σοβιετική Ένωση, όπου οι αμερικανοί παρουσιάζονταν πρόθυμοι να πάρουν το ρίσκο ενός πυρηνικού πολέμου, εάν οι Ρώσοι δεν σταματούσαν να επεκτείνονται – με συνεντεύξεις σε περιοδικά και εφημερίδες, όπου επιβεβαίωναν την αποφασιστικότητα τους. Για παράδειγμα η κατωτέρω αναφορά, στο περιοδικό Life (Dulles) το 1956:
«Η ικανότητα να ρισκάρεις να φτάσεις στα όρια ενός πολέμου, χωρίς τελικά να οδηγηθείς σε πόλεμο, είναι μία απαραίτητη τέχνη….Εάν φοβάται κανείς να φτάσει στο χείλος του γκρεμού, τότε έχει χάσει το παιχνίδι«.
Περαιτέρω, στη θεωρία των παιγνίων η «ακροσφαλής διπλωματία», την οποία καλείται να χρησιμοποιήσει ενδεχομένως σήμερα η ελληνική κυβέρνηση, ανήκει στην κατηγορία των «στρατηγικών κινήσεων» και επομένως στην υποκατηγορία «απειλή» – με το παρακάτω σχεδιάγραμμα να αναφέρεται στη στρατηγική των Η.Π.Α. εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης.
.
Στο σχεδιάγραμμα το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η μη διεξαγωγή πυρηνικού πολέμου. Επάνω γραμμή: είτε με την υιοθέτηση της «ακροσφαλούς διπλωματίας», η οποία θα οδηγούσε σε υποχώρηση τη Σοβιετική Ένωση (επάνω), οπότε σε μη πυρηνικό πόλεμο, είτε με διεύρυνση της ακροσφαλούς διπλωματίας (κάτω), με αύξηση του ρίσκου. Κάτω γραμμή: καμία απειλή και κανένας πυρηνικός πόλεμος.
.
Ολοκληρώνοντας, όλα τα παραπάνω είναι στρατηγικές με μεγάλο ρίσκο, επειδή μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές ζημίες και στους δύο συμμετέχοντες – κυρίως λόγω των λαθών που είναι δυνατόν να συμβούν, κενών απειλών, παρανοήσεων κοκ. Πόσο μάλλον όταν τυχόν χαθεί ο έλεγχος της κατάστασης, με αποτέλεσμα να μην αποφεύγεται η καταστροφή.
.
Η σύγκρουση της Ελλάδας με τη Γερμανία
”την παραίτηση της από την απαίτηση διαγραφής (ή παγώματος) ενός μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους της χώρας, χωρίς την οποία αφενός μεν δεν μπορεί να εφαρμοσθεί το πρόγραμμα της κυβέρνησης, αφετέρου είναι αδύνατον να ξεφύγει η Ελλάδα από την παγίδα, επιτυγχάνοντας ανάπτυξη”.
Από την άλλη πλευρά, θεωρούμε σχεδόν βέβαιη την επιμονή της Γερμανίας στις ιδιωτικοποιήσεις, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι θα συμφωνήσει με τη χαλάρωση των μέτρων λιτότητας - αφού ο βασικός σκοπός της είναι η λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων, με έμμεσο στόχο την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν ασφαλώς καταστροφικό για την Ελλάδα, ειδικά σε μία εποχή που έχουν καταρρεύσει οι τιμές όλων των περιουσιακών της στοιχείων - οπότε θα πρέπει να αποφευχθεί με κάθε θυσία.
Η δυσκολία της Ελλάδας, η οποία διευκολύνει τη χρήση της «ακροσφαλούς διπλωματίας» εκ μέρους της Γερμανίας, είναι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές της, καθώς επίσης η μηδενική σχεδόν ρευστότητα των τραπεζών - με βάση την οποία μπορεί εύκολα να εκβιαστεί σε συμβιβασμούς, οι οποίοι θα καταστήσουνσκλάβους χρέους τους Έλληνες, για τα επόμενα εκατό χρόνια.
.
Αυτός ήταν πιθανότατα ο λόγος της άτακτης υποχώρησης του υπουργού οικονομικών στην πρώτη συνάντηση του «Euro Group» – όπου ευτυχώς αντέδρασε ο πρωθυπουργός, υποχρεώνοντας τον τελικά να αποσύρει τη συμφωνία του, η οποία ήταν συνώνυμη με μία ήττα κατά κράτος.
Περαιτέρω, η πρόσφατη μετονομασία των Μνημονίων σε Συμφωνίες, της Τρόικας σε Θεσμούς και των δανειστών σε Εταίρους, προκάλεσε το εύλογο ξέσπασμα του βασικού υποστηρικτή του πρωθυπουργού (πηγή), ο οποίος έγραψε πολύ σωστά, μεταξύ άλλων, τα εξής:
.
Επομένως, δεν είναι απίθανη μία ακόμη υπαναχώρηση της κυβέρνησης, αφού το μέτωπο του πολέμου έχει σκληρύνει σε μεγάλο βαθμό – ενώ δεν είναι απίθανο να υπάρχει ένα δεύτερο σχέδιο, στο συρτάρι του πρωθυπουργού (άρθρο). Εάν παραμείνει τώρα κανείς στη θεωρία των παιγνίων, οι παραλλαγές και κατά τα ξένα ΜΜΕ είναι οι παρακάτω:
.
(α) Η Ελλάδα αποφεύγει τη σύγκρουση, στρίβοντας το τιμόνι: Σε μία τέτοια περίπτωση, η κυβέρνηση θα συμφωνούσε με την επέκταση του υφιστάμενου προγράμματος βοηθείας, υποσχόμενη ότι θα τηρήσει όλα όσα απαιτούνται από τη Γερμανία – με αντάλλαγμα τη χρηματοδότηση της (γέφυρα), καθώς επίσης τη διεξαγωγή συζητήσεων για την αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους (δεύτερη επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, με περίοδο χάριτος, με ρήτρα ΑΕΠ κοκ.). Οι πιθανότητες υπολογίζονται στο 30%, με κριτήριο τις αποφάσεις της Παρασκευής.
(β) Η Ελλάδα επιλέγει τη ρήξη, υποσχόμενη μόνο τις μεταρρυθμίσεις που η ίδια θεωρεί σωστές(καταπολέμηση φοροδιαφυγής, λαθρεμπορίου, υποδείξεις ΟΟΣΑ κοκ.): Εάν τότε η Γερμανία το αποδεχθεί, αποφεύγοντας τη σύγκρουση πρώτη, τότε θα θεωρηθεί ότι έληξε το μνημόνιο – ενώ θα προσφερθεί στην Ελλάδα μία χρηματοδότηση μερικών μηνών, έτσι ώστε να συμφωνηθούν τα επόμενα βήματα. Οι πιθανότητες τοποθετούνται στο 10%, εάν πράγματι η Γερμανία έχει ένα «σχέδιο Β».
(γ) Ελλάδα και Γερμανία αποφεύγουν τη σύγκρουση: Αυτό θα σήμαινε ότι έχουν βρεθεί κάποιες λύσεις, μετά από παρασκηνιακές συζητήσεις, οι οποίες θα επέτρεπαν και στις δύο χώρες να διατηρήσουν τα προσχήματα – το «πρόσωπο» τους. Το υφιστάμενο μνημόνιο διευκολύνεται, μετονομαζόμενο σε συμφωνία, οι «θεσμοί» ελέγχουν τη δημοσιονομική πορεία της χώρας και η επόμενη δόση πληρώνεται στα τέλη Απριλίου. Σε μία τέτοια περίπτωση τα ουσιώδη προβλήματα παραμένουν άλυτα, ενώ αναβάλλεται η σύγκρουση για αργότερα – με πιθανότητα εδώ της τάξης του 50%.
(δ) Ελλάδα και Γερμανία συγκρούονται μετωπικά, επιμένοντας στις θέσεις τους: Θα επρόκειτο για τη διακοπή των διαπραγματεύσεων χωρίς αποτέλεσμα, οπότε η Ελλάδα θα διακινδύνευε τη στάση πληρωμών εντός του Μαρτίου – ενώ παράλληλα η ΕΚΤ θα σταματούσε την παροχή ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες, προκαλώντας τραπεζικές επιθέσεις (αν και η κυβέρνηση μάλλον θα προλάβαινε να επιβάλλει ελέγχους στη διακίνηση κεφαλαίων, περιορισμούς στις αναλήψεις κλπ.).
.
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θεωρηθεί πιθανότατα ως μία «ανεξέλεγκτη χρεοκοπία», με ανυπολόγιστες συνέπειες για την Ελλάδα, για την Ευρωζώνη, για το ευρώ, καθώς επίσης για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα – με τις πιθανότητες να τοποθετούνται στο 10%.
.
Η ελληνική κυβέρνηση, λόγω του ότι ήταν ανέκαθεν στην αντιπολίτευση, δεν έχει εφαρμόσει ποτέ στην πράξη αυτά που θεωρεί σωστά – όσον αφορά τη διαχείριση του κράτους, την αντιμετώπιση της κρίσης κοκ.
Ταυτόχρονα, έχει «προσλάβει» στελέχη, προσφέροντας τους υπουργικές θέσεις, με επίσης θεωρητικές γνώσεις – τις οποίες καλούνται σήμερα να δρομολογήσουν πρακτικά, ευρισκόμενα στην εκτελεστική εξουσία, αν και δεν το περίμεναν ποτέ.
Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με τη Γερμανία, η οποία δεν είναι μόνο ισχυρότερη οικονομικά και πολιτικά από την Ελλάδα, διαθέτοντας αρκετούς συμμάχους μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, αλλά και σε πρακτικό επίπεδο – αφού διαθέτει μία έμπειρη κυβέρνηση, η οποία είναι ψύχραιμη, ξέρει ακριβώς τι θέλει και πώς θα το επιτύχει.
Το μοναδικό ίσως μειονέκτημα της Γερμανίας, είναι η τυχόν χρήση της παραλλαγής της θεωρίας των παιγνίων, με την ονομασία «το παιχνίδι του τρελού» εκ μέρους της Ελλάδας – οπότε φοβάται, τρέμει καλύτερα στην ιδέα μίας μετωπικής σύγκρουσης, με συνέπειες που αδυνατεί να προσμετρήσει.
Αυτό που μπορούμε πάντως και πρέπει να κάνουμε όλοι εμείς, είναινα διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας, γνωρίζοντας πως τίποτα δεν θα μπορούσε να προκαλέσει τη συντέλεια του κόσμου – ευχόμενοι και ελπίζοντας πως η κυβέρνηση θα επιλέξει το καλύτερο δυνατόν για την πατρίδα μας, χωρίς να φοβηθεί και χωρίς να μας καταδικάσει σεσκλάβους χρέους, με ανύπαρκτη εθνική κυριαρχία.
.
.
«Μερικοί υποστηρίζουν, πως σε μια συμφωνία, πρέπει κι εσύ να υποχωρήσεις. Κατ’ αρχήν ανάμεσα σε καταπιεστή και καταπιεζόμενο δεν μπορεί να υπάρξει συμβιβασμός, όπως ακριβώς ανάμεσα στον σκλάβο και στον κατακτητή, λύση είναι μόνο η Λευτεριά..
Αλλά κι αν δεχτούμε αυτό τον παραλογισμό, ήδη οι παραχωρήσεις που έκαναν οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις με την ανεργία, τη λιτότητα, τη φτώχεια, τους αυτόχειρες, ξεπερνούν κάθε όριο υποχώρησης«.
Επομένως, δεν είναι απίθανη μία ακόμη υπαναχώρηση της κυβέρνησης, αφού το μέτωπο του πολέμου έχει σκληρύνει σε μεγάλο βαθμό – ενώ δεν είναι απίθανο να υπάρχει ένα δεύτερο σχέδιο, στο συρτάρι του πρωθυπουργού (άρθρο). Εάν παραμείνει τώρα κανείς στη θεωρία των παιγνίων, οι παραλλαγές και κατά τα ξένα ΜΜΕ είναι οι παρακάτω:
.
(α) Η Ελλάδα αποφεύγει τη σύγκρουση, στρίβοντας το τιμόνι: Σε μία τέτοια περίπτωση, η κυβέρνηση θα συμφωνούσε με την επέκταση του υφιστάμενου προγράμματος βοηθείας, υποσχόμενη ότι θα τηρήσει όλα όσα απαιτούνται από τη Γερμανία – με αντάλλαγμα τη χρηματοδότηση της (γέφυρα), καθώς επίσης τη διεξαγωγή συζητήσεων για την αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους (δεύτερη επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, με περίοδο χάριτος, με ρήτρα ΑΕΠ κοκ.). Οι πιθανότητες υπολογίζονται στο 30%, με κριτήριο τις αποφάσεις της Παρασκευής.
(β) Η Ελλάδα επιλέγει τη ρήξη, υποσχόμενη μόνο τις μεταρρυθμίσεις που η ίδια θεωρεί σωστές(καταπολέμηση φοροδιαφυγής, λαθρεμπορίου, υποδείξεις ΟΟΣΑ κοκ.): Εάν τότε η Γερμανία το αποδεχθεί, αποφεύγοντας τη σύγκρουση πρώτη, τότε θα θεωρηθεί ότι έληξε το μνημόνιο – ενώ θα προσφερθεί στην Ελλάδα μία χρηματοδότηση μερικών μηνών, έτσι ώστε να συμφωνηθούν τα επόμενα βήματα. Οι πιθανότητες τοποθετούνται στο 10%, εάν πράγματι η Γερμανία έχει ένα «σχέδιο Β».
(γ) Ελλάδα και Γερμανία αποφεύγουν τη σύγκρουση: Αυτό θα σήμαινε ότι έχουν βρεθεί κάποιες λύσεις, μετά από παρασκηνιακές συζητήσεις, οι οποίες θα επέτρεπαν και στις δύο χώρες να διατηρήσουν τα προσχήματα – το «πρόσωπο» τους. Το υφιστάμενο μνημόνιο διευκολύνεται, μετονομαζόμενο σε συμφωνία, οι «θεσμοί» ελέγχουν τη δημοσιονομική πορεία της χώρας και η επόμενη δόση πληρώνεται στα τέλη Απριλίου. Σε μία τέτοια περίπτωση τα ουσιώδη προβλήματα παραμένουν άλυτα, ενώ αναβάλλεται η σύγκρουση για αργότερα – με πιθανότητα εδώ της τάξης του 50%.
(δ) Ελλάδα και Γερμανία συγκρούονται μετωπικά, επιμένοντας στις θέσεις τους: Θα επρόκειτο για τη διακοπή των διαπραγματεύσεων χωρίς αποτέλεσμα, οπότε η Ελλάδα θα διακινδύνευε τη στάση πληρωμών εντός του Μαρτίου – ενώ παράλληλα η ΕΚΤ θα σταματούσε την παροχή ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες, προκαλώντας τραπεζικές επιθέσεις (αν και η κυβέρνηση μάλλον θα προλάβαινε να επιβάλλει ελέγχους στη διακίνηση κεφαλαίων, περιορισμούς στις αναλήψεις κλπ.).
.
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θεωρηθεί πιθανότατα ως μία «ανεξέλεγκτη χρεοκοπία», με ανυπολόγιστες συνέπειες για την Ελλάδα, για την Ευρωζώνη, για το ευρώ, καθώς επίσης για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα – με τις πιθανότητες να τοποθετούνται στο 10%.
.
Επίλογος
Ταυτόχρονα, έχει «προσλάβει» στελέχη, προσφέροντας τους υπουργικές θέσεις, με επίσης θεωρητικές γνώσεις – τις οποίες καλούνται σήμερα να δρομολογήσουν πρακτικά, ευρισκόμενα στην εκτελεστική εξουσία, αν και δεν το περίμεναν ποτέ.
Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με τη Γερμανία, η οποία δεν είναι μόνο ισχυρότερη οικονομικά και πολιτικά από την Ελλάδα, διαθέτοντας αρκετούς συμμάχους μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, αλλά και σε πρακτικό επίπεδο – αφού διαθέτει μία έμπειρη κυβέρνηση, η οποία είναι ψύχραιμη, ξέρει ακριβώς τι θέλει και πώς θα το επιτύχει.
Το μοναδικό ίσως μειονέκτημα της Γερμανίας, είναι η τυχόν χρήση της παραλλαγής της θεωρίας των παιγνίων, με την ονομασία «το παιχνίδι του τρελού» εκ μέρους της Ελλάδας – οπότε φοβάται, τρέμει καλύτερα στην ιδέα μίας μετωπικής σύγκρουσης, με συνέπειες που αδυνατεί να προσμετρήσει.
Αυτό που μπορούμε πάντως και πρέπει να κάνουμε όλοι εμείς, είναινα διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας, γνωρίζοντας πως τίποτα δεν θα μπορούσε να προκαλέσει τη συντέλεια του κόσμου – ευχόμενοι και ελπίζοντας πως η κυβέρνηση θα επιλέξει το καλύτερο δυνατόν για την πατρίδα μας, χωρίς να φοβηθεί και χωρίς να μας καταδικάσει σεσκλάβους χρέους, με ανύπαρκτη εθνική κυριαρχία.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου