Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Eντουάρντο Γκαλεάνο “Ο κόσμος ανάποδα” – 9o μάθημα, Α Μέρος : Μαθήματα κατά των βλαβερών συνηθειών

Ελεύθερη Λαϊκή Αντιστασιακή Συσπείρωση

Επιμέλεια για την ΕΛ.Λ.Α.Σ. : Ν.Π.


Συνεχίζουμε σήμερα τον 3ο κύκλο μαθημάτων με το 1ο μέρος του 9ου μαθήματος  από το βιβλίο του Ουρουγουανού συγγραφέα και φιλοσόφου Εντουάρντο Γκαλεάνο, “Ένας κόσμος ανάποδα” (πατήστε εδώ για να δείτε όλες τα μαθήματα) που κυκλοφορεί  από τις ‘Εκδόσεις Πιρόγα’ σε μετάφραση της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΥ,  Eduardo Galeano “Patas arriba” 1998. Oι παρουσίασεις αυτές αντιστοιχούν σε 18 μαθήματα ενταγμένα σε 6 κύκλους.
3ος Κύκλος  -  Σεμινάριο Ηθικής
Σελίδες 185 – 195,  Μάθημα 9ο ,  Α Μέρος :  Μαθήματα κατά των βλαβερών συνηθειών

Η ανεργία αυξάνει την εγκληματικότητα και οι εξευτελιστικοί μισθοί την υποκινούν. Ποτέ δεν ήταν τόσο επίκαιρη η παλιά παροιμία που λέει: Άλλος σκάβει και βογκάει κι άλλος πίνει και μεθάει. Αντίθετα τώρα πια κανένας δε χρησιμοποιεί τη ρήση τα αγαθά κόποις κτώνται, επειδή κανένας δεν την πιστεύει.
Το εργατικό δίκαιο ανάγεται στο δικαίωμα στην εργασία: σε πληρώνουν ό,τι θέλουν και σου επιβάλλουν ό,τι συνθήκες θέλουν.  Η δουλειά είναι η πιο βλαβερή συνήθεια. Δεν υπάρχει φθηνότερο εμπόρευμα στον κόσμο από τα εργατικά χέρια. Παρότι οι μισθοί πέφτουν και οι ώρες εργασίας αυξάνονται, η αγορά εργασίας πετάει στο δρόμο τον κοσμάκη. Αν σ’ αρέσει, ούτως ή άλλως στην ουρά περιμένουν πολλοί.

Απασχόληση και ανεργία στα χρόνια του φόβου
Η σκιά του φόβου καταδιώκει τον κόσμο που, παραπαίοντας, κάνει τα στερνά του βήματα προς το τέλος του αιώνα. Φόβος της απώλειας: απώλειας της δουλειάς, απώλεια των χρημάτων, απώλεια του επιούσιου, απώλεια του σπιτιού, απώλεια: δεν υπάρχει ξόρκι που να μπορεί να σε προστατέψει από την ξαφνική κατάρα της κακοτυχίας. Μέχρι και ο πιο επιτυχημένος άνθρωπος μπορεί, από τη μία στιγμή στην άλλη, να τα χάσει όλα, να γίνει ένας αποτυχημένος, που δεν του αξίζει ούτε συγχώρηση ούτε συμπόνια.
Ποιος δε ζει με τον τρόμο της ανεργίας; Ποιος δε φοβάται μην τον πνίξουν οι νέες τεχνολογίες, η παγκοσμιοποίηση ή οποιοδήποτε άλλο μανιασμένο κύμα της εποχής μας; Η τρικυμία, φρενιασμένη, χτυπάει. Οι τοπικές βιομηχανίες καταστρέφονται ή αποχωρούν, οι εργαζόμενοι έχουν να ανταγωνιστούν τα φτηνότερα εργατικά χέρια που έρχονται από άλλα γεωγραφικά μήκη ή την αδυσώπητη προέλαση των μηχανών, που δεν απαιτούν μισθό, διακοπές, επίδομα Χριστουγέννων, σύνταξη ή αποζημίωση, παρά μόνο το ηλεκτρικό ρεύμα που τις ταΐζει.
Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας δε χρησιμοποιείται για να αυξηθεί ο χρόνος της σχόλης των εργαζομένων και οι χρόνοι ελευθερίας, αλλά αυξάνει την ανεργία και σκορπάει το φόβο. Είναι πανανθρώπινος ο πανικός μπροστά στην πιθανότητα να λάβεις μια επιστολή που θα σε πληροφορεί ότι βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση να σας αναγγείλουμε ότι οι υπηρεσίες σας δε μας είναι πλέον απαραίτητες, λόγω της καινούργιας πολιτικής μας για τις δαπάνες ή λόγω μιας επιτακτικής επαναδιοργάνωσης της επιχείρησης ή επειδή έτσι μας αρέσει, αφού οποιοσδήποτε ευφημισμός δεν μπορεί να απαλύνει την εκτέλεση. Παντού τα πάντα˙ ο καθένας μας μπορεί να καταρρεύσει και ξαφνικά, από τη μια στιγμή στην άλλη, στα σαράντα του χρόνια να γίνει ένας γέρος.
Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας στην έκθεσή της για τις χρονιές 1996 και 1997 λέει ότι, «η εξέλιξη της απασχόλησης στον κόσμο παραμένει απογοητευτική». Στις βιομηχανοποιημένες χώρες η ανεργία εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλή και να αυξάνονται οι κοινωνικές ανισότητες αλλά και στις αποκαλούμενες αναπτυσσόμενες χώρες υπάρχει θεαματική αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας και πτώση του βιοτικού επιπέδου. «Έτσι εξαπλώνεται ο φόβος», καταλήγει η έκθεση. Ο φόβος εξαπλώνεται: ή δουλειά ή τίποτα. Στην είσοδο του Άουσβιτς, του ναζιστικού στρατοπέδου εξόντωσης, μια μεγάλη επιγραφή έγραφε: Η δουλειά λυτρώνει. Περισσότερο από μισό αιώνα αργότερα, ο υπάλληλος ή ο εργάτης που έχει δουλειά οφείλει να ευγνωμονεί την επιχείρηση που του κάνει τη χάρη να του βγάζει τη ψυχή κάθε μέρα και να τον κάνει βορά της ρουτίνας, στο γραφείο ή στο εργοστάσιο. Το να βρει κανείς δουλειά, ή το να τη διατηρήσει, ακόμα και χωρίς διακοπές, χωρίς σύνταξη, χωρίς τίποτα, ακόμα και έναντι μισθού πείνας, γιορτάζεται σαν να πρόκειται για θαύμα.
Ο Άγιος Καετάνο είναι ο άγιος τον οποίο επικαλείται ο περισσότερος κόσμος στην Αργεντινή. Τα πλήθη προστρέχουν στον προστάτη των ανέργων και τον ικετεύουν για δουλειά. Κανένας άλλος άγιος δεν έχει τόσο μεγάλη πελατεία. Το 1997, στο διάστημα μεταξύ Μαΐου και Οκτωβρίου, εμφανίστηκαν νέες θέσεις εργασίας. Δεν ξέρουμε αν επρόκειτο για επίτευγμα του Αγίου Καετάνο ή της δημοκρατίας: πλησίαζαν οι βουλευτικές εκλογές και η κυβέρνηση της Αργεντινής στρίμωξε τον άγιο να μοιράσει δεξιά και αριστερά πεντακόσιες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Αυτές οι δουλειές όμως, που έδιναν μισθό διακόσια δολάρια το μήνα, δεν διήρκεσαν παρά λίγο περισσότερο από την προεκλογική εκστρατεία. Λιγάκι αργότερα, ο πρόεδρος Μένεμ συμβούλευε τους Αργεντινούς να παίζουν γκολφ, επειδή είναι διασκεδαστικό και καταπραΰνει τα νεύρα.
Ο αριθμός των ανέργων, σε ολόκληρο τον κόσμο, ολοένα αυξάνεται. Στον κόσμο μας περισσεύουν ολοένα περισσότεροι. Τι θα κάνουν τα αφεντικά του κόσμου με όλη αυτή την άχρηστη ανθρωπότητα; Θα τη στείλουν στο φεγγάρι; Στις αρχές του 1998 οι γιγαντιαίες διαδηλώσεις στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είχαν κερδίσει τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου. Ορισμένοι άνεργοι, θέλοντας να αναπαραστήσουν το δράμα της εργασίας στο σύγχρονο κόσμο, παρέλασαν φορώντας μαύρες σακούλες σκουπιδιών. Στην Ευρώπη κάποιες επιδοτήσεις ανακουφίζουν κάπως τη μοίρα των ανέργων˙ ωστόσο ένας στους τέσσερις νέους εξακολουθεί να μη βρίσκει σταθερή απασχόληση. Η δουλειά στη μαύρη, στο περιθώριο του νόμου, έχει τριπλασιαστεί στην Ευρώπη τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια. Στη Μεγάλη Βρετανία κάθε μέρα αυξάνεται ο αριθμός των εργαζομένων που περιμένουν στο σπίτι χωρίς να κάνουν τίποτε, πάντοτε διαθέσιμοι, μην τυχόν και χτυπήσει το τηλέφωνο. Κι όταν τελικά χτυπήσει, δουλεύουν για ένα χρονικό διάστημα με σύμβαση για κάποιο πρακτορείο. Ύστερα επιστρέφουν στο σπίτι και, καθιστοί δίπλα στο τηλέφωνο, περιμένουν να ξαναχτυπήσει.
Η παγκοσμιοποίηση είναι μια στοά μέσα στην οποία εξαφανίζονται ως δια μαγείας τα εργοστάσια, καθώς δραπετεύουν από τις φτωχές χώρες˙ η τεχνολογία, μειώνοντας με ιλιγγιώδη ταχύτητα το χρόνο εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή οποιουδήποτε πράγματος, αντί να απελευθερώνει τους εργαζόμενους από την ένδεια και την υποτέλεια, τους κάνει φτωχότερους και τους υποτάσσει˙ για την αναπαραγωγή του χρήματος δεν είναι πια απαραίτητη η δουλειά. Πολλά κεφάλαια στρέφονται προς τις κερδοσκοπικές επενδύσεις. Χωρίς μετασχηματισμό της ύλης, χωρίς καν να την αγγίξει, το χρήμα αναπαράγεται με μεγαλύτερη γονιμότητα κάνοντας έρωτα με τον εαυτό του. Η Siemens, μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές εταιρίες στον κόσμο, κερδίζει περισσότερα από τις οικονομικές επενδύσεις της παρά από τις παραγωγικές δραστηριότητές της.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες η ανεργία είναι πολύ μικρότερη απ’ ότι στην Ευρώπη, αλλά οι καινούργιες θέσεις εργασίας είναι προσωρινές, κακοπληρωμένες και χωρίς κοινωνική ασφάλιση. «Το βλέπω στους μαθητές μου», λέει ο Νόαμ Τσόμσκι. «Φοβούνται ότι, αν δε συμπεριφερθούν όπως πρέπει, δε θα βρουν ποτέ δουλειά και αυτό έχει πειθαρχική επίδραση πάνω τους». Σε μία από τις πεντακόσιες μεγαλύτερες επιχειρήσεις της Βορείου Αμερικής, μόνο ένας στους δέκα εργαζόμενους απολαμβάνει το προνόμιο μόνιμης και πλήρους απασχόλησης. Στις δέκα καινούργιες θέσεις εργασίας που προσφέρονται στη Μεγάλη Βρετανία οι εννέα είναι προσωρινές και στη Γαλλία οι οκτώ στις δέκα. Η ιστορία κάνει ένα άλμα δύο αιώνων, αλλά προς τα πίσω˙ στον κόσμο που ζούμε η πλειοψηφία των εργαζομένων δεν έχει εργασιακή σταθερότητα ούτε δικαιούται αποζημίωση λόγω απολύσεως˙ και η εργασιακή ανασφάλεια ρίχνει τους μισθούς. Έξι στους δέκα Βορειοαμερικανούς παίρνουν μισθούς χαμηλότερους από τους μισθούς που ίσχυαν πριν είκοσι πέντε χρόνια, παρά το ότι σε αυτά τα είκοσι πέντε χρόνια η οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών έχει βελτιωθεί κατά σαράντα τοις εκατό.
Παρ’ όλα αυτά μυριάδες Μεξικανοί χειρώνακτες, οι λεγόμενοι ιδρωμένες πλάτες, εξακολουθούν να περνάνε το ποτάμι των συνόρων και να ριψοκινδυνεύουν τη ζωή τους σε αναζήτηση καλύτερης ζωής. Μέσα σε δύο δεκαετίες το χάσμα μεταξύ των μισθών, που δίνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Μεξικό, έχει διπλασιαστεί. Κάποτε οι μισθοί στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν τέσσερις φορές μεγαλύτεροι από τους μισθούς στο Μεξικό˙ σήμερα είναι οκτώ φορές μεγαλύτεροι. Στο Μεξικό η δουλειά είναι το μοναδικό εμπόρευμα που η τιμή του πέφτει κάθε μήνα κι αυτό είναι σε όλους γνωστό: τόσο στο κεφάλαιο, που μεταναστεύει στο Νότο αναζητώντας φτηνά εργατικά χέρια, όσο και στα φτηνά εργατικά χέρια που πασχίζουν να μεταναστεύσουν στο Βορρά. Τα τελευταία είκοσι χρόνια ένα μεγάλο τμήμα της μεσαίας τάξης έχει πέσει στη φτώχεια, οι φτωχοί έχουν πέσει στην εξαθλίωση και οι εξαθλιωμένοι έχουν πέσει τόσο χαμηλά που βγαίνουν έξω από τους στατιστικούς πίνακες. Η μονιμότητα των εργαζομένων είναι κάτι το οποίο εγγυάται ο νόμος αλλά στην πράξη εξαρτάται από τη θαυματουργό Παρθένο της Γουαδελούπης.
Η προσωρινότητα των θέσεων εργασίας που, μαζί με την ανεργία, είναι ο κυριότερος παράγοντας της κρίσης των μισθών είναι παγκόσμιο φαινόμενο όπως η γρίπη. Εμφανίζεται σε όλα τα μήκη και πλάτη και σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Κανείς δεν είναι ασφαλής. Δεν μπορούν να ανασαίνουν ελεύθεροι ούτε καν οι εξειδικευμένοι εργαζόμενοι στους πιο εκλεπτυσμένους και δυναμικούς τομείς της παγκόσμιας οικονομίας. Ακόμα κι εκεί, τα συμβόλαια με σύμβαση έργου υποκαθιστούν ταχύτατα τη μόνιμη απασχόληση. Στις τηλεπικοινωνίες και την ηλεκτρονική έχουν ήδη αρχίσει να λειτουργούν οι εικονικές επιχειρήσεις, που απαιτούν πολύ λίγο προσωπικό. Οι δουλειές γίνονται από υπολογιστή σε υπολογιστή, χωρίς οι εργαζόμενοι να γνωρίζονται μεταξύ τους και χωρίς να γνωρίζουν τους εργοδότες τους, φευγαλέα φαντάσματα που δεν οφείλουν υπακοή σε καμία εθνική νομοθεσία. Οι επαγγελματίες με την υψηλή εξειδίκευση είναι κι αυτοί καταδικασμένοι στην ανασφάλεια και την εργασιακή αστάθεια, σαν το τελευταίο παιδί της γειτονιάς, παρότι κερδίζουν πολύ περισσότερα και παρότι είναι τα χαϊδεμένα παιδιά, με το κάπως αφηρημένο ύφος, των περιοδικών που εξυμνούν τα θαύματα της τεχνολογίας την εποχή της παγκόσμιας ευτυχίας.
Ο καπιταλιστικός ρεαλισμός
Ο Λι Ιακόκα, στέλεχος, στέλεχος αστέρι της εταιρίας Chrysler, επισκέφθηκε το Μπουένος Άιρες στα τέλη του 1993. Στη διάλεξή του μίλησε με αξιοθαύμαστη σοβαρότητα για την ανεργία και την εκπαίδευση:
-Το πρόβλημα της ανεργίας είναι ένα δύσκολο ζήτημα. Σήμερα μπορούμε να φτιάχνουμε τα διπλάσια αυτοκίνητα με τον ίδιο αριθμό ανθρώπων. Όταν ακούω ότι για να λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας πρέπει να βελτιωθεί το επίπεδο της εκπαίδευσης, πάντοτε θυμάμαι με ανησυχία αυτό που συνέβη στη Γερμανία: η προβολή της εκπαίδευσης ως απάντηση στην ανεργία οδήγησε στην απογοήτευση εκατοντάδες χιλιάδων επαγγελματιών και στη στροφή τους προς το σοσιαλισμό και την εξέγερση. Μου στοιχίζει που το λέω, αλλά αναρωτιέμαι μήπως θα ήταν καλύτερα να δουν οι άνεργοι τα πράγματα πιο καθαρά και να πηγαίνουν απευθείας να ζητούν δουλειά στο McDonald’ s.
Το άγχος της ανεργίας και ο φόβος της απόλυσης έχουν άμεση σχέση με ένα είδος τρέλας την οποία έχουν καταγράψει οι στατιστικές αλλά και την οποία μόνο ένας κόσμος με λασκαρισμένες όλες τις βίδες θα θεωρούσε φυσιολογική. Τα τελευταία τριάντα χρόνια οι επίσημες ώρες εργασίας, που συνήθως είναι λιγότερες από τις πραγματικές, αυξήθηκαναισθητά στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και την Ιαπωνία και μειώθηκαν λιγάκι μόνο σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Πρόκειται για μια προδοτική απόπειρα κατά της κοινής λογικής, που διαπράττει ο ανεστραμμένος κόσμος μας: η εκπληκτική αύξηση της παραγωγικότητας, την οποία πέτυχε η τεχνολογική επανάσταση, όχι μόνο δε μεταφράστηκε σε ανάλογη αύξηση των μισθών αλλά και δεν οδήγησε στη μείωση του ωραρίου στις χώρες με υψηλή τεχνολογία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις ότι κυριότερη πηγή stress στις μέρες μας είναι η εργασία, με μεγάλη διαφορά από τα διαζύγια και το φόβο του θανάτου. Στην Ιαπωνία το karoshi, η υπερβολική εργασία, σκοτώνει δέκα χιλιάδες ανθρώπους το χρόνο.
Όταν το Μάιο του 1998, η κυβέρνηση της Γαλλίας αποφάσισε να μειώσει τις ώρες εργασίας από 39 σε 35 την εβδομάδα, δίνοντας έτσι ένα βασικό μάθημα πνευματικής υγείας, το μέτρο οδήγησε σε κραυγές διαμαρτυρίας από την μεριά των επιχειρήσεων, των πολιτικών και των τεχνοκρατών. Στην Ελβετία, μια χώρα που δεν έχει το πρόβλημα της ανεργίας, έτυχε πριν από λίγο καιρό να παρευρεθώ σε ένα περιστατικό που με άφησε άναυδο. Σε ένα δημοψήφισμα για το αν θα ήθελαν να εργάζονται λιγότερες ώρες χωρίς μείωση μισθού, οι Ελβετοί ψήφισαν κατά. Θυμάμαι ότι τότε δεν είχα μπορέσει να το καταλάβω και σας εκμυστηρεύομαι ότι εξακολουθώ να μην το καταλαβαίνω. Η δουλειά είναι μια υποχρέωση για όλο τον κόσμο, από τότε που ο Θεός καταδίκασε τον Αδάμ να κερδίζει το ψωμί του με τον ιδρώτα του προσώπου του˙ δεν υπάρχει όμως λόγος να παίρνουμε και τόσο κατάκαρδα τη θεία θέληση. Υποψιάζομαι ότι αυτός ο εργασιακός ζήλος έχει μεγάλη σχέση αφενός με τον τρόμο της ανεργίας, παρότι στην περίπτωση της Ελβετίας η ανεργία είναι μια αόριστη και μακρινή απειλή, και αφετέρου με τον πανικό του ελεύθερου χρόνου. Υπάρχω σημαίνει είμαι χρήσιμος, για να υπάρχω πρέπει να έχω αγοραστική αξία. Ο χρόνος που δε μεταφράζεται σε χρήμα, ο ελεύθερος χρόνος, ο χρόνος τον οποίο στη ζωή μας αφιερώνουμε στην ηδονή της ζωής και όχι στο καθήκον της παραγωγής γεννά φόβο. Στο τέλος τέλος της γραφής δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο. Ο φόβος ήταν πάντοτε, σε συνδυασμό με την απληστία, μια από τις πιο δραστικές κινητήριες δυνάμεις του συστήματος που κάποτε λεγόταν καπιταλισμός.
Οι στατιστικές
Στα βρετανικά νησιά μία στις τέσσερις θέσεις εργασίας είναι μερικής απασχόλησης. Σε πολλές περιπτώσεις είναι τόσο, μα τόσο, μερικής απασχόλησης που δεν μπορούμε να καταλάβουμε γιατί τη λένε θέση εργασίας. Για να μαλακώσουν τους αριθμούς, όπως λένε οι Άγγλοι, οι αρχές άλλαξαν τα στατιστικά κριτήρια τριάντα δύο φορές, από το 1979 μέχρι το 1997, μέχρι να επιτύχουν την τέλεια συνταγή, που ισχύει ακόμη και σήμερα: όποιος εργάζεται περισσότερο από μια ώρα την εβδομάδα δε θεωρείται άνεργος. Δε θέλω να το παινευτώ, αλλά στην Ουρουγουάη η ανεργία μετριέται έτσι από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου.

Ο φόβος της ανεργίας επιτρέπει να καταστρατηγούνται ατιμωρητί τα δικαιώματα των εργαζομένων. Το οκτάωρο, ως ανώτατο όριο ωρών εργασίας την ημέρα, δεν ανήκει πια στο χώρο της νομοθεσίας αλλά στο χώρο της λογοτεχνίας, όπου ξεχωρίζει ανάμεσα στα άλλα έργα της σουρεαλιστικής ποίησης˙ αλλά και οι συνεισφορές των εργοδοτών στις εργατικές συντάξεις, την ιατρική βοήθεια, την αποζημίωση σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, στο επίδομα αδείας, το δώρο των Χριστουγέννων και τα οικογενειακά επιδόματα, αποτελούν πλέον ανεκτίμητα ευρήματα για τα αρχαιολογικά μουσεία. Τα δικαιώματα των εργαζομένων, που έχουν κατοχυρωθεί νομικά και ισχύουν παγκοσμίως, είναι καρπός των φόβων άλλης εποχής: του φόβου των απεργιών των εργατών και του φόβου της κοινωνικής επανάστασης να καιροφυλακτεί. Εκείνη όμως η φοβισμένη εξουσία, η εξουσία του χθες, είναι η ίδια που στις μέρες μας τρομοκρατεί τους εργαζόμενους ώστε να υποτάσσονται σ’ αυτήν. Κι έτσι ξόφλησαν, μέσα σε μια στιγμή, εργατικές κατακτήσεις δύο αιώνων.
Ο φόβος, πατέρας πολυμελούς οικογένειας, γεννάει και μίσος. Στις χώρες του Βορρά συνήθως μεταφράζεται σε μίσος προς τους μετανάστες που ξεπουλάνε τα χέρια τους σε τιμές απελπισίας. Εισβολή από τα καταπατηθέντα εδάφη. Έρχονται από τα μέρη που κάποτε αποβιβάζονταν, το ένα μετά το άλλο, τα αποικιοκρατικά στρατεύματα των κατακτητών και οι στρατιωτικές αποστολές καταστολής. Σήμερα το ταξίδι γίνεται αντίστροφα αλλά οι ταξιδιώτες δεν είναι πια στρατιώτες υποχρεωμένοι να σκοτώνουν: είναι εργάτες αναγκασμένοι να πουλήσουν  όσο όσο τα χέρια τους στην Ευρώπη ή στη Βόρεια Αμερική. Έρχονται από την Αφρική, την Ασία, τη Λατινική Αμερική και, τα τελευταία χρόνια, μετά την κατάρρευση της γραφειοκρατικής εξουσίας, έρχονται και από την Ανατολική Ευρώπη.
Στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρώπη και τη Βόρειο Αμερική, η αυξανόμενη ευημερία απαιτούσε ολοένα και περισσότερα εργατικά χέρια και δεν είχε μεγάλη σημασία αν τα χέρια ήταν ξένα, αφού δούλευαν πολύ και στοίχιζαν λίγο. Στα χρόνια της στασιμότητας ή της ασθενούς ανάπτυξης, και υπό την απειλή της κρίσης, οι αναπόφευκτοι επισκέπτες μετατράπηκαν σε ανεπιθύμητους εισβολείς: μυρίζουν άσχημα, κάνουν φασαρία και κλέβουν τις δουλειές μας. Αυτοί οι εργαζόμενοι, οι κατσικοπόδαροι αγγελιοφόροι της ανεργίας και όλων των κακοτυχιών, είναι κι αυτοί καταδικασμένοι να φοβούνται. Πάντα υπάρχει μια δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι τους: μια επικείμενη απέλαση από τη χώρα στην οποία ήρθαν κυνηγώντας την κοπιαστική ζωή και οι πάντα αναμενόμενες εκρήξεις του ρατσισμού με τις αιματοβαμμένες προειδοποιήσεις του και τους κολασμούς του: Τούρκοι πυρπολούνται, Άραβες μαχαιρώνονται, μαύροι πέφτουν νεκροί με μια σφαίρα στην πλάτη, Μεξικανοί ξυλοκοπούνται. Οι φτωχοί μετανάστες κάνουν τις πιο βαριές και πιο κακοπληρωμένες δουλειές, στα χωράφια και στην πόλη. Μετά τις ώρες της δουλειάς έρχονται οι ώρες του φόβου. Δεν υπάρχει μαγική μπογιά που να τους κάνει αόρατους.
Νόμος και πραγματικότητα
Ο Ζεράρ Φιλός, επιθεωρητής εργασίας στο Παρίσι, παραδέχτηκε ότι ένα κλεφτρόνι που κλέβει ένα ραδιόφωνο αυτοκινήτου καταδικάζεται σε μεγαλύτερη ποινή από τον επιχειρηματία που ευθύνεται για το θάνατο εργάτη σε αποτρέψιμο ατύχημα.
Ο Φιλός γνωρίζει, εξ ιδίας πείρας, ότι πολλές γαλλικές επιχειρήσεις δηλώνουν για τους εργαζόμενους ψευδείς μισθούς, ωράρια και προϋπηρεσίες και αψηφούν τους νόμιμους κανόνες ασφάλειας και υγιεινής, χωρίς καμία συνέπεια: «Οι μισθωτοί σωπαίνουν», λέει, «γιατί ζουν με το μαχαίρι της ανεργίας στο λαιμό».
Στο ένα εκατομμύριο παραβάσεις του νόμου, που διαπιστώνουν οι επιθεωρητές εργασίας στη Γαλλία, μόνο οι δεκατρείς χιλιάδες καταδικάζονται στο τέλος της δίκης. Και, σε σχεδόν όλες τις περιπτώσεις, η ποινή συνίσταται στην πληρωμή γελοίου προστίμου.

    *Αυτό το κείμενο αποτελεί απόσπασμα (σελ. 185-195) από το βιβλίο «ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΑΝΑΠΟΔΑ» του Εντουάρντο Γκαλεάνο και κυκλοφορεί από τις ‘Εκδόσεις Πιρόγα’ σε μετάφραση της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Eduardo Galeano “Patas arriba” 1998

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου