Αρμπιτράζ
(Arbitrage) είναι η ταυτόχρονη αγορά και πώληση ή
δανεισμός και επανατοποθέτηση δύο περιουσιακών στοιχείων με σκοπό την
πραγματοποίηση κέρδους από τη διαφορά μεταξύ των τιμών.
Θεωρίες
συναλλαγματικής ισοτιμίας
α) Ισοτιμία αγοραστικής δύναμης
Η ισοτιμία
αγοραστικής δύναμης συνδέει τις κινήσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών με τις
διαφορές μεταξύ του εγχώριου επιπέδου τιμών και του επιπέδου τιμών των μεγάλων
εμπορικών εταίρων της χώρας. Η θεωρία της ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης αντλεί
την έμπνευσή της από την Αρχή της Μίας Τιμής. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, αν δύο
αγαθά είναι πανομοιότυπα, θα πωληθούν στην ίδια τιμή. Αλλιώς θα μας συμφέρει να
αγοράσουμε το αγαθό εκεί που είναι πιο φθηνό και να το πουλήσουμε εκεί που
είναι πιο ακριβό.
Η κερδοσκοπική
αγοραπωλησία (αρμπιτράζ) είναι η διαδικασία που διασφαλίζει την εκμετάλλευση
της κάθε διαφοράς στις τιμές μεταξύ δύο χωρών με στόχο τη δημιουργία ακίνδυνου
κέρδους. Αν αυτή η αρχή επεκταθεί σε όλα τα αγαθά, μετατρέπεται στην θεωρία της
απόλυτης ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης.
Η κεντρική αρχή
της θεωρίας είναι ότι όταν το γενικό επίπεδο των τιμών μετατραπεί σε ένα κοινό
νόμισμα, θα είναι το ίδιο για όλες τις χώρες. Αν αυτό δεν συν έβαινε, τα άτομα
που εξειδικεύονται στο αρμπιτράζ θα είχαν προσοδοφόρα κίνητρα να διεξάγουν το
εμπόριο αγαθών μέχρι να εξαφανιστεί η διαφορά.
β)
Το ισοζύγιο πληρωμών και οι νομισματικές προσεγγίσεις.
Μία εναλλακτική
πρόταση στην προσέγγιση της ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης για τον προσδιορισμό
του επιπέδου ισορροπίας μίας ισοτιμίας είναι η προσέγγιση του ισοζυγίου
πληρωμών. Η θεωρία αυτή εστιάζεται πιο άμεσα στην σχέση μεταξύ του εμπορικού
ισοζυγίου και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, τα οποία έχουν υποστεί τις κατάλληλες
τροποποιήσεις, προκειμένου να περιλάβουν τις μακροπρόθεσμες κεφαλαιακές ροές
και τη μεταβολή των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Σύμφωνα με αυτήν
την άποψη, μία χώρα με διαρκές έλλειμμα έχει αρκετές πιθανότητες να προβεί σε
υποτίμηση, και μία χώρα με διαρκές πλεόνασμα είναι πιο πιθανό να προβεί σε
ανατίμηση.
γ)
Εμπειρική ανάλυση της ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης
i) οι εμπειρικές εκτιμήσεις της ισοτιμίας
αγοραστικής δύναμης έχουν πολλές πρακτικές χρήσεις. Χρησιμοποιούνται ευρέως για
τη σύγκριση των βιοτικών επιπέδων μεταξύ των χωρών.
ii) η απόκλιση
μεταξύ της ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης και της πραγματικής ισοτιμίας αποτελεί
σύνηθες φαινόμενο.
iii) οι δείκτες
της σχετικής ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης αν και βρίσκουν μεγαλύτερη θεωρητική
αποδοχή από ό,τι οι απόλυτοι δείκτες, έχουν αποφέρει ανάμεικτα αποτελέσματα
κατά την ανάλυση και πρόβλεψη των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
iv) η ισοτιμία
αγοραστικής δύναμης έχει την τάση να μην εμφανίζει καλές επιδόσεις όταν
συμβαίνουν σημαντικές δομικές μεταβολές, όπως η αύξηση της τιμής του πετρελαίου
κατά τη δεκαετία του ’70, η ραγδαία άνοδος της ανεργίας ή η επιδείνωση της
δημοσιονομικής θέσης μίας χώρας.
Κάτω από αυτές
τις συνθήκες, η αντίληψη της αγοράς για μία οικονομία – για την ικανότητά της
να προσχωρήσει σε ένα καθεστώς χαμηλού πληθωρισμού, τη δέσμευσή της για την
εξυπηρέτηση του χρέους της κ.λ.π. – περνάει μεγάλες μεταβολές.
Η πραγματική ή
αναμενόμενη πολιτική αστάθεια έχει επίσης μεγάλη επίδραση στη συναλλαγματική
ισοτιμία. (Τα γεγονότα αυτά δεν επηρεάζουν απαραιτήτως το τρέχον ισοζύγιο
τρεχουσών συναλλαγών, μπορούν όμως να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στο μελλοντικό
ισοζύγιο.)
Η αναμονή των
μελλοντικών δυσκολιών είναι αυτή που κινητοποιεί τις κεφαλαιακές ροές και
μεταβάλλει τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Επιπλέον, η ισοτιμία αγοραστικής δεν
είναι χρήσιμη στο βραχυπρόθεσμο επίπεδο, στο οποίο λειτουργούν οι
διαπραγματευτές συναλλάγματος.
Πηγή economica
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου